Language of document : ECLI:EU:F:2014:246

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(δεύτερο τμήμα)

13ης Νοεμβρίου 2014

Υπόθεση F‑78/13

Stéphane De Loecker

κατά

Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της ΕΥΕΔ – Έκτακτος υπάλληλος – Προϊστάμενος αντιπροσωπείας της Ένωσης σε τρίτη χώρα – Πρόωρη παύση από τα καθήκοντα του προϊσταμένου αντιπροσωπείας – Μετάθεση στην έδρα της ΕΥΕΔ – Δικαιώματα άμυνας – Συμφέρον της υπηρεσίας – Αιτιολογία»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο M. De Loecker ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως της 15ης Ιουλίου 2013 με την οποία η αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων προσλήψεως αρχή (στο εξής: ΑΣΣΠΑ) της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) προέβη, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, στη μετάθεσή του από τη θέση του στο Bujumbura (Μπουρούντι) σε θέση στις Βρυξέλλες (Βέλγιο).

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο M. De Loecker φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Αρχές – Δικαιώματα άμυνας – Περιεχόμενο – Βάρος αποδείξεως

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 2, στοιχείο α΄)

2.      Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Απόφαση θίγουσα την υπηρεσιακή κατάσταση εκτάκτου υπαλλήλου – Έκθεση διοικητικής έρευνας – Υποχρέωση της Διοικήσεως να προσθέσει την έκθεση στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερομένου – Δεν υφίσταται – Υποχρέωση διαβιβάσεως του συνόλου της εκθέσεως διοικητικής έρευνας στον ενδιαφερόμενο – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 26 και παράρτημα IX· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρα 11 και 50α)

3.      Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Οργάνωση των υπηρεσιών – Υπηρεσιακή τοποθέτηση των υπαλλήλων – Τοποθέτηση σε νέα θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας – Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως – Όρια – Συμφέρον της υπηρεσίας – Τήρηση της ισοτιμίας των θέσεων – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 7 § 1· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρα 2, στοιχείο ε΄, και 10 § 1)

4.      Υπάλληλοι – Οργάνωση των υπηρεσιών – Τοποθέτηση σε θέση προϊσταμένου αντιπροσωπείας της Ένωσης – Νέα τοποθέτηση στην έδρα προς το συμφέρον της υπηρεσίας – Κοινοποίηση της οριστικής αναχωρήσεως του προϊσταμένου αντιπροσωπείας της Ένωσης – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 221 ΣΛΕΕ· απόφαση 2010/427 του Συμβουλίου, άρθρο 5)

1.      Ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας αποτελεί θεμελιώδη αρχή του δικαίου της Ένωσης. Η προϋπόθεση σεβασμού των δικαιωμάτων αυτών που συνίσταται στην παροχή στον ενδιαφερόμενο της δυνατότητας να γνωστοποιήσει τις απόψεις του πριν την έκδοση αποφάσεως μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούται μόνον αν ο υπάλληλος ενημερώθηκε ρητώς για σχέδιο αποφάσεως και κλήθηκε να υποβάλει παρατηρήσεις. Εξάλλου, το δικαίωμα ακροάσεως που έχει ο υπάλληλος δεν εξαντλείται σε απλή δυνατότητά του να προβάλει αυτή καθαυτήν την εναντίωσή του στην απόφαση που πρόκειται να ληφθεί, αλλά περιλαμβάνει και τη δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις ικανές να επηρεάσουν το περιεχόμενο της εν λόγω αποφάσεως.

Επομένως, όταν απόφαση για νέα τοποθέτηση υπαλλήλου στην έδρα του οργάνου συνιστά μέτρο που επηρεάζει αρνητικά έκτακτο υπάλληλο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), σε αυτήν απόκειται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 41, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να παράσχει δεόντως στον ενδιαφερόμενο δικαίωμα ακροάσεως πριν τη λήψη της εν λόγω αποφάσεως. Συναφώς, στην υπηρεσία αυτή απόκειται να αποδείξει ότι ο ενδιαφερόμενος μπόρεσε να διατυπώσει λυσιτελώς την άποψή του όσον αφορά τόσο την ενδεχόμενη απόφαση περί νέας άμεσης τοποθετήσεως στην έδρα του οργάνου όσο και τους λόγους που δικαιολογούν την απόφαση αυτή.

