Language of document : ECLI:EU:F:2009:85

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 7ης Ιουλίου 2009

Υπόθεση F-39/08

Giorgio Lebedef

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Ετήσια άδεια – Δραστηριότητες εκπροσώπου του προσωπικού – Απόσπαση κατά μερική απασχόληση για συνδικαλιστική εκπροσώπηση – Δραστηριότητες υπηρεσιακής εκπροσωπήσεως – Παράτυπη απουσία – Αφαίρεση από την ετήσια άδεια – Άρθρο 60 του ΚΥΚ»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο G. Lebedef ζητεί την ακύρωση των αποφάσεων της 29ης Μαΐου, της 20ής Ιουνίου, της 28ης Ιουνίου, και της 6ης Ιουλίου 2007, καθώς και των δύο αποφάσεων της 26ης Ιουλίου 2007 και της αποφάσεως της 2ας Αυγούστου 2007, αποφάσεων που αφορούν όλες την αφαίρεση συνολικά 32 ημερών από την ετήσια άδειά του για το έτος 2007.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων φέρει το σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Εκπροσώπηση – Επιτροπή προσωπικού – Συμμετοχή των μη αποσπασμένων μoνίμων υπαλλήλων ή μελών του λοιπού προσωπικού

2.      Υπάλληλοι – Παράτυπη απουσία – Εκ των υστέρων τακτοποίηση – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 60)

3.      Υπάλληλοι – Εκπροσώπηση – Επιτροπή προσωπικού – Υποχρέωση προηγούμενης άδειας για απουσία

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 60)

4.      Υπάλληλοι – Απουσία – Αρμοδιότητα ελέγχου

1.      Δεν είναι ούτε δυνατό ούτε ευκταίο να εκτελείται η εκπροσώπηση του προσωπικού αποκλειστικά από μονίμους ή μέλη του λοιπού προσωπικού, αποσπασμένους είτε κατά 50 % είτε κατά 100 % του χρόνου εργασίας τους. Υπάρχει βέβαιο συμφέρον να καλύπτεται ένα μέρος των υποχρεώσεων εκπροσώπησης του προσωπικού από μη αποσπασμένο προσωπικό. Ωστόσο το σύστημα το οποίο προβλέπει ειδικά τη χορήγηση αποσπάσεων σε ορισμένους εκπροσώπους του προσωπικού υπονοεί ότι στην περίπτωση μονίμων υπαλλήλων ή μελών του λοιπού προσωπικού μη αποσπασμένων, η συμμετοχή στην εκπροσώπηση του προσωπικού θα έχει περιστασιακό χαρακτήρα και, υπολογιζόμενη επί εξάμηνης ή τρίμηνης βάσης, θα καλύπτει σχετικά περιορισμένο ποσοστό του χρόνου εργασίας.

Η ακριβής οριοθέτηση του «περιστασιακού» χαρακτήρα της συμμετοχής στην εκπροσώπηση του προσωπικού καθώς και η ακριβής οριοθέτηση του ποσοστού του χρόνου που αφιερώνεται σ’ αυτήν είναι εκ φύσεως αδύνατη και δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο κατά περίπτωση, αν όμως γίνει δεκτό ότι ένας μόνιμος υπάλληλος ή μέλος του λοιπού προσωπικού, μη αποσπασμένος, μπορεί να αφιερώσει στην εκπροσώπηση του προσωπικού σχεδόν ολόκληρο ή και ολόκληρο τον χρόνο εργασίας του έτσι ώστε να αφιερώνει πολύ λίγο χρόνο ή καθόλου χρόνο στην υπηρεσία στην οποία έχει τοποθετηθεί, τότε παρακάμπτεται το σύστημα που έχει διαμορφωθεί με τις διάφορες συμφωνίες μεταξύ της Επιτροπής και των συνδικαλιστικών και επαγγελματικών οργανώσεων και αυτό είναι δυνατόν να συνιστά, αναλόγως των περιστάσεων, κατάχρηση δικαιώματος την οποία ο κοινοτικός δικαστής μπορεί να κληθεί να καυτηριάσει.

