Language of document :

Προσφυγή της 13ης Ιανουαρίου 2006 - Scafarto κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-6/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Nicola Scafarto (πόλη του Λουξεμβούργου, Λουξεμβούργο) [εκπρόσωπος: A. D'Antuono και G. Somma, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να αναγνωρίσει ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής, δυνάμει του άρθρου 241 ΕΚ, το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων

να ακυρώσει την απόφαση της Αρμόδιας για τους Διορισμούς Αρχής (ΑΔΑ) περί σιωπηρής απορρίψεως της ενστάσεως που υπέβαλε ο προσφεύγων κατά της αποφάσεως 000617 της 17ης Μαρτίου 2005

να ακυρώσει την προπαρατεθείσα απόφαση μόνον κατά το μέρος κατά το οποίο η ΑΔΑ προσέλαβε τον προσφεύγοντα με τον βαθμό Α*6, πρώτο κλιμάκιο, αντί του βαθμού Α*8, πρώτο κλιμάκιο

να υποχρεώσει την καθής να αντικαταστήσει το βαλλόμενο μέρος της προπαρατεθείσας αποφάσεως με νέο δυνάμει του οποίου θα αναγνωρίζεται αναδρομικώς στον προσφεύγοντα ο βαθμός Α*8, πρώτο κλιμάκιο

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει στον προσφεύγοντα όλα τα ποσά που δεν εισέπραξε λόγω της ελλείψεως νομιμότητας των προσβαλλομένων πράξεων, εντόκως

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων, ο οποίος περιελήφθη στον εφεδρικό πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού EUR/A/155/2000 για τους βαθμούς Α6 και Α7, προσελήφθη από την Επιτροπή μετά την έναρξη ισχύος του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων με τον βαθμό Α*6.

Στα πλαίσια της προσφυγής του, ο προσφεύγων ισχυρίζεται πρωτίστως ότι η απόφαση με την οποία καθορίζεται η κατάταξή του παραβιάζει το άρθρο 31 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων.

Ακολούθως, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι εν πάση περιπτώσει η ανωτέρω απόφαση στερείται νομιμότητας στον βαθμό που το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του κανονισμού, ως νομική βάση της, είναι παράνομο λόγω παραβιάσεως των ακολούθων αρχών: ασφάλειας δικαίου, προστασίας της θεμιτής εμπιστοσύνης, απαγορεύσεως των διακρίσεων, ίσης μεταχειρίσεως, ευλογοφανείας και χρηστής διοικήσεως. Τέλος, ο προσφεύγων προσθέτει ότι, επικουρικώς, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης δεν είναι πάντοτε απόλυτη, οποιαδήποτε εξαίρεση και/ή παρέκκλιση πρέπει να δικαιολογείται δεόντως, προϋπόθεση η οποία στην προκειμένη περίπτωση δεν πληρούται.

____________