Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Budai Központi Kerületi Bíróság (Ουγγαρία) στις 3 Απριλίου 2018 – VE κατά WD

(Υπόθεση C-227/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Budai Központi Kerületi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: VE

Εναγομένη: WD

Προδικαστικά ερωτήματα

Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς ότι το ποσό των δόσεων αποπληρωμής οι οποίες πρέπει να καταβάλλονται σύμφωνα με τη σύμβαση δανείου μπορεί να είναι ανώτερο από το ποσό των εισοδημάτων του καταναλωτή, όπως αυτά έχουν υπολογιστεί κατόπιν εξετάσεως του αξιόχρεου του από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ή ότι μπορεί να ανέλθει σε πολύ μεγαλύτερο [από το συνομολογηθέν] μέρος των εισοδημάτων αυτών, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι ο κρίσιμος εθνικός κανόνας επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;

Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς ότι η σύμβαση δανείου δεν θέτει κανενός είδους ανώτατο όριο στις διακυμάνσεις του επιτοκίου, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;

Δύναται η οδηγία 93/131 , συγκεκριμένα, η τελευταία αιτιολογική της σκέψη, το σημείο 1, στοιχείο ξ΄, του παραρτήματός της, και τα άρθρα της 3, παράγραφος 3, και 6, παράγραφος 1, να ερμηνευθεί υπό την έννοια –λαμβανομένης ιδίως υπόψη της καθιερωθείσας, μεταξύ άλλων, με την απόφαση C-42/15 προϋποθέσεως, κατά την οποία απαιτούνται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για την προστασία των καταναλωτών– ότι αντίκεινται στο δίκαιο της Ένωσης νομολογία, νομική ερμηνεία ή νομοθετική διάταξη κράτους μέλους δυνάμει των οποίων η έννομη συνέπεια (η πλήρης ακυρότητα λόγω παραβάσεως νομικού κανόνα, ή ενδεχομένως αποζημίωση ή άλλη συνέπεια αναγόμενη σε οποιονδήποτε άλλο νομικό λόγο) που, στο εν λόγω κράτος μέλος, επιφυλάσσεται σε πιστοληπτική αξιολόγηση η οποία δεν είναι επισταμένη, εξαντλητική, προστατευτική για τον καταναλωτή και επιμελής (παραδείγματος χάριν, λόγω μη εξετάσεως του ενδεχόμενου συναλλαγματικού κινδύνου ο οποίος συνίσταται σε αξιοσημείωτη αύξηση των δόσεων αποπληρωμής καθώς και του αρχικού κεφαλαίου) είναι περισσότερο δυσμενής για τον καταναλωτή απ’ ό,τι η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (restitutio in integrum), διά της οποίας ο καταναλωτής απαλλάσσεται από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, ήτοι από την αύξηση των δόσεων αποπληρωμής συνεπεία των διακυμάνσεων του συναλλάγματος, και, κατά περίπτωση, του δίδεται η δυνατότητα τμηματικής καταβολής του υπολειπόμενου κεφαλαίου;

Όσον αφορά την ερμηνεία της δυνατότητας λήψεως γνώσεως του συνόλου των ρητρών στις οποίες γίνεται αναφορά στην εικοστή αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/13 και των απαιτήσεων σαφήνειας και ενάργειας που θεσπίζονται στα άρθρα 4, παράγραφος 2, και 5 της ίδιας οδηγίας, μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι αντίστοιχες συμβατικές ρήτρες δεν έχουν καταχρηστικό χαρακτήρα στην περίπτωση που στη σύμβαση δανείου ορίζεται συγκεκριμένο βασικό στοιχείο (παραδείγματος χάριν, το αντικείμενο της συμβάσεως, ήτοι το ποσό του δανείου, οι δόσεις αποπληρωμής και το επιτόκιο δανεισμού), με ενημερωτικό απλώς χαρακτήρα, χωρίς να διευκρινίζεται εάν η πληροφορία που κοινοποιείται για ενημερωτικούς σκοπούς είναι ή όχι νομικά δεσμευτική για τους συμβαλλομένους;

____________

1 Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ 1993, L 95, σ. 29).