Language of document : ECLI:EU:C:2017:173

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 7ης Μαρτίου 2017 (*)

[Κείμενο όπως έχει διορθωθεί με τη διάταξη της 24ης Μαρτίου 2017]

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΚ) 810/2009 – Άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ – Θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος – Χορήγηση θεωρήσεως για ανθρωπιστικούς λόγους ή για λόγους διεθνών υποχρεώσεων – Έννοια των “διεθνών υποχρεώσεων” – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών – Σύμβαση της Γενεύης – Χορήγηση θεωρήσεως εισόδου σε περίπτωση αποδεδειγμένου κινδύνου παραβάσεως του άρθρου 4 και/ή του άρθρου 18 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων – Δεν υφίσταται σχετική υποχρέωση»

Στην υπόθεση C-638/16 PPU,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil du Contentieux des Étrangers (Συμβούλιο επιλύσεως ενδίκων διαφορών αλλοδαπών, Βέλγιο) με απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 12 Δεκεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

X και Χ

κατά

État belge,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, A. Tizzano, αντιπρόεδρο, L. Bay Larsen, T. von Danwitz, J. L. da Cruz Vilaça και M. Berger (εισηγήτρια), προέδρους τμήματος, A. Borg Barthet, A. Arabadjiev, C. Toader, M. Safjan, E. Jarašiūnas, C. G. Fernlund, C. Vajda, S. Rodin και F. Biltgen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: V. Giacobbo-Peyronnel, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 30ής Ιανουαρίου 2017,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι X και Χ, εκπροσωπούμενοι από τους T. Wibault και P. Robert, avocats,

–        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις C. Pochet και M. Jacobs, επικουρούμενες από την C. L’hoir, την M. Van Regemorter και τον F. Van Dijck, εμπειρογνώμονες, και τους E. Derriks και F. Motulsky, avocats,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Smolek,

–        η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους N. Lyshøj και C. Thorning,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze,

–        η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την N. Grünberg,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την E. Armoet,

–        η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Z. Fehér,

–        η Μαλτέζικη Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την A. Buhagiar,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. de Ree,

–        η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Schmoll,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. Kamejsza, την M. Pawlicka και τον B. Majczyna,

–        η Σλοβενική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις V. Klemenc και T. Mihelič Žitko,

–        [όπως έχει διορθωθεί με τη διάταξη της 24ης Μαρτίου 2017] η Σλοβακική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Kianička,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. Heliskoski,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την C. Cattabriga και τον G. Wils,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Φεβρουαρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ 2009, L 243, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2013, L 154, σ. 10), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 (ΕΕ 2013, L 182, σ. 1) (στο εξής: κώδικας θεωρήσεων), καθώς και των άρθρων 4 και 18 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ των X και Χ, αφενός, και του État belge [Βελγικού Δημοσίου], αφετέρου, η οποία αφορά την άρνηση χορηγήσεως θεωρήσεων περιορισμένης εδαφικής ισχύος.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

3        Το άρθρο 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950 (στο εξής: ΕΣΔΑ), επιγράφεται «Υποχρέωση σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου» και ορίζει τα εξής:

«Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν, εις όλα τα εξαρτώμενα εκ της δικαιοδοσίας των πρόσωπα, τα καθοριζόμενα εις το πρώτον μέρος της παρούσης Συμβάσεως δικαιώματα και ελευθερίας.»

4        Το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο περιλαμβάνεται στο μέρος I της Συμβάσεως αυτής, επιγράφεται «Απαγόρευση των βασανιστηρίων» και ορίζει τα εξής:

«Ουδείς επιτρέπεται να υποβληθή εις βασάνους ούτε εις ποινάς ή μεταχείρισιν απανθρώπους ή εξευτελιστικάς.»

5        Το άρθρο 33 της Συμβάσεως περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), επιγράφεται «Απαγόρευσις απελάσεως ή επαναπροωθήσεως» και στην παράγραφο 1 ορίζει τα εξής:

«Ουδεμία Συμβαλλομένη Χώρα θα απελαύνη ή θα επαναπροωθή, καθ’ οιονδήποτε τρόπον, πρόσφυγας, εις τα σύνορα εδαφών ένθα η ζωή ή ελευθερία αυτών απειλούνται δια λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων.»

