Language of document : ECLI:EU:F:2010:134

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
(πρώτο τμήμα)

της 28ης Οκτωβρίου 2010

Υπόθεση F-84/08

Maria Concetta Cerafogli

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

«Υπαλληλική υπόθεση — Προσωπικό της ΕΚΤ — Αγωγή με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που προκύπτει ευθέως από το παράνομο των όρων απασχολήσεως και των κανόνων που εφαρμόζονται στο προσωπικό — Αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου ΔΔ — Απαράδεκτο — Απαλλαγή από τα καθήκοντα λόγω εκπροσωπήσεως του προσωπικού — Μη προσαρμογή του φόρτου εργασίας — Πταίσμα»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 36.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΚ, με την οποία η M. C. Cerafogli ζητεί να καταδικαστεί η ΕΚΤ να της καταβάλει αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας την οποία θεωρεί ότι υπέστη συνεπεία, κυρίως, της αρνήσεως της ΕΚΤ να αναγνωρίσει ουσιαστικό ρόλο στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, της εις βάρος της διακρίσεως λόγω, ιδίως, του ότι είναι μέλος της επιτροπής προσωπικού, καθώς και της μη προσαρμογής του φόρτου εργασίας της ώστε να ληφθεί υπόψη η απαλλαγή της από τα καθήκοντά της για λόγους εκπροσωπήσεως του προσωπικού.

Απόφαση: Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καταδικάζεται να καταβάλει στην M. C. Cerafogli το ποσό των 5 000 ευρώ. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καταδικάζεται τόσο στα δικαστικά της έξοδα όσο και στο ένα τρίτο των εξόδων της M. C. Cerafogli. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα φέρει τα δύο τρίτα των δικαστικών της εξόδων.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας — Προσφυγή — Προσφυγή κατά πράξεως γενικού περιεχομένου — Απαράδεκτο

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Πρωτόκολλο για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 36.2 Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90· όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 41 και 42)

2.      Υπάλληλοι — Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας — Προσφυγή — Προσφυγή ακυρώσεως ασκηθείσα εκπροθέσμως — Αγωγή αποζημιώσεως σκοπούσα το αυτό ακριβώς αποτέλεσμα — Απαράδεκτο

(Πρωτόκολλο για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 36.2· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91· όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρο 42)

3.      Υπάλληλοι — Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας — Προσφυγή — Αγωγή αποζημιώσεως συνδεόμενη άμεσα με προσφυγή ακυρώσεως

(Όροι απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 41 και 42· κανόνες διέποντες το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρθρα 8.1 έως 8.3.2)

4.      Υπάλληλοι — Υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας — Εκπροσώπηση — Προστασία των εκπροσώπων των εργαζομένων

1.      Όπως προκύπτει από τα άρθρα 41 και 42 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ είναι αρμόδια για την εκδίκαση των αφορωσών τη διοίκηση και τους υπαλλήλους προσφυγών που ασκούνται δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ και του άρθρου 90 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ), τα δικαστήρια της Ένωσης δεν είναι αρμόδια για την εκδίκαση των προσφυγών που ασκούνται στο πλαίσιο του άρθρου 36.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας παρά μόνο καθόσον αυτές αφορούν ατομικές πράξεις. Αντίθετα, δεν μπορούν να επιλαμβάνονται προσφυγών που αφορούν πράξεις γενικού περιεχομένου, όπως είναι οι ως άνω όροι απασχολήσεως ή οι κανόνες που διέπουν το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είτε οι εν λόγω προσφυγές αποσκοπούν στην ακύρωση των πράξεων αυτών είτε αποσκοπούν στο να καταδικαστεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αποκαταστήσει τις ζημίες που είναι το άμεσο αποτέλεσμα του παράνομου χαρακτήρα των πράξεων αυτών.

(βλ. σκέψη 45)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 11 Δεκεμβρίου 2001, T‑20/01, Cerafogli κ.λπ. κατά ΕΚΤ, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I‑A‑235 και II‑1075, σκέψη 35

2.      Πρέπει να εφαρμόζεται, κατ’ αναλογίαν, στις προσφυγές που ασκούνται από υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει του άρθρου 36.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καθώς και του άρθρου 42 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η νομολογία που αφορά τον ΚΥΚ σύμφωνα με την οποία αγωγή αποζημιώσεως είναι απαράδεκτη εφόσον ο υπάλληλος επιδιώκει αποτέλεσμα τα οποίο ταυτίζεται με αυτό που θα είχε, εφόσον ευδοκιμούσε, προσφυγή ακυρώσεως την οποία δεν άσκησε εμπρόθεσμα. Υπάλληλος ο οποίος παρέλειψε να ασκήσει, εντός των προθεσμιών που τάσσουν τα άρθρα 90 και 91 του ΚΥΚ, προσφυγή ακυρώσεως βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως δεν μπορεί, μέσω αιτήσεως αποκαταστάσεως της ζημίας που προκάλεσε η εν λόγω πράξη, να θεραπεύσει την παράλειψη αυτή και να επιτύχει, κατά τον τρόπο αυτό, την έναρξη νέων προθεσμιών για την άσκηση προσφυγής.

(βλ. σκέψη 50)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 14 Φεβρουαρίου 1989, 346/87, Bossi κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 303, σκέψη 32

ΓΔΕΕ: 13 Ιουλίου 1993, T‑20/92, Moat κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. II‑799, σκέψη 46· 28 Ιουνίου 2005, T‑147/04, Ross κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑171 και II‑771, σκέψη 48

3.      Ενώ, κατά το άρθρο 8.2 των κανόνων που διέπουν το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπάλληλος της Τράπεζας δεν μπορεί να ασκήσει ένδικη προσφυγή εφόσον δεν έχει εξαντλήσει την προ αυτής προβλεπόμενη διοικητική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει δύο στάδια, ήτοι αίτηση διοικητικής εξετάσεως και κατόπιν προηγούμενη διοικητική ένσταση, καμία διάταξη των άρθρων 41 και 42 των όρων απασχολήσεως του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ούτε διάταξη των άρθρων 8.1 έως 8.3.2 των κανόνων που διέπουν το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επιβάλλει ειδική διαδικασία υποβολή σχετικού αιτήματος, προγενέστερη των δύο αυτών σταδίων, στην περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί προηγουμένως από την Τράπεζα καμία δεκτική προσφυγής απόφαση.

Κατά συνέπεια, αγωγή αποζημιώσεως συνδεόμενη με προσφυγή ακυρώσεως ασκείται παραδεκτώς ακόμη και αν ο ενάγων δεν υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πριν υποβάλει την αίτησή του για προηγούμενη διοικητική εξέταση, αίτηση με αντικείμενο την αποκατάσταση της εν λόγω ζημίας.

(βλ. σκέψεις 54 και 55)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 16 Σεπτεμβρίου 2009, F‑130/07, Vinci κατά ΕΚΤ, Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ.  I‑A‑1‑307 και II‑A‑1‑1651, σκέψη 51

4.      Καθόσον δεν προσαρμόζει τον φόρτο εργασίας ενός μέλους του προσωπικού της ούτως ώστε να λάβει υπόψη την απαλλαγή από τα καθήκοντά του που του χορηγήθηκε προκειμένου να ασκήσει καθήκοντα εκπροσωπήσεως των εργαζομένων, πράγμα που μπορεί να εμποδίζει το εν λόγω μέλος του προσωπικού να εκπληρώσει υπό απολύτως ικανοποιητικές συνθήκες τα εν λόγω καθήκοντα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαπράττει πταίσμα ικανό να θεμελιώσει ευθύνη της.

(βλ. σκέψη 58)