Παρουσίαση

Η σύνθεση

Οι αρμοδιότητες

Η διαδικασία

Η νομολογία

 

Η σύνθεση

vignette-tpi  

Το Γενικό Δικαστήριο απαρτίζεται από δύο δικαστές ανά κράτος μέλος. Οι δικαστές διορίζονται με κοινή συμφωνία από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών μετά από διαβούλευση με επιτροπή επιφορτισμένη να γνωμοδοτεί επί της καταλληλότητας των υποψηφίων για τη θέση δικαστή. Η θητεία τους είναι εξαετής και ανανεώσιμη. Εκλέγουν μεταξύ τους, για τριετή θητεία, τον Πρόεδρο και διορίζουν Γραμματέα για εξαετή θητεία.

Οι δικαστές ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη αμεροληψία και ανεξαρτησία. Σε αντίθεση με το ∆ικαστήριο, το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει μόνιμους γενικούς εισαγγελείς. Ωστόσο, κατ' εξαίρεση, μπορεί ένας δικαστής να κληθεί να ασκήσει καθήκοντα γενικού εισαγγελέα.

Το Γενικό Δικαστήριο εκδικάζει τις υποθέσες που του υποβάλλονται με τριμελή ή πενταμελή τμήματα, ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις, δικάζει ως μονομελές δικαστήριο. Μπορεί επίσης να συνεδριάσει ως τμήμα μείζονος συνθέσεως (δεκαπέντε δικαστές), όταν αυτό δικαιολογείται από τη νομική δυσκολία ή τη σπουδαιότητα της υποθέσεως.

Οι πρόεδροι των πενταμελών τμημάτων εκλέγονται μεταξύ των δικαστών για τριετή θητεία. Το Γενικό Δικαστήριο διαθέτει μεν δική του Γραμματεία, για τις άλλες όμως ανάγκες του χρησιμοποιεί τις διοικητικές και μεταφραστικές υπηρεσίες του θεσμικού οργάνου.

 

Οι αρμοδιότητες

Το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει:

  • τις προσφυγές που ασκούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα προς ακύρωση πράξεων των θεσμικών και άλλων οργάνων και οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες απευθύνονται σε αυτά ή οι οποίες τα αφορούν άμεσα και ατομικά (για παράδειγμα, προσφυγή που ασκεί μια επιχείρηση κατά αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία της επιβάλλεται πρόστιμο), καθώς και κατά των κανονιστικών πράξεων που τα αφορούν άμεσα και δεν περιλαμβάνουν μέτρα εκτελέσεως, και τις προσφυγές τις οποίες ασκούν τα ως άνω πρόσωπα με αίτημα να διαπιστωθεί η παράλειψη των εν λόγω θεσμικών και άλλων οργάνων και οργανισμών να λάβουν απόφαση•
  • τις προσφυγές των κρατών μελών κατά της Επιτροπής•
  • τις προσφυγές των κρατών μελών κατά του Συμβουλίου όσον αφορά τις πράξεις που εκδίδονται σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, τα μέτρα εμπορικής άμυνας («ντάμπινγκ») και τις πράξεις με τις οποίες το Συμβούλιο ασκεί εκτελεστικές αρμοδιότητες•
  • τις αγωγές για αποκατάσταση των ζημιών που προξενούνται από τα θεσμικά και άλλα όργανα και τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τους υπαλλήλους τους•
  • αγωγές στηριζόμενες σε συμβάσεις που έχουν συναφθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οποίες προβλέπουν ρητώς την αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου•
  • τις προσφυγές στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας κατά του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατά του Κοινοτικού Γραφείου Φυτικών Ποικιλιών (OCVV)·
  • τις διαφορές μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του προσωπικού τους σχετικά με τις εργασιακές σχέσεις και με το σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως.

Κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί εντός δύο μηνών αναίρεση ενώπιον του ∆ικαστηρίου, περιοριζόμενη στα νομικά ζητήματα.