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Ο Χάρτης

6        Το άρθρο 4 του Χάρτη επιγράφεται «Απαγόρευση των βασανιστηρίων και των απάνθρωπων ή εξευτελιστικών ποινών ή μεταχείρισης» και ορίζει τα εξής:

«Κανείς δεν μπορεί να υποβληθεί σε βασανιστήρια ούτε σε απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχείριση.»

7        Το άρθρο 18 του Χάρτη επιγράφεται «Δικαίωμα ασύλου» και ορίζει τα εξής:

«Το δικαίωμα ασύλου διασφαλίζεται τηρουμένων των κανόνων της [Συμβάσεως της Γενεύης] και σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης […]».

8        Το άρθρο 51 του Χάρτη επιγράφεται «Πεδίο εφαρμογής» και στην παράγραφο 1 ορίζει τα εξής:

«Οι διατάξεις του [Χάρτη] απευθύνονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας, καθώς και στα κράτη μέλη, μόνον όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. […]»

 Ο κώδικας θεωρήσεων

9        Η αιτιολογική σκέψη 29 του κώδικα θεωρήσεων αναφέρει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τη[ν ΕΣΔΑ] και από τον [Χάρτη].»

10      Το άρθρο 1 του κώδικα θεωρήσεων επιγράφεται «Στόχος και πεδίο εφαρμογής» και στην παράγραφο 1 ορίζει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις έκδοσης θεωρήσεων για διέλευση από ή με πρόθεση παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.»

11      Το άρθρο 2 του εν λόγω κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

2.      ως “θεώρηση” νοείται η εξουσιοδότηση που χορηγείται από κράτος μέλος ενόψει:

α)      διέλευσης από ή [με] πρόθεση παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών·

β)      διέλευσης μέσω των διεθνών ζωνών διέλευσης των αερολιμένων των κρατών μελών·

[…]».

12      Το άρθρο 25 του κώδικα θεωρήσεων επιγράφεται «Χορήγηση θεώρησης περιορισμένης εδαφικής ισχύος» και προβλέπει τα εξής:

«1.      Θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος χορηγείται κατ’ εξαίρεση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)      όταν το κράτος μέλος θεωρεί ότι επιβάλλεται για ανθρωπιστικούς λόγους, για λόγους εθνικού συμφέροντος ή για λόγους διεθνών υποχρεώσεων:

i)      να παρεκκλίνει από την αρχή ότι πρέπει να πληρούνται οι όροι εισόδου που θεσπίζονται [στον κανονισμό (ΕΚ) 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ 2006, L 105, σ. 1)],

ii)      να χορηγήσει θεώρηση παρά την αντίρρηση του κράτους μέλους με το οποίο διενεργήθηκε διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 22 για τη χορήγηση ενιαίας θεώρησης· ή

iii)      να χορηγήσει θεώρηση για λόγους επείγουσας ανάγκης […],

ή

β)      όταν για λόγους οι οποίοι θεωρούνται αιτιολογημένοι από το προξενείο χορηγείται νέα θεώρηση για παραμονή κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου 180 ημερών σε αιτούντα ο οποίος, διαρκούσης της περιόδου των 180 ημερών, χρησιμοποίησε ήδη ομοιόμορφη θεώρηση ή θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος που επιτρέπει παραμονή 90 ημερών·

2.      Η θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος ισχύει για το έδαφος του κράτους μέλους που τη χορηγεί. Μπορεί να ισχύει κατ’ εξαίρεση για το έδαφος περισσοτέρων του ενός κρατών μελών, αρκεί να συναινέσει καθένα από αυτά τα κράτη μέλη.

[…]

4.      Όταν έχει χορηγηθεί θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος στις περιπτώσεις που περιγράφονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), οι κεντρικές αρχές του κράτους μέλους που χορήγησε τη θεώρηση διαβιβάζουν το συντομότερο δυνατόν τις σχετικές πληροφορίες στις κεντρικές αρχές των άλλων κρατών μελών […]

5.      Τα δεδομένα […] καταχωρίζονται στο [σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις] όταν λαμβάνεται απόφαση χορήγησης σχετικής θεώρησης.»

13      Το άρθρο 32, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κώδικα θεωρήσεων επιγράφεται «Απόρριψη θεώρησης» και ορίζει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 25 παράγραφος 1, η αίτηση θεώρησης απορρίπτεται [εάν]:

[…]

β)      υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες ως προς […] την πρόθεσ[η του αιτούντος] να αναχωρήσει από το έδαφος των κρατών μελών πριν από τη λήξη ισχύος της ζητούμενης θεώρησης.»

