Language of document : ECLI:EU:C:2019:1078

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 12ης Δεκεμβρίου 2019 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Επείγουσα προδικαστική διαδικασία – Αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως – Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ – Άρθρο 6, παράγραφος 1 – Έννοια του όρου “δικαστική αρχή έκδοσης” – Κριτήρια – Ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως που εκδόθηκε από την εισαγγελία κράτους μέλους στο πλαίσιο ποινικής διώξεως»

Στην υπόθεση C‑625/19 PPU,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το rechtbank Amsterdam (πλημμελειοδικείο Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 22ας Αυγούστου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Αυγούστου 2019, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτελέσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εις βάρος του

XD,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, M. Safjan, L. Bay Larsen, C. Toader (εισηγήτρια) και N. Jääskinen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: M. Ferreira, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 24ης Οκτωβρίου 2019,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο XD, εκπροσωπούμενος από τον D. Bektesevic και την T. E. Korff, advocaten,

–        η Openbaar Ministerie, εκπροσωπούμενη από τον K. van der Schaft και την N. Bakkenes,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. K. Bulterman και τον J. Langer,

–        η Ιρλανδία, εκπροσωπούμενη από τις G. Hodge και M. Browne, επικουρούμενες από τον R. Kennedy, SC,

–        η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Aguilera Ruiz,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Daniel και A.‑L. Desjonquères,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από την L. Fiandaca, avvocato dello Stato,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. Pere,

–        η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Falk, C. Meyer-Seitz, H. Shev, J. Lundberg και H. Eklinder,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την S. Grünheid και τον R. Troosters,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Νοεμβρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ 2002, L 190, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009 (ΕΕ 2009, L 81, σ. 24) (στο εξής: απόφαση-πλαίσιο 2002/584).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της εκτελέσεως, στις Κάτω Χώρες, ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εκδοθέντος στις 27 Μαΐου 2019 από την Åklagarmyndigheten (εισαγγελική αρχή, Σουηδία) στο πλαίσιο ποινικής διώξεως κατά του XD.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 5, 6, 10 και 12 της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584 έχουν ως εξής:

«(5)      Ο στόχος που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, να αποτελέσει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, συνεπάγεται την κατάργηση της έκδοσης μεταξύ κρατών μελών και την αντικατάστασή της από σύστημα παράδοσης μεταξύ δικαστικών αρχών. Εξάλλου, η εισαγωγή ενός νέου απλουστευμένου συστήματος παράδοσης προσώπων που έχουν καταδικαστεί ή είναι ύποπτα, προς το σκοπό της εκτέλεσης καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων ή ποινικής δίωξης επιτρέπει να αρθούν η πολυπλοκότητα και το ενδεχόμενο καθυστερήσεων που είναι εγγενή στις ισχύουσες διαδικασίες έκδοσης. Οι κλασικές σχέσεις συνεργασίας που ισχύουν μέχρι σήμερα μεταξύ κρατών μελών θα πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε σύστημα ελεύθερης κυκλοφορίας τόσο των προδικαστικών όσο και των οριστικών ποινικών αποφάσεων, σε ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

(6)      Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης το οποίο προβλέπει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αποτελεί την πρώτη περίπτωση συγκεκριμένης εφαρμογής, στον τομέα του ποινικού δικαίου, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης που έχει χαρακτηρισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως “ακρογωνιαίος λίθος” της δικαστικής συνεργασίας.

[…]

(10)      Ο μηχανισμός του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης βασίζεται σε υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών. Η εφαρμογή του εν λόγω μηχανισμού δύναται να ανασταλεί μόνον στην περίπτωση σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος των αρχών που διατυπώνονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 [ΕΕ], η οποία διαπιστώνεται από το Συμβούλιο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 [ΕΕ] με τις συνέπειες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου.

[…]

(12)      Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 [ΕΕ] και εκφράζονται στον Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης […], ιδίως δε στο κεφάλαιο VI αυτού. […]»

4        Το άρθρο 1 της εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου, το οποίο επιγράφεται «Ορισμός και υποχρέωση εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει τα εξής:

«1.      Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι δικαστική απόφαση η οποία εκδίδεται από κράτος μέλος προς το σκοπό της σύλληψης και της παράδοσης από άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής ή μέτρου στερητικών της ελευθερίας.

