Language of document : ECLI:EU:F:2011:154

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (πρώτο τμήμα)

της 27ης Σεπτεμβρίου 2011


Υπόθεση F‑82/07


Daniel Dittert

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Προαγωγή — Περίοδος προαγωγών 2006 —Νέα διάρθρωση σταδιοδρομιών — Επιμήκυνση της σταδιοδρομίας με τη θέσπιση νέων βαθμών για τους οποίους δεν υπάρχει αντιστοιχία στον προϊσχύσαντα ΚΥΚ — Εφαρμογή του άρθρου 45 του ΚΥΚ, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ καθώς και των ΓΔΕ που ισχύουν από το 2005 — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Αναδρομικό αποτέλεσμα των αποφάσεων περί προαγωγής από ημερομηνία προγενέστερη της 1ης Μαΐου 2004 — Μεταβατικά μέτρα — Προσφυγή προδήλως απορριπτέα»

Αντικείμενο:      Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 EA, με την οποία ο D. Dittert ζητεί, κυρίως, την ακύρωση της αποφάσεως περί προαγωγής του στον βαθμό A* 9 και όχι στον βαθμό A* 10 κατά τις προαγωγές του έτους 2006.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων και η Επιτροπή φέρουν έκαστος τα δικαστικά του έξοδα. Το Συμβούλιο, παρεμβαίνον, φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Διαδικασία — Απόφαση υπό τη μορφή αιτιολογημένης διατάξεως — Προϋποθέσεις — Προσφυγή προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως νόμω αβάσιμη — Περιεχόμενο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 76)

2.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Εφαρμοστέοι κανόνες — Περίοδος προαγωγών 2004

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45· παράρτημα XIII, άρθρο 6, δεύτερο εδάφιο· κανονισμός 723/2004 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 37)

3.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Θέσπιση νέου συστήματος προαγωγών — Μετάβαση από το προϊσχύσαν στο νέο σύστημα

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

4.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Εφαρμοστέοι κανόνες — Αρχή της ενότητας της σταδιοδρομίας — Αρχή που δεν κατοχυρώνεται από το δίκαιο της Ένωσης

1.      Κατά το άρθρο 76 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (στο εξής: Δικαστήριο ΔΔ), όταν η προσφυγή είναι, εν όλω ή εν μέρει, προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως νόμω αβάσιμη, το Δικαστήριο ΔΔ μπορεί, χωρίς να συνεχίσει τη διαδικασία, να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη. Στην αναφερόμενη στη διάταξη αυτή περίπτωση εμπίπτει κάθε προσφυγή προδήλως απορριπτέα για λόγους που αφορούν την ουσία της υποθέσεως.

(βλ. σκέψεις 38 και 39)

2.      Όταν επέρχεται νομοθετική τροποποίηση του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως, είναι δυνατόν, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το υφιστάμενο προσωπικό μπορεί να προβάλει αξιώσεις για νόμιμες προσδοκίες και κεκτημένα δικαιώματα δυνάμει των κανόνων του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως, όπως αυτοί ίσχυαν πριν τροποποιηθούν, να παραστεί ανάγκη να λάβει ο νομοθέτης μεταβατικά μέτρα.

Προκειμένου να καθοριστεί η διάρθρωση σταδιοδρομιών στην οποία πρέπει να ενταχθούν τα αποτελέσματα αποφάσεως περί προαγωγής υπαλλήλου κατά την περίοδο προαγωγών που ακολουθεί τη θέση σε ισχύ του νέου ΚΥΚ, την 1η Μαΐου 2004, το άρθρο 6, δεύτερο εδάφιο, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ διακρίνει μεταξύ της ημερομηνίας εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως και της ημερομηνίας κατά την οποία αυτή παράγει αποτελέσματα και θεωρεί κρίσιμη την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση παράγει αποτελέσματα. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, για τις προαγωγές που παράγουν αποτελέσματα πριν την 1η Μαΐου 2004, ο ανώτερος βαθμός που αναφέρεται στο άρθρο 45 του νέου ΚΥΚ δεν καθορίζεται βάσει της διαρθρώσεως σταδιοδρομιών που προκύπτει από τον νέο ΚΥΚ, αλλά βάσει εκείνης που όριζε ο προϊσχύσας ΚΥΚ. Η εν λόγω διάταξη αποτελεί, συνεπώς, μεταβατική διάταξη που εξασφαλίζει στους οικείους υπαλλήλους την εφαρμογή της προϊσχύσασας διαρθρώσεως σταδιοδρομιών στις προαγωγές που παράγουν αποτελέσματα πριν την 1η Μαΐου 2004.

Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, δεύτερο εδάφιο, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ, η εν λόγω διάταξη μπορεί να τύχει εφαρμογής μόνο στις αποφάσεις περί προαγωγής που ελήφθησαν κατά την περίοδο προαγωγών 2004 και παράγουν αποτελέσματα πριν την 1η Μαΐου 2004 και, συνεπώς, δεν είναι εφαρμοστέα στους υπαλλήλους που, στις 30 Απριλίου 2004, δεν είχαν προαχθεί κατά τις προαγωγές της περιόδου 2004 ή, σε κάθε περίπτωση, δεν είχαν τύχει προαγωγής η οποία παρήγαγε αποτελέσματα πριν την 1η Μαΐου 2004.

Συναφώς, εφόσον η περίοδος προαγωγών είναι ετήσια περίοδος που παράγει πάντοτε αναδρομικά αποτελέσματα περιοριζόμενα στην οικεία περίοδο, η επιλογή θεσμικού οργάνου να προσδώσει αναδρομικό αποτέλεσμα σε ορισμένες αποφάσεις περί προαγωγής για να παράγουν αποτελέσματα σε ημερομηνία προγενέστερη της 1ης Μαΐου 2004 δεν μπορεί να είναι παράνομη, καθόσον έχει ως νόμιμη βάση το άρθρο 6, δεύτερο εδάφιο, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 56, 60, 61 και 104)

3.      Η πραγματική και νομική κατάσταση των υπαλλήλων που ήταν προακτέοι στον ανώτερο βαθμό στις 30 Απριλίου 2004, πριν τη θέση σε ισχύ του νέου ΚΥΚ, αλλά προήχθησαν πράγματι κατά την περίοδο προαγωγών 2006 δεν είναι ίδια με αυτή των υπαλλήλων του ίδιου βαθμού που ήταν προακτέοι στον ανώτερο βαθμό στις 30 Απριλίου 2004 και προήχθησαν όντως κατά την περίοδο προαγωγών 2004.

Πράγματι, σύμφωνα με τους κανόνες δικαίου που διέπουν την προαγωγή των υπαλλήλων, από την αξιολόγηση των προσόντων που υποχρεούται να διενεργεί για κάθε ετήσια περίοδο προαγωγών η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή προκύπτει ότι, κατόπιν της εν λόγω αξιολογήσεως, προάγονται μόνον οι αξιότεροι σε βάθος χρόνου προακτέοι υπάλληλοι. Η πραγματική και νομική κατάσταση των υπαλλήλων που η εν λόγω αρχή κρίνει ως λιγότερο άξιους σε βάθος χρόνου και αυτή των συναδέλφων τους που πράγματι προήχθησαν παρουσιάζουν, συναφώς, ουσιώδεις διαφορές. Οι πρώτοι δεν ανήκουν, συνεπώς, στην ίδια ομάδα προσώπων με τους προαχθέντες συναδέλφους τους και δεν δύνανται να αξιώσουν ίση μεταχείριση.

Εξάλλου, δεδομένου ότι ο ΚΥΚ δεν εξουσιοδοτεί τα θεσμικά όργανα να λάβουν μεταβατικά μέτρα αποκλίνοντα, κατά την περίοδο προαγωγών 2006, από την άμεση εφαρμογή της νέας διαρθρώσεως σταδιοδρομιών, η παράλειψη οργάνου να λάβει τέτοια μέτρα δεν παραβιάζει ούτε τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της ομαλής εξελίξεως της σταδιοδρομίας ούτε την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(βλ. σκέψεις 76 έως 78, 95 και 96)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 22 Δεκεμβρίου 2008, C‑443/07 P, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 99

ΠΕΚ: 11 Ιουλίου 2007, T‑58/05, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψεις 86 και 113

4.      Το δίκαιο της Ένωσης δεν κατοχυρώνει ρητώς ούτε αρχή της ενότητας της σταδιοδρομίας ούτε αρχή της σταδιοδρομίας. Αντιθέτως, η νομολογία καθιέρωσε την αρχή της ομαλής εξελίξεως της σταδιοδρομίας ως ειδική έκφανση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους.

(βλ. σκέψεις 79, 80 και 108)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 5 Μαρτίου 2008, F‑33/07, Toronjo Benitez κατά Επιτροπής, σκέψη 87