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/399

14      Το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ 2016, L 77, σ. 1, στο εξής: κώδικας συνόρων του Σένγκεν), επιγράφεται «Θεμελιώδη δικαιώματα» και έχει ως εξής:

«Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη συμμορφώνονται πλήρως προς τη συναφή ενωσιακή νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένου του [Χάρτη], το σχετικό διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της [Σύμβασης της Γενεύης], τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την πρόσβαση σε διεθνή προστασία, ιδίως με την αρχή της μη επαναπροώθησης, και τα θεμελιώδη δικαιώματα. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, οι αποφάσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να εκδίδονται σε ατομική βάση.»

15      Το άρθρο 6 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν επιγράφεται «Προϋποθέσεις εισόδου για τους υπηκόους τρίτων χωρών» και ορίζει τα εξής:

«1.      Για σκοπούμενη παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών […], οι προϋποθέσεις εισόδου για τους υπηκόους τρίτων χωρών είναι οι εξής:

α)      να διαθέτουν έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο […]

β)      να διαθέτουν έγκυρη θεώρηση, εφόσον απαιτείται […]

γ)      να αιτιολογούν τον σκοπό και τις συνθήκες της προβλεπόμενης παραμονής, να διαθέτουν δε επαρκή μέσα διαβίωσης […]

δ)      δεν είναι καταχωρισμένοι στο SIS ως ανεπιθύμητοι […]

ε)      δεν θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις ενός εκ των κρατών μελών […]

[…]

5.      Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1:

[…]

γ)      Στους υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι δεν πληρούν μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 μπορεί να επιτραπεί από κράτος μέλος η είσοδος στο έδαφός του για λόγους ανθρωπιστικούς ή εθνικού συμφέροντος ή λόγω διεθνών υποχρεώσεων. […]»

 Η οδηγία 2013/32/ΕΕ

16      Το άρθρο 3 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ 2013, L 180, σ. 60), προβλέπει τα εξής:

«1.      Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλες τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος, περιλαμβανομένων των συνόρων, στα χωρικά ύδατα ή στις ζώνες διέλευσης των κρατών μελών, καθώς και στην ανάκληση διεθνούς προστασίας.

2.      Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται επί αιτήσεων διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε αντιπροσωπείες των κρατών μελών.

[…]»

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 604/2013

17      Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (ΕΕ 2013, L 180, σ. 31), φέρει τον τίτλο «Στόχος» και προβλέπει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα […].»

18      Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 604/2013 ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη εξετάζουν κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα στο έδαφος οποιουδήποτε από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων ή των ζωνών διέλευσης. […]»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

19      Οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης –έγγαμο ζεύγος– καθώς και τα τρία ανήλικα τέκνα τους, μικρής ηλικίας, έχουν τη συριακή ιθαγένεια και ζουν στο Χαλέπι (Συρία). Στις 12 Οκτωβρίου 2016 υπέβαλαν αιτήσεις για τη χορήγηση θεωρήσεων περιορισμένης εδαφικής ισχύος, βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων, στην πρεσβεία του Βελγίου στη Βηρυτό (Λίβανος) και την επομένη επέστρεψαν στη Συρία.

20      Προς στήριξη των αιτήσεών τους οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης εξήγησαν ότι ζητούσαν τις θεωρήσεις ώστε να μπορέσουν να εγκαταλείψουν το πολιορκημένο Χαλέπι, προκειμένου να υποβάλουν αίτηση ασύλου στο Βέλγιο. Ο ένας εξ αυτών ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι είχε απαχθεί από τρομοκρατική ομάδα, ξυλοκοπήθηκε, βασανίστηκε και τελικά απελευθερώθηκε έναντι λύτρων. Οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην επισφαλή κατάσταση στη Συρία γενικά και ειδικά στο Χαλέπι, καθώς και στο ότι διέτρεχαν, ως χριστιανοί ορθόδοξοι, κίνδυνο διώξεων λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Προσέθεσαν ότι δεν είχαν τη δυνατότητα να καταγραφούν ως πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες, ιδίως λόγω του κλεισίματος των συνόρων μεταξύ του Λιβάνου και της Συρίας.