 

Η διαδικασία

Το Γενικό Δικαστήριο διαθέτει τον δικό του κανονισμό διαδικασίας. Καταρχήν, η διαδικασία περιλαμβάνει ένα έγγραφο και ένα προφορικό στάδιο. Η διαδικασία κινείται με την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου στη Γραμματεία από τον δικηγόρο ή τον εκπρόσωπο του διαδίκου. Τα ουσιώδη σημεία της προσφυγής δημοσιοποιούνται με ανακοίνωση που δημοσιεύεται, σε όλες τις επίσημες γλώσσες, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Γραμματέας επιδίδει την προσφυγή στον αντίδικο, ο οποίος διαθέτει ορισμένη προθεσμία για να καταθέσει υπόμνημα αντικρούσεως. Στις ευθείες προσφυγές, ο προσφεύγων μπορεί, καταρχήν, να υποβάλει, εντός της προθεσμίας που του τάσσεται, υπόμνημα απαντήσεως, στο οποίο ο αντίδικος μπορεί να απαντήσει με υπόμνημα ανταπαντήσεως.

Κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στην επίλυση μιας διαφοράς που έχει υποβληθεί στο Γενικό Δικαστήριο, καθώς και τα κράτη μέλη και τα όργανα της Ένωσης μπορούν να παρέμβουν στη δίκη. Ο παρεμβαίνων υποβάλλει υπόμνημα παρεμβάσεως, υπέρ ή κατά των αιτημάτων ενός των διαδίκων, στο οποίο οι διάδικοι μπορούν στη συνέχεια να απαντήσουν.

Η ενδεχόμενη προφορική διαδικασία συνίσταται σε επ' ακροατηρίου συζήτηση. Στο πλαίσιό της, οι δικαστές μπορούν να θέσουν ερωτήσεις στους εκπροσώπους των διαδίκων. Ο εισηγητής δικαστής συνοψίζει, με συνοπτική έκθεση ακροατηρίου, τα πραγματικά περιστατικά και τα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι και οι τυχόν παρεμβαίνοντες. Το έγγραφο αυτό τίθεται στη διάθεση του κοινού στη γλώσσα της διαδικασίας.

Οι δικαστές διασκέπτονται στη συνέχεια με βάση ένα σχέδιο αποφάσεως που συντάσσεται από τον εισηγητή δικαστή και η απόφαση δημοσιεύεται σε δημόσια συνεδρίαση.

Η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διεξάγεται ατελώς. Αντιθέτως, τα έξοδα του έχοντος δικαίωμα παραστάσεως ενώπιον των δικαστηρίων κράτους μέλους δικηγόρου, από τον οποίο εκπροσωπείται υποχρεωτικά κάθε διάδικος, δεν αναλαμβάνονται από το Γενικό Δικαστήριο. Ωστόσο, οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα έξοδα της δίκης μπορεί να ζητήσει την παροχή του ευεργετήματος δικαστικής αρωγής.

Η διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων

Η προσφυγή που ασκείται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου δεν έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή της εκτελέσεως της προσβαλλόμενης πράξεως. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή της εκτελέσεως ή τη λήψη άλλων προσωρινών μέτρων. Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου ή, ενδεχομένως, ο Αντιπρόεδρος αποφαίνεται επί του σχετικού αιτήματος με αιτιολογημένη διάταξη.

Προσωρινά μέτρα μπορούν να διαταχθούν εφόσον συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις:

  1. η προσφυγή πρέπει να είναι εκ πρώτης όψεως βάσιμη•
  2. ο αιτών τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να αποδεικνύει ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης προσωρινών μέτρων και ότι άλλως θα υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία•
  3. τα προσωρινά μέτρα πρέπει να χορηγούνται μετά από στάθμιση των συμφερόντων των διαδίκων και λαμβανομένου υπόψη του γενικού συμφέροντος.

