Language of document : ECLI:EU:C:2002:369

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 13ης Ιουνίου 2002 (1)

«.κτη οδηγία περί ΦΠΑ - .ρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´ - Βάση επιβολής του φόρου - Αντιπαροχή για τις παραδόσεις αγαθών ή τις παροχές υπηρεσιών - Επιδότηση»

Στην υπόθεση C-353/00,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του VAT and Duties Tribunal, Manchester (Ηνωμένο Βασίλειο), προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Keeping Newcastle Warm Limited

και

Commissioners of Customs & Excise,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα.ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από την F. Macken, πρόεδρο τμήματος, και τους C. Gulmann (εισηγητή) και J.-P. Puissochet, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: C. Stix-Hackl


γραμματέας: H. A. Rühl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

-    η Keeping Newcastle Warm Limited, εκπροσωπούμενη από τον D. Ewart, barrister, εντολοδόχο των Somerton & Fletcher, solicitors,

-    η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την G. Amodeo, επικουρούμενη από την P. Whipple, barrister,

-    η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον R. Lyal,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Keeping Newcastle Warm Limited, εκπροσωπούμενης από τον D. Ewart, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενης από την J. E. Collins, επικουρούμενη από την P. Whipple, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον R. Lyal, κατά τη συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου 2001,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 5ης Φεβρουαρίου 2002,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1.
    Με απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2000, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Σεπτεμβρίου 2000, το VAT and Duties Tribunal, Manchester, υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα.ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49, στο εξής: έκτη οδηγία).

2.
    Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν κατά την εκδίκαση διαφοράς μεταξύ της Keeping Newcastle Warm Limited (στο εξής: KNW) και των Commissioners of Customs & Excise (στο εξής: Commissioners), που είναι αρμόδιοι για την είσπραξη του φόρου προστιθεμένης αξίας (στο εξής: ΦΠΑ) στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαφοράς που έχει ως αντικείμενο αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ που κατέβαλε η KNW για χρηματικά ποσά που είχε λάβει στο πλαίσιο ενός συστήματος ενισχύσεων.

Νομικό πλαίσιο

Η κοινοτική νομοθεσία

3.
    Το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Βάση επιβολής του φόρου είναι :

α)    για τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών, εκτός των αναφερομένων κατωτέρω στις περιπτώσεις β´, γ´ και δ´, οτιδήποτε αποτελεί την αντιπαροχή την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει για τις πράξεις αυτές ο προμηθευτής ή ο παρέχων τις υπηρεσίες από τον αγοραστή, τον λήπτη ή τρίτο πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται αμέσως με την τιμή των πράξεων αυτών».

Η εθνική νομοθεσία

4.
    Οι Home Energy Efficiency Grants Regulations 1992 (στο εξής: Regulations) είναι κανονιστική απόφαση που προβλέπει τη χορήγηση επιδοτήσεων για τη βελτίωση της ορθολογικής χρησιμοποιήσεως της ενέργειας στις οικίες ορισμένων κατηγοριών ατόμων.

5.
    Ειδικότερα, το άρθρο 5 των Regulations προβλέπει ότι μπορεί να χορηγηθεί επιδότηση για διάφορα είδη εργασιών, μεταξύ των οποίων καταλέγεται η «παροχή συμβουλών σχετικά με τη χρήση της ενέργειας», η οποία ορίζεται ως η παροχή συμβουλών για θερμομόνωση ή για την οικονομική και ορθολογική χρήση των οικιακών συσκευών και των εγκαταστάσεων φωτισμού και θερμάνσεως του αέρα ή του νερού.

6.
    Το άρθρο 7, παράγραφος 1, των Regulations ορίζει ότι, όταν στο πρόσωπο που εγκαθιστά το δίκτυο στην περιοχή υποβάλλεται αίτηση χορηγήσεως επιδοτήσεως, το πρόσωπο αυτό κρίνει αν ο αιτών δικαιούται την επιδότηση.

