Language of document : ECLI:EU:C:2019:248

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 26ης Μαρτίου 2019 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38/ΕΚ – Μέλη της οικογένειας του πολίτη της Ένωσης – Άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ – Έννοια του όρου “απευθείας κατιών”– Παιδί υπό μόνιμη νόμιμη κηδεμονία στο πλαίσιο του αλγερινού συστήματος kafala (ανάληψης της επιμέλειας) – Άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ – Άλλα μέλη της οικογένειας – Άρθρο 7 και άρθρο 24, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Οικογενειακή ζωή – Υπέρτερο συμφέρον του παιδιού»

Στην υπόθεση C‑129/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Supreme Court of the United Kingdom (Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου) με απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Φεβρουαρίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

SM

κατά

Entry Clearance Officer, UK Visa Section,

παρισταμένων των:

Coram Children’s Legal Centre (CCLC),

AIRE Centre,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, R. Silva de Lapuerta, Αντιπρόεδρο, A. Arabadjiev, A. Prechal, M. Βηλαρά και K. Jürimäe (εισηγήτρια), προέδρους τμήματος, A. Rosas, E. Juhász, M. Ilešič, D. Šváby, C. G. Fernlund, N. Piçarra και L. S. Rossi, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: L. Hewlett, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 4ης Δεκεμβρίου 2018,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η SM, εκπροσωπούμενη από τους T. Muman και R. de Mello, barristers, καθώς και από την L. Tang, solicitor,

–        το Coram Children’s Legal Centre (CCLC), εκπροσωπούμενο από τον Μ. S. Gill, QC, καθώς και από τις N. Acharya και S. Freeman, solicitors,

–        το AIRE Centre, εκπροσωπούμενο από τον A. O’Neill, QC, τον D. Chirico και την C. Robinson, barristers, τους A. Lidbetter και M. Evans, καθώς και από τις L. Nassif, C. Hall, C. Iacono, A. Thornton, M. Παπαδούλη και A. Tidona, solicitors, τον L. Van den Hende, advocaat, καθώς και από την N. Mole, SC,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον F. Shibli και την R. Fadoju, επικουρούμενους από τον B. Kennelly, QC,

–        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Jacobs και L. Van den Broeck, επικουρούμενες από την E. Derriks, avocate,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και R. Kanitz,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. M. Hoogveld, καθώς και από την M. K. Bulterman,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την E. Montaguti, καθώς και από τον M. Wilderspin,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Φεβρουαρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, καθώς και των άρθρων 27 και 35 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ 2004, L 158, σ. 77, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 229, σ. 35).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της SΜ, Αλγερινής υπηκόου, και της Entry Clearance Officer, UK Visa Section (υπηρεσίας αρμόδιας για τη χορήγηση αδειών εισόδου, τμήμα θεωρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου) (στο εξής: αρμόδια για τις άδειες εισόδου υπηρεσία), σχετικά με την άρνηση της υπηρεσίας αυτής να χορηγήσει στην SΜ άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο υπό την ιδιότητα του θετού τέκνου πολίτη κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ).

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

 Η Σύμβαση της Χάγης του 1993

3        Όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση για την προστασία των παιδιών και τη συνεργασία σχετικά με τη διακρατική υιοθεσία, η οποία συνήφθη στη Χάγη στις 29 Μαΐου 1993 (στο εξής: Σύμβαση της Χάγης του 1993), ή έχουν προσχωρήσει σ’ αυτήν.

4        Κατά το άρθρο 1, στοιχεία αʹ και βʹ, η εν λόγω σύμβαση έχει, μεταξύ άλλων, ως σκοπό να καθιερώσει εγγυήσεις για να εξασφαλίσει ότι οι διακρατικές υιοθεσίες γίνονται για το συμφέρον του παιδιού και με σεβασμό προς τα θεμελιώδη δικαιώματά του, όπως αυτά αναγνωρίζονται στο διεθνές δίκαιο, καθώς και να καθιερώσει ένα σύστημα συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών που να εξασφαλίζει ότι αυτές οι εγγυήσεις γίνονται σεβαστές και κατατείνουν στην παρεμπόδιση της αρπαγής, της πώλησης ή της παράνομης διακίνησης παιδιών.

5        Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, η εν λόγω σύμβαση «καλύπτει μόνο υιοθεσίες οι οποίες δημιουργούν μια διαρκή σχέση γονέα παιδιού».

 Η Σύμβαση της Χάγης του 1996

6        Όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών, η οποία συνήφθη στη Χάγη στις 19 Οκτωβρίου 1996 (στο εξής: Σύμβαση της Χάγης του 1996), ή έχουν προσχωρήσει σ’ αυτήν.

7        Η σύμβαση αυτή προβλέπει κανόνες για την ενίσχυση της προστασίας των παιδιών στις διεθνείς υποθέσεις και για την αποφυγή των συγκρούσεων μεταξύ των νομικών συστημάτων των συμβαλλομένων κρατών σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και την εκτέλεση των μέτρων προστασίας των παιδιών.

8        Κατά το άρθρο 3, στοιχείο εʹ, της εν λόγω συμβάσεως, τα μέτρα προστασίας των παιδιών μπορούν να αφορούν ιδίως «την τοποθέτηση του παιδιού σε μια ανάδοχη οικογένεια ή σε κάποιο ίδρυμα ή την ανάληψη της επιμελείας αυτού με kafala ή με ανάλογο θεσμό».

9        Το άρθρο 4, στοιχείο βʹ, της συμβάσεως αυτής εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της «[την] απόφαση για την υιοθεσία και τα προπαρασκευαστικά της υιοθεσίας μέτρα καθώς και [την] ακύρωση και [την] ανάκληση της υιοθεσίας».

10      Το άρθρο 33 της Συμβάσεως της Χάγης του 1996 προβλέπει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται τόσο στο κράτος προελεύσεως όσο και στο κράτος υποδοχής ενός παιδιού για τους σκοπούς της έχουσας διεθνή χαρακτήρα τοποθετήσεώς του, συμπεριλαμβανομένης «της αναλήψεως της επιμελείας του με kafala».