Η διάταξη έχει προσωρινό χαρακτήρα και δεν προδικάζει την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου στην κύρια υπόθεση. Εξάλλου, κατά της διατάξεως μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Αντιπροέδρου του ∆ικαστηρίου.

Η ταχεία διαδικασία

Η διαδικασία αυτή επιτρέπει στο Γενικό Δικαστήριο να αποφαίνεται γρήγορα επί της ουσίας στις υποθέσεις που κρίνει ως ιδιαιτέρως επείγουσες. Την εφαρμογή της ταχείας διαδικασίας μπορεί να ζητήσει είτε ο προσφεύγων είτε ο καθού. Μπορεί, επίσης, να την αποφασίσει αυτεπαγγέλτως το Γενικό Δικαστήριο.

 

Η νομολογία

Περιβάλλον και καταναλωτές

Η Ένωση απαγορεύει την εμπορία των προϊόντων φώκιας, εκτός αν προέρχονται από τις παραδοσιακές μορφές θήρας τις οποίες ασκούν οι κοινότητες Inuit για την επιβίωσή τους. Το 2013, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η απαγόρευση αυτή είναι νόμιμη. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι, λαμβανομένων υπόψη των αποκλίσεων στους εθνικούς κανόνες των κρατών μελών όσον αφορά το εμπόριο προϊόντων φώκιας, η Ένωση είχε το δικαίωμα να εναρμονίσει τους κανόνες εμπορίας των προϊόντων αυτών ώστε να αποτρέπεται η διατάραξη της λειτουργίας της αγοράς, χωρίς να παραβλέπεται το ζήτημα της καλής μεταχείρισης των ζώων.

InuitTapiriitKanatami κατά Επιτροπής, T-526/10, 25 Απριλίου 2013

 

Στο έδαφος της Ένωσης, η εμπορία γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών (ΓΤΟ) επιτρέπεται μόνον αν έχει ληφθεί προηγουμένως σχετική άδεια. Το 2010, η Επιτροπή χορήγησε άδεια για τη διάθεση του γενετικώς τροποποιημένου γεώμηλου Amflora στην αγορά, βάσει επιστημονικής γνωμοδότησης από την οποία προέκυπτε ότι αυτό δεν ενέχει κινδύνους ούτε για την ανθρώπινη υγεία ούτε για το περιβάλλον. Το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε, λόγω διαδικαστικής πλημμέλειας, την απόφαση της Επιτροπής σχετικά με τη χορήγηση άδειας, για τον λόγο ότι η Επιτροπή παρέλειψε να υποβάλει το σχέδιο απόφασης στις αρμόδιες επιτροπές.

Ουγγαρία κατά Επιτροπής, T-240/10, 13 Δεκεμβρίου 2013

 

Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών

Το δίκαιο της Ένωσης προβλέπει ότι, ως προς τις εκδηλώσεις τις οποίες τα κράτη μέλη θεωρούν μείζονος σημασίας για την κοινωνία, πρέπει να υπάρχει δυνατότητα τηλεοπτικής αναμετάδοσής τους όχι μόνον επί πληρωμή για το κοινό, αλλά και δωρεάν. Το 2011, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν τη δωρεάν αναμετάδοση όλων των αγώνων του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου και του EURO (Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου). Το Γενικό Δικαστήριο αιτιολόγησε την απόφασή του παραπέμποντας, αφενός, στο δικαίωμα του κοινού στην ενημέρωση και, αφετέρου, στην ανάγκη να διασφαλίζεται ευρεία πρόσβαση του κοινού στις τηλεοπτικές αναμεταδόσεις τέτοιων εκδηλώσεων.