2.      Τα κράτη μέλη εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

3.      H παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση της υποχρέωσης σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 6 [ΣΕΕ].»

5        Το άρθρο 2 της εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου, το οποίο τιτλοφορείται «Πεδίο εφαρμογής του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

«Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης μπορεί να εκδίδεται για πράξεις που τιμωρούνται από το δίκαιο του κράτους μέλους έκδοσης του σχετικού εντάλματος (εφεξής καλούμενο “κράτος έκδοσης του εντάλματος”) με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον δώδεκα μηνών ή, εάν έχει ήδη επιβληθεί ποινή ή μέτρο ασφαλείας, για απαγγελθείσες καταδίκες διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων μηνών.»

6        Κατά το άρθρο 6 της ίδιας αποφάσεως-πλαισίου, το οποίο επιγράφεται «Προσδιορισμός των αρμόδιων αρχών»:

«1.      Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος είναι η δικαστική αρχή του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος που είναι αρμόδια για την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως δυνάμει του δικαίου αυτού του κράτους.

2.      Η δικαστική αρχή εκτέλεσης είναι η δικαστική αρχή του κράτους μέλους εκτέλεσης που είναι αρμόδια να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δυνάμει του δικαίου αυτού του κράτους.

3.      Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου σχετικά με τη δικαστική αρχή που είναι αρμόδια σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.»

 Το σουηδικό δίκαιο

 Ο RB

7        Το κεφάλαιο 24 του rättegångsbalken (κώδικα δικονομίας, στο εξής: RB) ορίζει τους κανόνες σχετικά με την προσωρινή κράτηση.

8        Κατά το άρθρο 13 του κεφαλαίου αυτού, μόλις ο εισαγγελέας ζητήσει την προσωρινή κράτηση, το δικαστήριο οφείλει να διεξαγάγει ακροαματική διαδικασία για να αποφανθεί επ’ αυτής, στην οποία καλούνται να παραστούν ο φερόμενος ως δράστης του αδικήματος και ο συνήγορός του.

9        Κατά το άρθρο 17, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κεφαλαίου, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την προσωρινή κράτηση ερήμην του φερομένου ως δράστη του αδικήματος.

10      Από τις διατάξεις του άρθρου 20, πρώτο εδάφιο, σημείο 2, του κεφαλαίου 24 του RB προκύπτει ότι το επιληφθέν δικαστήριο έχει την υποχρέωση να άρει πάραυτα την προσωρινή κράτηση αν το μέτρο αυτό δεν δικαιολογείται πλέον. Κατά το άρθρο 20, δεύτερο εδάφιο, του κεφαλαίου αυτού, καθ’ όλη τη διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως, ο εισαγγελέας έχει την υποχρέωση να εξετάζει αν το μέτρο αυτό είναι σύμφωνο προς την αρχή της αναλογικότητας και μπορεί να το άρει αυτεπαγγέλτως πριν από την τυχόν απαγγελία κατηγοριών.

11      Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κεφαλαίου 52 του RB, η απόφαση περί της πρωτοδίκως διαταχθείσας προσωρινής κρατήσεως μπορεί να εφεσιβληθεί άνευ χρονικού περιορισμού. Η δε απόφαση επί της εφέσεως μπορεί να υποβληθεί στον έλεγχο του Högsta domstolen (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Σουηδία) άνευ χρονικού περιορισμού, δυνάμει του άρθρου 1 του κεφαλαίου 56 του RB.

 Η κανονιστική απόφαση (2003:1178)

12      Η Förordning (2003:1178) om överlämnande till Sverige enligt en europeisk arresteringsorder [κανονιστική απόφαση (2003:1178) περί παραδόσεως [προσώπων] στη Σουηδία κατ’ εφαρμογήν ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως] (SFS 2003, αριθ. 1178) μετέφερε στη σουηδική έννομη τάξη την απόφαση‑πλαίσιο 2002/584.

13      Κατά το άρθρο 2 της κανονιστικής αποφάσεως (2003:1178), ο εισαγγελέας εκδίδει το ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως είτε για την άσκηση ποινικής διώξεως είτε για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου.

