Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 20 Νοεμβρίου 2020 το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο πενταμελές τμήμα) στις 23 Σεπτεμβρίου 2020 στην υπόθεση T-411/17, Landesbank Baden-Württemberg κατά Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης

(Υπόθεση C-621/20 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (εκπρόσωποι: K.-Ph. Wojcik, H. Ehlers, P.A. Messina και J. Kerlin, καθώς και H.-G. Kamann, F. Louis, P. Gey, Rechtsanwälte)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Landesbank Baden-Württemberg, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης ζητεί από το Δικαστήριο:

1.    να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2020 στην υπόθεση T-411/17, Landesbank Baden-Württemberg κατά Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΣΕ), EU:T:2020:435·

2.     να απορρίψει την προσφυγή ακυρώσεως·

3.     να καταδικάσει την Landesbank Baden-Württemberg στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτος λόγος: Παράβαση του άρθρου 85, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, παραμόρφωση των αποδεικτικών στοιχείων και προσβολή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη

Το ΕΣΕ ισχυρίζεται, κατ’ αρχάς, ότι το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 85, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, καθόσον απεφάνθη ότι το ΕΣΕ δεν κύρωσε προσηκόντως την απόφασή του σχετικά με τις εκ των προτέρων εισφορές προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το έτος 2017 (SRB/ES/SRF/2017/05), δεδομένου ότι τα προσκομισθέντα από το ΕΣΕ κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση αποδεικτικά στοιχεία για την προσήκουσα κύρωση της εν λόγω αποφάσεως κρίθηκαν απαράδεκτα. Συναφώς, το ΕΣΕ διατείνεται, πρώτον, ότι η προσκόμιση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση αποδεικτικών μέσων σε σχέση με την προσήκουσα κύρωση της εν λόγω αποφάσεως ήταν δικαιολογημένη, καθότι το ζήτημα της ελλιπούς κυρώσεως δεν είχε προηγουμένως αποτελέσει αντικείμενο της έγγραφης διαδικασίας, ούτε είχε εξετασθεί στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας ή της διεξαγωγής αποδείξεων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Το ΕΣΕ ισχυρίζεται, δεύτερον, ότι το Γενικό Δικαστήριο, μη λαμβάνοντας υπόψη τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα και διαπιστώνοντας ότι αυτά –ακόμη και αν ήταν παραδεκτά– ήταν αβάσιμα, παραμόρφωσε τα αποδεικτικά μέσα που του υποβλήθηκαν. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνοντας ότι, εν πάση περιπτώσει, από τα αποδεικτικά στοιχεία δεν προέκυπτε άρρηκτη σχέση μεταξύ του υπογραφέντος από την πρόεδρο του ΕΣΕ διαβιβαστικού δελτίου και του παραρτήματος της προσβαλλομένης αποφάσεως, δεν έλαβε υπόψη τον αριθμό αναφοράς επί του διαβιβαστικού δελτίου, χάριν στον οποίο το διαβιβαστικό δελτίο συνδέεται άρρηκτα με το ηλεκτρονικό αρχείο, το οποίο με τη σειρά του περιέχει την προσβαλλόμενη απόφαση και το παράρτημά της. Το ΕΣΕ διατείνεται, τρίτον, ότι το Γενικό Δικαστήριο προσέβαλε το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη, καθότι δεν έθιξε το ζήτημα της ελλιπούς κυρώσεως πριν από την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, καθότι δεν έκανε δεκτή την πρόταση του ΕΣΕ να προσκομίσει συμπληρωματικά αποδεικτικά μέσα και καθότι ουδέποτε έδωσε στο ΕΣΕ κάποια ένδειξη περί του ότι εξελάμβανε τα αποδεικτικά μέσα ως ανεπαρκή.

Δεύτερος λόγος: Παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, το ΕΣΕ ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο διεύρυνε υπέρμετρα τις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο ΣΛΕΕ και από το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον διαπίστωσε ότι η μέθοδος υπολογισμού βάσει των άρθρων 4 έως 7 και 9 καθώς και του παραρτήματος I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/63 1 στερείται διαφάνειας, και η προσβαλλόμενη απόφαση δεν μπορεί επομένως εκ των πραγμάτων να είναι δεόντως αιτιολογημένη, δεδομένου ότι η Landesbank Baden-Württemberg δεν δύναται να ελέγξει ενδελεχώς την ορθότητα του υπολογισμού. Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, το Γενικό Δικαστήριο δεν κατόρθωσε να εναρμονίσει τις εν λόγω απαιτήσεις με την υποχρέωση τήρησης απορρήτου βάσει του άρθρου 339 ΣΛΕΕ, το οποίο μάλιστα δεν μνημονεύεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ούτε με τις λοιπές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό επήλθε εξισορρόπηση μεταξύ των αρχών της διαφάνειας, την υποχρέωσης τήρησης επαγγελματικού απορρήτου και των λοιπών στόχων που τίθενται με τον εν λόγω κανονισμό, μεταξύ άλλων εκείνου που συνίσταται στην επίτευξη ενός ορισμένου επιθυμητού επιπέδου εισφορών για τη χρηματοδότηση του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και εκείνου που συνίσταται στη λήψη εισφορών από όλα τα σχετικά ιδρύματα με δίκαιο και αναλογικό τρόπο. Το ΕΣΕ τήρησε δεόντως το νομικό αυτό πλαίσιο στην αιτιολόγηση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

____________

1 Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/63 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/59 όσον αφορά τις εκ των προτέρων συνεισφορές σε χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης (ΕΕ 2015, L 11, σ. 44).