7.
    Το άρθρο 7, παράγραφος 3, των Regulations ορίζει τα εξής:

«Αν ο εγκαθιστών το δίκτυο θεωρήσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της επιδοτήσεως:

a)    αποστέλλει την αίτηση για εξέταση στην αρμόδια για την περιοχή αρχή και συγχρόνως βεβαιώνει γραπτώς προς την αρχή αυτή ότι διεξήγαγε τον έλεγχο της πληρώσεως των προϋποθέσεων τις οποίες ορίζει κατά τακτά διαστήματα η αρμόδια αρχή και

b)    κρίνει αν, εν αναμονή της εξετάσεως της αιτήσεως από την αρμόδια αρχή, είναι διατεθειμένος να πραγματοποιήσει τις εργασίες γνωρίζοντας ότι, με την επιφύλαξη της ευθύνης του αιτούντος που προβλέπεται στο σημείο i κατωτέρω, θα φέρει ο ίδιος τα έξοδα των εργασιών, αν η αρμόδια αρχή δεν εγκρίνει την επιδότηση, και

    i)    αν αποφασίσει θετικά, ανακοινώνει εγγράφως στον αιτούντα ότι είναι διατεθειμένος να πραγματοποιήσει τις εργασίες γνωρίζοντας ότι, με εξαίρεση την περίπτωση που η αίτηση δεν γίνει δεκτή ή το ποσό δεν καταβληθεί από την αρμόδια για την περιοχή αρχή λόγω ανακριβούς δηλώσεως ορισμένου σημαντικού στοιχείου, ο αιτών θα οφείλει να καταβάλει για τις εργασίες μόνο το ποσό που συμφωνήθηκε εγγράφως μεταξύ αυτού και του εγκαθιστώντος το δίκτυο πριν από την υποβολή της αιτήσεως, ποσό το οποίο αντιπροσωπεύει τη διαφορά μεταξύ του συνολικού κόστους των εργασιών και του ποσού της επιδοτήσεως [...].»

8.
    Κατά το άρθρο 9 των Regulations, το ανώτατο όριο της επιδοτήσεως στην περίπτωση των συμβουλών για τη χρησιμοποίηση ενέργειας είναι 10 λίρες στερλίνες (GBP).

9.
    Κατά το άρθρο 10 των Regulations, οσάκις πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της επιδοτήσεως και οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν από πρόσωπο που τοποθετεί το δίκτυο, η αρμόδια για την περιοχή αρχή τού καταβάλλει την επιδότηση.

10.
    Σύμφωνα με τους Regulations, αρμόδια αρχή για την Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία ορίστηκε η Energy Action Grants Agency (στο εξής: EAGA). Η EAGA διαχειρίζεται στις ζώνες αυτές το πρόγραμμα ορθολογικής χρησιμοποιήσεως της ενέργειας εντός των οικιών. Η KNW ορίστηκε υπεύθυνη για την εγκατάσταση του δικτύου σε μια ζώνη που περιελάμβανε τις κομητείες Tyne and Wear, Northumberland και Cumbria καθώς και ορισμένες όμορες με τη Σκωτία περιοχές.

11.
    Στο πλαίσιο του συστήματος επιδοτήσεων που καθιερώθηκε με τους Regulations, η EAGA προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη σύναψη μιας πρότυπης συμβάσεως μεταξύ του αιτούντος τη χορήγηση επιδοτήσεως και του εγκαθιστώντος το δίκτυο. Η σύμβαση αυτή προβλέπει ότι ο εγκαθιστών το δίκτυο πραγματοποιεί τις εργασίες αντί της αναγραφόμενης τιμής, οπότε δικαιούται να του καταβληθούν αφενός η τιμή αυτή από τον αντισυμβαλλόμενο και αφετέρου η επιδότηση, εφόσον η EAGA την καταβάλλει στον εγκαθιστώντα το δίκτυο. Αν ο τελευταίος αυτός πραγματοποιήσει τις εργασίες και η EAGA απορρίψει την αίτηση χορηγήσεως επιδοτήσεως ή δεν την καταβάλει λόγω ανακριβούς δηλώσεως ορισμένου σημαντικού στοιχείου, ο αιτήσας τη χορήγηση επιδοτήσεως πρέπει να πληρώσει τον εγκαταστήσαντα το δίκτυο για όλες τις εργασίες.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

