Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bezirksgerichts für Handelssachen Wien (Αυστρία) στις 20 Ιουλίου 2018 – KL κ.λπ. κατά UNIQA Österreich Versicherungen κ.λπ.

(Υπόθεση C-479/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bezirksgerichts für Handelssachen Wien

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: KL, LK, MJ, NI

Εναγόμενοι: UNIQA Österreich Versicherungen, DONAU Versicherung AG Vienna Insurance Group, Allianz Elementar Lebensversicherungs-Aktiengesellschaft

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχουν το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/619/EΟΚ 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 31 της οδηγίας 92/96/EΟΚ 2 ή κατά περίπτωση το άρθρο 35, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 36, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83/EΚ 3 ή κατά περίπτωση το άρθρο 185, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 186, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/138/EΚ 4 την έννοια ότι, σε περίπτωση ελλείψεως εθνικών διατάξεων για τις έννομες συνέπειες μιας εσφαλμένης ενημερώσεως σχετικά με το δικαίωμα υπαναχωρήσεως πριν τη σύναψη της συμβάσεως, η προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχωρήσεως δεν εκκινεί εάν η ασφαλιστική επιχείρηση αναφέρει στην ενημέρωση ότι η άσκηση του δικαιώματος υπαναχωρήσεως πρέπει να γίνει εγγράφως, μολονότι κατά το εθνικό δίκαιο είναι δυνατή η υπαναχώρηση χωρίς τήρηση κάποιου ιδιαίτερου τύπου;

(σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του πρώτου ερωτήματος:)

Έχει το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/619/EΟΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 31 της οδηγίας 92/96/EΟΚ την έννοια ότι αντίκειται σε έναν εθνικό κανόνα δικαίου κατά τον οποίο, σε περίπτωση παραλειφθείσης ή εσφαλμένης ενημερώσεως σχετικά με το δικαίωμα υπαναχωρήσεως πριν τη σύναψη της συμβάσεως, η προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχωρήσεως εκκινεί όταν ο αντισυμβαλλόμενος (ασφαλισμένος) λαμβάνει –με οποιονδήποτε τρόπο– γνώση του δικαιώματός του προς υπαναχώρηση;

Έχει το άρθρο 35, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 36, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83/EΚ την έννοια ότι, σε περίπτωση ελλείψεως εθνικών διατάξεων σχετικά με τις έννομες συνέπειες μιας παραλειφθείσης ή εσφαλμένης ενημερώσεως ως προς το δικαίωμα υπαναχωρήσεως πριν τη σύναψη της συμβάσεως, το δικαίωμα του αντισυμβαλλομένου να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση αποσβέννυται το αργότερο αφού του καταβληθεί, λόγω καταγγελίας της συμβάσεως από αυτόν, η αξία εξαγοράς και έτσι εκπληρωθούν πλήρως από τα συμβαλλόμενα μέρη οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση;

(σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του πρώτου ερωτήματος και/ή αρνητικής απαντήσεως επί του τρίτου ερωτήματος:)

Έχουν το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/619/EΟΚ ή κατά περίπτωση το άρθρο 35, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ ή κατά περίπτωση το άρθρο 186, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/138/EΚ την έννοια ότι αντίκεινται σε έναν εθνικό κανόνα δικαίου κατά τον οποίο, σε περίπτωση ασκήσεως του δικαιώματος υπαναχωρήσεως του αντισυμβαλλομένου, πρέπει να του καταβληθεί η αξία εξαγοράς (ήτοι το ποσό που αντιστοιχεί στην υπολογιζόμενη κατά τους αναγνωρισμένους κανόνες της αναλογιστικής τρέχουσα αξία της ασφαλίσεως);

(σε περίπτωση που καταστεί εξεταστέο το τέταρτο ερώτημα και απαντηθεί καταφατικά:)

Έχουν το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/619/EΟΚ ή κατά περίπτωση το άρθρο 35, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83/EΚ ή κατά περίπτωση το άρθρο 186, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/138/EΚ την έννοια ότι αντίκεινται σε εθνικό κανόνα δικαίου κατά τον οποίο, σε περίπτωση ασκήσεως του δικαιώματος υπαναχωρήσεως, η αξίωση για κατ’ αποκοπήν τόκους επί των επιστρεφομένων ασφαλίστρων δύναται να περιοριστεί λόγω παραγραφής για το μέρος που αναφέρεται στο χρονικό διάστημα των τελευταίων τριών ετών πριν την άσκηση αγωγής.

____________

1 Δεύτερη οδηγία 90/619/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 1990 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την πρωτασφάλιση ζωής και τη θέσπιση διατάξεων που σκοπό έχουν να διευκολύνουν την πραγματική άσκηση της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ (ΕΕ 1990, L 330, σ. 50).

2 Οδηγία 92/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 79/267/ΕΟΚ και 90/619/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία σχετικά με την ασφάλεια ζωής) (ΕΕ 1992, L 360, σ. 1).

3 Οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής (ΕΕ 2002, L 345, σ. 1).

4 Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009 , σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ 2009, L 335, σ. 1).