14      Είναι δυνατή η έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως για την άσκηση ποινικής διώξεως, σύμφωνα με το άρθρο 3 της κανονιστικής αποφάσεως αυτής, όταν έχει εκδοθεί ένταλμα προσωρινής κρατήσεως του εκζητούμενου προσώπου για τον λόγο ότι υπάρχουν ισχυρές υπόνοιες ότι διέπραξε αδίκημα που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή ίση ή μεγαλύτερη του ενός έτους.

15      Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω κανονιστικής αποφάσεως, ο εισαγγελέας μπορεί να εκδώσει ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως μόνον κατόπιν εκτιμήσεως του ζητήματος αν η βλάβη που ενδέχεται να προκύψει για τον ενδιαφερόμενο, οι προθεσμίες και τα έξοδα για τη διαδικασία που αυτό συνεπάγεται μπορούν να δικαιολογηθούν υπό το πρίσμα της φύσεως και της σοβαρότητας του αδικήματος καθώς και άλλων περιστάσεων.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

16      Στις 27 Μαΐου 2019, η σουηδική εισαγγελική αρχή εξέδωσε ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως κατά του XD, για τον οποίον υπήρχαν υπόνοιες ότι είχε συμμετάσχει, στο πλαίσιο εγκληματικής οργανώσεως, σε παραβάσεις της νομοθεσίας περί ναρκωτικών στο έδαφος διαφόρων κρατών, περιλαμβανομένης της Σουηδίας.

17      Το ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως εκδόθηκε σε εκτέλεση αποφάσεως περί προσωρινής κρατήσεως, την οποία εξέδωσε την ίδια ημέρα το Göteborgs tingsrätt (πλημμελειοδικείο Γκαίτεμποργκ, Σουηδία).

18      Την επομένη, ήτοι στις 28 Μαΐου 2019, ο XD συνελήφθη στις Κάτω Χώρες βάσει του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

19      Τη μεθεπομένη, ήτοι στις 29 Μαΐου 2019, η Openbaar Ministerie (εισαγγελική αρχή, Κάτω Χώρες) ζήτησε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23 του Overleveringswet (νόμου περί παραδόσεως), της 29ης Απριλίου 2004, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, από το rechtbank Amsterdam (πλημμελειοδικείο Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες) την εξέταση του εν λόγω ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

20      Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει, αφενός, ότι, όπως προκύπτει από τις πληροφορίες που παρέσχον οι σουηδικές αρχές στο πλαίσιο της κύριας δίκης, τα μέλη της εισαγγελικής αρχής στη Σουηδία μετέχουν στην απονομή της δικαιοσύνης και ενεργούν με ανεξαρτησία, χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο να υπόκεινται, άμεσα ή έμμεσα, σε εντολές ή οδηγίες σε συγκεκριμένη υπόθεση εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας.

21      Αφετέρου, μολονότι η σουηδική νομοθεσία για το ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως δεν προβλέπει τη δυνατότητα ασκήσεως ένδικου μέσου κατά της αποφάσεως περί εκδόσεως ενός τέτοιου εντάλματος, εντούτοις το δικαστήριο αυτό εκθέτει ότι από τις πληροφορίες που διαβίβασαν οι σουηδικές αρχές μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο αναλογικός χαρακτήρας της εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εξετάζεται όταν λαμβάνεται η απόφαση περί προσωρινής κρατήσεως η οποία προηγείται του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

22      Εξάλλου, εν προκειμένω, κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Göteborgs tingsrätt (πλημμελειοδικείου Γκαίτεμποργκ) για την κράτηση του XD, οι ανταλλαγές επιχειρημάτων αφορούσαν και την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως προκειμένου να τεθεί ο ΧΔ στη διάθεση των σουηδικών αρχών. Ως εκ τούτου, το δικαστήριο αυτό εξέτασε τον αναλογικό χαρακτήρα της εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως όταν αποφάσισε να διατάξει την προσωρινή κράτηση του XD.

23      Λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων αυτών, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εκτίμηση του δικαστή κατά την έκδοση της εθνικής δικαστικής αποφάσεως, πριν από την απόφαση της εισαγγελίας περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, η οποία αφορά ιδίως τον αναλογικό χαρακτήρα της εκδόσεως του εν λόγω εντάλματος, είναι σύμφωνη, κατ’ ουσίαν, προς τις απαιτήσεις που εκτίθενται στη σκέψη 75 της αποφάσεως της 27ης Μαΐου 2019, OG και PI (Εισαγγελίες του Lübeck και του Zwickau) (C-508/18 και C-82/19 PPU, EU:C:2019:456), κατά την οποία απόφαση της εισαγγελικής αρχής περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως πρέπει να μπορεί να προσβληθεί με ένδικο μέσο το οποίο να ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις που είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία.