 Το δίκαιο της Ένωσης

11      Οι αιτιολογικές σκέψεις 5, 6 και 31 της οδηγίας 2004/38 έχουν ως εξής:

«(5)      Το δικαίωμα όλων των πολιτών της Ένωσης να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, προκειμένου να ασκείται υπό αντικειμενικές συνθήκες ελευθερίας και αξιοπρέπειας, θα πρέπει να παρέχεται και στα μέλη της οικογένειάς τους, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους. […]

(6)      Προκειμένου να διατηρηθεί η ενότητα της οικογένειας με ευρύτερη έννοια και με την επιφύλαξη της απαγόρευσης διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, η κατάσταση των προσώπων τα οποία δεν περιλαμβάνονται στον ορισμό του μέλους της οικογένειας δυνάμει της παρούσας οδηγίας και τα οποία, ως εκ τούτου, δεν απολαύουν αυτόματου δικαιώματος εισόδου και διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής, θα πρέπει να εξετάζεται από το κράτος μέλος υποδοχής βάσει της εθνικής του νομοθεσίας, ώστε να αποφασίζεται κατά πόσον μπορεί να επιτραπεί η είσοδος και η διαμονή στα εν λόγω πρόσωπα, λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση τους με τον πολίτη της Ένωσης ή οιεσδήποτε άλλες συνθήκες, όπως η οικονομική ή συγγενική εξάρτησή τους από τον πολίτη της Ένωσης.

[…]

(31)      Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης […]».

12      Το άρθρο 2 της οδηγίας, με τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει στο σημείο 2, στοιχείο γʹ, τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

[…]

2)      “μέλος της οικογένειας”:

[…]

γ)      οι απευθείας κατιόντες οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενοι καθώς και εκείνοι του (της) συζύγου ή του (της) συντρόφου, όπως ορίζεται στο στοιχείο β)».

13      Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Δικαιούχοι», ορίζει τα εξής:

«1.      Η παρούσα οδηγία ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι καθώς και [για] τα μέλη των οικογενειών τους κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 σημείο 2 που τους συνοδεύουν ή πηγαίνουν να τους συναντήσουν.

2.      Με την επιφύλαξη τυχόν ατομικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των ενδιαφερομένων και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, το κράτος μέλος υποδοχής διευκολύνει την είσοδο και τη διαμονή των ακόλουθων προσώπων:

α)      κάθε άλλου μέλους της οικογένειας, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς του, που δεν εμπίπτει στον ορισμό του άρθρου 2 σημείο 2 εφόσον συντηρείται από τον πολίτη της Ένωσης που έχει ίδιον δικαίωμα διαμονής ή ζει υπό τη στέγη του στη χώρα προέλευσης, ή εφόσον σοβαροί λόγοι υγείας καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του εν λόγω μέλους της οικογένειας από τον πολίτη της Ένωσης·

[…]

Το κράτος μέλος υποδοχής αναλαμβάνει εκτενή εξέταση της προσωπικής κατάστασης και αιτιολογεί κάθε άρνηση εισόδου ή διαμονής των προσώπων αυτών.»

14      Το άρθρο 7, παράγραφος 2, της οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Το δικαίωμα διαμονής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εκτείνεται στα μέλη της οικογένειας τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, όταν συνοδεύουν ή πηγαίνουν να συναντήσουν, στο κράτος μέλος υποδοχής, τον πολίτη της Ένωσης και εφόσον ο εν λόγω πολίτης πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) ή γ).»

15      Το άρθρο 27 της οδηγίας 2004/38 θεσπίζει τις γενικές αρχές που αφορούν τους περιορισμούς του δικαιώματος εισόδου και του δικαιώματος διαμονής για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας.

16      Το άρθρο 35 της οδηγίας, με τίτλο «Δικαίωμα πρόσβασης», προβλέπει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αρνούνται, να τερματίζουν ή να ανακαλούν οποιοδήποτε δικαίωμα αναγνωριζόμενο από την παρούσα οδηγία, σε περίπτωση κατάχρησης δικαιώματος ή απάτης, όπως π.χ. σε περίπτωση εικονικού γάμου. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει να είναι αναλογικά και να υπόκεινται στις διαδικαστικές εγγυήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31.»

 Το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου

 Οι κανόνες περί μεταναστεύσεως

17      Η Immigration (European Economic Area) Regulations 2006 [κανονιστική πράξη του 2006 περί μεταναστεύσεως (Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος)], όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: κανονιστική πράξη του 2006), μετέφερε την οδηγία 2004/38 στο δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου.

18      Το άρθρο 7 της κανονιστικής πράξεως του 2006 ορίζει τα εξής:

«(1)      Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, για τους σκοπούς της παρούσας κανονιστικής πράξεως, τα ακόλουθα πρόσωπα θεωρούνται ως μέλη της οικογένειας ενός προσώπου:

[…]

(b)      οι απευθείας κατιόντες του καθώς και οι απευθείας κατιόντες του/της συζύγου ή του/της καταχωρισμένου/-ης συντρόφου οι οποίοι:

(i)      είναι ηλικίας κάτω των 21 ετών ή

(ii)      συντηρούνται από το πρόσωπο αυτό ή από τον/τη σύζυγό του ή τον/την καταχωρισμένο/-η σύντροφό του […]».

19      Το άρθρο 8 της κανονιστικής πράξεως του 2006 ορίζει τα «μέλη της ευρύτερης οικογένειας» ως εξής:

«(1)      Για τους σκοπούς της παρούσας κανονιστικής πράξεως, ως “μέλος της ευρύτερης οικογένειας” νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο δεν είναι μέλος της οικογένειας πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία a, b, ή c, και το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3, 4 ή 5.

(2)      Ένα πρόσωπο πληροί την προϋπόθεση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο εφόσον είναι συγγενής πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ, του/της συζύγου του ή του/της καταχωρισμένου/-ης συντρόφου του και εφόσον:

(a)      διαμένει σε [άλλο κράτος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου] στο οποίο διαμένει επίσης ο πολίτης κράτους μέλους του ΕΟΧ και συντηρείται από αυτόν ή ζει υπό τη στέγη του,

(b)      πληροί την προβλεπόμενη στο στοιχείο a προϋπόθεση και συνοδεύει τον πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ στο Ηνωμένο Βασίλειο ή επιθυμεί να εγκατασταθεί με αυτόν, ή

(c)      πληροί την προβλεπόμενη στο στοιχείο a προϋπόθεση, έχει μεταβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο για να εγκατασταθεί με τον πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ και εξακολουθεί να συντηρείται από αυτόν ή να ζει υπό τη στέγη του.

