Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Ravensburg (Γερμανία) στις 28 Απριλίου 2020 – JL κατά BMW Bank GmbH, DT κατά Volkswagen Bank GmbH

(Υπόθεση C-187/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landgericht Ravensburg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: JL, DT

Εναγόμενες: BMW Bank GmbH, Volkswagen Bank GmbH

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ1 την έννοια ότι σε σχέση με τον τύπο της πιστώσεως πρέπει, κατά περίπτωση, να αναγράφεται ότι πρόκειται περί συνδεδεμένης συμβάσεως πιστώσεως ή/και ότι πρόκειται περί συμβάσεως πιστώσεως ορισμένης διάρκειας;

Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο δ΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ την έννοια ότι, στους όρους για την ανάληψη της πιστώσεως επί συνδεδεμένων συμβάσεων πιστώσεως που συνάπτονται για τη χρηματοδότηση της αγοράς ενός πράγματος, πρέπει να αναγράφεται ότι, σε περίπτωση καταβολής του ποσού της πιστώσεως στον πωλητή, ο δανειολήπτης απαλλάσσεται από την υποχρέωσή του για καταβολή του τιμήματος αγοράς που αντιστοιχεί στο ύψος του εκταμιευθέντος ποσού και ότι ο πωλητής οφείλει να παραδώσει στον αγοραστή το αγορασθέν πράγμα, εφόσον έχει εξοφληθεί ολοσχερώς το τίμημα της αγοράς

Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιβ΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ την έννοια ότι

α)    πρέπει να αναγράφεται, ως απόλυτος αριθμός, το ισχύον κατά τον χρόνο συνάψεως της σύμβασης πίστωσης επιτόκιο υπερημερίας, τουλάχιστον δε να δηλώνεται ως απόλυτος αριθμός το ισχύον επιτόκιο αναφοράς (εν προκειμένω το βασικό επιτόκιο σύμφωνα με το άρθρο 247 BGB), από το οποίο προκύπτει το ισχύον επιτόκιο υπερημερίας μέσω προσαυξήσεως (εν προκειμένω κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες σύμφωνα με το άρθρο 288, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, BGB);

β)    πρέπει να αναλύεται επακριβώς ο μηχανισμός της προσαρμογής του επιτοκίου υπερημερίας, τουλάχιστον δε να μνημονεύονται οι εθνικοί κανόνες οι οποίοι διέπουν την προσαρμογή του (άρθρα 247 και 288, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, BGB);

α)    Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιη΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ την έννοια ότι στη σύμβαση πιστώσεως πρέπει να καθορίζεται συγκεκριμένη και κατανοητή από τον καταναλωτή μέθοδος υπολογισμού της αποζημιώσεως λόγω πρόωρης εξοφλήσεως του δανείου, ούτως ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να υπολογίσει, τουλάχιστον κατά προσέγγιση, το ύψος της οφειλόμενης αποζημιώσεως λόγω πρόωρης καταγγελίας;

β)    (σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προπαρατεθέν, υπό στοιχείο α΄, σκέλος του ερωτήματος):

Αντιβαίνει στο άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιη΄, και στο άρθρο 14, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ εθνική ρύθμιση κατά την οποία, σε περίπτωση ελλιπών πληροφοριών κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιη΄, της ίδιας οδηγίας, η προθεσμία υπαναχωρήσεως αρχίζει ωστόσο με την κατάρτιση της συμβάσεως και αποσβέννυται μόνον το δικαίωμα του πιστωτικού φορέα για αποζημίωση λόγω πρόωρης εξοφλήσεως της πιστώσεως;

Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιθ΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ την έννοια ότι

α)     στη σύμβαση πιστώσεως πρέπει επίσης να προσδιορίζονται τα ρυθμιζόμενα στο εθνικό δίκαιο δικαιώματα καταγγελίας των μερών της συμβάσεως πιστώσεως, και ιδίως το δικαίωμα καταγγελίας του δανειολήπτη για σπουδαίο λόγο κατά το άρθρο 314 BGB στην περίπτωση συμβάσεων δανείου ορισμένης διάρκειας, καθώς και ότι το άρθρο στο οποίο προβλέπεται το εν λόγω δικαίωμα καταγγελίας πρέπει να μνημονεύεται ρητώς;

β)    (σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προπαρατεθέν, υπό στοιχείο α΄, σκέλος του ερωτήματος):

δεν αντίκειται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι η μνεία τυχόν ειδικού δικαιώματος καταγγελίας κατά το εθνικό δίκαιο συνιστά υποχρεωτική πληροφορία κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιθ΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ;