12.
    Επί πολλά έτη η KNW πραγματοποίησε εργασίες και έργα στο πλαίσιο του συστήματος επιδοτήσεων που καθιέρωσαν οι Regulations, μεταξύ των οποίων καταλεγόταν και η παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια. Η εν λόγω εταιρία δήλωσε και κατέβαλε τον ΦΠΑ για τα ποσά που της είχε καταβάλει η EAGA ως επιδοτήσεις για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια και που ανέρχονταν σε 10 GBP για κάθε πράξη παροχής συμβουλών.

13.
    Η KNW προσέφυγε στο VAT and Duties Tribunal, με αίτημα την επιστροφή του ΦΠΑ που είχε καταβάλει για τα ανωτέρω ποσά κατά την περίοδο από 1 Απριλίου 1991 έως 31 Αυγούστου 1996. Η εν λόγω εταιρία υποστήριξε ότι η επιδότηση για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια δεν έχει άμεση σχέση με την «τιμή της πράξεως», υπό την έννοια του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας, και ότι συνεπώς δεν έπρεπε να περιληφθεί στη βάση επιβολής του φόρου για την πράξη αυτή. Κατά την KNW δηλαδή, η επιδότηση των 10 GBP καταβαλλόταν ανεξάρτητα από την αμοιβή που καταβαλλόταν για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια, οσάκις οι συμβουλές αυτές δεν παρέχονταν στον καταναλωτή δωρεάν.

14.
    Αντίθετα, οι Commissioners υποστήριξαν ότι το ποσό των 10 GBP δεν χορηγούνταν κατ' αποκοπή, αλλά συνδεόταν με την αμοιβή που χρεωνόταν ευλόγως για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια και ότι, εν πάση περιπτώσει, αποτελούσε την αντιπαροχή για την εν λόγω πράξη.

15.
    Δεδομένου ότι επρόκειτο για προδικαστικό ζήτημα που είχε υποβληθεί στην κρίση του VAT and Duties Tribunal από τους διαδίκους, το δικαστήριο αυτό αποφάνθηκε, με μη οριστική απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1998, ότι οι καταβολές των 10 GBP αποτελούν μέρος της βάσης επιβολής του φόρου, ως αντιπαροχή για τις οικείες πράξεις, ανεξάρτητα από το αν συνιστούν επιδοτήσεις υπό την έννοια του άρθρου 11 της έκτης οδηγίας.

16.
    Η KNW άσκησε έφεση κατά της ανωτέρω αποφάσεως ενώπιον τoυ High Court of Justice (England and Wales), Queen's Bench Division (Crown Office) (Ηνωμένο Βασίλειο).

17.
    Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού η KNW αναγνώρισε ότι το ποσό των 10 GBP που της είχε καταβάλει η EAGA για καθεμία από τις πράξεις παροχής συμβουλών σχετικά με την ενέργεια συνιστούσε αντιπαροχή, όπως ακριβώς υποστήριζαν οι Commissioners. Εντούτοις, ισχυρίστηκε ότι η φράση «συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται αμέσως με την τιμή των πράξεων αυτών», η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας, δεν μπορεί να έχει νόημα παρά μόνον αν υποτεθεί ότι, αν δεν υπήρχε η φράση αυτή, όλες οι επιδοτήσεις θα εξαιρούνταν από τη βάση επιβολής του φόρου. Πράγματι, όλες οι επιδοτήσεις που συνδέονται άμεσα με την τιμή των πράξεων συνιστούν καταβολές που πραγματοποιούνται σε αντάλλαγμα των πράξεων και αποτελούν κατά κανόνα τμήμα της αντιπαροχής.

18.
    Οι Commissioners ισχυρίστηκαν ότι οι επίμαχες επιδοτήσεις πρέπει να περιληφθούν στη βάση επιβολής του φόρου, αφού είναι πρόδηλο ότι αποτελούν τμήμα της αντιπαροχής.

