Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Ítélőtábla (Ουγγαρία) την 1η Φεβρουαρίου 2017 – Teréz Ilyés και Emil Kiss κατά OTP Bank Nyrt. και OTP Faktoring Követeléskezelő Zrt.

(Υπόθεση C-51/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Ítélőtábla

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες-εφεσίβλητοι: Teréz Ilyés, Emil Kiss

Εναγόμενες-εκκαλούσες: OTP Bank Nyrt., OTP Faktoring Követeléskezelő Zrt.

Προδικαστικά ερωτήματα

Θεωρείται ρήτρα που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας1 , και περιλαμβάνεται, ως εκ τούτου, στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας, συμβατική ρήτρα με την οποία ο συναλλαγματικός κίνδυνος ανατίθεται στον καταναλωτή και η οποία, λόγω απαλοιφής καταχρηστικής συμβατικής ρήτρας που πρόβλεπε εκτιμώμενο εύρος μεταξύ των τιμών αγοράς και πωλήσεως και την υποχρέωση αναλήψεως του οικείου συναλλαγματικού κινδύνου, μετατράπηκε σε μέρος της συμβάσεως με ισχύ ex tunc ως αποτέλεσμα της παρεμβάσεως του νομοθέτη λόγω των δικαστικών διαφορών με αντικείμενο την ακυρότητα οι οποίες αφορούσαν μεγάλο αριθμό συμβάσεων;

Στην περίπτωση που η συμβατική ρήτρα βάσει της οποίας ανατίθεται στον καταναλωτή ο συναλλαγματικός κίνδυνος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, έχει η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας την έννοια ότι αφορά επίσης συμβατική ρήτρα η οποία αντιστοιχεί σε νομικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, κατά την έννοια της σκέψεως 26 της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση RWE Vertrieb AG (C-92/11), οι οποίες εκδόθηκαν ή τέθηκαν σε ισχύ μετά τη σύναψη της συμβάσεως; Πρέπει να υπαχθεί επίσης στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εξαιρέσεως συμβατική ρήτρα η οποία μετατράπηκε σε μέρος της συμβάσεως με ισχύ ex tunc μετά τη σύναψη της συμβάσεως ως αποτέλεσμα διατάξεως αναγκαστικού δικαίου η οποία θεραπεύει την ακυρότητα που επήλθε λόγω του καταχρηστικού χαρακτήρα συμβατικής ρήτρας η οποία καθιστά αδύνατη την εκτέλεση της συμβάσεως;

Στην περίπτωση που, βάσει των απαντήσεων στα προηγούμενα ερωτήματα, μπορεί να εξεταστεί ο καταχρηστικός χαρακτήρας της συμβατικής ρήτρας με την οποία ανατίθεται στον καταναλωτή ο συναλλαγματικός κίνδυνος, έχει η απαίτηση της σαφούς και κατανοητής διατυπώσεως, η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας, την έννοια ότι η απαίτηση αυτή πληρούται επίσης όταν εκπληρώνεται, κατά τον τρόπο που εκτίθεται στα πραγματικά περιστατικά, η υποχρέωση ενημερώσεως που προβλέπεται από τον νόμο και διατυπώνεται κατ’ ανάγκη με γενικό τρόπο, ή πρέπει επίσης να γνωστοποιούνται τα δεδομένα εκείνα που αφορούν τον κίνδυνο για τον καταναλωτή τα οποία γνωρίζει το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή στα οποία αυτό μπορεί να έχει πρόσβαση κατά τη σύναψη της συμβάσεως;

Είναι λυσιτελές από την άποψη της απαιτήσεως σαφήνειας και διαφάνειας και των προβλεπομένων στην παράγραφο 1, στοιχείο θ΄, του παραρτήματος της οδηγίας, για τους σκοπούς της ερμηνείας του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, το γεγονός ότι, κατά τη σύναψη της συμβάσεως, οι συμβατικές ρήτρες που αφορούν τη δυνατότητα μονομερούς τροποποιήσεως και το εκτιμώμενο εύρος μεταξύ των τιμών αγοράς και πωλήσεως –οι οποίες χαρακτηρίσθηκαν χρόνια αργότερα καταχρηστικές– περιέχονταν στη σύμβαση μαζί με τη ρήτρα που αφορά την ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου, και επομένως, λόγω των σωρευτικών συνεπειών των εν λόγω ρητρών, ο καταναλωτής δεν μπορούσε πραγματικά να προβλέψει με βεβαιότητα τον τρόπο μελλοντικής εξελίξεως των υποχρεώσεων πληρωμής ούτε τον μηχανισμό διαφοροποιήσεως αυτών; Ή μήπως οι συμβατικές ρήτρες που χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων καταχρηστικές δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση του καταχρηστικού χαρακτήρα της ρήτρας που αναφέρεται στον συναλλαγματικό κίνδυνο;

Εάν αναγνωρίσει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της συμβατικής ρήτρας με την οποία ο συναλλαγματικός κίνδυνος ανατίθεται στον καταναλωτή, υποχρεούται το εθνικό δικαστήριο, κατά τον καθορισμό των έννομων συνεπειών βάσει των κανόνων του εθνικού δικαίου, να λάβει αυτεπαγγέλτως υπόψη, σεβόμενο το δικαίωμα ακροάσεως των διαδίκων στην κατ’ αντιμωλία διαδικασία, και τον καταχρηστικό χαρακτήρα άλλων συμβατικών ρητρών τις οποίες δεν επικαλέστηκαν οι ενάγοντες στην αγωγή τους; Εφαρμόζεται επίσης η αρχή της αυτεπάγγελτης εξετάσεως βάσει της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν ο ενάγων είναι καταναλωτής ή, λαμβανομένων υπόψη της θέσεως που κατέχει στο σύνολο της διαδικασίας το δικαίωμα διαθέσεως και των ιδιαιτεροτήτων της διαδικασίας, η αρχή της ελεύθερης διαθέσεως του αντικειμένου της δίκης αποκλείει, στην περίπτωση αυτή, την αυτεπάγγελτη εξέταση;

____________

1 Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ 1993, L 95, σ. 29).