24      Συναφώς, το δικαστήριο αυτό υπογραμμίζει ότι, μολονότι, εν προκειμένω, το εθνικό και το ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως είχαν εκδοθεί την ίδια ημέρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μεσολαβεί, μεταξύ της εκδόσεως εθνικής δικαστικής αποφάσεως και της εκτιμήσεως του αναλογικού χαρακτήρα της εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, αφενός, και του χρονικού σημείου της πραγματικής εκδόσεως του τελευταίου αυτού εντάλματος, αφετέρου, ορισμένο χρονικό διάστημα κατά το οποίο να ανακύπτουν νέα πραγματικά περιστατικά που επηρεάζουν την έκδοση του εν λόγω ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως. Σε μια τέτοια περίπτωση, η εκτίμηση από τον δικαστή, πριν από την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, θα μπορούσε να μην προσφέρει αποτελεσματική δικαστική προστασία κατά του δυσανάλογου χαρακτήρα της εκδόσεως του εν λόγω εντάλματος.

25      Υπό τις συνθήκες αυτές, το rechtbank Amsterdam (πλημμελειοδικείο Άμστερνταμ) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Μπορεί εισαγγελέας μετέχων στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στο κράτος μέλος εκδόσεως, ο οποίος κατά την άσκηση των καθηκόντων του που συνδέονται άμεσα με την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως ενήργησε ανεξάρτητα και εξέδωσε ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως, να θεωρηθεί “δικαστική αρχή έκδοσης” κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως-πλαισίου [2002/584], εάν πριν από τη λήψη της αποφάσεως του εισαγγελέα για έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως είχαν ελεγχθεί από δικαστή στο κράτος μέλος εκδόσεως οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως και ιδίως ο αναλογικός χαρακτήρας του;»

 Επί της επείγουσας διαδικασίας

26      Στις 17 Σεπτεμβρίου 2019, το πρώτο τμήμα του Δικαστηρίου αποφάσισε, κατόπιν προτάσεως του εισηγητή δικαστή και αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να υπαγάγει την υπόθεση C-625/19 PPU στην επείγουσα προδικαστική διαδικασία.

27      Συγκεκριμένα, αφού επισήμανε ότι η προδικαστική παραπομπή αφορούσε την ερμηνεία της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, η οποία εμπίπτει στον τίτλο V του τρίτου μέρους της Συνθήκης ΛΕΕ, ο οποίος αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και μπορούσε επομένως, όπως ζήτησε το αιτούν δικαστήριο, να εκδικαστεί με την επείγουσα προδικαστική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 23α του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 107 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το πρώτο τμήμα του Δικαστηρίου στηρίχθηκε στο γεγονός ότι ο XD τελούσε, από τις 28 Μαΐου 2019, υπό κράτηση με σκοπό την έκδοσή του, εν αναμονή της αποφάσεως σχετικά με την εκτέλεση του εκδοθέντος εις βάρος του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως και ότι η συνέχιση της κρατήσεώς του εξηρτάτο από την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

28      Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της κατά το άρθρο 267 ΣΛΕΕ συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, στο Δικαστήριο εναπόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, eco cosmetics και Raiffeisenbank St. Georgen, C‑119/13 και C-120/13, EU:C:2014:2144, σκέψη 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

29      Εν προκειμένω, με το προδικαστικό του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο φαίνεται να εκκινεί από την παραδοχή ότι ο χαρακτηρισμός μιας αρχής ως δικαστικής αρχής εκδόσεως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από την ύπαρξη δικαστικού ελέγχου της αποφάσεως περί εκδόσεως του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

30      Εντούτοις, η ύπαρξη δικαστικού ελέγχου της αποφάσεως περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, ληφθείσας από άλλη αρχή πλην δικαστηρίου, δεν συνιστά προϋπόθεση προκειμένου η αρχή αυτή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως δικαστική αρχή εκδόσεως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584. Μια τέτοια απαίτηση δεν εμπίπτει στους καταστατικούς και θεσμικούς κανόνες της εν λόγω αρχής, αλλά αφορά τη διαδικασία εκδόσεως του εντάλματος (σημερινή απόφαση, JR και YC, C-566/19 PPU και C-626/19 PPU, σκέψη 48).