(βλ. σκέψεις 49 και 50)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 18 Δεκεμβρίου 1997, T‑222/95, Angelini κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑491 και II‑1277, σκέψεις 35 και 36· 18 Δεκεμβρίου 1997, T‑57/96, Costantini κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑495 και II‑1293, σκέψεις 28 και 29· 12 Ιουνίου 2001, T‑95/98 DEP, Γκόγκος κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I‑A‑123 και II‑571, σκέψη 24

2.      Σε περίπτωση που δεν ζητήθηκε προηγούμενη άδεια απουσίας ή δεν υπήρξε, τουλάχιστον, προηγούμενη ενημέρωση σχετικά με την απουσία, εκ των υστέρων βεβαίωση που τακτοποιεί την απουσία του υπαλλήλου επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση ασθενείας ή ατυχήματος βάσει του άρθρου 60 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΥΚ)· εν πάση περιπτώσει ακόμη και αν υπάρχει βεβαίωση ex post, η αρμόδια διοίκηση πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει το δικαίωμα ελέγχου και να εκτιμήσει το βάσιμο της εκ των υστέρων τακτοποιήσεως της απουσίας η οποία θεωρήθηκε παράτυπη.

(βλ. σκέψη 55)

3.      Καίτοι, υπό ορισμένες περιστάσεις, πρακτικές δυσχέρειες ή δεσμεύσεις περί την εμπιστευτικότητα είναι δυνατόν να εμποδίσουν τους εκπροσώπους του προσωπικού να τηρήσουν την υποχρέωση της προηγουμένης άδειας (ή, τουλάχιστον, την υποχρέωση προηγουμένης ενημερώσεως) του ιεραρχικώς προϊσταμένου για την απουσία, όσον αφορά ειδικότερα το ζήτημα της εμπιστευτικότητας και πέρα από το γεγονός ότι πολλά στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες εκπροσώπησης του προσωπικού δεν είναι εμπιστευτικά, ιδίως ο τόπος, οι ώρες και οι μετέχοντες σε επίσημες συνόδους και ότι η υποχρέωση εμπιστευτικότητας αφορά μόνο ένα μέρος των δραστηριοτήτων αυτών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, ακόμα και αν υπάρχουν εμπιστευτικά στοιχεία, ο εκπρόσωπος του προσωπικού μπορεί πάντα να δώσει στον ιεραρχικώς προϊστάμενο γενικές, μη εμπιστευτικές πληροφορίες, όπως την προβλεπόμενη διάρκεια μιας συνόδου.

Εξάλλου, η γενική και αόριστη γνώση των δραστηριοτήτων του υπαλλήλου για την εκπροσώπηση του προσωπικού από την υπηρεσία στην οποία έχει τοποθετηθεί δεν ισοδυναμεί με προηγουμένη ενημέρωση ούτε, κατά μείζονα λόγο, με προηγουμένη άδεια του ιεραρχικώς προϊσταμένου.

(βλ. σκέψεις 57 και 58)

4.      Στην περίπτωση υπαλλήλου που ανήκει σε δύο ιεραρχικές δομές, η πρώτη των οποίων είναι η της εκπροσωπήσεως του προσωπικού που αφορά τις δραστηριότητές του ως συνδικαλιστικού εκπροσώπου και η δεύτερη αυτή της υπηρεσίας στην οποία έχει τοποθετηθεί, η εκπροσώπηση του προσωπικού είναι μεν αρμόδια να ασκήσει έλεγχο των απουσιών του στο πλαίσιο της συνδικαλιστικής αποσπάσεώς του, πλην όμως δεν ισχύει το αυτό και για τις απουσίες που ανάγονται στον χρόνο εργασίας τον οποίο οφείλει να αφιερώνει στην υπηρεσία στην οποία έχει τοποθετηθεί, απουσίες για τις οποίες μόνον η υπηρεσία αυτή είναι αρμόδια.

(βλ. σκέψη 59)