21      Με αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 2016, που περιήλθαν σε γνώση των προσφευγόντων της κύριας δίκης στις 25 Οκτωβρίου 2016, η Office des étrangers (Υπηρεσία Αλλοδαπών, Βέλγιο) απέρριψε τις εν λόγω αιτήσεις. Η Υπηρεσία Αλλοδαπών επισήμανε, ιδίως, ότι οι προσφεύγοντες είχαν την πρόθεση να παραμείνουν στο Βέλγιο για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ότι το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ δεν υποχρεώνει τα συμβαλλόμενα κράτη να επιτρέψουν την είσοδο στο έδαφός τους «στα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν κάποια κατάσταση καταστροφής» και ότι οι βελγικές διπλωματικές αρχές δεν περιλαμβάνονται στις αρχές ενώπιον των οποίων μπορεί να υποβληθεί αίτηση ασύλου από αλλοδαπό. Κατά την Υπηρεσία Αλλοδαπών, αν επιτρεπόταν η χορήγηση θεωρήσεως εισόδου στους προσφεύγοντες της κύριας δίκης προκειμένου να μπορέσουν να υποβάλουν αίτηση ασύλου στο Βέλγιο, τούτο θα ισοδυναμούσε με το να τους επιτραπεί η υποβολή αιτήσεως ασύλου ενώπιον διπλωματικής αρχής.

22      Το αιτούν δικαστήριο, ενώπιον του οποίου προσέφυγαν κατά των αποφάσεων αυτών οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης, επισημαίνει ότι οι προσφεύγοντες ζήτησαν, κατά την εθνική διαδικασία του «κατεπείγοντος», την αναστολή της εκτελέσεως των εν λόγω αποφάσεων. Το αιτούν δικαστήριο, επειδή δεν ήταν σαφές αν, βάσει των σχετικών διατάξεων, ένα τέτοιο αίτημα ήταν παραδεκτό, ζήτησε από το Cour constitutionnelle (Συνταγματικό Δικαστήριο, Βέλγιο) να αποφανθεί επί του ζητήματος αυτού. Εν αναμονή της απαντήσεως που θα δοθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο, το αιτούν δικαστήριο συνεχίζει την εξέταση της υποθέσεως της κύριας δίκης ακολουθώντας τη διαδικασία του κατεπείγοντος.

23      Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης υποστηρίζουν, κατ’ ουσίαν, ότι το άρθρο 18 του Χάρτη θεσπίζει έναντι των κρατών μελών τη θετική υποχρέωση να διασφαλίζουν το δικαίωμα ασύλου και ότι η χορήγηση διεθνούς προστασίας αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να αποφευχθεί ο κίνδυνος παραβάσεως του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και του άρθρου 4 του Χάρτη. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, δεδομένου ότι οι ίδιες οι βελγικές αρχές αναγνώρισαν την έκτακτη, από ανθρωπιστικής απόψεως, κατάσταση των προσώπων αυτών, οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης υποστηρίζουν ότι, λαμβανομένων υπόψη των διεθνών υποχρεώσεων που υπέχει το Βασίλειο του Βελγίου, πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι θα έπρεπε για ανθρωπιστικούς λόγους να λάβουν τις θεωρήσεις που ζήτησαν.

24      Το Βελγικό Δημόσιο φρονεί ότι ούτε βάσει του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ ούτε βάσει του άρθρου 33 της Συμβάσεως της Γενεύης υποχρεούται να επιτρέψει την είσοδο στο έδαφός του σε υπήκοο τρίτης χώρας, καθώς η μόνη σχετική υποχρέωση που υπέχει είναι η υποχρέωση μη επαναπροωθήσεως.

25      Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 της ΕΣΔΑ, κατά την ερμηνεία που έχει δοθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης μπορούν να επικαλεσθούν το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ μόνον υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά εξαρτώνται από τη «δικαιοδοσία» του Βασιλείου του Βελγίου. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εφαρμογή της πολιτικής θεωρήσεων μπορεί να θεωρηθεί άσκηση μιας τέτοιας δικαιοδοσίας. Επίσης, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον ένα δικαίωμα εισόδου θα μπορούσε να απορρέει, ως συνέπεια της υποχρεώσεως λήψεως προληπτικών μέτρων και της αρχής μη επαναπροωθήσεως, από το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ και, mutatis mutandis, από το άρθρο 33 της Συμβάσεως της Γενεύης.

