Language of document :

Προσφυγή της 23ης Οκτωβρίου 2020 – Δημοκρατία της Λιθουανίας κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-541/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Λιθουανίας (εκπρόσωποι: K. Dieninis, V. Kazlauskaitė-Švenčionienė, R. Dzikovič, A. Kisieliauskaitė, G. Taluntytė και R. Petravičius, advokatas)

Καθών: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα     

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.    Να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφοι 3 και 7, της οδηγίας 2020/1057 1 , το οποίο ορίζει ότι οι κανόνες σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων πρέπει να εφαρμόζονται στις διεθνείς μεταφορές και ενδομεταφορές για τους σκοπούς της οδηγίας 96/71/ΕΚ. Εάν είναι αδύνατο να ακυρωθεί το άρθρο 1, παράγραφοι 3 και 7, της οδηγίας 2020/1057 χωρίς να τροποποιηθεί το περιεχόμενο της οδηγίας αυτής, η Δημοκρατία της Λιθουανίας ζητεί την ακύρωση της οδηγίας 2020/1057 στο σύνολό της.

2.    Να ακυρώσει το άρθρο 1, σημείο 6, στοιχείο δ΄, του κανονισμού 2020/1054 2 , καθόσον η διάταξη αυτή απαιτεί από τις επιχειρήσεις μεταφορών να διασφαλίζουν ότι οι οδηγοί επιστρέφουν στον τόπο κατοικίας τους ή στην έδρα λειτουργίας της επιχείρησης κάθε τέσσερις εβδομάδες. Εάν δεν είναι δυνατόν να ακυρωθεί το μέρος αυτό της διάταξης, η Δημοκρατία της Λιθουανίας ζητά την ακύρωση αυτής της διάταξης στο σύνολό της.

3.    Να ακυρώσει το άρθρο 3 του κανονισμού 2020/1054, καθόσον ορίζει ότι οι τροποποιήσεις που έγιναν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 651/2006 τίθενται σε ισχύ την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευση της πράξης αυτής (20 Αυγούστου 2020). Εάν δεν είναι δυνατόν να ακυρωθεί το άρθρο 3 του κανονισμού 2020/1054 χωρίς να θιγούν οι λοιπές διατάξεις του κανονισμού αυτού, η Δημοκρατία της Λιθουανίας ζητεί την ακύρωση του κανονισμού 2020/1054 στο σύνολό του.

4.    Να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η Δημοκρατία της Λιθουανίας προβάλλει τους ακόλουθους λόγους:

1.    Το άρθρο 1, παράγραφοι 3 και 7, της οδηγίας 2020/1057, καθόσον προβλέπει την εφαρμογή των κανόνων για την απόσπαση εργαζομένων σε διεθνείς μη διμερείς (διασυνοριακές) μεταφορές και σε ενδομεταφορές, είναι αντίθετο προς:

1.1.    Την αρχή της ίσης μεταχείρισης, καθόσον η επιλεκτική κατανομή των μεταφορών στερείται βάσης και δημιουργεί δύο μέτρα αμοιβών για τους εργαζομένους που εργάζονται στην ίδια επιχείρηση, παρόλο που η φύση της εργασίας τους είναι η ίδια. Κατά συνέπεια, οι κανόνες που διέπουν την απόσπαση θεσπίστηκαν ελλείψει αντικειμενικών κριτηρίων, παραβιάζοντας έτσι την αρχή της «ίσης αμοιβής για ίση εργασία» και την αρχή της ίσης μεταχείρισης που κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.2.    Την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (i) καθιέρωσαν διαφορετικές ρυθμίσεις σχετικά με τις αμοιβές των οδηγών που εκτελούν την ίδια εργασία, (ii) δεν έλαβαν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των διεθνών μεταφορών, (iii) δεν έλαβαν υπόψη το εξαιρετικά υψηλό επίπεδο κινητικότητας όσων εργάζονται στον τομέα των διεθνών μεταφορών, (iv) επέβαλαν, με βάση τα κριτήρια που έθεσαν, αδικαιολόγητα υψηλή διοικητική επιβάρυνση για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, και ως εκ τούτου υπέπεσαν σε πρόδηλο σφάλμα και εξέδωσαν μέτρο δυσανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό.

1.3.    Τις αρχές της ορθής νομοθετικής διαδικασίας, καθόσον τα θεσμικά όργανα της ΕΕ έπρεπε να προβούν σε εκτίμηση του αντίκτυπου των επίδικων διατάξεων ή να αιτιολογήσουν γιατί δεν ήταν απαραίτητη μια τέτοια εκτίμηση.

2.    Το άρθρο 1, σημείο 6, στοιχείο δ΄, του κανονισμού 2020/1054, το οποίο επιβάλλει υποχρέωση στις επιχειρήσεις μεταφορών να διασφαλίζουν ότι οι οδηγοί τους επιστρέφουν στον τόπο κατοικίας τους ή στην έδρα λειτουργίας της επιχείρησης κάθε τέσσερις εβδομάδες, είναι αντίθετο προς:

2.1.    Το άρθρο 45 ΣΛΕΕ, καθόσον η υποχρέωση που επιβάλλεται στους οδηγούς να επιστρέψουν στον τόπο κατοικίας τους ή στην έδρα λειτουργίας της επιχείρησης, χωρίς καμία δυνατότητα να επιλέξουν οι ίδιοι πού επιθυμούν να περάσουν τον χρόνο ανάπαυσής τους, παραβιάζει την ελεύθερη κυκλοφορία τους ως εργαζομένων.