19.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, το VAT and Duties Tribunal, Manchester, υπέβαλε στο Δικαστήριο, κατ' εντολή του High Court, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)    Αποτελεί το ποσό που καταβάλλει η Energy Action Grants Agency στην εκκαλούσα για συμβουλές σχετικά με τη χρήση της ενέργειας που παρέχει στους κατόχους οικιών, επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου;

2)    Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, συνδέεται άμεσα η πληρωμή του ποσού αυτού με την τιμή της παροχής συμβουλών σχετικά με τη χρήση της ενέργειας, ώστε να αποτελεί μέρος της βάσεως επιβολής του φόρου για την πράξη αυτή, βάσει της τελευταίας φράσης του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´;

3)    Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, αποτελεί εντούτοις η πληρωμή του ποσού αυτού μέρος της βάσεως επιβολής του φόρου λόγω του ότι συνιστά την αντιπαροχή (ή τμήμα της αντιπαροχής) ορισμένης πράξεως;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο

20.
    Κατά την KNW, το ποσό των 10 GBP που καταβάλλει η EAGA για κάθε πράξη παροχής συμβουλών σχετικά με την ενέργεια συνιστά επιδότηση, η οποία όμως δεν συνδέεται άμεσα με την τιμή της πράξης, αφού το ύψος της είναι στην πράξη πάντοτε ίσο με το προβλεπόμενο ανώτατο όριο. Επιπλέον, όταν η παροχή στους πελάτες συμβουλών σχετικά με την ενέργεια στους πελάτες γίνεται δωρεάν, η εν λόγω επιδότηση έχει τον χαρακτήρα κατ' αποκοπήν ποσού και εξυπηρετεί τη χρηματοδότηση των δαπανών λειτουργίας της KNW, χωρίς να έχει καμία άμεση σχέση με κάποιο στοιχείο του κόστους. Κατά συνέπεια, η επιδότηση αυτή δεν αποτελεί τμήμα της αντιπαροχής για την πράξη, υπό την έννοια του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας.

21.
    Η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, στηριζόμενη κυρίως στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 1981, 154/80, Coöperatieve Aardappelenbewaarplaats (Συλλογή 1981, σ. 445), και της 3ης Μαρτίου 1994, C-16/93, Tolsma (Συλλογή 1994, σ. I-743), υποστηρίζει ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη οικονομικές ενισχύσεις συνιστούν αντιπαροχή, υπό την έννοια του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας. Το γεγονός αυτό αρκεί για την επίλυση της διαφοράς που έχει υποβληθεί στο αιτούν δικαστήριο. Εν πάση περιπτώσει, υφίσταται άμεση σχέση μεταξύ της επιδοτήσεως και των υπηρεσιών που παρέχει η KNW. Η σύμβαση που συνάπτει η εταιρία αυτή με τους κατόχους των οικιών καθορίζει τη φύση και το κόστος των εργασιών που πρέπει να εκτελέσει και προβλέπει ότι το ποσό της οικονομικής ενισχύσεως που θα χορηγηθεί στον κάτοχο της οικίας θα αφαιρεθεί από το ποσό που οφείλει ο ένοικος αυτός στην KNW. Αν όμως, για οποιοδήποτε λόγο, δεν καταβληθεί η ενίσχυση αυτή, ο κάτοχος αυτός υποχρεούται να πληρώσει την KNW για το σύνολο των εργασιών.