26      Περαιτέρω, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η εφαρμογή του άρθρου 4 του Χάρτη, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, δεν εξαρτάται από την άσκηση δικαιοδοσίας αλλά από την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης. Ούτε από τις Συνθήκες ούτε από τον Χάρτη συνάγεται ότι η εφαρμογή της ως άνω διατάξεώς του είναι εδαφικά περιορισμένη.

27      Όσον αφορά το άρθρο 25 του κώδικα θεωρήσεων, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι το άρθρο αυτό προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι θεώρηση χορηγείται όταν το κράτος μέλος «θεωρεί» ότι τούτο επιβάλλεται για λόγους διεθνών υποχρεώσεων. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, όμως, ως προς την έκταση της διακριτικής ευχέρειας που καταλείπεται στα κράτη μέλη εντός του πλαισίου αυτού και φρονεί ότι, δεδομένης της υποχρεωτικής φύσεως των διεθνών υποχρεώσεων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον Χάρτη, θα μπορούσε να αποκλεισθεί κάθε σχετικό περιθώριο διακριτικής ευχέρειας.

28      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil du Contentieux des Étrangers (Συμβούλιο επιλύσεως ενδίκων διαφορών αλλοδαπών, Βέλγιο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Αφορούν οι “διεθνείς υποχρεώσεις”, στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων, το σύνολο των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει ο Χάρτης, περιλαμβανομένων, ειδικότερα, των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στα άρθρα 4 και 18, και καταλαμβάνουν επίσης τις υποχρεώσεις που υπέχουν τα κράτη μέλη βάσει της ΕΣΔΑ και βάσει του άρθρου 33 της Συμβάσεως της Γενεύης;

2)      α)      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που θα δοθεί στο πρώτο ερώτημα, έχει το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων, την έννοια ότι το κράτος μέλος προς το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση θεωρήσεως περιορισμένης εδαφικής ισχύος οφείλει, με την επιφύλαξη του περιθωρίου εκτιμήσεως που διαθέτει σχετικά με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, να χορηγήσει τη θεώρηση που ζητείται, εφόσον συντρέχει αποδεδειγμένα κίνδυνος παραβάσεως του άρθρου 4 ή/και του άρθρου 18 του Χάρτη ή άλλης διεθνούς υποχρεώσεως του κράτους;

β)      Η ύπαρξη δεσμών μεταξύ του αιτούντος και του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση θεωρήσεως (παραδείγματος χάριν οικογενειακοί δεσμοί, οικογένειες υποδοχής, εγγυητές και χορηγοί κ.λπ.) ασκεί επιρροή στην απάντηση επί του ερωτήματος αυτού;»

 Επί της επείγουσας προδικαστικής διαδικασίας

29      Το αιτούν δικαστήριο ζήτησε η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως να εξεταστεί με την επείγουσα προδικαστική διαδικασία του άρθρου 107 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

30      Προς στήριξη του αιτήματός του το αιτούν δικαστήριο επικαλέστηκε, ιδίως, τη δραματική ένοπλη σύρραξη στη Συρία, τη μικρή ηλικία των τέκνων των προσφευγόντων της κύριας δίκης, το ιδιαίτερα ευάλωτο προφίλ τους, λόγω του ότι ανήκουν στην κοινότητα των ορθόδοξων χριστιανών, καθώς και το γεγονός ότι, εν πάση περιπτώσει, το αιτούν δικαστήριο επελήφθη της υποθέσεως στο πλαίσιο κατεπείγουσας διαδικασίας αναστολής.

31      Το αιτούν δικαστήριο διευκρίνισε, εξάλλου, ότι η υπό εξέταση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είχε ως αποτέλεσμα την αναστολή της διαδικασίας ενώπιόν του.

32      Επισημαίνεται συναφώς, πρώτον, ότι τα ζητήματα που εγείρει η παρούσα αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία αφορά την ερμηνεία του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού θεωρήσεων, σχετίζονται με τους τομείς περί των οποίων γίνεται λόγος στον τίτλο V του τρίτου μέρους της Συνθήκης ΛΕΕ, ο οποίος αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Συνεπώς, η αίτηση αυτή μπορεί να υπαχθεί στην επείγουσα προδικαστική διαδικασία, κατά το άρθρο 107, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας.

33      Δεύτερον, δεν αμφισβητείται ότι οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης, τουλάχιστον κατά τον χρόνο εξετάσεως του αιτήματος υπαγωγής της παρούσας προδικαστικής παραπομπής στην επείγουσα προδικαστική διαδικασία, διέτρεχαν πραγματικό κίνδυνο να υποστούν απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, γεγονός που πρέπει να θεωρηθεί στοιχείο επείγοντος το οποίο δικαιολογεί την εφαρμογή των άρθρων 107 επ. του Κανονισμού Διαδικασίας.

34      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στις 15 Δεκεμβρίου 2016 το πέμπτο τμήμα του Δικαστηρίου αποφάσισε, κατόπιν προτάσεως του εισηγητή δικαστή και αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να κάνει δεκτό το αίτημα του αιτούντος δικαστηρίου για την εξέταση της παρούσας αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως με την επείγουσα προδικαστική διαδικασία. Αποφάσισε, επίσης, να παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου προκειμένου αυτή να ανατεθεί στο τμήμα μείζονος συνθέσεως.

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου

35      Η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου αμφισβητήθηκε ιδίως από τη Βελγική Κυβέρνηση, με το επιχείρημα ότι το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κώδικα θεωρήσεων, του οποίου ζητείται η ερμηνεία, δεν εφαρμόζεται στις εν προκειμένω επίμαχες αιτήσεις.

36      Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει, όμως, σαφώς ότι οι επίδικες αιτήσεις υποβλήθηκαν, για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει του άρθρου 25 του κώδικα θεωρήσεων.

37      Όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον ο κώδικας θεωρήσεων εφαρμόζεται στην περίπτωση αιτήσεων όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, σκοπός των οποίων είναι να δοθεί η δυνατότητα σε υπηκόους τρίτων χωρών να υποβάλουν αίτηση ασύλου στο έδαφος κράτους μέλους, το ζήτημα αυτό συνδέεται αναπόσπαστα με τις απαντήσεις που πρέπει να δοθούν στην παρούσα αίτηση προδικαστικής αποφάσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να απαντήσει στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, Wojciechowski, C‑408/14, EU:C:2015:591, σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

38      Με το πρώτο ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων έχει την έννοια ότι οι διεθνείς υποχρεώσεις στις οποίες αναφέρεται περιλαμβάνουν τον σεβασμό, εκ μέρους κράτους μέλους, του συνόλου των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από τον Χάρτη, ιδίως στα άρθρα 4 και 18, καθώς και από την ΕΣΔΑ και το άρθρο 33 της Συμβάσεως της Γενεύης. Με το δεύτερο ερώτημα ερωτά κατ’ ουσίαν αν, λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που θα δοθεί στο πρώτο ερώτημα, το άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κώδικα θεωρήσεων έχει την έννοια ότι το κράτος μέλος που έχει επιληφθεί αιτήματος χορηγήσεως θεωρήσεως περιορισμένης εδαφικής ισχύος οφείλει να χορηγήσει τη θεώρηση που ζητείται, εφόσον αποδεικνύεται κίνδυνος παραβάσεως των άρθρων 4 και/ή 18 του Χάρτη ή διεθνούς υποχρεώσεως την οποία το κράτος αυτό υπέχει. Ερωτά περαιτέρω αν θα μπορούσε, ενδεχομένως, να ασκήσει κάποια επιρροή η ύπαρξη δεσμών μεταξύ του αιτούντος και του εν λόγω κράτους μέλους.

39      Υπενθυμίζεται, καταρχάς, ότι κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο διατύπωσε προδικαστικό ερώτημα μνημονεύοντας ορισμένες μόνο διατάξεις του δικαίου της Ένωσης δεν εμποδίζει το Δικαστήριο να παράσχει όλα τα στοιχεία ερμηνείας που θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα για την επίλυση της υποθέσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, είτε μνημονεύονται τα στοιχεία αυτά στα προδικαστικά ερωτήματα είτε όχι. Στο Δικαστήριο απόκειται να συναγάγει, από το σύνολο των στοιχείων που του παρέχει το εθνικό δικαστήριο και ιδίως από το σκεπτικό της αποφάσεως περί παραπομπής, εκείνα τα στοιχεία του δικαίου της Ένωσης που χρήζουν ερμηνείας, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της διαφοράς (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2015, Oil Trading Poland, C-349/13, EU:C:2015:84, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

40      Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι ο κώδικας θεωρήσεων εκδόθηκε βάσει του άρθρου 62, σημείο 2, στοιχεία αʹ και βʹ, περίπτωση ii, της Συνθήκης ΕΚ, κατά το οποίο το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεσπίζει μέτρα για τις θεωρήσεις, όταν υπάρχει πρόθεση διαμονής όχι άνω των τριών μηνών, στα oποία περιλαμβάνονται οι διαδικασίες και οι όροι για τη χορήγηση θεωρήσεων από τα κράτη μέλη.