31      Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από την απόφαση της 27ης Μαΐου 2019, PF (Γενικός εισαγγελέας της Λιθουανίας) (C-509/18, EU:C:2019:457), στην οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι ο γενικός εισαγγελέας κράτους μέλους ο οποίος, ενώ είναι θεσμικά ανεξάρτητος από τη δικαστική εξουσία, είναι αρμόδιος για την άσκηση ποινικών διώξεων, τελεί δε υπό νομικό καθεστώς, εντός του συγκεκριμένου κράτους μέλους, το οποίο του παρέχει εγγυήσεις ανεξαρτησίας από την εκτελεστική εξουσία στο πλαίσιο της εκδόσεως του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, πρέπει να χαρακτηρίζεται ως δικαστική αρχή εκδόσεως, κατά την έννοια της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, και άφησε στο αιτούν δικαστήριο τη μέριμνα να εξακριβώσει αν, επιπλέον, οι αποφάσεις του εν λόγω εισαγγελέα μπορούν να προσβληθούν με ένδικο μέσο το οποίο να ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις που είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία.

32      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η αρμοδιότητα εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως ανατίθεται σε αρχή η οποία, μολονότι μετέχει στην απονομή της δικαιοσύνης του εν λόγω κράτους μέλους, δεν είναι η ίδια δικαιοδοτικό όργανο, οι απαιτήσεις που είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία πληρούνται αν, πριν από τη λήψη της αποφάσεως της αρχής αυτής περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, τις προϋποθέσεις εκδόσεως του εντάλματος αυτού και, ιδίως, την αναλογικότητά της έχει εκτιμήσει δικαστής.

33      Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται συναφώς ότι τόσο η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών όσο και η αρχή της αμοιβαίας αναγνωρίσεως, η οποία εδράζεται με τη σειρά της στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών αυτών, έχουν θεμελιώδη σημασία στο δίκαιο της Ένωσης, δεδομένου ότι καθιστούν δυνατή τη δημιουργία και διατήρηση ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα. Ειδικότερα, η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ιδίως όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, επιβάλλει σε καθένα από τα κράτη μέλη να δέχεται, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, ότι όλα τα λοιπά κράτη μέλη τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ειδικότερα, ότι σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα που είναι αναγνωρισμένα από το δίκαιο αυτό [απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Minister for Justice and Equality (Ελλείψεις του δικαστικού συστήματος), C‑216/18 PPU, EU:C:2018:586, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

34      Πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι η απόφαση-πλαίσιο 2002/584, όπως προκύπτει από την αιτιολογική της σκέψη 6, αποτελεί την πρώτη περίπτωση συγκεκριμένης εφαρμογής στον τομέα του ποινικού δικαίου της αρχής της αμοιβαίας αναγνωρίσεως των δικαστικών αποφάσεων, η οποία καθιερώνεται με το άρθρο 82, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 31 ΕΕ βάσει του οποίου εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο. Έκτοτε, θεσπίστηκαν προοδευτικά νομικές πράξεις αφορώσες τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, πράξεις των οποίων η συντονισμένη εφαρμογή έχει ως σκοπό να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των κρατών μελών προς τις αντίστοιχες εθνικές έννομες τάξεις, με σκοπό τη διασφάλιση της αναγνωρίσεως και της εκτελέσεως των ποινικών αποφάσεων εντός της Ένωσης προκειμένου να αποφευχθεί η ατιμωρησία των δραστών αξιόποινων πράξεων.