22.
    Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι σκοπός του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας είναι να διασφαλιστεί ότι η βάση επιβολής του φόρου περιλαμβάνει το σύνολο της αντιπαροχής που καταβάλλεται για τις παραδόσεις αγαθών ή τις παροχές υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν η αντιπαροχή αυτή καταβάλλεται από τον λήπτη ή τρίτο πρόσωπο, το οποίο μπορεί να είναι δημόσιος οργανισμός. Επομένως, όταν ένας τρίτος, π.χ. ένας δημόσιος οργανισμός, καταβάλλει, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, πριμοδότηση για την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας σε ιδιώτη, η πριμοδότηση αυτή αποτελεί τμήμα της βάσης επιβολής του φόρου, ανεξάρτητα από τα αν πρέπει να θεωρηθεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως επιδότηση συνδεόμενη άμεσα με την τιμή της οικείας πράξης. Το γεγονός ότι η καταβαλλόμενη πριμοδότηση ανέρχεται πάντοτε σε 10 GBP δεν σημαίνει ότι η επιδότηση είναι ανεξάρτητη από οποιαδήποτε τιμή. Η Επιτροπή υπενθυμίζει συναφώς ότι σκοπός της καταβολής της πριμοδοτήσεως είναι η κάλυψη του συνολικού κόστους της υπηρεσίας, με ανώτατο όριο τις 10 GBP. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι πρόκειται για κατ' αποκοπή επιδότηση που αποτελεί τη μόνη πληρωμή για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια, θα ήταν αντίθετο προς το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας το να γίνει δεκτό ότι η πριμοδότηση αυτή δεν περιλαμβάνεται στη βάση επιβολής του φόρου, πράγμα που θα είχε ως συνέπεια να μην επιβληθεί ΦΠΑ στην οικεία πράξη.

Απάντηση του Δικαστηρίου

23.
    Επιβάλλεται να υπενθυμιστεί ότι το άρθρο 11, A, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας αφορά, μεταξύ των άλλων, καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται τρία μέρη, δηλαδή ο χορηγών την επιδότηση δημόσιος οργανισμός, ο επιχειρηματίας στον οποίο χορηγείται η επιδότηση και ο αγοραστής του αγαθού ή ο αποδέκτης της υπηρεσίας στον οποίο παραδίδει το αγαθό ή παρέχει την υπηρεσία ο επιδοτούμενος επιχειρηματίας (βλ. συναφώς απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2001, C-184/00, Office des produits wallons, Συλλογή 2001, σ. Ι-9115, σκέψη 10).

24.
    Στο πλαίσιο αυτό, το ποσό που καταβάλλει ένας δημόσιος οργανισμός όπως η EAGA σε επιχειρηματία, όπως είναι η KNW, σε σχέση με την παροχή συμβουλών σχετικά με την ενέργεια προς ορισμένες κατηγορίες κατόχων οικιών μπορεί να αποτελεί επιδότηση υπό την έννοια του άρθρου 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας.

25.
    Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να τονιστεί ότι η βάση επιβολής του φόρου για παροχή υπηρεσιών είναι οτιδήποτε λαμβάνεται ως αντιπαροχή για την παρεχόμενη υπηρεσία (βλ., μεταξύ άλλων, την προπαρατεθείσα απόφαση Tolsma, σκέψη 13).

26.
    Επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι το ποσό που καταβάλλει η EAGA στην KNW λαμβάνεται από την εταιρία αυτή ως αντιπαροχή για την υπηρεσία που παρέχει σε ορισμένες κατηγορίες προσώπων.

27.
    Το εν λόγω ποσό, αφού αποτελεί την αντιπαροχή για ορισμένη πράξη, περιλαμβάνεται στη βάση επιβολής του φόρου κατά το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας.

28.
    Κατά συνέπεια, στα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα ποσό όπως το καταβαλλόμενο στην υπόθεση της κύριας δίκης αποτελεί τμήμα της αντιπαροχής για την παροχή υπηρεσιών και περιλαμβάνεται στη βάση επιβολής του ΦΠΑ επί της οικείας πράξεως.

Επί των δικαστικών εξόδων

29.
    Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή, που υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2000 το VAT and Duties Tribunal, Manchester, αποφαίνεται:

Το άρθρο 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α´, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα.ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα ποσό όπως το καταβαλλόμενο στην υπόθεση της κύριας δίκης αποτελεί τμήμα της αντιπαροχής για την παροχή υπηρεσιών και περιλαμβάνεται στη βάση επιβολής του φόρου προστιθεμένης αξίας επί της οικείας πράξεως.

Macken

Gulmann
Puissochet

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Ιουνίου 2002.

Ο Γραμματέας

Η Πρόεδρος του τρίτου τμήματος

R. Grass

F. Macken


1: Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.