FIFA κατά Επιτροπής, T-385/07, 17 Φεβρουαρίου 2011

 

Δίκαιο των θεσμικών οργάνων της Ένωσης

Το 2007, η Υπηρεσία επιλογής προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EPSO) δημοσίευσε διαγωνισμό για πρόσληψη συμβασιούχων υπαλλήλων από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Οι σχετικές προκηρύξεις είχαν συνταχθεί μόνο στη γερμανική, την αγγλική και τη γαλλική γλώσσα. Το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον διαγωνισμό με την αιτιολογία ότι συνέτρεχε περίπτωση δυσμενούς διάκρισης λόγω γλώσσας, αφού η δημοσίευσή του σε τρεις γλώσσες εμπόδιζε ορισμένους πιθανούς υποψηφίους να λάβουν γνώση και ευνοούσε τους γερμανόφωνους, τους αγγλόφωνους και τους γαλλόφωνους υποψηφίους.

Ιταλία κατά Επιτροπής, T-205/07, 3 Φεβρουαρίου 2011

 

Σήματα – Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία

Το 2012, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το σημείο VIAGUARA δεν ήταν δυνατό να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα για ποτά, λόγω του ήδη καταχωρισμένου σήματος VIAGRA για φάρμακα. Ενώ αναγνώρισε ότι τα ποτά και τα φάρμακα είναι διαφορετικά προϊόντα, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε παρά ταύτα ότι το σημείο VIAGUARA θα μπορούσε να προσπορίσει αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος VIAGRA: συγκεκριμένα, θα υπήρχε το ενδεχόμενο να αγοράσει ο καταναλωτής το ποτό, σκεπτόμενος ότι θα έχει τις ίδιες ιδιότητες με το φάρμακο (ιδίως αύξηση της λίμπιντο).

Viaguara κατά ΓΕΕΑ, T-332/10, 25 Ιανουρίου 2012

 

Η εταιρία Apple Corps, η οποία ιδρύθηκε από το διάσημο ροκ συγκρότημα «The Beatles», άσκησε ανακοπή κατά της καταχώρισης της λέξης «BEATLE» για ηλεκτρονικές τροχήλατες συσκευές για άτομα με μειωμένη κινητικότητα. Το Γενικό Δικαστήριο την δικαίωσε, καταλήγοντας ότι η λέξη «BEATLE» μπορούσε να προσπορίσει αθέμιτο όφελος από τη φήμη και τη διαχρονική ελκυστικότητα των σημάτων (THE) BEATLES της Apple Corps. Ειδικότερα, τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα θα θέλγονταν από την ιδιαιτέρως θετική εικόνα ελευθερίας, νεότητας και σφρίγους η οποία συνδέεται με τα σήματα της Apple Corps.

YouQ κατά ΓΕΕΑ, T-369/10, 29 Μαρτίου 2012

 

Το 2010, το Μονακό θέλησε να επεκτείνει στην Ένωση την προστασία του διεθνούς σήματος «MONACO», όμως η αίτησή του δεν έγινε δεκτή για υπηρεσίες, μεταξύ άλλων, σχετικές με την ψυχαγωγία, τον αθλητισμό και την παροχή καταλυμάτων. Το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση αυτή: ο όρος MONACO, ιδίως λόγω της διασημότητας της πριγκιπικής του οικογένειας, της διοργάνωσης αγώνα αυτοκινήτων γκραν πρι φόρμουλα 1 και ενός φεστιβάλ τσίρκου, υποδηλώνει μια γεωγραφική περιοχή και είναι αμιγώς περιγραφικός είτε της προέλευσης είτε του προορισμού των οικείων υπηρεσιών. Συνεπώς, δεν μπορεί να προστατευθεί ως σήμα στην ΕΕ.