35      Η αρχή της αμοιβαίας αναγνωρίσεως, που διαπνέει την όλη οικονομία της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, συνεπάγεται, δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής, ότι τα κράτη μέλη κατ’ αρχήν υποχρεούνται να εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως (απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2010, Mantello, C‑261/09, EU:C:2010:683, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

36      Πράγματι, κατά τις διατάξεις της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, τα κράτη μέλη μπορούν να αρνούνται την εκτέλεση ενός τέτοιου εντάλματος μόνο στις περιπτώσεις υποχρεωτικής μη εκτελέσεως που προβλέπονται στο άρθρο της 3 καθώς και στις περιπτώσεις προαιρετικής μη εκτελέσεως που απαριθμούνται στα άρθρα της 4 και 4α. Επιπλέον, η δικαστική αρχή εκτελέσεως μπορεί να εξαρτά την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μόνον από τις προϋποθέσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 5 της εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου (απόφαση της 29ης Ιανουαρίου 2013, Radu, C‑396/11, EU:C:2013:39, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

37      Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η αποτελεσματικότητα και η εύρυθμη λειτουργία του απλουστευμένου συστήματος παραδόσεως προσώπων που έχουν καταδικαστεί ή είναι ύποπτα για παραβάσεις του ποινικού νόμου, το οποίο θεσπίζει η απόφαση-πλαίσιο 2002/584, στηρίζονται στην τήρηση ορισμένων απαιτήσεων που θέτει η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο, το περιεχόμενο των οποίων έχει διευκρινιστεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου.

38      Συναφώς, από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι το σύστημα του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως περιλαμβάνει προστασία σε δύο επίπεδα των δικονομικών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των οποίων πρέπει να απολαύει ο εκζητούμενος, καθόσον, στη δικαστική προστασία που προβλέπεται στο πρώτο επίπεδο, κατά την έκδοση εθνικής αποφάσεως όπως το εθνικό ένταλμα συλλήψεως, προστίθεται η προστασία που πρέπει να εξασφαλίζεται στο δεύτερο επίπεδο, κατά την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, η οποία μπορεί κατά περίπτωση να παρέχεται σε σύντομο χρονικό διάστημα, μετά την έκδοση της εν λόγω εθνικής δικαστικής αποφάσεως [απόφαση της 27ης Μαΐου 2019, OG και PI (Εισαγγελίες του Lübeck και του Zwickau), C-508/18 και C‑82/19 PPU, EU:C:2019:456, σκέψη 67 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

39      Επομένως, όσον αφορά μέτρο το οποίο, όπως η έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, δύναται να θίξει το δικαίωμα του ενδιαφερομένου στην ελευθερία, η προστασία αυτή συνεπάγεται ότι, τουλάχιστον σε ένα από τα δύο επίπεδα της εν λόγω προστασίας, πρέπει να εκδίδεται απόφαση που να ικανοποιεί τις απαιτήσεις οι οποίες είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία [απόφαση της 27 Μαΐου 2019, OG και PI (Εισαγγελίες του Lübeck και του Zwickau), C‑508/18 και C-82/19 PPU, EU:C:2019:456, σκέψη 68].

40      Ειδικότερα, το δεύτερο επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων του θιγόμενου προσώπου προϋποθέτει ότι η δικαστική αρχή εκδόσεως του εντάλματος ελέγχει αν έχουν τηρηθεί οι αναγκαίες για την έκδοσή του προϋποθέσεις και εξετάζει με αντικειμενικότητα, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενοχοποιητικά και τα απαλλακτικά στοιχεία, και χωρίς να είναι εκτεθειμένη στον κίνδυνο να υπόκειται, μεταξύ άλλων, σε εξωτερικές οδηγίες, ιδίως εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας, εάν η έκδοση του εν λόγω εντάλματος είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας [πρβλ. απόφαση της 27ης Μαΐου 2019, OG και PI (Εισαγγελίες του Lübeck και του Zwickau), C-508/18 και C‑82/19 PPU, EU:C:2019:456, σκέψεις 71 και 73].

41      Επιπλέον, όταν το δίκαιο του κράτους μέλους εκδόσεως του εντάλματος απονέμει την αρμοδιότητα εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως σε αρχή η οποία, μολονότι μετέχει στην απονομή της δικαιοσύνης στο εν λόγω κράτος μέλος, δεν είναι η ίδια δικαιοδοτικό όργανο, η απόφαση περί εκδόσεως ενός τέτοιου εντάλματος και, ιδίως, ο αναλογικός χαρακτήρας της αποφάσεως αυτής πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, στο εν λόγω κράτος μέλος, ο οποίος να ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις που είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία [απόφαση της 27ης Μαΐου 2019, OG και PI (Εισαγγελίες του Lübeck και του Zwickau), C-508/18 και C‑82/19 PPU, EU:C:2019:456, σκέψη 75].

