Language of document : ECLI:EU:F:2014:240

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 24ης Οκτωβρίου 2014

Υπόθεση F‑14/10 DEP

Luigi Marcuccio

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Διαδικασία – Καθορισμός των δικαστικών εξόδων – Εκπροσώπηση θεσμικού οργάνου από δικηγόρο – Αμοιβή δικηγόρου – Έξοδα δυνάμενα να αναζητηθούν – Αίτημα καταβολής τόκων υπερημερίας»

Αντικείμενο:      Αίτηση καθορισμού των δικαστικών εξόδων την οποία υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 92, παράγραφος 1, του τότε ισχύοντος Κανονισμού Διαδικασίας, κατόπιν της διατάξεως Marcuccio κατά Επιτροπής (F‑14/10, EU:F:2011:99).

Απόφαση:      Τα δυνάμενα να αναζητηθούν έξοδα που ο L. Marcuccio οφείλει να αποδώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της υποθέσεως F‑14/10, Marcuccio κατά Επιτροπής, ορίζονται στο ποσό των 5 065 ευρώ. Το αναφερόμενο στο σημείο 1 ποσό προσαυξάνεται με τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία επιδόσεως της παρούσας διατάξεως έως την εξόφλησή του, οι δε τόκοι αυτοί υπολογίζονται με το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως και ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα κατά τον οποίο είναι καταβλητέο το ως άνω ποσό, προσαυξημένο κατά τρεισήμισι εκατοστιαίες μονάδες.

Περίληψη

Ένδικη διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Καθορισμός των εξόδων – Έξοδα δυνάμενα να αναζητηθούν – Αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι διάδικοι – Αμοιβή που κατέβαλε θεσμικό όργανο στον δικηγόρο του – Περιλαμβάνεται – Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των δικαστικών εξόδων

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 19, εδ. 1, και παράρτημα I, άρθρο 7 § 1)

Όπως προκύπτει από το άρθρο 19, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που έχει εφαρμογή στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του παραρτήματος I του εν λόγω Οργανισμού, τα θεσμικά όργανα δύνανται να ζητούν τη συνδρομή δικηγόρου. Επομένως, η αμοιβή του δικηγόρου αυτού εμπίπτει στην έννοια των αναγκαίων εξόδων στο πλαίσιο της δίκης, χωρίς το θεσμικό όργανο να υποχρεούται να αποδείξει ότι η συνδρομή αυτή ήταν αντικειμενικά δικαιολογημένη.

Όσον αφορά τον καθορισμό του ποσού των δυνάμενων να αναζητηθούν αμοιβών δικηγόρων, ο δικαστής της Ένωσης δεν είναι αρμόδιος να καθορίζει τις αμοιβές που οφείλουν οι διάδικοι στους δικηγόρους τους, αλλά το ποσό μέχρι του οποίου μπορούν να αναζητηθούν οι αμοιβές αυτές από τον καταδικασθέντα στα δικαστικά έξοδα διάδικο. Αποφαινόμενος επί της αιτήσεως καθορισμού των δικαστικών εξόδων, ο δικαστής της Ένωσης δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη του τυχόν σχετική συμφωνία μεταξύ του ενδιαφερομένου και των εκπροσώπων ή συμβούλων του.

Ομοίως, ο κατ’ αποκοπήν χαρακτήρας της αμοιβής δεν ασκεί επιρροή στην εκτίμηση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης όσον αφορά το ποσό των εξόδων που μπορούν να αναζητηθούν, δεδομένου ότι ο δικαστής βασίζεται στα κριτήρια που έχει θέσει η νομολογία και στα ακριβή στοιχεία που πρέπει να προσκομίσουν οι διάδικοι. Μολονότι η έλλειψη τέτοιων στοιχείων δεν εμποδίζει το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να καθορίσει, κατά δίκαιη κρίση, το ποσό των εξόδων που μπορούν να αναζητηθούν, εντούτοις λειτουργεί κατ’ ανάγκην περιοριστικά όσον αφορά την εκτίμησή του επί των αξιώσεων του αιτούντος.

Εξάλλου, ελλείψει διατάξεων του δικαίου της Ένωσης σχετικά με το ύψος των αμοιβών, ο δικαστής πρέπει να εκτιμά ελεύθερα τα στοιχεία της υποθέσεως, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο και τη φύση της διαφοράς, τη σημασία της από πλευράς δικαίου της Ένωσης, καθώς και τις δυσκολίες που παρουσιάζει, την έκταση της εργασίας την οποία ενδεχομένως κλήθηκαν να φέρουν εις πέρας οι εκπρόσωποι ή οι σύμβουλοι στο πλαίσιο της ένδικης διαδικασίας και τα οικονομικά συμφέροντα που διακυβεύονται για τους διαδίκους στο πλαίσιο της διαφοράς.

Τέλος, το ποσό της δυνάμενης να αναζητηθεί αμοιβής του δικηγόρου του οικείου θεσμικού οργάνου δεν μπορεί να εκτιμηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη η εργασία που πραγματοποιήθηκε ενδοϋπηρεσιακώς, πριν ακόμη υποβληθεί η υπόθεση στην κρίση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης. Συγκεκριμένα, στο μέτρο που το παραδεκτό μιας προσφυγής εξαρτάται από την υποβολή διοικητικής ενστάσεως και την απόρριψή της από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, οι υπηρεσίες του θεσμικού οργάνου εμπλέκονται κατ’ αρχήν στην εξέταση των διαφορών πριν ακόμη αυτές αχθούν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.

(βλ. σκέψεις 17 έως 21)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: διατάξεις Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑278/07 P-DEP, EU:T:2013:269, σκέψη 20, και Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑366/10 P-DEP, EU:T:2014:63, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΔΔΔΕΕ: διάταξη Χατζηδουκάκης κατά Επιτροπής, F‑84/10 DEP, EU:F:2014:41, σκέψεις 21 έως 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία