Language of document : ECLI:EU:F:2011:66

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΝΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 26ης Μαΐου 2011

Υπόθεση F‑83/09

Andreas Kalmár

κατά

Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ)

«Υπαλληλική υπόθεση – Προσωπικό της Ευρωπόλ – Απόλυση – Αίτημα ακυρώσεως – Καταβολή των αποδοχών – Αποτέλεσμα ακυρωτικής αποφάσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα βάσει του άρθρου 40, παράγραφος 3, της συμβάσεως για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Σύμβαση Ευρωπόλ) δυνάμει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και του άρθρου 93, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, με την οποία ο Α. Kalmár ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του διευθυντή της Ευρωπόλ της 4ης Φεβρουαρίου 2009, περί καταγγελίας της συμβάσεώς του ορισμένου χρόνου, και της αποφάσεως της 24ης Φεβρουαρίου 2009, περί απαλλαγής του από την υποχρέωση να υπηρετήσει κατά τη διάρκεια της προθεσμίας καταγγελίας. Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί επίσης από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης να διατάξει την επανένταξή του και να υποχρεώσει την Ευρωπόλ να του καταβάλει τον μισθό του από την ημερομηνία της απολύσεώς του καθώς και το ποσό των 25 000 ευρώ για ικανοποίηση της ηθικής βλάβης.

Απόφαση:      Η απόφαση της 4ης Φεβρουαρίου 2009 με την οποία ο διευθυντής της Ευρωπόλ κατήγγειλε τη σύμβαση ορισμένου χρόνου του προσφεύγοντος-ενάγοντος, η απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 2009 με την οποία ο διευθυντής της Ευρωπόλ απάλλαξε τον ενδιαφερόμενο από την υποχρέωση να υπηρετήσει κατά τη διάρκεια της προθεσμίας καταγγελίας καθώς και η απόφαση της 18ης Ιουλίου 2009 με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένστασή του ακυρώνονται. Η Ευρωπόλ υποχρεούται να καταβάλει στον προσφεύγοντα το ποσό των 5 000 ευρώ ως αποζημίωση. Η Ευρωπόλ φέρει, πλην των δικαστικών εξόδων της, τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος-ενάγοντος.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Ρητή απόφαση περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως – Απόφαση ληφθείσα μετά την επανεξέταση προγενέστερης αποφάσεως – Παραδεκτό – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

2.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Αντικείμενο – Διαταγή απευθυνόμενη στη διοίκηση – Απαράδεκτο

(Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, άρθρο 93)

3.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Ευρωπόλ – Απόφαση θίγουσα την υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου – Πρόωρη καταγγελία συμβάσεως ορισμένου χρόνου – Νομιμότητα – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, άρθρο 94 § 1, στοιχείο β΄)

4.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Αγωγή αποζημιώσεως – Ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως μη διασφαλίζουσα την πρόσφορη ικανοποίηση της ηθικής βλάβης – Παράνομη απόλυση υπαλλήλου υπό ιδιαίτερες περιστάσεις

(Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, άρθρα 93 και 94)

5.      Υπάλληλοι – Υπάλληλοι της Europol – Προσφυγή – Αγωγή αποζημιώσεως – Προϋποθέσεις παραδεκτού

(Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, άρθρο 92 § 1)

6.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Πλήρης δικαιοδοσία – Διαφορά χρηματικής φύσεως κατά το άρθρο 93, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ – Έννοια

(Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπόλ, άρθρο 93 § 1)

7.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Ακυρωτική απόφαση – Αποτελέσματα – Υποχρέωση λήψεως μέτρων εκτελέσεως – Ακύρωση, λόγω διαδικαστικής πλημμέλειας, αποφάσεως περί απολύσεως υπαλλήλου – Θέσπιση αποφάσεως περί ανορθώσεως του σφάλματος – Αναδρομικότητα της νέας αποφάσεως – Επιτρέπεται – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 266 ΣΛΕΕ)

1.      Ρητή απόφαση περί απορρίψεως ενστάσεως που περιέχει μόνον συμπληρωματικές διευκρινίσεις και περιορίζεται στη λεπτομερή έκθεση των λόγων επιβεβαιώσεως της προηγουμένης αποφάσεως δεν συνιστά βλαπτική πράξη, εφόσον το συγκεκριμένο σκεπτικό της διοικήσεως πρέπει, συνεπώς, να προκύπτει από τον συνδυασμό της αρχικής αποφάσεως και της αποφάσεως περί απορρίψεως της ενστάσεως.

