Language of document : ECLI:EU:C:2017:1004

Υπόθεση C‑442/16

FloreaGusa

κατά

Minister for Social Protection κ.λπ.

[αίτηση του Court of Appeal (Ιρλανδία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2004/38/ΕΚ – Πρόσωπο που έπαυσε να ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα – Διατήρηση της ιδιότητας του μη μισθωτού – Δικαίωμα διαμονής – Νομοθεσία κράτους μέλους κατά την οποία το επίδομα ανεργίας χορηγείται μόνο στα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια αυτού του κράτους μέλους»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 20ής Δεκεμβρίου 2017

Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Δικαίωμα διαμονής άνω των τριών μηνών – Μισθωτοί και μη μισθωτοί εργαζόμενοι – Υπήκοος κράτους μέλους ο οποίος, αφού άσκησε μη μισθωτή δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής επί τέσσερα περίπου χρόνια, έπαυσε τη δραστηριότητα αυτή λόγω έλλειψης πελατείας στο τελευταίο αυτό κράτος μέλος – Διατήρηση της ιδιότητας του μη μισθωτού

(Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 7 §§ 1, στοιχείο αʹ, και 3, στοιχείο βʹ)

Το άρθρο 7, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι υπήκοος κράτους μέλους ο οποίος, αφού διέμεινε νόμιμα και άσκησε μη μισθωτή δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος επί τέσσερα περίπου χρόνια, έπαυσε τη δραστηριότητα αυτή λόγω δεόντως διαπιστωθείσας έλλειψης πελατείας οφειλόμενης σε λόγους ανεξάρτητους από τη βούλησή του και ο οποίος έχει καταγραφεί στην αρμόδια υπηρεσία απασχολήσεως του τελευταίου αυτού κράτους μέλους ως πρόσωπο το οποίο αναζητεί εργασία διατηρεί την ιδιότητα του μη μισθωτού δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής.

Συγκεκριμένα, αφενός, από τις αιτιολογικές σκέψεις 3 και 4 της οδηγίας 2004/38 προκύπτει ότι σκοπός της είναι, προκειμένου να ενισχυθεί το θεμελιώδες και ατομικό δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών καθώς και να διευκολυνθεί η άσκηση αυτού του δικαιώματος, να υπερβεί την κατά τομέα και αποσπασματική προσέγγιση που χαρακτήριζε τις προγενέστερες της οδηγίας πράξεις του δικαίου της Ένωσης οι οποίες αφορούσαν χωριστά, μεταξύ άλλων, τους μισθωτούς και τους μη μισθωτούς, με την εκπόνηση ενιαίας νομοθετικής πράξεως με την οποία κωδικοποιούνται και αναθεωρούνται οι πράξεις αυτές (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 19ης Ιουνίου 2014, Saint Prix, C‑507/12, EU:C:2014:2007, σκέψη 25).

Ωστόσο, ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας υπό την έννοια ότι διέπει αποκλειστικά τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει μισθωτή δραστηριότητα άνω του ενός έτους, αποκλειομένων εκείνων που έχουν ασκήσει μη μισθωτή δραστηριότητα για ένα τέτοιο διάστημα, θα ήταν αντίθετη προς τον ανωτέρω σκοπό.

Αφετέρου, μια τέτοια ερμηνεία θα εισήγε διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών προσώπων, μη δικαιολογημένη υπό το πρίσμα του σκοπού τον οποίο επιδιώκει η διάταξη αυτή με τη διατήρηση του καθεστώτος του εργαζομένου και ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση του δικαιώματος διαμονής των προσώπων που έχουν παύσει την επαγγελματική τους δραστηριότητα λόγω έλλειψης πελατείας οφειλόμενης σε περιστάσεις ανεξάρτητες από τη βούλησή τους.

Πράγματι, όπως ένας μισθωτός ενδέχεται να απολέσει ακουσίως τη μισθωτή δραστηριότητά του συνεπεία, μεταξύ άλλων, απολύσεως, πρόσωπο το οποίο έχει ασκήσει ανεξάρτητη δραστηριότητα μπορεί να αναγκαστεί να παύσει τη δραστηριότητα αυτή. Επομένως, το πρόσωπο αυτό θα μπορούσε να βρεθεί σε κατάσταση εξίσου ευάλωτη με εκείνη του απολυθέντος μισθωτού. Υπό τέτοιες περιστάσεις, δεν θα ήταν δικαιολογημένο το εν λόγω πρόσωπο να μην απολαύει, όσον αφορά τη διατήρηση του δικαιώματός του διαμονής, της ίδιας προστασίας με εκείνης που απολαύει πρόσωπο το οποίο έπαυσε να ασκεί μισθωτή δραστηριότητα.

(βλ. σκέψεις 40-43, 46 και διατακτ.)