Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 24 Σεπτεμβρίου 2018 η Κυπριακή Δημοκρατία κατά της απόφασης την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 13 Ιουλίου 2018 στην υπόθεση T-825/16, Κύπρος κατά EUIPO

(Υπόθεση C-608/18 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Κυπριακή Δημοκρατία (εκπρόσωποι: S. Malynicz QC, Barrister, V. Marsland, Solicitor)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Papouis Dairies Ltd.

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να κάνει δεκτή την αίτηση αναιρέσεως κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-825/16 Κύπρος κατά EUIPO και να δεχθεί την προσφυγή ακυρώσεως∙

να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδά τους και στα έξοδα της αναιρεσείουσας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς εφάρμοσε στην υπό κρίση υπόθεση τα συμπεράσματα των προηγούμενων αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-292/14 και T-293/14 (XAΛΛOYMI και HALLOUMI) και στην υπόθεση T-534/10 (HELLIM). Οι υποθέσεις εκείνες δεν αφορούσαν σήματα πιστοποίησης, αλλά διαφορετικά είδη σημάτων, ειδικότερα δε, αντιστοίχως, συνήθη σήματα της ΕΕ και συλλογικά σήματα. Η βασική λειτουργία των σημάτων αυτών είναι να αποτελούν ένδειξη της εμπορικής προέλευσης των αγαθών (πληθώρα εμπόρων οι οποίοι συνδέονται ως μέλη ένωσης στην περίπτωση του συλλογικού σήματος). Αντιθέτως, η βασική λειτουργία των σημάτων πιστοποίησης δεν είναι η ένδειξη της προέλευσης, αλλά η διάκριση μιας κλάσης προϊόντων, συγκεκριμένα δε προϊόντων τα οποία είναι πιστοποιημένα ως συμμορφούμενα στην πράξη με τους κανόνες περί επιτρεπόμενης χρήσης του σήματος πιστοποίησης HALLOUMI και έχουν εγκριθεί ώστε να παράγονται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες. Επιπλέον, το ενδιαφερόμενο κοινό στις προηγούμενες αυτές αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου ήταν διαφορετικό από το ενδιαφερόμενο κοινό στην υπό κρίση υπόθεση.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως έκρινε ότι ένα προγενέστερο εθνικό σήμα –το εθνικό σήμα πιστοποίησης εν προκειμένω– ουδόλως παρουσίαζε διακριτικό χαρακτήρα ώστε να διακρίνει πιστοποιημένα από μη πιστοποιημένα αγαθά· κρίνοντας, εσφαλμένως, ότι το σήμα ήταν περιγραφικό και γενικό· υπονομεύοντας, εσφαλμένως, την εθνική προστασία του εθνικού σήματος· και αμφισβητώντας, εσφαλμένως, το κύρος του εν λόγω σήματος στη διαδικασία ανακοπής ενώπιον του EUIPO.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κατά τη σύγκριση των σημάτων και την εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης. Εσφαλμένως προσέγγισε τα ζητήματα αυτά θεωρώντας ότι το προγενέστερο σήμα λειτουργούσε ως σήμα ένδειξης της προέλευσης και όχι ως σήμα πιστοποίησης. Ουδόλως αναγνώρισε διακριτικό χαρακτήρα στο προγενέστερο σήμα ως σήμα πιστοποίησης, δηλαδή ως σήμα που διέκρινε αγαθά συμμορφούμενα στην πράξη με τις προδιαγραφές του σήματος πιστοποίησης και παραγόμενα στην πράξη από παραγωγούς εγκεκριμένους από τον δικαιούχο του σήματος πιστοποίησης. Επίσης, δεν έλαβε υπόψη τον συνήθη τρόπο χρήσης των σημάτων πιστοποίησης (τα οποία χρησιμοποιούνται πάντοτε μαζί με διακριτική ονομασία, σήμα ή λογότυπο). Δεν έλαβε υπόψη την έννοια και τη σημασία του επίμαχου σήματος της ΕΕ, καθόσον, ιδίως, δεν εξέτασε αν το στοιχείο «HALLOUMI» είχε ανεξάρτητο διακριτικό χαρακτήρα στο μεταγενέστερο σήμα ως σήμα το οποίο υποδήλωνε, σε αντίθεση προς τα πραγματικά περιστατικά, ότι τα αγαθά που καλύπτονταν από το επίμαχο σήμα της ΕΕ ήταν πιστοποιημένα.

Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τις εθνικές διατάξεις και την εθνική νομολογία σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα των εθνικών σημάτων πιστοποίησης. Οι προϋποθέσεις και οι λεπτομερείς κανόνες των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων πιστοποίησης δεν εναρμονίστηκαν δυνάμει των οδηγιών 89/1041 ή 2008/952 για τα σήματα, ωστόσο ο κανονισμός για το σήμα της ΕΕ προβλέπει ότι τα εθνικά αυτά σήματα μπορούν να αποτελέσουν τη βάση προγενέστερων δικαιωμάτων τα οποία αποκλείουν την καταχώριση σημάτων της ΕΕ. Τα εν λόγω δικαιώματα πρέπει να εξετάζονται υπό το πρίσμα της εθνικής νομολογίας και των εθνικών διατάξεων, κατ’ αναλογία προς τα διάφορα εθνικά δικαιώματα για τα οποία κάνει λόγο το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού για το σήμα της ΕΕ (δικαιώματα τα οποία επίσης δεν είναι εναρμονισμένα και παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές ως προς τη φύση τους, το περιεχόμενό τους και τα αποτελέσματά τους μεταξύ των κρατών μελών).

____________

1 Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1).

2 Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2008, L 299, σ. 25).