41      Κατά το άρθρο 1 του κώδικα θεωρήσεων, ο κώδικας αυτός σκοπεί να θεσπίσει τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις εκδόσεως θεωρήσεων για διέλευση από ή με πρόθεση παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών. Το άρθρο 2, σημείο 2, στοιχεία αʹ, και βʹ του ίδιου κώδικα ορίζει τη «θεώρηση», για τους σκοπούς του κώδικα αυτού, ως την «εξουσιοδότηση που χορηγείται από κράτος μέλος» ενόψει, αντίστοιχα της «διέλευσης από ή [με] πρόθεση παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών» και της «διέλευσης μέσω των διεθνών ζωνών διέλευσης των αερολιμένων των κρατών μελών».

42      Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής και από τα στοιχεία της δικογραφίας που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο, οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης υπέβαλαν στην πρεσβεία του Βελγίου στον Λίβανο αιτήσεις χορηγήσεως θεωρήσεων για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει του άρθρου 25 του κώδικα θεωρήσεων, προκειμένου να ζητήσουν άσυλο στο Βέλγιο κατά την άφιξή τους στο κράτος μέλος αυτό και, εν συνεχεία, να λάβουν άδεια διαμονής με ισχύ μεγαλύτερη των 90 ημερών.

43      Κατά το άρθρο 1 του κώδικα θεωρήσεων, τέτοιες αιτήσεις, ακόμη και αν τυπικά έχουν υποβληθεί βάσει του άρθρου 25 του κώδικα αυτού, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του και ειδικότερα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του οποίου την ερμηνεία ζητεί το αιτούν δικαστήριο ως προς τη μνημονευόμενη στη διάταξη αυτή έννοια των «διεθνών υποχρεώσεων».

44      Επιπλέον, όπως επισήμαναν η Βελγική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις γραπτές τους παρατηρήσεις, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα καμία πράξη δεν έχει εκδοθεί από τον νομοθέτη της Ένωσης, βάσει του άρθρου 79, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, σχετικά με τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση, εκ μέρους των κρατών μελών, θεωρήσεων ή αδειών διαμονής μακράς διαρκείας σε υπηκόους τρίτων χωρών για ανθρωπιστικούς λόγους, οι επίμαχες στην κύρια δίκη αιτήσεις διέπονται αποκλειστικά από το εθνικό δίκαιο.

45      Η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά κατάσταση η οποία, κατά τα ανωτέρω, δεν διέπεται από το δίκαιο της Ένωσης, με συνέπεια να μην εφαρμόζονται στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις του Χάρτη και ειδικότερα οι διατάξεις των άρθρων 4 και 18 του Χάρτη, στις οποίες αναφέρονται τα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου (βλ. υπ’ αυτή την έννοια, μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 2013, Åkerberg Fransson, C-617/10, EU:C:2013:105, σκέψη 19, και της 27ης Μαρτίου 2014, Torralbo Marcos, C-265/13, EU:C:2014:187, σκέψη 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

46      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η ύπαρξη «εύλογων αμφιβολιών ως προς […] την πρόθεση [του αιτούντος] να αναχωρήσει από το έδαφος των κρατών μελών πριν από τη λήξη ισχύος της ζητούμενης θεώρησης» θεωρείται από το άρθρο 32, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κώδικα θεωρήσεων λόγος απορρίψεως της αιτήσεως χορηγήσεως θεωρήσεως και όχι λόγος μη εφαρμογής του κώδικα.

47      Πράγματι, αυτό που χαρακτηρίζει την υπόθεση της κύριας δίκης δεν είναι η ύπαρξη τέτοιων αμφιβολιών, αλλά η υποβολή αιτήσεως με αντικείμενο διαφορετικό από το αντικείμενο μιας θεωρήσεως βραχείας διαμονής.