[…]

(6)      Για τους σκοπούς της παρούσας κανονιστικής πράξεως, ως “ενδιαφερόμενος πολίτης κράτους μέλους του ΕΟΧ”, σε σχέση με το μέλος της ευρύτερης οικογένειας, νοείται ο πολίτης κράτους μέλους του ΕΟΧ ο οποίος είναι ο ίδιος ή ο/η σύζυγός του ή ο/η καταχωρισμένος/-η σύντροφός του συγγενής του μέλους της ευρύτερης οικογένειας για τους σκοπούς των παραγράφων 2, 3 ή 4, ή ο πολίτης κράτους μέλους του ΕΟΧ ο οποίος είναι ο σύντροφος του μέλους της ευρύτερης οικογένειας για τους σκοπούς της παραγράφου 5».

20      Σύμφωνα με τα παρασχεθέντα από το αιτούν δικαστήριο στοιχεία, κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, της κανονιστικής πράξεως του 2006, η αρμόδια για τις άδειες εισόδου υπηρεσία πρέπει να χορηγεί «οικογενειακή άδεια ΕΟΧ» σε «μέλος της οικογένειας», εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Κατά το άρθρο 12, παράγραφος 2, της κανονιστικής αυτής πράξεως, η ίδια υπηρεσία δύναται να χορηγήσει τέτοια άδεια σε «μέλος της ευρύτερης οικογένειας», αν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις ή, εν πάση περιπτώσει, αν κρίνει ότι είναι σκόπιμο να χορηγήσει τέτοια άδεια.

 Οικανόνεςπερίυιοθεσίας

21      Κατά το άρθρο 83 του Adoption and Children Act 2002 (νόμου του 2002 περί υιοθεσιών και παιδιών), διαπράττει αδίκημα όποιος φέρνει παιδί στο Ηνωμένο Βασίλειο με σκοπό την υιοθεσία στη χώρα αυτή ή φέρνει στη χώρα αυτή παιδί το οποίο έχει υιοθετηθεί σε άλλο κράτος, εκτός αν έχει τηρηθεί η Adoption with a Foreign Element Regulations 2005 (κανονιστική πράξη του 2005 περί υιοθεσιών με στοιχεία αλλοδαπότητας). Η εν λόγω κανονιστική πράξη επιβάλλει, μεταξύ άλλων, την απαίτηση να αξιολογείται από την υπηρεσία υιοθεσιών του Ηνωμένου Βασιλείου η καταλληλότητα των υποψήφιων θετών γονέων για υιοθεσία. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται, ωστόσο, για τις υιοθεσίες βάσει της Συμβάσεως της Χάγης του 1993, η οποία μεταφέρθηκε στο δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου με τον Adoption (Intercountry Aspects) Act 1999 [νόμο του 1999 περί υιοθεσίας (διεθνείς πτυχές)].

22      Το άρθρο 66, παράγραφος 1, του νόμου του 2002 περί υιοθεσιών και παιδιών απαριθμεί τις περιπτώσεις υιοθεσίας τις οποίες το δίκαιο της Αγγλίας και της Ουαλίας αναγνωρίζει ως προσδίδουσες στο παιδί την νομική ιδιότητα του θετού τέκνου. Το σύστημα kafala (ανάληψη της επιμέλειας) δεν περιλαμβάνεται στον εν λόγω κατάλογο.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

23      Ο κύριος και η κυρία Μ. είναι δύο Γάλλοι υπήκοοι που τέλεσαν γάμο στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2001. Μετέβησαν στην Αλγερία κατά τη διάρκεια του 2009, προκειμένου να αξιολογηθεί η καταλληλότητά τους για να καταστούν κηδεμόνες ενός παιδιού στο πλαίσιο του αλγερινού συστήματος kafala. Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης αυτής, κρίθηκαν «κατάλληλοι» να αναλάβουν την επιμέλεια παιδιού υπό το εν λόγω σύστημα.

24      H SM γεννήθηκε στην Αλγερία στις 27 Ιουνίου 2010 και εγκαταλείφθηκε από τους βιολογικούς γονείς της αμέσως μετά τη γέννησή της.

25      Οι σύζυγοι Μ. ζήτησαν να γίνουν κηδεμόνες της SM σύμφωνα με το αλγερινό σύστημα kafala.

26      Την αίτηση αυτή ακολούθησε περίοδος αναμονής τριών μηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας οι βιολογικοί γονείς της SM μπορούσαν να ανακαλέσουν την απόφασή τους να την εγκαταλείψουν, όπερ δεν έπραξαν.

27      Με πράξη του προέδρου του tribunal de Boufarik (πρωτοδικείου του Boufarik, Αλγερία), της 22ας Μαρτίου 2011, η SM τέθηκε υπό την κηδεμονία των συζύγων Μ., στους οποίους ανατέθηκε η άσκηση της γονικής μέριμνας δυνάμει του αλγερινού δικαίου. Σύμφωνα με την πράξη αυτή, οι σύζυγοι Μ. ανέλαβαν την υποχρέωση «να δώσουν στο παιδί ισλαμική παιδεία […], να διατηρούν τη σωματική και την ψυχική υγεία του, να καλύπτουν τις ανάγκες του, να μεριμνούν για τη μόρφωσή του, να του συμπεριφέρονται ως φυσικοί γονείς, να το προστατεύουν, να το εκπροσωπούν ενώπιον των δικαστικών αρχών, [και] να φέρουν την αστική ευθύνη για τυχόν επιβλαβείς πράξεις». Η πράξη αυτή επιτρέπει στους συζύγους Μ. να λαμβάνουν οικογενειακά επιδόματα, επιχορηγήσεις και αποζημιώσεις, να υπογράφουν παντός τύπου διοικητικά και ταξιδιωτικά έγγραφα, καθώς και να ταξιδεύουν μαζί με την SM εκτός Αλγερίας.

28      Με απόφαση του tribunal de Tizi Ouzou (πρωτοδικείου της Tizi Ouzou, Αλγερία) της 3ης Μαΐου 2011, το αναγραφόμενο στο πιστοποιητικό γεννήσεώς της επώνυμο της SM μετεβλήθη και αυτή έλαβε το επώνυμο των συζύγων Μ.

29      Tον Οκτώβριο του 2011, ο Μ. επέστρεψε για επαγγελματικούς λόγους στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έχει δικαίωμα μόνιμης διαμονής. Η Μ. παρέμεινε στην Αλγερία με την SM.

30      Τον Μάιο του 2012, η SM υπέβαλε αίτηση για άδεια εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο ως υιοθετημένο τέκνο πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ. Η αίτησή της απορρίφθηκε από την αρμόδια για τις άδειες εισόδου υπηρεσία για τον λόγο ότι η κηδεμονία κατά το αλγερινό σύστημα kafala δεν αναγνωρίζεται ως υιοθεσία από το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου και ότι δεν είχε υποβληθεί καμία αίτηση διακρατικής υιοθεσίας.