(βλ. σκέψεις 33, 34 και 37)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση Marcuccio κατά Επιτροπής, C‑59/06 P, EU:C:2007:756, σκέψεις 57, 58 και 70

ΓΔΕΕ: απόφαση Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑236/02, EU:T:2011:465, σκέψη 116

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Delcroix κατά ΕΥΕΔ, F‑11/13, EU:F:2014:91, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Από το άρθρο 26 του ΚΥΚ, που εφαρμόζεται στους εκτάκτους υπαλλήλους δυνάμει του άρθρου 11 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, δεν προκύπτει ότι η Διοίκηση υποχρεούται να συμπεριλάβει στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου, κατόπιν κοινοποιήσεως, την έκθεση διοικητικής έρευνας που διενεργήθηκε κατ’ αυτού. Εξάλλου, ούτε οι διατάξεις που διέπουν τις διοικητικές έρευνες και περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX του ΚΥΚ, υπό τον τίτλο «Πειθαρχική διαδικασία», το οποίο εφαρμόζεται στους εκτάκτους υπαλλήλους δυνάμει του άρθρου 50α του εν λόγω Καθεστώτος, προβλέπουν την υποχρέωση κοινοποιήσεως του συνόλου της εκθέσεως στον ενδιαφερόμενο. Ειδικότερα, αφενός, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 3, και το άρθρο 2, παράγραφος 1, του παραρτήματος IX του ΚΥΚ, στον ατομικό φάκελο του ενδιαφερομένου μπορεί να περιληφθεί η απόφαση περί θέσεως της διοικητικής έρευνας στο αρχείο, εφόσον αυτός υποβάλει ρητή σχετική αίτηση. Αφετέρου, το άρθρο 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος IX του ΚΥΚ ορίζει ότι η Διοίκηση ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο κατά το πέρας της έρευνας και του κοινοποιεί μόνον τα πορίσματα της εκθέσεως. Η διάταξη αυτή προβλέπει επίσης ότι η Διοίκηση υποχρεούται να του κοινοποιήσει, κατόπιν αιτήσεώς του και υπό την επιφύλαξη της προστασίας των νομίμων συμφερόντων τρίτων, όλα τα έγγραφα που έχουν άμεση σχέση με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν σε βάρος του.

(βλ. σκέψεις 50 και 51)

3.      Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτιμήσεως για την οργάνωση των υπηρεσιών τους σε συνάρτηση με την αποστολή που τους έχει ανατεθεί και για την τοποθέτηση του προσωπικού που διαθέτουν προς εκπλήρωση της αποστολής αυτής, υπό τον όρο ωστόσο ότι η τοποθέτηση αυτή γίνεται προς το συμφέρον της υπηρεσίας και τηρουμένης της αντιστοιχίας μεταξύ θέσεως και βαθμού. Δεδομένης της εκτάσεως της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτουν τα θεσμικά όργανα κατά την αξιολόγηση του συμφέροντος της υπηρεσίας, ο έλεγχος από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της σχετικής με το συμφέρον της υπηρεσίας προϋποθέσεως πρέπει να περιορίζεται στο ζήτημα αν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κινήθηκε εντός ευλόγων ορίων και αν δεν άσκησε την εξουσία της εκτιμήσεως κατά τρόπο προδήλως εσφαλμένο. Συναφώς, τα προβλήματα που ανάγονται σε εσωτερικές σχέσεις, όταν προκαλούν εντάσεις που παρακωλύουν την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας, δύνανται να δικαιολογήσουν, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, τη μετάθεση του υπαλλήλου προκειμένου να τερματισθεί μια διοικητική κατάσταση που κατέστη αφόρητη. Επιπλέον, τοποθέτηση σε νέα θέση που αποφασίζεται προς το συμφέρον της υπηρεσίας δεν προϋποθέτει τη συγκατάθεση του οικείου υπαλλήλου.

