Language of document :

Προσφυγή/αγωγή της 3ης Οκτωβρίου 2007 - Petrilli κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-98/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα/ενάγουσα: Nicole Petrilli (κάτοικος Sint Stevens Woluwe, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: J. L. Lodomez, δικηγόρος)

Καθής/εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας/ενάγουσας

Η προσφεύγουσα/ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να κρίνει την υπό κρίση προσφυγή ακυρώσεως παραδεκτή και βάσιμη,

να ακυρώσει την απόφαση της 20ής Ιουλίου 2007, με την οποία απορρίφθηκε από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (στο εξής: ΑΔΑ) η αίτηση της προσφεύγουσας βάσει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ), για την ανανέωση της σύμβασής της στη Γενική Διεύθυνση (στο εξής: ΓΔ) "Έρευνα" της Επιτροπής,

να ακυρώσει την απόφαση που θα μπορούσε να λάβει η Επιτροπή στο μέλλον επί της ενστάσεως που υπέβαλε η προσφεύγουσα παράλληλα με την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής/αγωγής και της προσφυγής με αίτημα την αναστολή της απόφασης της ΑΔΑ της 20ής Ιουλίου 2007,

να κρίνει την υπό κρίση αγωγή αποζημίωσης παραδεκτή και βάσιμη,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να επιτρέψει την επάνοδο της προσφεύγουσας στην εργασία της, ως συμβασιούχου υπαλλήλου, στη μονάδα "Τ2" της ΓΔ "Έρευνα" για 18 μήνες, και τούτο υπό την απειλή της επιβολής χρηματικής ποινής 1 000,00 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα, ως αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη λόγω απώλειας των αποδοχών της, κατόπιν της άρνησης ανανέωσης της σύμβασής της, το ισόποσο των αποδοχών που θα είχε λάβει εάν της είχε δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσει να απασχολείται ως συμβασιούχος υπάλληλος μέχρι τη λήξη της τριετίας,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να αποκαταστήσει την περαιτέρω ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα λόγω απώλειας της δυνατότητας σύναψης σύμβασης αορίστου χρόνου με τον υπό σύσταση Εκτελεστικό Οργανισμό Έρευνας (ΕΟΕ), ύστερα από τη μη ανανέωση της προαναφερόμενης σύμβασης και τη μη παροχή της δυνατότητας περάτωσης του έργου της στην Επιτροπή και διεύρυνσης της εμπειρίας της κατά την εκτέλεση του έργου αυτού,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη με την απόφαση μη ανανέωσης της σύμβασής της, ποσό του οποίου το ύψος θα καθοριστεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης και το οποίο ορίζεται προσωρινά σε 1 ευρώ, με τη ρητή επιφύλαξη της κατά τη διάρκεια της δίκης αύξησής του,

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής/αγωγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος στηρίζεται στην προσβολή της αρχής της νομιμότητας και στην παραβίαση του άρθρου 88 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό (στο εξής: ΚΛΠ). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η απόφαση μη ανανέωσης της σύμβασής της ως συμβασιούχου υπαλλήλου, η οποία ελήφθη με βάση την απόφαση της Επιτροπής της 28ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια απασχόλησης του μη μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες της Κοινότητας, παρεμποδίζει την επέλευση των εννόμων αποτελεσμάτων του άρθρου 88 του ΚΛΠ τα οποία θα συνεπάγονταν την ανανέωση της σύμβασής της για άλλους 18 μήνες. Η απόφαση της 28ης Απριλίου 2004 είναι παράνομη, στο μέτρο που περιορίζει τα δικαιώματα που παρέχουν οι διατάξεις του ΚΛΠ.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως στηρίζεται στην προσβολή της αρχής της χρηστής διοίκησης, του καθήκοντος αρωγής της διοίκησης και του συμφέροντος της υπηρεσίας. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την προσωπική της κατάσταση ούτε το συμφέρον της υπηρεσίας ούτε το συμφέρον του υπό σύσταση Οργανισμού.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως στηρίζεται στις ανεπαρκείς αιτιολογίες και στην παραβίαση του άρθρου 3β του ΚΛΠ. Η προσφεύγουσα προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι η άρνηση αυτόματης ανανέωσης της σύμβασής της λόγω συμπλήρωσης του ανώτατου ορίου των έξι ετών που προβλέπει η απόφαση της 28ης Απριλίου 2004 αντιβαίνει στο πνεύμα του άρθρου 3β του ΚΛΠ, με το οποίο επιδιώκεται να παρέχεται η δυνατότητα πρόσληψης υπαλλήλων με σύμβαση ορισμένου χρόνου, με σκοπό την εκτέλεση καθηκόντων σε ειδικούς τομείς για όσο χρόνο απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών.

Ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως στηρίζεται στον ισχυρισμό ότι η απόφαση της 28ης Απριλίου 2004 παραβιάζει την οδηγία 1999/70 ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999 (ΕΕ L 175, σ. 43), και προσβάλλει τις γενικές αρχές του ευρωπαϊκού εργατικού δικαίου, τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων και ειδικότερα την αρχή της σταθερότητας της απασχόλησης καθώς και την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων. Όσον αφορά την τελευταία αυτή αρχή, η προσφεύγουσα υπογραμμίζει ότι το ανώτατο όριο των έξι ετών δεν εφαρμόζεται παρά μόνο στην περίπτωση των συμβασιούχων υπαλλήλων του άρθρου 3β του ΚΛΠ, ενώ οι συμβασιούχοι του άρθρου 3α του ΚΛΠ μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις αορίστου χρόνου.

____________