31      Η SM προσέφυγε ενώπιον του First-tier Tribunal (Immigration and Asylum Chamber) [πρωτοδικείου διοικητικών διαφορών (τμήμα μεταναστεύσεως και ασύλου), Ηνωμένο Βασίλειο]. Η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε με απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2013. Κατά το δικαστήριο αυτό, η SM δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για να θεωρηθεί υιοθετημένο τέκνο δυνάμει της κανονιστικής ρυθμίσεως του Ηνωμένου Βασιλείου περί μεταναστεύσεως ή μέλος της οικογένειας, μέλος της ευρύτερης οικογένειας ή υιοθετημένο τέκνο πολίτη κράτους μέλους του ΕΟΧ, κατά την έννοια της κανονιστικής πράξεως του 2006.

32      Εξάλλου, το εν λόγω δικαστήριο έκρινε ότι οι σύζυγοι Μ. προέβησαν σε διαβήματα στην Αλγερία για να αποκτήσουν την επιμέλεια παιδιού υπό το σύστημα kafala, αφού έμαθαν ότι ήταν ευκολότερο να αποκτήσουν την επιμέλεια παιδιού στη χώρα αυτή από ό,τι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το ίδιο δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι η διαδικασία αξιολόγησης της καταλληλότητάς τους ως κηδεμόνων, μετά το πέρας της οποίας θεωρήθηκαν «κατάλληλοι» να αναλάβουν την επιμέλεια παιδιού υπό το αλγερινό σύστημα kafala, ήταν «περιορισμένη».

33      Η SM άσκησε ένδικο μέσο κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Upper Tribunal (Immigration and Asylum Chamber) [εφετείου διοικητικών διαφορών (τμήμα μεταναστεύσεως και ασύλου), Ηνωμένο Βασίλειο]. Με απόφαση της 14ης Μαΐου 2014, το δικαστήριο αυτό έκανε δεκτό το ένδικο μέσο, κρίνοντας ότι, μολονότι δεν μπορεί να θεωρηθεί «μέλος της οικογενείας» ενός πολίτη της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 7 της κανονιστικής πράξεως του 2006, ήταν, αντιθέτως, «μέλος της ευρύτερης οικογένειας» του πολίτη αυτού κατά το άρθρο 8 της εν λόγω κανονιστικής πράξεως.

34      Η αρμόδια για τις άδειες εισόδου υπηρεσία άσκησε έφεση κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως ενώπιον του Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) [εφετείου (Αγγλία και Ουαλία) (πολιτικό τμήμα), Ηνωμένο Βασίλειο]. Με απόφαση της 4ης Νοεμβρίου 2015, το δικαστήριο αυτό έκανε δεκτή την έφεση, κρίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η SM δεν ήταν «απευθείας κατιών» πολίτη της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38, δεδομένου ότι δεν είχε υιοθετηθεί με κάποιον από τους αναγνωριζόμενους στο δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου τύπους υιοθεσίας. Το εν λόγω δικαστήριο έκρινε, εξάλλου, ότι η SM δεν μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής, ως «άλλο μέλος της οικογένειας» πολίτη της Ένωσης.

35      Επετράπη στην SM να ασκήσει αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Supreme Court of the United Kingdom (Ανώτατου Δικαστηρίου του Ηνωμένου Βασιλείου).

36      Κατά το αιτούν δικαστήριο, η SM πρέπει, τουλάχιστον, να θεωρηθεί ως «άλλο μέλος της οικογένειας» πολίτη της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2004/38. Πράγματι, η έννοια αυτή είναι αρκούντως ευρεία για να καλύψει παιδί του οποίου τη γονική μέριμνα έχει πολίτης της Ένωσης δυνάμει του δικαίου της χώρας καταγωγής του παιδιού, και μάλιστα μολονότι δεν υφίσταται κανένας βιολογικός δεσμός ή δεσμός εξ υιοθεσίας μεταξύ του παιδιού και του εν λόγω πολίτη. Η SM συντηρείται από τους συζύγους Μ. και αποτελεί μέλος της οικογένειάς τους στην Αλγερία.

37      Ωστόσο, το εν λόγω δικαστήριο κρίνει ότι το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής έχει εφαρμογή μόνον εάν η SM δεν έχει δικαίωμα εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο με την ιδιότητα του «απευθείας κατιόντος» πολίτη της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας.

38      Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον παιδί που τελεί υπό σύστημα κηδεμονίας όπως το αλγερινό σύστημα kafala εμπίπτει στην έννοια του «απευθείας κατιόντος» κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38.

39      Κατά το αιτούν δικαστήριο, καταφατική απάντηση στο ερώτημα αυτό θα μπορούσε να συναχθεί από το σημείο 2.1.2 της ανακοίνωσης της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την καλύτερη ενσωμάτωση και εφαρμογή της οδηγίας 2004/38 [COM(2009) 313 τελικό], που περιλαμβάνει στην έννοια του «απευθείας κατιόντος» τους «ανήλικους υπό την επιμέλεια μόνιμου νόμιμου κηδεμόνα».

40      Μια τέτοια απάντηση θα μπορούσε επίσης να βασιστεί στο γεγονός ότι, δεδομένου ότι στο άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38 δεν γίνεται καμία αναφορά στις νομοθεσίες των κρατών μελών, η έννοια του «απευθείας κατιόντος» πρέπει να ερμηνεύεται αυτοτελώς, ομοιόμορφα και σύμφωνα προς τους σκοπούς της οδηγίας αυτής. Η ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της Ένωσης θα μπορούσε να παρακωλύεται αν τα κράτη μέλη ήταν ελεύθερα να αναγνωρίζουν ως απευθείας κατιόντες τα παιδιά που τελούν υπό το αλγερινό σύστημα kafala.

41      Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί επίσης ότι η αυτοτελής ερμηνεία της έννοιας αυτής δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι ευρεία και ότι ερμηνεία κατά την οποία παιδί που τελεί υπό το αλγερινό σύστημα kafala θεωρείται «απευθείας κατιών» μπορεί να έχει ως συνέπεια την τοποθέτηση παιδιών σε οικογένειες οι οποίες, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής, δεν θεωρούνται κατάλληλες για την υποδοχή παιδιών. Η ερμηνεία αυτή θα μπορούσε επίσης να συνεπάγεται τον κίνδυνο εκμετάλλευσης, κακοποίησης και εμπορίας παιδιών, που η Σύμβαση της Χάγης του 1993 επιδιώκει να εμποδίζει και να αποτρέπει.