48      Επιπλέον, το αντίθετο συμπέρασμα θα κατέληγε στο αποτέλεσμα, ενώ ο κώδικας θεωρήσεων σχεδιάστηκε για τη χορήγηση θεωρήσεων για παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, να επιτρέπει στους υπηκόους τρίτων χωρών να υποβάλλουν, στηριζόμενοι στον κώδικα θεωρήσεων, αιτήσεις χορηγήσεως θεωρήσεως με σκοπό να τους χορηγηθεί διεθνής προστασία σε κράτος μέλος της επιλογής τους, κάτι που θα έθιγε τη γενική οικονομία του συστήματος που έχει δημιουργηθεί με τον κανονισμό 604/2013.

49      Επισημαίνεται, επίσης, ότι ένα τέτοιο αντίθετο συμπέρασμα θα σήμαινε ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται δυνάμει του κώδικα θεωρήσεων να επιτρέπουν, εν τοις πράγμασι, σε υπηκόους τρίτων χωρών να υποβάλλουν αίτηση διεθνούς προστασίας στις αντιπροσωπείες των κρατών μελών σε τρίτη χώρα. Παρότι, όμως, ο κώδικας θεωρήσεων δεν έχει ως αντικείμενο την εναρμόνιση των κανόνων που ισχύουν στα κράτη μέλη για τη διεθνή προστασία, διαπιστώνεται ότι οι πράξεις της Ένωσης που έχουν εκδοθεί βάσει του άρθρου 78 ΣΛΕΕ και διέπουν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις αιτήσεις διεθνούς προστασίας δεν προβλέπουν μια τέτοια υποχρέωση και, αντιθέτως, εξαιρούν από το πεδίο εφαρμογής τους τις αιτήσεις που υποβάλλονται στις αντιπροσωπείες των κρατών μελών. Από το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2013/32 προκύπτει ότι η οδηγία αυτή εφαρμόζεται επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος των κρατών μελών, περιλαμβανομένων των συνόρων, στα χωρικά ύδατα ή στις ζώνες διελεύσεως, αλλά δεν εφαρμόζεται επί αιτήσεων διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε αντιπροσωπείες των κρατών μελών. Ομοίως, από το άρθρο 1 και το άρθρο 3 του κανονισμού 604/2013 προκύπτει ότι η μόνη υποχρέωση που επιβάλλει ο κανονισμός στα κράτη μέλη είναι να εξετάζουν κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται στο έδαφος κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων και των ζωνών διέλευσης και ότι οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον κανονισμό αυτόν εφαρμόζονται μόνο για τέτοια αιτήματα διεθνούς προστασίας.

50      Υπό τις συνθήκες αυτές, κακώς οι βελγικές αρχές εξέλαβαν τις επίμαχες στην κύρια δίκη αιτήσεις ως αιτήσεις για χορήγηση θεωρήσεων βραχείας διαμονής.

51      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1 του κώδικα θεωρήσεων έχει την έννοια ότι αίτηση χορηγήσεως θεωρήσεως περιορισμένης εδαφικής ισχύος την οποία υποβάλλει υπήκοος τρίτης χώρας για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει του άρθρου 25 του κώδικα θεωρήσεων, στην αντιπροσωπεία του κράτους μέλους προορισμού στο έδαφος τρίτης χώρας, προκειμένου να υποβάλει κατά την άφιξή του σε αυτό το κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας και, εν συνεχεία, να παραμείνει στο εν λόγω κράτος μέλος για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών εντός περιόδου 180 ημερών, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα θεωρήσεων, αλλά, κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου της Ένωσης, διέπεται αποκλειστικά και μόνον από το εθνικό δίκαιο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

52      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, έχει την έννοια ότι αίτηση χορηγήσεως θεωρήσεως περιορισμένης εδαφικής ισχύος την οποία υποβάλλει υπήκοος τρίτης χώρας για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει του άρθρου 25 του κώδικα θεωρήσεων, στην αντιπροσωπεία του κράτους μέλους προορισμού στο έδαφος τρίτης χώρας, προκειμένου να υποβάλει κατά την άφιξή του σε αυτό το κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας και, εν συνεχεία, να παραμείνει στο εν λόγω κράτος μέλος για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών εντός περιόδου 180 ημερών, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα θεωρήσεων, αλλά, κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διέπεται αποκλειστικά και μόνον από το εθνικό δίκαιο.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.