2.2.    Το άρθρο 26 ΣΛΕΕ και τη γενική αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, καθότι η προσβαλλόμενη διάταξη περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και επιβάλλει διακρίσεις εις βάρος των εργαζομένων σε επιχειρήσεις μεταφορών των περιφερειακών κρατών μελών λόγω της υποχρέωσης επιστροφής στον τόπο κατοικίας τους ή στην έδρα λειτουργίας της επιχείρησης προκειμένου να αναπαυθούν, καθώς αναγκάζονται να καλύψουν σημαντικές αποστάσεις και να διαθέσουν πολύ περισσότερο χρόνο σε σχέση με τους οδηγούς που εργάζονται σε επιχειρήσεις μεταφορών των κρατών μελών που βρίσκονται στο κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πλησίον αυτού· προκειμένου να εφαρμοστεί η διάταξη σχετικά με την επιστροφή των εργαζομένων, οι επιχειρήσεις μεταφορών των περιφερειακών κρατών μελών θα βρεθούν σε δυσμενή θέση σε σύγκριση με εκείνη άλλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά.

2.3.    Το άρθρο 3, παράγραφος 3, ΣΕΕ, τα άρθρα 11 και 119 ΣΛΕΕ και την πολιτική της ΕΕ για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, καθότι η υποχρεωτική επιστροφή των οδηγών κάθε τέσσερις εβδομάδες θα προκαλέσει τεχνητή αύξηση της κυκλοφορίας στους δρόμους της Ένωσης, του αριθμού των οδηγών που επιστρέφουν με ρυμουλκούμενα άνευ φορτίου, του αριθμού άλλων οργανωμένων μεταφορών, της κατανάλωσης καυσίμων και των εκπομπών CO2 στο περιβάλλον.

2.4.    Την αρχή της αναλογικότητας, καθότι η υποχρεωτική, σε τακτική βάση, επιστροφή των οδηγών που ορίζεται από τη διάταξη αυτή είναι μέτρο το οποίο είναι προδήλως δυσανάλογο και ακατάλληλο σε σχέση με τον δηλωθέντα σκοπό, ήτοι τη βελτίωση των συνθηκών ανάπαυσης των εργαζομένων.

3.    Το άρθρο 3 το κανονισμού 2020/1054, το οποίο καθορίζει την ημερομηνία έναρξης ισχύος του εν λόγω κανονισμού (20 Αυγούστου 2020) χωρίς να προβλέπει μεταβατική περίοδο, ιδίως λαμβανομένου υπόψη ότι εξ αυτού απορρέει υποχρέωση άμεσης εφαρμογής (i) των τροποποιήσεων που επήλθαν στο άρθρο 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 που απαγορεύει να λαμβάνεται η περίοδος ανάπαυσης εντός του οχήματος και (ii) των τροποποιήσεων που επήλθαν στο άρθρο 8, παράγραφος 8α του κανονισμού 561/2006, σχετικά με την υποχρέωση επιστροφής των οδηγών στον τόπο κατοικίας τους κάθε τέσσερις εβδομάδες, είναι αντίθετο προς:

3.1.    Την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον, κατά τον καθορισμό της προθεσμίας έναρξης ισχύος σε 20 ημέρες, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (i) δεν έλαβαν υπόψη ότι, για αντικειμενικούς λόγους και ελλείψει μεταβατικής περιόδου, τα κράτη μέλη και οι μεταφορείς δεν είναι σε θέση να προσαρμοστούν στις υποχρεώσεις που τροποποιήθηκαν και (ii) δεν προέβαλαν επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν τον επείγοντα χαρακτήρα για την έναρξη ισχύος αυτών των νέων απαιτήσεων.

3.2.    Την υποχρέωση αιτιολόγησης, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 296 ΣΛΕΕ, διότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, κατά την εξέταση της πρότασης, γνώριζαν, λόγω της ανάλυσης των επιπτώσεων και από άλλες πηγές, ότι (i) η απαγόρευση του ύπνου εντός του οχήματος κατά τη διάρκεια των οικείων περιόδων θα ήταν ανεφάρμοστη στην πράξη για την πλειονότητα των κρατών μελών (λόγω της ανεπαρκούς διαθεσιμότητας εναλλακτικών καταλυμάτων) και για τις επιχειρήσεις μεταφορών, (ii) η υποχρέωση επιστροφής των οδηγών στον τόπο κατοικίας τους ή στην έδρα λειτουργίας της επιχείρησης μεταφορών θα δημιουργούσε πρακτικές δυσχέρειες, καθόσον οι κανόνες για την εφαρμογή της υποχρέωσης αυτής δεν είναι σαφείς και, επομένως, τα όργανα της Ένωσης όφειλαν να δικαιολογήσουν την απουσία μεταβατικής περιόδου ή τη μη αναβολή της έναρξης ισχύος της νομοθεσίας.

3.3.    Την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, διότι όχι μόνο τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν αιτιολόγησαν την αναγκαιότητα της άμεσης έναρξης ισχύος της απαγόρευσης διανυκτέρευσης εντός του οχήματος κατά τις οικείες περιόδους και την υποχρέωση επιστροφής των οδηγών στον τόπο κατοικίας τους, αλλά επίσης δεν έλαβαν υπόψη τα δεδομένα που υπέβαλαν τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τα αντικειμενικά εμπόδια και την ανάγκη πρόβλεψης μεταβατικής περιόδου που θα καθιστούσε δυνατή την προσαρμογή στη νομοθεσία που τροποποιήθηκε.

____________

1     Οδηγία (ΕΕ) 2020/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ 2020, L 249, σ. 49).

2     Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1054 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, όσον αφορά ελάχιστες απαιτήσεις ως προς τα ανώτατα όρια για τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο οδήγησης, κατώτατα όρια για τα διαλείμματα και περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όσον αφορά τον εντοπισμό μέσω ταχογράφων (ΕΕ 2020, L 249, σ. 1).