Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 6 Αυγούστου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 27 Ιουνίου 2019 στην υπόθεση T-20/17, Ουγγαρία κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-596/19 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: V. Bottka και P.-J. Loewenthal)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ουγγαρία και Δημοκρατία της Πολωνίας

Αιτήματα

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2019 στην υπόθεση T-20/17, Ουγγαρία κατά Επιτροπής·

να απορρίψει τον δεύτερο και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως που προβάλλονται με την προσφυγή την οποία άσκησε η Ουγγαρία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, με τους οποίους η Ουγγαρία προβάλλει παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης και κατάχρηση εξουσίας, και να καταδικάσει την Ουγγαρία στο σύνολο των δικαστικών εξόδων τόσο της πρωτόδικης όσο και της αναιρετικής διαδικασίας·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς έκδοση νέας απόφασης επί των μη εξετασθέντων λόγων ακυρώσεων, επιφυλασσόμενο ως προς τα δικαστικά έξοδα τόσο της πρωτόδικης όσο και της αναιρετικής διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο ενήργησε κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ στον βαθμό που διαπίστωσε ότι η δομή των προοδευτικών φορολογικών συντελεστών του ουγγρικού φόρου για τη διαφήμιση δεν ήταν επιλεκτική. Η Επιτροπή στηρίζει την επιχειρηματολογία της σε τρεις δικαιολογητικούς λόγους:

Πρώτον, στις σκέψεις 78 έως 83 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη διαπιστώνοντας ότι η Επιτροπή, όταν προσδιόρισε το σύστημα αναφοράς, απέκλεισε εσφαλμένως τους προοδευτικούς συντελεστές του ουγγρικού φόρου για τη διαφήμιση. Αντιθέτως προς την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, η προσέγγιση την οποία πρότεινε η Επιτροπή με την απόφασή της είναι συμβατή με τη νομολογία. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά τον προσδιορισμό του συστήματος αναφοράς.

Δεύτερον, με τις σκέψεις 84 έως 90 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη διαπιστώνοντας ότι η Επιτροπή προσδιόρισε εσφαλμένως τον σκοπό του φόρου για τη διαφήμιση υπό το πρίσμα του οποίου πρέπει να εξετάζεται η συγκρισιμότητα. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την εκτίμηση της συγκρισιμότητας, κρίσιμος είναι μόνον ο σκοπός του φόρου που αποτελεί αντικείμενο του μέτρου, ήτοι ο φορολογικός σκοπός του μέτρου ο οποίος καθορίζεται από τη γενεσιουργό αιτία του φόρου. Λοιποί σκοποί, όπως, για παράδειγμα, η φοροδοτική ικανότητα, είναι κρίσιμοι μόνο για την εκτίμηση του κατά πόσον μπορεί να δικαιολογηθεί αντικειμενικώς οποιαδήποτε διαφοροποίηση στη φορολόγηση, πάντοτε εφόσον οι εν λόγω σκοποί είναι συμφυείς με τη φύση του φόρου. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον, προκειμένου να προβεί σε εκτίμηση της συγκρισιμότητας, δέχθηκε ότι ο φόρος για τη διαφήμιση έχει αναδιανεμητικό σκοπό.

Τρίτον, είναι εσφαλμένη η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου όπως αποτυπώνεται με τις σκέψεις 91 έως 105 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, κατά την οποία η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη διαπιστώνοντας ότι ο αναδιανεμητικός σκοπός δεν δικαιολογεί τον προοδευτικό χαρακτήρα του φόρου βάσει του κύκλου εργασιών. Η διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου ότι ο ουγγρικός φόρος για τη διαφήμιση δεν εισάγει δυσμενείς διακρίσεις και ότι έχει αναδιανεμητικό σκοπό στηρίζεται στην εσφαλμένη παραδοχή ότι οι επιχειρήσεις με υψηλό κύκλο εργασιών έχουν κατ’ ανάγκη μεγαλύτερα κέρδη από τις επιχειρήσεις με χαμηλότερο κύκλο εργασιών. Εκκινώντας από αυτήν την εσφαλμένη παραδοχή, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο δεχόμενο, προκειμένου να δικαιολογήσει τη διαφοροποίηση που προκύπτει από τη φορολόγηση, σκοπό ο οποίος δεν είναι συμφυής με τη φύση του συγκεκριμένου φόρου. Επιπλέον, στηριζόμενο στην εν λόγω εσφαλμένη παραδοχή, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε αδικαιολόγητη αντιστροφή του βάρους απόδειξης και υποχρέωσε την Επιτροπή να αποδείξει ότι οι φορολογικοί συντελεστές του ουγγρικού φόρου για τη διαφήμιση δεν μπορούν να τύχουν δικαιολόγησης δεδομένου του φερόμενου αναδιανεμητικού σκοπού.

Στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, διαπιστώνοντας ότι η δυνατότητα έκπτωσης του 50 % των ζημιών δεν ήταν επιλεκτική. Κατά πρώτον, το μέτρο δεν είναι συμβατό με το σύστημα αναφοράς του οποίου φέρεται ότι αποτελεί μέρος, καθόσον επιτρέπει την έκπτωση των μεταφερθεισών ζημιών για τους υποκείμενους στον φόρο οι οποίοι υποχρεούνται στην καταβολή του φόρου αναλόγως του κύκλου εργασιών, πράγμα το οποίο δεν ανταποκρίνεται στα κέρδη της εταιρίας. Κατά δεύτερον, το μέτρο δεν είναι γενικού χαρακτήρα, αντιθέτως προς τις διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου, και δεν εξαρτάται από τυχαίο γεγονός, καθόσον οι δικαιούχοι του μέτρου που αφορούσε την προηγούμενη οικονομική χρήση μπορούσαν να προσδιοριστούν κατά τον χρόνο θέσπισης του φόρου.

____________