42      Ως εκ τούτου, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον το δικαίωμα εισόδου, στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής του πολίτη της Ένωσης, παιδιού τελούντος υπό το αλγερινό σύστημα kafala μπορεί να περιοριστεί κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 27 και 35 της οδηγίας 2004/38, όταν το παιδί είναι θύμα εκμετάλλευσης, κακοποίησης ή εμπορίας ή όταν υπάρχει κίνδυνος να καταστεί θύμα των ως άνω πράξεων. Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν, για την εφαρμογή του άρθρου 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας, ένα κράτος μέλος μπορεί να εξακριβώνει αν το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού ελήφθη υπόψη κατά τη θέση του υπό κηδεμονία.

43      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Supreme Court of the United Kingdom (Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Μπορεί ένα παιδί, το οποίο τελεί υπό τη μόνιμη νόμιμη κηδεμονία πολίτη ή πολιτών της Ένωσης βάσει του θεσμού kafala ή άλλου ισοδύναμου θεσμού προβλεπόμενου στο δίκαιο [του κράτους καταγωγής του/της], να χαρακτηριστεί ως “απευθείας κατιών” κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38;

2)      Μπορούν άλλες διατάξεις της εν λόγω οδηγίας, και ιδίως τα άρθρα 27 και 35, να ερμηνευθούν κατά τρόπον ώστε να μην επιτρέπεται στα παιδιά αυτά η είσοδος στην ημεδαπή, εάν είναι θύματα εκμεταλλεύσεως, κακοποιήσεως ή εμπορίας, ή διατρέχουν κίνδυνο να αποτελέσουν θύματα των ως άνω πράξεων;

3)      Έχει ένα κράτος μέλος, πριν αναγνωρίσει παιδί που δεν είναι κατιών εξ αίματος του [πολίτη της Ένωσης] ως απευθείας κατιόντα κατά το εν λόγω άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, την εξουσία να διερευνήσει εάν, κατά τις διαδικασίες για τη θέση του παιδιού υπό την κηδεμονία ή την επιμέλεια του εν λόγω [πολίτη της Ένωσης], λήφθηκε επαρκώς υπόψη το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού αυτού;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

44      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν η ο όρος «απευθείας κατιών» πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38 έχει την έννοια ότι περιλαμβάνει παιδί το οποίο τελεί υπό τη νόμιμη κηδεμονία πολίτη ή πολιτών της Ένωσης δυνάμει του αλγερινού συστήματος kafala.

45      Κατ’ αρχάς, από τα στοιχεία της δικογραφίας που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 36 έως 38 των προτάσεών του, στο σύστημα kafala, βάσει του αλγερινού δικαίου, ενήλικος αναλαμβάνει, αφενός, τη συντήρηση, την εκπαίδευση και την προστασία του παιδιού, όπως ακριβώς θα έπραττε ένας γονέας για το τέκνο του, και, αφετέρου, την άσκηση της νόμιμης κηδεμονίας του παιδιού αυτού. Σε αντίθεση προς την υιοθεσία, η οποία απαγορεύεται από το αλγερινό δίκαιο, η τοποθέτηση του παιδιού υπό το σύστημα kafala δεν παρέχει στο παιδί την ιδιότητα του κληρονόμου του κηδεμόνα. Επιπλέον, η υπαγωγή στο σύστημα kafala παύει με την ενηλικίωση του παιδιού και μπορεί να ανακληθεί κατόπιν αιτήματος των βιολογικών γονέων ή του κηδεμόνα.

46      Όλες οι κυβερνήσεις που κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις τονίζουν ότι η έννοια του «απευθείας κατιόντος» κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38 προϋποθέτει την ύπαρξη σχέσης γονέα-τέκνου, βιολογικής ή εξ υιοθεσίας, μεταξύ του παιδιού και του πολίτη της Ένωσης. Κατά τις κυβερνήσεις αυτές, η έννοια αυτή δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει παιδί που τελεί υπό το αλγερινό σύστημα kafala, εφόσον το εν λόγω σύστημα κηδεμονίας δεν δημιουργεί τέτοια σχέση μεταξύ του παιδιού και του κηδεμόνα του.

47      Αντιθέτως, η SM, το Coram Children’s Legal Centre (CCLC), το AIRE Centre και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φρονούν ότι η έννοια του «απευθείας κατιόντος» μπορεί να περιλαμβάνει παιδί του οποίου τη μόνιμη νόμιμη κηδεμονία έχει αναλάβει πολίτης της Ένωσης, όπως στην περίπτωση του αλγερινού συστήματος kafala. Η ερμηνεία αυτή επιβάλλεται, κατ’ ουσίαν, για τη διατήρηση, προς το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού αυτού, της οικογενειακής ζωής του με τον κηδεμόνα του.

48      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, η οδηγία 2004/38 ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι, καθώς και για τα μέλη των οικογενειών τους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2, σημείο 2, της οδηγίας αυτής, τα οποία τους συνοδεύουν ή μεταβαίνουν στο κράτος αυτό για να εγκατασταθούν μαζί του.

49      Στα μέλη της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38, οι «απευθείας κατιόντες» του, οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενοι.

50      Η διάταξη αυτή δεν περιέχει καμία ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον καθορισμό της έννοιας και του περιεχομένου του όρου «απευθείας κατιών». Υπό τις συνθήκες αυτές, από τις επιταγές τόσο της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσο και της αρχής της ισότητας προκύπτει ότι η εν λόγω διάταξη πρέπει συνήθως να ερμηνεύεται, σε ολόκληρη την Ένωση, κατά τρόπο αυτοτελή και ομοιόμορφο (πρβλ. απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2011, Ziolkowski και Szeja, C‑424/10 και C‑425/10, EU:C:2011:866, σκέψη 32).

51      Επιπλέον, η οδηγία 2004/38 δεν περιέχει κανέναν ορισμό της έννοιας του «απευθείας κατιόντος» κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ. Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, προκειμένου να ερμηνευθεί μια τέτοια διάταξη του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2010, Lassal, C‑162/09, EU:C:2010:592, σκέψη 49).