Περαιτέρω, η πρόληψη και ο μετριασμός των ενδεχόμενων εντάσεων προσιδιάζουν στα διπλωματικά καθήκοντα. Επιπλέον, για τα καθήκοντα αυτά απαιτείται να υπάρχει οπωσδήποτε εμπιστοσύνη μεταξύ των συνομιλητών. Αφ’ ης στιγμής κλονισθεί για οποιονδήποτε λόγο η εμπιστοσύνη, ο εμπλεκόμενος υπάλληλος δεν μπορεί να εκτελέσει τα διπλωματικά καθήκοντα και, προκειμένου να μην επεκταθούν στο σύνολο της υπηρεσίας στην οποία ανήκει ο υπάλληλος οι μομφές που διατυπώνονται κατ’ αυτού, η χρηστή διοίκηση επιβάλλει στο θεσμικό όργανο την υποχρέωση να λάβει, χωρίς καθυστέρηση, κάποιο μέτρο απομακρύνσεως του υπαλλήλου. Τα μέτρα αυτά τίθενται επίσης σε εφαρμογή όταν διαπιστώνονται παραβάσεις κατά τη διαχείριση της υπηρεσίας εκ μέρους του προϊσταμένου υπηρεσίας διπλωματικών αποστολών, ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ένωσης. Ειδικότερα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι παραβάσεις αυτές, σε περίπτωση που αποδειχθούν, παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία της αντιπροσωπείας.

Εξάλλου, όταν η σύμβαση προσλήψεως υπαλλήλου διευκρινίζει τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται και τον τόπο στον οποίο υπηρετεί, η διευκρίνιση αυτή δεν ασκεί επιρροή στο γεγονός ότι η πρόσληψη του εν λόγω υπαλλήλου διέπεται από τις διατάξεις του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού. Ως εκ τούτου, στον βαθμό που οι υπάλληλοι των εθνικών διπλωματικών υπηρεσιών που προσλαμβάνονται ως έκτακτοι υπάλληλοι δυνάμει του άρθρου 2, στοιχείο ε΄, του εν λόγω Καθεστώτος υπάγονται στο καθεστώς αυτό, η δυνατότητα τοποθετήσεώς τους σε νέα θέση περιέχεται σιωπηρώς στη σύμβαση προσλήψεως που αυτοί υπέγραψαν με το θεσμικό όργανο και, εφόσον οι δύο προαναφερθείσες προϋποθέσεις (νέα τοποθέτηση προς το συμφέρον της υπηρεσίας και τήρηση της αντιστοιχίας των θέσεων) πληρούνται, η τοποθέτηση σε νέα θέση δεν μπορεί να συνιστά παράβαση της εν λόγω συμβάσεως.

(βλ. σκέψεις 59, 61 έως 64, 96 και 97)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις Hecq κατά Επιτροπής, C‑116/88 και C‑149/88, EU:C:1990:98, σκέψη 22, και Ojha κατά Επιτροπής, C‑294/95 P, EU:C:1996:434, σκέψεις 41 και 42

ΓΔΕΕ: απόφαση Dejaiffe κατά ΓΕΕΑ, T‑223/99, EU:T:2000:292, σκέψη 53

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις de Albuquerque κατά Επιτροπής, F‑55/06, EU:F:2007:15, σκέψη 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και Plasa κατά Επιτροπής, F‑52/08, EU:F:2009:54, σκέψη 77

4.      Από το άρθρο 221 ΣΛΕΕ και το άρθρο 5 της αποφάσεως 2010/427 του Συμβουλίου, για τον καθορισμό της οργάνωσης και της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), προκύπτει ότι οι αντιπροσωπείες διασφαλίζουν τη διπλωματική εκπροσώπηση της Ένωσης συμφώνως προς τα οριζόμενα στη Σύμβαση της Βιέννης της 18ης Απριλίου 1961 περί των διπλωματικών σχέσεων.

Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της εν λόγω Συμβάσεως ορίζει ότι η οριστική αναχώρηση μελών διπλωματικής αποστολής πρέπει να κοινοποιείται προηγουμένως μόνον όταν τούτο είναι δυνατό. Εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 10, παράγραφος 1, και το άρθρο 19, παράγραφος 1, της εν λόγω Συμβάσεως προβλέπουν απλώς και μόνον ότι κάθε αλλαγή διπλωματικού προσωπικού κοινοποιείται στον Υπουργό Εξωτερικών του κράτους διαπιστεύσεως, ή σε άλλο Υπουργείο που είχε συμφωνηθεί, αλλά δεν προβλέπουν κοινοποίηση στον αρχηγό του κράτους διαπιστεύσεως ούτε ακρόαση εκ μέρους του.

(βλ. σκέψεις 103 και 104)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Delcroix κατά ΕΥΕΔ, EU:F:2014:91, σκέψη 25