MEM κατά ΓΕΕΑ (MONACO), T-197/13, 15 Ιανουρίου 2015

 

Ανταγωνισμός

Το 2004, η Επιτροπή επέβαλε στη Microsoft πρόστιμο ύψους 497 εκατομμυρίων ευρώ, θεωρώντας ότι η εταιρία αυτή έκανε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στον βαθμό που, επί μακρόν, δεν γνωστοποιούσε στους ανταγωνιστές της πληροφορίες βάσει των οποίων θα μπορούσαν να αναπτύξουν και να αξιοποιήσουν, σε εμπορικό επίπεδο, εναλλακτικές λύσεις συμβατές με τα Windows. Το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε το πρόστιμο με απόφαση του 2007. Το 2008, η Επιτροπή επέβαλε στη Microsoft χρηματική ποινή ύψους 899 εκατομμυρίων ευρώ για την απροθυμία της να εφαρμόσει την απόφαση του 2004 και να γνωστοποιήσει τις σχετικές πληροφορίες στους ανταγωνιστές της, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας και έναντι εύλογης αμοιβής. Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ανάλυση της Επιτροπής, αλλά μείωσε τη χρηματική ποινή σε 860 εκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Επιτροπή είχε επιτρέψει προσωρινά στη Microsoft να συνεχίσει να εφαρμόζει ορισμένες πρακτικές.

Microsoft κατά Επιτροπής, T-201/04, 17 Σεπτεμβρίου 2007, και T-167/08, 27 Ιουνίου 2012

 

Το 2009, η Επιτροπή επέβαλε δύο πρόστιμα ύψους 553 εκατομμυρίων έκαστο, το ένα στη γερμανική εταιρία E.ON και το άλλο στη γαλλική εταιρία GDF Suez. Κατά την Επιτροπή, οι εταιρίες αυτές είχαν συνάψει συμφωνία δυνάμει της οποίας απαγορευόταν να πωλούν η μία στην εθνική αγορά της άλλης το φυσικό αέριο που προερχόταν από τη Ρωσία και μεταφερόταν με αγωγούς μέχρι τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε την ανάλυση της Επιτροπής, αλλά μείωσε το πρόστιμο σε 320 εκατομμύρια ευρώ για την κάθε εταιρία, λαμβάνοντας υπόψη την πλάνη της Επιτροπής ως προς τη διάρκεια της σύμπραξης (που διήρκεσε ένα έτος λιγότερο απ’ όσο είχε εκτιμήσει η Επιτροπή).

E.ONEnergieAG κατά Επιτροπής, T-360/09, και GDFSuez κατά Επιτροπής, T-370/09, 29 Ιουνίου 2012

 

Οι εταιρίες συλλογικής διαχείρισης (ΕΣΔ) διαχειρίζονται ιδίως τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί μουσικών έργων. Συγκεκριμένα, παραχωρούν στους εμπορικούς χρήστες, κατόπιν αίτησης, άδειες εκμετάλλευσης των έργων έναντι αμοιβής. Το 2008, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία διαπίστωσε ότι 24 τέτοιες εταιρίες είχαν περιορίσει τον ανταγωνισμό αναγνωρίζοντας εθνική μόνον εμβέλεια στις άδειες τις οποίες χορηγούσαν προς εκμετάλλευση ορισμένων μουσικών έργων. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την ανάλυση της Επιτροπής λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, κατά μείζονα δε λόγο επειδή ο περιορισμός της εδαφικής ισχύος των αδειών μπορούσε να δικαιολογηθεί από την ανάγκη αποτελεσματικής καταπολέμησης της χρήσης μουσικών έργων χωρίς άδεια.

CISAC κατά Επιτροπής, T-442/08, 12 Απριλίου 2013

 

Το 2011, η Επιτροπή είχε κρίνει ότι η πράξη συγκέντρωσης την οποία σχεδίαζε η Microsoft για να αποκτήσει τον έλεγχο της Skype ήταν συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης. Δύο ανταγωνιστές της Skype προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι η συγχώνευση θα είχε επιζήμιο αποτέλεσμα για τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής. Κατά την εκτίμησή του, η συγχώνευση δεν περιόριζε τον ανταγωνισμό ούτε στην αγορά βιντεοκλήσεων μέσω διαδικτύου για το ευρύ κοινό ούτε στην αγορά των επικοινωνιών μέσω διαδικτύου για επιχειρήσεις.