(βλ. σκέψη 33)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 10 Ιουνίου 2004, T‑258/01, Eveillard κατά Επιτροπής, σκέψη 31· 7 Ιουνίου 2005, T‑375/02, Cavallaro κατά Επιτροπής, σκέψη 65

2.      Στο πλαίσιο ένδικης προσφυγής ασκηθείσας δυνάμει του άρθρου 93 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης της Ευρωπόλ, ο κοινοτικός δικαστής δεν δύναται, χωρίς να σφετεριστεί τα προνόμια των διοικητικών αρχών, να προβεί σε δηλώσεις ή βασικές διαπιστώσεις ή να απευθύνει διαταγές στην Ευρωπόλ.

(βλ. σκέψη 35)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 27 Ιουνίου 1991, T‑156/89, Valverde Mordt κατά Δικαστηρίου, σκέψη 150

ΔΔΔΕΕ: 30 Απριλίου 2009, F‑65/07, Aayhan κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 52

3.      Ένα μέτρο μπορεί να ληφθεί νομίμως κατά υπαλλήλου μόνον με βάση πραγματικά περιστατικά, των οποίων το υποστατό έχει αποδειχθεί εκ των προτέρων. Επιπλέον, κάθε αρχή υποχρεούται να αποφαίνεται εν πλήρη επιγνώσει και κατόπιν εμπεριστατωμένης εξετάσεως όλων των λυσιτελών στοιχείων, ούτως ώστε η εξέταση αυτή πρέπει να γίνεται με επιμέλεια και αμεροληψία. Οι απαιτήσεις αυτές επιβάλλονται και στην αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή όταν ασκεί την εξουσία που αντλείται από το άρθρο 94, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού της Ευρωπόλ, περί πρόωρης καταγγελίας της συμβάσεως ορισμένου χρόνου ενός υπαλλήλου.

Κατά συνέπεια, όταν το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δέχεται λόγο αντλούμενο από σφάλματα διαπραχθέντα κατά τη στοιχειοθέτηση των πραγματικών περιστατικών που έγιναν συνολικώς δεκτά για να δικαιολογήσουν τη λήψη μέτρου κατά μονίμου ή εκτάκτου υπαλλήλου, πρέπει να ακυρωθεί, στο σύνολό της, η επιβάλλουσα το μέτρο αυτό απόφαση, λαμβανομένου υπόψη του ενιαίου και αδιαίρετου χαρακτήρα του.

(βλ. σκέψεις 63, 64 και 76)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 30 Νοεμβρίου 1993, T‑78/92, Περάκης κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 15 και 16· 16 Οκτωβρίου 1998, T‑40/95, V κατά Επιτροπής, σκέψη 49· 8 Μαΐου 2001, T‑182/99, Καραβέλης κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 32· 30 Ιουνίου 2005, T‑347/03, Branco κατά Επιτροπής, σκέψη 108· 13 Ιουλίου 2006, T‑413/03, Shandong Reipu Biochemicals κατά Συμβουλίου, σκέψη 63

4.      Η ακύρωση παράνομης πράξεως μπορεί να συνιστά, καθεαυτή, πρόσφορη και, κατ’ αρχήν, επαρκή ικανοποίηση κάθε ηθικής βλάβης που τυχόν προκάλεσε η εν λόγω πράξη. Συναφώς, μολονότι κάθε απόλυση δύναται, εκ φύσεως, να προκαλέσει στον απολυθέντα συναισθήματα απορρίψεως, απογοητεύσεως και αβεβαιότητας για το μέλλον, μόνον ενόψει ιδιαιτέρων περιστάσεων δύναται να διαπιστωθεί ότι η μη σύννομη συμπεριφορά του εργοδότη έθιξε ηθικώς τον υπάλληλο πέραν του συνήθους και ο εν λόγω απολυθείς δικαιούται χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη.

(βλ. σκέψη 81)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 9 Δεκεμβρίου 2010, F‑87/08, Schuerings κατά ETF, σκέψη 73, η οποία αποτελεί το αντικείμενο αναιρέσεως εκκρεμούσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑107/11 P, και F‑88/08, Vandeuren κατά ETF, σκέψη 73, η οποία αποτελεί το αντικείμενο αναιρέσεως εκκρεμούσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑108/11 P

5.      Καθόσον υπάλληλος της Ευρωπόλ σκοπεί να θεμελιώσει την αξίωσή του για αποζημίωση σε μεμονωμένες ενέργειες των προσβαλλομένων αποφάσεων, στην περίπτωση αυτή, σε αυτόν εναπόκειται να υποβάλει, πριν από την ένστασή του, αίτημα αποζημιώσεως βάσει του άρθρου 92, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού της Ευρωπόλ.