52      Συναφώς, επισημαίνεται ότι η έννοια του «απευθείας κατιόντος» παραπέμπει γενικώς στην ύπαρξη δεσμού συγγένειας κατ’ ευθεία γραμμή, που συνδέει τον ενδιαφερόμενο με άλλο πρόσωπο. Ελλείψει οποιουδήποτε δεσμού συγγένειας μεταξύ του πολίτη της Ένωσης και του εν λόγω παιδιού, το παιδί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «απευθείας κατιών» του πρώτου κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38.

53      Μολονότι η έννοια αυτή αφορά κατ’ αρχήν την ύπαρξη βιολογικής σχέσης γονέα-τέκνου, υπενθυμίζεται εντούτοις ότι, κατά πάγια νομολογία, η οδηγία 2004/38 αποσκοπεί στη διευκόλυνση της άσκησης του θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών, που απονέμεται απευθείας στους πολίτες της Ένωσης από το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και ότι η οδηγία αυτή έχει ως κύριο σκοπό να ενισχύσει το εν λόγω δικαίωμα (αποφάσεις της 12ης Μαρτίου 2014, O. και B., C‑456/12, EU:C:2014:135, σκέψη 35, καθώς και της 5ης Ιουνίου 2018, Coman κ.λπ., C‑673/16, EU:C:2018:385, σκέψη 18). Λαμβανομένων υπόψη των σκοπών αυτών, οι διατάξεις της οδηγίας 2004/38, περιλαμβανομένου του άρθρου 2, σημείο 2, πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως (πρβλ. αποφάσεις της 16ης Ιανουαρίου 2014, Reyes, C‑423/12, EU:C:2014:16, σκέψη 23, και της 10ης Ιουλίου 2014, Ogieriakhi, C‑244/13, EU:C:2014:2068, σκέψη 40).

54      Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η έννοια του «δεσμού συγγένειας», που αναφέρεται στη σκέψη 52 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως ώστε να καλύπτει κάθε δεσμό συγγένειας, είτε βιολογικής είτε νομικής φύσεως. Επομένως, η έννοια του «απευθείας κατιόντος» πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38 πρέπει να νοείται ως περιλαμβάνουσα τόσο το βιολογικό όσο και το υιοθετημένο τέκνο του εν λόγω πολίτη, δεδομένου ότι η υιοθεσία δημιουργεί νομικό δεσμό συγγένειας μεταξύ του εν λόγω τέκνου και του ενδιαφερόμενου πολίτη της Ένωσης.

55      Αντιθέτως, η ίδια αυτή απαίτηση ευρείας ερμηνείας δεν μπορεί να δικαιολογήσει ερμηνεία, όπως αυτή που προκύπτει από το σημείο 2.1.2 της ανακοινώσεως COM(2009) 313 τελικό, σύμφωνα με την οποία παιδί υπό τη νόμιμη κηδεμονία ενός πολίτη της Ένωσης εμπίπτει στην έννοια του «απευθείας κατιόντος», κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38.

56      Δεδομένου ότι η τοποθέτηση παιδιού υπό το αλγερινό σύστημα kafala δεν δημιουργεί σχέση γονέα-τέκνου μεταξύ του παιδιού και του κηδεμόνα του, παιδί όπως η SM, που τελεί υπό τη νόμιμη κηδεμονία πολιτών της Ένωσης βάσει του συστήματος αυτού δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «απευθείας κατιών» πολίτη της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38.

57      Ωστόσο, το παιδί αυτό εμπίπτει, όπως τόνισε το αιτούν δικαστήριο, στην έννοια του «άλλου μέλους της οικογένειας» κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2004/38.

58      Δυνάμει της διατάξεως αυτής, τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους, διευκολύνουν την είσοδο και τη διαμονή «κάθε άλλου μέλους της οικογένειας […] εφόσον συντηρείται από τον πολίτη της Ένωσης που έχει ίδιον δικαίωμα διαμονής ή ζει υπό τη στέγη του στη χώρα προέλευσης».

59      Επομένως, οι όροι που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω διάταξη είναι ικανοί να καλύψουν την κατάσταση παιδιού το οποίο τελεί υπό την κηδεμονία πολιτών της Ένωσης στο πλαίσιο συστήματος νόμιμης κηδεμονίας, όπως το αλγερινό σύστημα kafala, και του οποίου τη συντήρηση, την εκπαίδευση και την προστασία αναλαμβάνουν οι πολίτες αυτοί, δυνάμει δεσμεύσεως αναληφθείσας βάσει του δικαίου της χώρας καταγωγής του παιδιού.

60      Ο σκοπός του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2004/38 συνίσταται, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 6, στο «να διατηρηθεί η ενότητα της οικογένειας με ευρύτερη έννοια» μέσω της διευκολύνσεως της εισόδου και της διαμονής όσων προσώπων δεν καλύπτονται μεν από τον ορισμό της έννοιας «μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης» κατά το άρθρο 2, σημείο 2, της εν λόγω οδηγίας, πλην όμως διατηρούν στενούς και σταθερούς οικογενειακούς δεσμούς με πολίτη της Ένωσης λόγω συγκεκριμένων πραγματικών καταστάσεων, όπως η οικονομική εξάρτηση, η διαβίωση υπό την ίδια στέγη ή σοβαροί λόγοι υγείας (απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, Rahman κ.λπ., C‑83/11, EU:C:2012:519, σκέψη 32).

61      Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/38 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να επιφυλάσσουν ευνοϊκότερη μεταχείριση στις αιτήσεις που υποβάλλονται από υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους αναφέρεται το εν λόγω άρθρο σε σχέση με αυτή που επιφυλάσσεται στα αιτήματα εισόδου και διαμονής άλλων υπηκόων τρίτων χωρών (πρβλ. απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, Rahman κ.λπ., C‑83/11, EU:C:2012:519, σκέψη 21, και της 12ης Ιουλίου 2018, Banger, C‑89/17, EU:C:2018:570, σκέψη 31).

62      Επομένως, τα κράτη μέλη οφείλουν, κατά τη διάταξη αυτή, να προβλέπουν τη δυνατότητα εκδόσεως αποφάσεως επί του αιτήματος των προσώπων τα οποία αφορά εν λόγω διάταξη, αποφάσεως η οποία να βασίζεται σε εμπεριστατωμένη εξέταση της προσωπικής τους καταστάσεως, λαμβανομένων υπόψη διαφόρων κρίσιμων παραμέτρων, και η οποία, σε περίπτωση απορρίψεως του αιτήματος, να είναι αιτιολογημένη (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, Rahman κ.λπ., C‑83/11, EU:C:2012:519, σκέψεις 22 και 23, καθώς και της 12ης Ιουλίου 2018, Banger, C‑89/17, EU:C:2018:570, σκέψεις 38 και 39).

