Language of document : ECLI:EU:F:2013:95

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 26ης Ιουνίου 2013

Υπόθεση F‑21/12

Mohammed Achab

κατά

Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Αποδοχές – Αποζημίωση αποδημίας – Προϋπόθεση του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχεία α΄ και β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ – Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο M. Achab ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ), της 9ης Ιουνίου 2011, περί καταργήσεως της αποζημιώσεως αποδημίας με ισχύ από 1ης Ιουλίου 2010 και περί παρακρατήσεως της εν λόγω καταβληθείσας αποζημιώσεως από την ημερομηνία αυτή.

Απόφαση:      Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 9ης Ιουνίου 2011 ακυρώνεται καθόσον διατάσσει την επιστροφή των αποζημιώσεων αποδημίας που καταβλήθηκαν στον M. Achab από 1ης Ιουλίου 2010. Η προσφυγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της και το ήμισυ των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε ο M. Achab. Ο M. Achab φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων του.


Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Αποδοχές – Αποζημίωση αποδημίας – Πραγματικό περιστατικό που δικαιολογεί την επανεξέταση εκ μέρους της Διοικήσεως της καταστάσεως του δικαιούχου – Περιεχόμενο – Μεταβολή ιθαγένειας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρο 4 § 1)

2.      Υπάλληλοι – Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων – Προϋποθέσεις – Προδήλως παράτυπη καταβολή – Γνώση του ενδιαφερομένου

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 85)

1.      Όσον αφορά μηνιαία αποζημίωση η οποία χορηγείται στους υπαλλήλους που πληρούν τις προϋποθέσεις και έχει ως σκοπό να αντισταθμίσει ιδιαίτερη επιβάρυνση ή ανάγκη στην οποία υπόκειται ένα πρόσωπο, στην περίπτωση που η εν λόγω ιδιαίτερη επιβάρυνση ή ανάγκη παύσει να υφίσταται, η Διοίκηση δεν μπορεί να εξακολουθεί να καταβάλλει στο πρόσωπο αυτό την εν λόγω αποζημίωση. Επομένως, εφόσον επέρχεται γεγονός ικανό να μεταβάλει ουσιωδώς την πραγματική ή τη νομική κατάσταση προσώπου που λαμβάνει αποζημίωση, η Διοίκηση μπορεί, ή μάλιστα οφείλει, να επανεξετάσει την κατάσταση του.

Συναφώς, δεδομένου ότι η ιθαγένεια του ενδιαφερομένου αποτελεί μία από τις παραμέτρους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση της αποζημιώσεως αποδημίας δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, η μεταβολή της ιθαγένειας ενός υπαλλήλου μπορεί να θεωρηθεί ως γεγονός ικανό να μεταβάλει ουσιωδώς την κατάστασή του και, συνεπώς, συνιστά πραγματικό περιστατικό που δικαιολογεί την επανεξέταση της καταστάσεώς του.

Εξάλλου, το γεγονός ότι υπάλληλος που εμπίπτει στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, αντίθετα προς τον υπάλληλο της παραγράφου 1, στοιχείο α΄, του ίδιου άρθρου, είχε τη συνήθη διαμονή του, η οποία νοείται ως το κέντρο των συμφερόντων του, στη χώρα υπηρεσιακής τοποθετήσεώς του, έστω και για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατά την περίοδο αναφοράς, στερεί αυτοδικαίως από τον υπάλληλο αυτόν το δικαίωμα να λαμβάνει αποζημίωση αποδημίας. Συναφώς, οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1, στοιχείο β΄, του άρθρου 4 διαφέρουν από αυτές των διατάξεων της παραγράφου 1, στοιχείο α΄ του άρθρου αυτού. Συγκεκριμένα, μολονότι, όσον αφορά τους υπαλλήλους που δεν είναι υπήκοοι των χωρών υπηρεσιακής τοποθετήσεώς τους, η απώλεια ή η απόρριψη του αιτήματος χορηγήσεως της αποζημιώσεως αποδημίας επέρχεται μόνο στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος είχε τη συνήθη διαμονή του στη χώρα μελλοντικής υπηρεσιακής τοποθετήσεώς του καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου αναφοράς, αντιθέτως, όσον αφορά τους υπαλλήλους που έχουν την ιθαγένεια της χώρας υπηρεσιακής τοποθετήσεώς του, το γεγονός ότι διατήρησαν ή απέκτησαν τη συνήθη διαμονή τους στη χώρα αυτή, έστω και για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατά τη δεκαετή περίοδο αναφοράς, αρκεί για την απώλεια ή την άρνηση χορηγήσεως της αποζημιώσεως αυτής.

(βλ. σκέψεις 26, 27, 34 και 35)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 11 Ιουλίου 2007, F‑7/06, B κατά Επιτροπής, σκέψη 38· 25 Φεβρουαρίου 2008, F‑85/07, Anselmo κ.λπ. κατά Συμβουλίου, σκέψη 25

2.      Το άρθρο 85 του ΚΥΚ προβλέπει ότι κάθε αχρεωστήτως εισπραχθέν ποσό μπορεί να ανακτηθεί από τη Διοίκηση σε δύο περιπτώσεις, δηλαδή όταν ο δικαιούχος είχε λάβει γνώση του παράτυπου της καταβολής ή όταν η εν λόγω παρατυπία ήταν τόσο πρόδηλη ώστε δεν ήταν δυνατό να μην τελεί εν γνώσει της.

Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, απόκειται στη Διοίκηση να αποδείξει ότι ο δικαιούχος είχε πράγματι λάβει γνώση του παράτυπου χαρακτήρα της καταβολής.

Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, ένας υπάλληλος ο οποίος επιδεικνύει τη συνήθη επιμέλεια δεν μπορεί να μη διαπιστώσει την επίμαχη παρατυπία. Επ’ αυτού, πρέπει να ληφθεί υπόψη, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, η δυνατότητα του οικείου υπαλλήλου να προβεί στις αναγκαίες διακριβώσεις.

(βλ. σκέψεις 43 έως 45)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 17 Ιανουαρίου 1989, 310/87, Stempels κατά Επιτροπής, σκέψεις 10 και 11