(βλ. σκέψη 84)

6.      Αίτημα με το οποίο ζητείται να καταβάλει η Ευρωπόλ σε υπάλληλό της ποσό το οποίο ο τελευταίος θεωρεί ότι του οφείλεται δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης της Ευρωπόλ εμπίπτει στην έννοια των «χρηματικών διαφορών» του άρθρου 93, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, ενώ διακρίνεται από τις αγωγές αποζημιώσεως που ασκούν οι υπάλληλοι κατά της Ευρωπόλ και σκοπούν στην καταβολή αποζημιώσεως.

(βλ. σκέψη 87)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 18 Δεκεμβρίου 2007, C‑135/06 P, Weißenfels κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 65, 67 και 68

ΔΔΔΕΕ: 2 Ιουλίου 2009, F‑49/08, Giannini κατά Επιτροπής, σκέψεις 39 έως 42

7.      Κατόπιν της ακυρώσεως από τον δικαστή της Ένωσης αποφάσεως περί απολύσεως, το καθού όργανο οφείλει να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως, ενώπιον ακυρώσεως με αναδρομικό αποτέλεσμα, από την ημερομηνία λήψεως της αποφάσεως περί απολύσεως του υπαλλήλου.

Συναφώς, προκειμένου για προσφεύγοντα-ενάγοντα με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η αποκατάσταση της νομικής καταστάσεώς του πρέπει, κατ’ αρχήν, να οδηγήσει το θεσμικό όργανο να του καταβάλει τη διαφορά μεταξύ των αποδοχών τις οποίες θα δικαιούνταν, εάν είχε παραμείνει στη θέση εργασίας του στο θεσμικό όργανο, και των αποδοχών ή του επιδόματος ανεργίας που θα είχε, εξάλλου, πράγματι λάβει μεταξύ της ημερομηνίας απολύσεως και της ημερομηνίας κατά την οποία έληξε νομίμως η σύμβαση εργασίας του.

Πάντως, στην περίπτωση κατά την οποία ακυρώθηκε η απόφαση περί απολύσεως διότι το θεσμικό όργανο δεν εξέτασε επιμελώς με πλήρη και εμπεριστατωμένο τρόπο τα πραγματικά περιστατικά, δεν αποκλείεται, εν πάση περιπτώσει, ότι το θεσμικό όργανο φρονεί ότι μπορεί να λάβει εκ νέου απόφαση καταγγελίας της συμβάσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος κατόπιν πλήρους και εμπεριστατωμένης επανεξετάσεως του φακέλου της υποθέσεως, λαμβάνοντας υπόψη το σκεπτικό της ακυρωτικής δικαστικής αποφάσεως. Περαιτέρω, εφόσον η αιτίαση που έγινε δεκτή προσομοιάζει με δικονομική πλημμέλεια, δεν μπορεί να αποκλεισθεί πλήρως ότι το θεσμικό όργανο θα προσδώσει στη νέα απόφασή του αναδρομικό αποτέλεσμα, εφόσον η αναδρομικότητα αυτή είναι αναγκαία για την υλοποίηση του επιδιωκόμενου με το επίμαχο μέτρο σκοπού και δεν παραβιάζει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ενδιαφερομένου.

Κατά συνέπεια, ο δικαστής της Ένωσης, ο οποίος δεν μπορεί να υποκαταστήσει με την κρίση του την εκτίμηση του θεσμικού οργάνου, δεν μπορεί να υποχρεώσει το εν λόγω θεσμικό όργανο να καταβάλει τις αποδοχές του προσφεύγοντος-ενάγοντος από την ημερομηνία κατά την οποία έληξε αδικαιολόγητα η σύμβαση εργασίας του, ειδάλλως θα προδικάσει τη στάση την οποία θα υιοθετήσει το θεσμικό όργανο.

(βλ. σκέψεις 89 έως 93)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 30 Σεπτεμβρίου 1982, 108/81, Amylum κατά Συμβουλίου, σκέψεις 4 έως 17

ΓΔΕΕ: 17 Οκτωβρίου 1991, T‑26/89, de Compte κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 66· 2 Μαΐου 2006, T‑328/03, O2 (Germany) κατά Επιτροπής, σκέψη 48·
9 Σεπτεμβρίου 2008, T‑75/06, Bayer CropScience κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 63· 23 Οκτωβρίου 2008, T‑256/07, People’s Mojahedin Organization of Iran κατά Συμβουλίου, σκέψη 65

ΔΔΔΕΕ: 5 Μαΐου 2009, F‑27/08, Simões Dos Santos κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 100 και 101