63      Ασφαλώς, κάθε κράτος μέλος διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς την επιλογή των παραμέτρων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία του περιλαμβάνει κριτήρια που συνάδουν με τη συνήθη έννοια του όρου «διευκολύνει» του άρθρου 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/38, και δεν καθιστούν τη διάταξη αυτή άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, Rahman κ.λπ. C‑83/11, EU:C:2012:519, σκέψη 24, και της 12ης Ιουλίου 2018, Banger, C‑89/17, EU:C:2018:570, σκέψη 40).

64      Πάντως, η διακριτική αυτή ευχέρεια πρέπει, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογικής σκέψης 31 της οδηγίας 2004/38, να ασκείται υπό το πρίσμα των διατάξεων του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) και τηρουμένων των διατάξεων αυτών (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 6ης Δεκεμβρίου 2012, O κ.λπ., C‑356/11 και C‑357/11, EU:C:2012:776, σκέψεις 79 και 80 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

65      Συναφώς, το άρθρο 7 του Χάρτη αναγνωρίζει το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Όπως προκύπτει από τις επεξηγήσεις σχετικά με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (ΕΕ 2007, C 303, σ. 17), σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 3, του Χάρτη, τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στο άρθρο 7 του Χάρτη έχουν την ίδια έννοια και την ίδια εμβέλεια με εκείνα που κατοχυρώνονται στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπεγράφη στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950 (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Οκτωβρίου 2010, McB., C‑400/10 PPU, EU:C:2010:582, σκέψη 53, και της 5ης Ιουνίου 2018, Coman κ.λπ., C‑673/16, EU:C:2018:385, σκέψη 49).

66      Από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκύπτει ότι οι πραγματικές σχέσεις τις οποίες έχει με τον κηδεμόνα του παιδί που τελεί υπό το σύστημα kafala μπορούν να εμπίπτουν στην έννοια της οικογενειακής ζωής, λαμβανομένων υπόψη του χρόνου που ζουν μαζί, της ποιότητας των σχέσεων καθώς και του ρόλου που έχει αναλάβει ο ενήλικος έναντι του παιδιού (πρβλ. απόφαση του ΕΔΔΑ της 16ης Δεκεμβρίου 2014, Chbihi Loudoudi κ.λπ. κατά Βελγίου, CE:ECHR:2014:1216JUD005226510, § 78). Κατά τη νομολογία αυτή, το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών προστατεύει τον ιδιώτη από τις αυθαίρετες παρεμβάσεις των δημόσιων αρχών και επιβάλλει στις εν λόγω αρχές, όταν αποδεικνύεται η ύπαρξη οικογενειακού δεσμού, να διευκολύνουν την ανάπτυξη του δεσμού αυτού και να παρέχουν νομική προστασία καθιστώσα δυνατή την ένταξη του παιδιού στην οικογένειά του (πρβλ. αποφάσεις του ΕΔΔΑ της 4ης Οκτωβρίου 2012, Harroudj κατά Γαλλίας, CE:ECHR:2012:1004JUD004363109, § 40 και 41, καθώς και της 16ης Δεκεμβρίου 2014, Chbihi Loudoudi κ.λπ. κατά Βελγίου, CE:ECHR:2014:1216JUD005226510, § 88 και 89).

67      Επιπλέον, το άρθρο 7 του Χάρτη πρέπει να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού, το οποίο αναγνωρίζεται από το άρθρο 24, παράγραφος 2, του Χάρτη (πρβλ. αποφάσεις της 27ης Ιουνίου 2006, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C‑540/03, EU:C:2006:429, σκέψη 58, της 23ης Δεκεμβρίου 2009, Detiček, C‑403/09 PPU, EU:C:2009:810, σκέψη 54, καθώς και της 10ης Μαΐου 2017, Chavez-Vilchez κ.λπ., C‑133/15, EU:C:2017:354, σκέψη 70).

68      Συνεπώς, προκειμένου να τηρούν τις διατάξεις αυτές κατά την άσκηση της διακριτικής τους ευχέρειας, οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν, κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεως διευκολύνσεως της εισόδου και διαμονής των άλλων μελών της οικογένειας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2004/38, να προβαίνουν σε ισόρροπη και εύλογη εκτίμηση του συνόλου των τρεχουσών και κρίσιμων περιστάσεων, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα εμπλεκόμενα συμφέροντα και, ειδικότερα, το υπέρτερο συμφέρον του ενδιαφερόμενου παιδιού (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 6ης Δεκεμβρίου 2012, O κ.λπ., C‑356/11 και C‑357/11, EU:C:2012:776, σκέψη 81, της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, Rendón Marín, C‑165/14, EU:C:2016:675, σκέψη 85, καθώς και της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, CS, C‑304/14, EU:C:2016:674, σκέψη 41).

69      Η εκτίμηση αυτή πρέπει να λαμβάνει υπόψη, ιδίως, την ηλικία στην οποία το παιδί ετέθη υπό το αλγερινό σύστημα kafala, την ύπαρξη κοινής ζωής του παιδιού με τους κηδεμόνες του υπό το σύστημα αυτό, τον βαθμό των συναισθηματικών σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί μεταξύ παιδιών και κηδεμόνων καθώς και τον βαθμό εξάρτησης του παιδιού από τους κηδεμόνες του, καθόσον αυτοί αναλαμβάνουν τη γονική μέριμνα και το νομικό και οικονομικό βάρος του παιδιού.

70      Στο πλαίσιο της εκτιμήσεως αυτής, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενοι συγκεκριμένοι και εξατομικευμένοι κίνδυνοι να καταστεί το παιδί θύμα κακοποίησης, εκμετάλλευσης ή εμπορίας. Οι κίνδυνοι αυτοί δεν μπορούν, ωστόσο, να τεκμαίρονται από το γεγονός ότι η διαδικασία υπαγωγής στο αλγερινό σύστημα kafala βασίζεται σε αξιολόγηση της καταλληλότητας του ενηλίκου και του συμφέροντος του παιδιού η οποία είναι λιγότερο εμπεριστατωμένη από τη διαδικασία που διεξάγεται, στο κράτος μέλος υποδοχής, για τις ανάγκες της υιοθεσίας ή της τοποθετήσεως παιδιού ή από το γεγονός ότι η διαδικασία που προβλέπεται στη Σύμβαση της Χάγης του 1996 δεν εφαρμόστηκε, ελλείψει επικυρώσεως της συμβάσεως αυτής από το οικείο τρίτο κράτος. Οι περιστάσεις αυτές πρέπει, αντιθέτως, να σταθμίζονται με τα άλλα κρίσιμα πραγματικά στοιχεία, όπως αυτά που εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη.