CiscoSystemsκαι Messagenet κατά Επιτροπής, T-79/12, 11 Δεκεμβρίου 2013

 

Κρατικές ενισχύσεις

Στην Αυστρία, όλοι οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας επιβαρύνονται με το κόστος που συνεπάγεται για το κράτος η ενθάρρυνση της παραγωγής πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας. Το 2008, το αυστριακό Δημόσιο προέβλεψε μέτρα δυνάμει των οποίων οι ενεργειοβόρες επιχειρήσεις θα επιβαρύνονταν μόνο μέχρις ενός ανώτατου ορίου με το κόστος αυτό. Κατά την Επιτροπή, όμως, τα μέτρα αυτά συνιστούσαν ασύμβατη προς το δίκαιο της Ένωσης κρατική ενίσχυση. Το Γενικό Δικαστήριο δικαίωσε την Επιτροπή, κρίνοντας ότι το ανώτατο όριο αποτελούσε ένα είδος φοροαπαλλαγής, το οποίο θα ευνοούσε ορισμένες επιχειρήσεις εις βάρος άλλων, χωρίς η διαφορετική αυτή μεταχείριση να δικαιολογείται υπό το πρίσμα του επιδιωκόμενου σκοπού. Εξάλλου, επρόκειτο για ενίσχυση η οποία δεν ήταν συμβατή ούτε με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

Αυστρία κατά Επιτροπής, T-251/11, 11 Δεκεμβρίου 2014

 

Η ING είναι ολλανδικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα τραπεζοασφαλιστικών υπηρεσιών. Στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης, οι Κάτω Χώρες την ενίσχυσαν μέσω εισφοράς κεφαλαίου, με όρους εξόφλησης οι οποίοι τροποποιήθηκαν προϊόντος του χρόνου. Η Επιτροπή έκρινε ότι οι νέοι αυτοί όροι ισοδυναμούσαν με πρόσθετη κρατική ενίσχυση ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε εντούτοις ότι το συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης δεν ήταν δικαιολογημένο, δεδομένου ότι η Επιτροπή παρέλειψε να εξετάσει κατά πόσον, υπό τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε το ολλανδικό Δημόσιο, ένας ιδιώτης επενδυτής θα είχε αρνηθεί παρόμοια τροποποίηση των όρων εξόφλησης και, ως εκ τούτου, την αναγνώριση τέτοιου πρόσθετου πλεονεκτήματος.

Κάτω Χώρες κατά Επιτροπής, T-29/10, T-33/10, 2 Μαρτίου 2012

 

Το 2008, το ιταλικό Δημόσιο χορήγησε στην ιταλική αεροπορική εταιρία Alitalia, λόγω των σοβαρών χρηματοοικονομικών δυσχερειών που αυτή αντιμετώπιζε, δάνειο ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ παράλληλα αποφάσισε να πωλήσει το μερίδιο συμμετοχής του στην εταιρία. Η Επιτροπή χαρακτήρισε παράνομο το δάνειο προς την Alitalia (με κριτήριο ότι ένας ιδιώτης επενδυτής υπό τις ίδιες συνθήκες δεν θα είχε συνάψει τη σύμβαση αυτή), αλλά επέτρεψε την πώληση των στοιχείων του ενεργητικού, υπό την προϋπόθεση ότι θα γινόταν στην τιμή της αγοράς. Η Ryanair, θεωρώντας ότι δόθηκε στην Alitalia κρατική ενίσχυση ασύμβατη προς το δίκαιο της Ένωσης, προσέφυγε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο επιβεβαίωσε την ανάλυση της Επιτροπής ως προς όλα τα σημεία της.