γ)    στη σύμβαση πιστώσεως πρέπει να αναγράφεται, για όλα τα δικαιώματα καταγγελίας των μερών αυτής, η προβλεπόμενη προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας και ο τύπος τον οποίο πρέπει να περιβληθεί η δήλωση περί καταγγελίας;

Έχει το άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο κ΄, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ την έννοια ότι στη σύμβαση πιστώσεως πρέπει να γνωστοποιούνται οι ουσιώδεις τυπικές προϋποθέσεις για την κίνηση διαδικασίας ή/και μηχανισμού επανορθώσεως στο πλαίσιο εξωδικαστικών διαδικασιών και μηχανισμών επανορθώσεως; Είναι ανεπαρκής η πληροφόρηση όταν, όσον αφορά τις εξωδικαστικές διαδικασίες ή/και τους μηχανισμούς επανορθώσεως, γίνεται παραπομπή σε κανονισμό διαδικασίας που είναι διαθέσιμος στο Διαδίκτυο;

Αποκλείεται σε σύμβαση καταναλωτικής πίστεως η προβολή από τον πιστωτικό φορέα ενστάσεως αποδυναμώσεως δικαιώματος προς αντίκρουση της ασκήσεως δικαιώματος υπαναχωρήσεως εκ μέρους του καταναλωτή κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ

α)    αν στη σύμβαση πιστώσεως δεν έχει προσηκόντως συμπεριληφθεί ούτε έχει παρασχεθεί εκ των υστέρων κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ υποχρεωτικές πληροφορίες, με συνέπεια να μην έχει ακόμη αρχίσει να τρέχει η προθεσμία υπαναχωρήσεως του άρθρου 14, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας;

β)    (σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προπαρατεθέν, υπό στοιχείο α΄, σκέλος του ερωτήματος):

αν κρίσιμο στοιχείο επί του οποίου στηρίζεται η αποδυνάμωση του δικαιώματος αποτελεί το χρονικό διάστημα που παρήλθε από τη σύναψη της συμβάσεως ή/και η πλήρης εκτέλεση της συμβάσεως από αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη ή/και το ανακτηθέν ποσό δανείου επί του οποίου ο δανειολήπτης έχει δικαίωμα διαθέσεως ή η επιστροφή των εγγυήσεων του δανείου ή/και (σε περίπτωση που η σύμβαση πιστώσεως συνδέεται με σύμβαση πωλήσεως) η χρήση ή η εκποίηση του χρηματοδοτούμενου αγαθού από τον καταναλωτή, ενώ κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, και αφού έχουν προκύψει οι κρίσιμες περιστάσεις, ο καταναλωτής δεν γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει ότι εξακολουθούσε να υφίσταται το δικαίωμά του για υπαναχώρηση, ο δε πιστωτικός φορέας δεν μπορούσε επίσης να θεωρήσει δικαιολογημένα ότι ο καταναλωτής είχε σχετική γνώση;

Αποκλείεται σε σύμβαση καταναλωτικής πίστεως η προβολή από τον πιστωτικό φορέα ενστάσεως καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος προς αντίκρουση της ασκήσεως δικαιώματος υπαναχωρήσεως εκ μέρους του καταναλωτή κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ

α)    αν στη σύμβαση πιστώσεως δεν έχει προσηκόντως συμπεριληφθεί ούτε έχει παρασχεθεί εκ των υστέρων κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ υποχρεωτικές πληροφορίες, με συνέπεια να μην έχει ακόμη αρχίσει να τρέχει η προθεσμία υπαναχωρήσεως του άρθρου 14, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας;

β)    (σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προπαρατεθέν, υπό στοιχείο α΄, σκέλος του ερωτήματος):     

αν κρίσιμο στοιχείο επί του οποίου στηρίζεται η καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος αποτελεί το χρονικό διάστημα που παρήλθε από τη σύναψη της συμβάσεως ή/και η πλήρης εκτέλεση της συμβάσεως από αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη ή/και το ανακτηθέν ποσό δανείου επί του οποίου ο δανειολήπτης έχει δικαίωμα διαθέσεως ή η επιστροφή των εγγυήσεων του δανείου ή/και (σε περίπτωση που η σύμβαση πιστώσεως συνδέεται με σύμβαση πωλήσεως) η χρήση ή η εκποίηση του χρηματοδοτούμενου αγαθού από τον καταναλωτή, ενώ κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, και αφού έχουν προκύψει οι κρίσιμες περιστάσεις, ο καταναλωτής δεν γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει ότι εξακολουθούσε να υφίσταται το δικαίωμά του για υπαναχώρηση, ο δε πιστωτικός φορέας δεν μπορούσε επίσης να θεωρήσει δικαιολογημένα ότι ο καταναλωτής είχε σχετική γνώση;

____________

1 Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2008, L 133, σ. 66).