42      Το ένδικο μέσο το οποίο ασκείται κατά της αποφάσεως περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως που έχει ληφθεί από αρχή η οποία, μολονότι μετέχει στην απονομή της δικαιοσύνης και απολαύει της απαιτούμενης ανεξαρτησίας έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, εντούτοις δεν αποτελεί δικαιοδοτικό όργανο έχει ως σκοπό να διασφαλίσει ότι ο δικαστικός έλεγχος της αποφάσεως αυτής και των αναγκαίων προϋποθέσεων για την έκδοση του εν λόγω εντάλματος και, ιδίως, του αναλογικού χαρακτήρα της τηρεί τις απαιτήσεις που είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία.

43      Επομένως, εναπόκειται στα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε οι έννομες τάξεις τους να διασφαλίζουν αποτελεσματικά το επίπεδο δικαστικής προστασίας που απαιτεί η απόφαση-πλαίσιο 2002/584, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου, διά των μέσων παροχής έννομης προστασίας τα οποία θεσπίζουν και τα οποία μπορούν να διαφέρουν από το ένα σύστημα στο άλλο.

44      Ειδικότερα, η θέσπιση αυτοτελούς δικαιώματος ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά της αποφάσεως περί εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, την οποία έλαβε άλλη δικαστική αρχή, μη αποτελούσα δικαστήριο, συνιστά απλώς μια δυνατότητα συναφώς.

45      Πράγματι, η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν του δικονομικούς τους κανόνες στην περίπτωση της εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν ματαιώνεται ο σκοπός αυτής της αποφάσεως-πλαισίου ούτε η τήρηση των απαιτήσεων που απορρέουν από αυτήν (πρβλ. απόφαση της 30ής Μαΐου 2013, F, C-168/13 PPU, EU:C:2013:358, σκέψη 53).

46      Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, η έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως στηρίζεται κατ’ ανάγκην, στη σουηδική έννομη τάξη, σε απόφαση διατάσσουσα την προσωρινή κράτηση του ενδιαφερομένου, απόφαση η οποία εκδίδεται από δικαστήριο.

47      Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει εξάλλου ότι από τις πληροφορίες που του διαβίβασαν οι σουηδικές αρχές προκύπτει ότι, προκειμένου να αποδειχθεί η ανάγκη να διαταχθεί η προσωρινή κράτηση, εναπόκειται στο αρμόδιο δικαστήριο να εκτιμήσει και την αναλογικότητα άλλων μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν, όπως είναι η έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

48      Επιπλέον, κατά τη Σουηδική Κυβέρνηση, κατά την εξέταση της αναγκαιότητας να διαταχθεί το μέτρο της προσωρινής κρατήσεως προσώπου που είναι ύποπτο για παράβαση του ποινικού νόμου, το δικαστήριο αυτό πρέπει πάντοτε να εξετάζει αν ένα τέτοιο μέτρο είναι σύμφωνο προς την αρχή της αναλογικότητας. Αν το πρόσωπο που είναι ύποπτο για την τέλεση αξιόποινης πράξεως διαφεύγει ή δεν διαμένει στο έδαφος του κράτους μέλους εκδόσεως του εντάλματος, ο μόνος λόγος για τον οποίο ο εισαγγελέας ζητεί από το δικαστήριο να εκδώσει ένταλμα συλλήψεως κατά του προσώπου αυτού έγκειται στην ανάγκη εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως. Κατά συνέπεια, η εξέταση του αναλογικού χαρακτήρα στην οποία το δικαστήριο αυτό θα πρέπει να προβεί στο πλαίσιο της εξετάσεως της αναγκαιότητας να διαταχθεί η προσωρινή κράτηση θα αφορά και την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

49      Τούτο φαίνεται ότι έχει συμβεί στην υπόθεση της κύριας δίκης, διότι, όπως προκύπτει από την προδικαστική παραπομπή, στο πλαίσιο των ακροαματικών διαδικασιών ενώπιον των σουηδικών δικαστηρίων με αντικείμενο την κράτηση του XD, οι ανταλλαγές επιχειρημάτων αφορούσαν επίσης την ανάγκη εκδόσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως προκειμένου να γίνει η παράδοση του εκζητούμενου προσώπου στις σουηδικές αρχές.