71      Σε περίπτωση που διαπιστωθεί, μετά την αξιολόγηση των στοιχείων που μνημονεύονται στις σκέψεις 69 και 70 της παρούσας αποφάσεως, ότι το παιδί που τελεί υπό το αλγερινό σύστημα kafala και οι κηδεμόνες του, πολίτες της Ένωσης, πρόκειται πραγματικά να συμβιώσουν ως οικογένεια και ότι το παιδί αυτό εξαρτάται από τους κηδεμόνες του, οι απαιτήσεις που συνδέονται με το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού, επιβάλλουν, κατ’ αρχήν, τη χορήγηση δικαιώματος εισόδου και διαμονής στου παιδί ως άλλο μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2004/38, ερμηνευόμενου υπό το πρίσμα του άρθρου 7 και του άρθρου 24, παράγραφος 2, του Χάρτη, προκειμένου να δοθεί στο παιδί η δυνατότητα να ζήσει με τους κηδεμόνες του στο κράτος μέλος υποδοχής τους.

72      Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο όταν, λόγω της αρνήσεως να δοθεί στο παιδί που τελεί υπό το αλγερινό σύστημα kafala δικαίωμα εισόδου και διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής των κηδεμόνων του, οι οποίοι είναι πολίτες της Ένωσης, οι εν λόγω κηδεμόνες εμποδίζονται, στην πράξη, να συμβιώσουν στο εν λόγω κράτος μέλος, δεδομένου ότι ένας εξ αυτών είναι υποχρεωμένος να παραμείνει με το παιδί στο τρίτο κράτος της καταγωγής του παιδιού για να το φροντίζει.

73      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η εξής απάντηση:

–        ο όρος «απευθείας κατιών» πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38 έχει την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει παιδί το οποίο τελεί υπό τη μόνιμη νόμιμη κηδεμονία πολίτη της Ένωσης στο πλαίσιο του αλγερινού συστήματος kafala, δεδομένου ότι η θέση υπό την κηδεμονία αυτή δεν δημιουργεί σχέση γονέα-τέκνου μεταξύ τους·

–        οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν, ωστόσο, να διευκολύνουν την είσοδο και τη διαμονή του παιδιού αυτού ως άλλου μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 7 και του άρθρου 24, παράγραφος 2, του Χάρτη, προβαίνοντας σε ισόρροπη και εύλογη εκτίμηση όλων των τρεχουσών και κρίσιμων περιστάσεων, η οποία λαμβάνει υπόψη τα διάφορα εμπλεκόμενα συμφέροντα και, ειδικότερα, το υπέρτερο συμφέρον του ενδιαφερόμενου παιδιού. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί, μετά την εκτίμηση αυτή, ότι το παιδί και ο κηδεμόνας του, ο οποίος είναι πολίτης της Ένωσης, πρόκειται πραγματικά να συμβιώσουν ως οικογένεια και ότι το παιδί αυτό εξαρτάται από τον κηδεμόνα του, οι απαιτήσεις που συνδέονται με το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού, επιβάλλουν, καταρχήν, να χορηγηθεί στο παιδί αυτό δικαίωμα εισόδου και διαμονής ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να ζήσει με τον κηδεμόνα του στο κράτος μέλος υποδοχής του τελευταίου.

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

74      Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν τα άρθρα 27 και 35 της οδηγίας 2004/38 έχουν την έννοια ότι, όταν υπάρχει κίνδυνος για ένα παιδί που τελεί υπό το αλγερινό σύστημα kafala να καταστεί θύμα κακοποιήσεως, εκμεταλλεύσεως ή εμπορίας, μπορεί να μην του αναγνωρισθεί το δικαίωμα εισόδου ή διαμονής ως μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης στο κράτος μέλος υποδοχής του πολίτη αυτού.

75      Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στην παρούσα υπόθεση προκύπτει ότι το ερώτημα αυτό τίθεται για την περίπτωση κατά την οποία παιδί όπως η SM, που τελεί υπό τη νόμιμη κηδεμονία πολίτη της Ένωσης στο πλαίσιο του αλγερινού συστήματος kafala, εμπίπτει στην έννοια του «απευθείας κατιόντος» του πολίτη αυτού κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38, γεγονός που του παρέχει κατ’ αρχήν δικαίωμα αυτόματης εισόδου και διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής του εν λόγω πολίτη κατά το άρθρο 7, παράγραφος 2, της οδηγίας. Όπως όμως προκύπτει από την απάντηση στο πρώτο ερώτημα το παιδί αυτό δεν εμπίπτει στην ως άνω έννοια.

76      Υπό τις συνθήκες αυτές, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο.

 Επί του τρίτου ερωτήματος

77      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

78      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

Η ο όρος «απευθείας κατιών» πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει παιδί το οποίο τελεί υπό τη μόνιμη νόμιμη κηδεμονία πολίτη της Ένωσης στο πλαίσιο του αλγερινού συστήματος kafala, δεδομένου ότι η θέση υπό την κηδεμονία αυτή δεν δημιουργεί σχέση γονέα-τέκνου μεταξύ τους.

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν, ωστόσο, να διευκολύνουν την είσοδο και τη διαμονή του παιδιού αυτού ως άλλου μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 7 και του άρθρου 24, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβαίνοντας σε ισόρροπη και εύλογη εκτίμηση όλων των τρεχουσών και κρίσιμων περιστάσεων, η οποία λαμβάνει υπόψη τα διάφορα εμπλεκόμενα συμφέροντα και, ειδικότερα, το υπέρτερο συμφέρον του ενδιαφερόμενου παιδιού. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί, μετά την εκτίμηση αυτή, ότι το παιδί και ο κηδεμόνας του, ο οποίος είναι πολίτης της Ένωσης, πρόκειται πραγματικά να συμβιώσουν ως οικογένεια και ότι το παιδί αυτό εξαρτάται από τον κηδεμόνα του, οι απαιτήσεις που συνδέονται με το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού, επιβάλλουν, καταρχήν, να χορηγηθεί στο παιδί αυτό δικαίωμα εισόδου και διαμονής ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να ζήσει με τον κηδεμόνα του στο κράτος μέλος υποδοχής του τελευταίου.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.