Ryanair κατά Επιτροπής, T-123/09, 28 Μαρτίου 2012

 

Γεωργία

Το 2011, η Επιτροπή κατέστησε υποχρεωτική την επισήμανση των εσπεριδοειδών που υφίστανται, μετά τη συγκομιδή, επεξεργασία μέσω της χρήσης συντηρητικών ή άλλων χημικών ουσιών. Η Ισπανία ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει τη διάταξη με την οποία επιβλήθηκε η σχετική υποχρέωση, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι αυτή έθιγε μόνον τους παραγωγούς εσπεριδοειδών – και όχι τους παραγωγούς άλλων φρούτων που επίσης υφίστανται επεξεργασία μετά τη συγκομιδή – και συνεπαγόταν δυσμενή διάκριση. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε όμως ότι, εν αντιθέσει προς τα άλλα αυτά φρούτα (δηλαδή, τις μπανάνες, τα καρπούζια και τα πεπόνια), ο φλοιός των εσπεριδοειδών χρησιμοποιείται στη μαγειρική, οπότε η υποχρέωση επισήμανσης διασφαλίζει, χωρίς να εισάγει διάκριση, ενιαίο και υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

Ισπανία κατά Επιτροπής, T-481/11, 13 Νοεμβρίου 2014

 

Δημόσια υγεία

Το Orphacol είναι φάρμακο για τη θεραπεία σπάνιων μεν, αλλά πολύ σοβαρών ηπατικών παθήσεων που μπορούν να επιφέρουν θάνατο σε βρέφη. Το 2009, τα γαλλικά εργαστήρια CTRS ζήτησαν από την Επιτροπή άδεια κυκλοφορίας για το συγκεκριμένο φάρμακο, την οποία η Επιτροπή δεν χορήγησε, με την αιτιολογία ότι τα CTRS παρέλειψαν να προσκομίσουν αποτελέσματα κλινικών δοκιμών. Το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, κρίνοντας ότι, βάσει των εφαρμοστέων διατάξεων, τα CTRS δεν όφειλαν να υποβάλουν τέτοια αποτελέσματα, δεδομένου ότι στην Ένωση γίνεται καθιερωμένη ιατρική χρήση των ενεργών ουσιών του φαρμάκου τουλάχιστον επί δεκαετία.

LaboratoiresCTRS κατά Επιτροπής, T-301/12, 4 Ιουλίου 2013

 

Εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ

Τα περιοριστικά μέτρα ή «κυρώσεις» αποτελούν βασικό εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής με το οποίο η Ένωση αποσκοπεί να προκαλέσει αλλαγές στην πολιτική ή στη στάση μιας χώρας. Μπορούν να λάβουν τη μορφή εμπάργκο όπλων, δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευσης εισόδου και διέλευσης από το έδαφος της Ένωσης, απαγόρευσης εισαγωγών και εξαγωγών, κ.λπ. Αποδέκτες τους ενδέχεται να είναι κυβερνήσεις, εταιρίες, φυσικά πρόσωπα και οργανισμοί ή ομάδες (όπως, παραδείγματος χάρη, τρομοκρατικές).

Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει επιβάλει τέτοιες κυρώσεις όχι μόνο σε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα, αλλά και σε περίπου τριάντα χώρες, μεταξύ των οποίων το Αφγανιστάν, η Λευκορωσία, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Αίγυπτος, το Ιράν, η Λιβύη, η Ρωσία, η Συρία, η Τυνησία, η Ουκρανία και η Ζιμπάμπουε.

 

Το Συμβούλιο έλαβε μέτρα δέσμευσης των κεφαλαίων του Eyad Makhlouf (ξαδέλφου του Bashar Al Assad) επειδή ήταν αδελφός του Rami Makhlouf (ενός εκ των ισχυρότερων επιχειρηματιών της Συρίας) και, ως αξιωματούχος της υπηρεσίας πληροφοριών, είχε εμπλακεί στις πράξεις βίας κατά του συριακού άμαχου πληθυσμού. Το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση σχετικά με τη δέσμευση κεφαλαίων, κρίνοντας ότι ο Ε. Makhlouf δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία που να αναιρούν τη διαπίστωση ότι παρείχε στήριξη στο συριακό καθεστώς. Επιπλέον, δεν συνέτρεχε περίπτωση προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας του Ε. Makhlouf, διότι του είχε δοθεί η δυνατότητα να υπερασπιστεί αποτελεσματικά τον εαυτό του ενώπιον του Συμβουλίου.

Makhlouf κατά Συμβουλίου,T-383/11, 13 Σεπτεμβρίου 2013

 

Το 2010, επιβλήθηκε το μέτρο της δέσμευσης κεφαλαίων εις βάρος της ιρανικής εταιρίας Fulmen και του διευθυντή της, διότι, κατά το Συμβούλιο, είχαν αναλάβει την εγκατάσταση ηλεκτρικών εξοπλισμών σε μυστική τοποθεσία η οποία χρησιμοποιήθηκε στο ιρανικό πρόγραμμα πυρηνικών όπλων. Το Γενικό Δικαστήριο όμως ακύρωσε την απόφαση σχετικά με τη δέσμευση κεφαλαίων: έκρινε ότι το Συμβούλιο βασίστηκε σε ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς και δεν απέδειξε ότι η Fulmen και ο διευθυντής της εκτέλεσαν εργασίες στην ως άνω τοποθεσία. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το Συμβούλιο υπείχε υποχρέωση να αποδείξει με στοιχεία τους ισχυρισμούς αυτούς.

Fulmenκαι FereydounMahmoudian κατά Συμβουλίου, T-439/10 και T440/10, 21 Μαρτίου 2012

 

Οικονομική πολιτική

Οι «κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι» είναι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που παρεμβαίνουν για την εκκαθάριση ορισμένων συναλλαγών, διαχειριζόμενοι τον πιστωτικό κίνδυνο των συμβαλλομένων. Το 2011, η ΕΚΤ επέβαλε στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι προβαίνουν σε διακανονισμό συναλλαγών που γίνονται σε ευρώ την υποχρέωση να έχουν εγκατάσταση σε χώρα της ευρωζώνης. Το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο δεν ανήκει στην ζώνη του ευρώ, ζήτησε την ακύρωση της υποχρέωσης αυτής, ισχυριζόμενο ότι έτσι τιμωρούνται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που βρίσκονται στη Βρετανία. Το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε την προσφυγή, κρίνοντας ότι η ΕΚΤ δεν ήταν αρμόδια να επιβάλει τέτοια προϋπόθεση ως προς την εγκατάστασή τους.

Ηνωμένο Βασίλειο κατά ΕΚΤ, T-496/11, 4 Μαρτίου 2015

 

Πρόσβαση στα έγγραφα

Το 2009, η Sophie Int’ Veld, ευρωβουλευτής των Κάτω Χωρών, ζήτησε από το Συμβούλιο να της γνωστοποιήσει το περιεχόμενο μιας γνωμοδότησης της νομικής του υπηρεσίας για την έναρξη διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ένωσης και των ΗΠΑ σχετικά με τη μελλοντική συμφωνία SWIFT (βάσει της οποίας θα επιτρεπόταν στις αρχές των ΗΠΑ η πρόσβαση σε ευρωπαϊκά τραπεζικά δεδομένα με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας). Το Συμβούλιο απέρριψε την αίτηση ως προς το σύνολο της γνωμοδότησης. Το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε εν μέρει την απορριπτική απόφαση (ήτοι ό,τι δεν αφορούσε το ειδικό περιεχόμενο της συμφωνίας και των οδηγιών διαπραγμάτευσης): αποφάνθηκε ότι το Συμβούλιο –ελέγχοντας το ζήτημα αν η δημοσιοποίηση των οικείων στοιχείων θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από υπέρτερο δημόσιο συμφέρον– δεν απέδειξε με συγκεκριμένα στοιχεία την ύπαρξη κινδύνου προσβολής της προστασίας των νομικών γνωμοδοτήσεων, ούτε έλαβε υπόψη ότι η επίμαχη γνωμοδότηση αφορούσε τον ειδικό τομέα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

IntVeld κατά Συμβουλίου, T-529/09, 4 Μαΐου 2012