50      Εξάλλου, η Σουηδική Κυβέρνηση επισήμανε, με τις γραπτές παρατηρήσεις της και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι ο εκζητούμενος βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως έχει το δικαίωμα να εφεσιβάλει την απόφαση με την οποία διατάσσεται η προσωρινή κράτησή του, άνευ χρονικού περιορισμού, ακόμη και μετά την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως και μετά τη σύλληψή του στο κράτος μέλος εκτελέσεως. Εφόσον εξαφανιστεί η απόφαση με την οποία διατάσσεται η προσωρινή κράτηση, επέρχεται αυτομάτως η ακύρωση του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, διότι η έκδοσή του στηρίζεται στην ύπαρξη της αποφάσεως αυτής.

51      Τέλος, η εν λόγω κυβέρνηση επισήμανε ότι κάθε ανώτερο δικαστήριο που επιλαμβάνεται εφέσεως κατά της αποφάσεως με την οποία διατάσσεται η προσωρινή κράτηση προβαίνει επίσης στην εκτίμηση του αναλογικού χαρακτήρα της εκδόσεως του ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως.

52      Η ύπαρξη, στη σουηδική έννομη τάξη, τέτοιων δικονομικών κανόνων επιτρέπει τη διαπίστωση ότι, ακόμη και ελλείψει αυτοτελούς ενδίκου μέσου κατά της αποφάσεως του εισαγγελέα να εκδώσει ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως, οι προϋποθέσεις εκδόσεώς του και, ιδίως, ο αναλογικός χαρακτήρας του μπορούν να ελεγχθούν δικαστικώς στο κράτος μέλος εκδόσεως του εντάλματος, πριν ή ταυτόχρονα με την έκδοσή του, αλλά και μεταγενέστερα.

53      Επομένως, ένα τέτοιο σύστημα ανταποκρίνεται στην απαίτηση αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας.

54      Επιπλέον, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως, η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 εντάσσεται σε ένα συνολικό σύστημα εγγυήσεων σχετικά με την αποτελεσματική δικαστική προστασία προβλεπόμενων από άλλα νομοθετήματα της Ένωσης, τα οποία έχουν θεσπισθεί στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και τα οποία συμβάλλουν στη διευκόλυνση της ασκήσεως των δικαιωμάτων του εκζητουμένου βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως, πριν ακόμη αυτός παραδοθεί στο κράτος μέλος εκδόσεως του εντάλματος.

55      Ειδικότερα, το άρθρο 10 της οδηγίας 2013/48/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και διαδικασίας εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης τρίτου προσώπου σε περίπτωση στέρησης της ελευθερίας του και με το δικαίωμα επικοινωνίας με τρίτα πρόσωπα και με προξενικές αρχές κατά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας (ΕΕ 2013, L 294, σ. 1), επιβάλλει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως να ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μετά τη στέρηση της ελευθερίας, τα πρόσωπα των οποίων ζητείται η παράδοση ότι έχουν το δικαίωμα να διορίζουν δικηγόρο στο κράτος μέλος εκδόσεως του εντάλματος.

56      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, στο προδικαστικό ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 έχει την έννοια ότι οι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία απαιτήσεις των οποίων η τήρηση πρέπει να διασφαλίζεται σε σχέση με πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδίδεται ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως πληρούνται εφόσον, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκδόσεως του εντάλματος, οι προϋποθέσεις εκδόσεως του εντάλματος αυτού και, ιδίως, ο αναλογικός χαρακτήρας της υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο εντός του κράτους μέλους αυτού.

 Επί των δικαστικών εξόδων

57      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

Η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, έχει την έννοια ότι οι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία απαιτήσεις των οποίων η τήρηση πρέπει να διασφαλίζεται σε σχέση με πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδίδεται ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως στο πλαίσιο ποινικής διώξεως πληρούνται εφόσον, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκδόσεως του εντάλματος, οι προϋποθέσεις εκδόσεως του εντάλματος αυτού και, ιδίως, ο αναλογικός χαρακτήρας της υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο εντός του κράτους μέλους αυτού.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.