Language of document : ECLI:EU:C:2003:236

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

F. G. JACOBS

της 10ης Απριλίου 2003 (1)

Υπόθεση C-153/02

Valentina Neri

κατά

European School of Economics

[αίτηση του Giudice di Pace di Genova (Ιταλία)

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Ελευθερία εγκαταστάσεως - Αναγνώριση των διπλωμάτων - Δίπλωμα που χορηγείται από πανεπιστήμιο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος - Προπαρασκευαστική εκπαίδευση για το δίπλωμα η οποία παρέχεται σε άλλο κράτος μέλος και από άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα»

1.
    Η παρούσα υπόθεση αφορά έναν ιδιωτικό εκπαιδευτικό οργανισμό ο οποίος έχει καταχωρισθεί ως εταιρία στο Ηνωμένο Βασίλειο και παρέχει εκπαίδευση μέσω διαφόρων κέντρων σπουδών, ορισμένα από τα οποία βρίσκονται στην Ιταλία. Η εν λόγω εκπαίδευση εγκρίνεται και ελέγχεται από ένα αγγλικό πανεπιστήμιο και οδηγεί στην απόκτηση πτυχίου το οποίο χορηγείται από το εν λόγω πανεπιστήμιο, σύμφωνα με την εφαρμοστέα στο Ηνωμένο Βασίλειο νομοθεσία. Ωστόσο, βάσει των ιταλικών κανόνων, όπως αυτοί εφαρμόζονταν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, το ως άνω πτυχίο δεν αναγνωρίζεται στην Ιταλία, εάν χορηγηθεί σε Ιταλό πολίτη μετά τη συμπλήρωση του προγράμματος σπουδών στην Ιταλία.

2.
    Στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ μιας Ιταλίδας φοιτήτριας και του εκπαιδευτικού οργανισμού, ο Giudice di Pace di Genova (Ιταλία) επιθυμεί να πληροφορηθεί αν η ως άνω εφαρμογή των ιταλικών κανόνων αντιβαίνει στο κοινοτικό δίκαιο, ιδίως δε στις διατάξεις της Συνθήκης περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, ελευθερίας εγκαταστάσεως και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, στην οδηγία του Συμβουλίου 89/48 (2) και στην απόφαση του Συμβουλίου 63/266 (3).

Ιστορικό και νομοθεσία

Η ρύθμιση του προγράμματος σπουδών που οδηγεί στην απόκτηση πτυχίου

3.
    Το Nottingham Trent University (στο εξής: Nottingham Trent) είναι ένα πανεπιστήμιο που εδρεύει στο Nottingham (Αγγλία). Το εν λόγω πανεπιστήμιο είναι «αναγνωρισμένος οργανισμός» για τους σκοπούς του άρθρου 216, παράγραφος 1, του Education Reform Act 1988, που δικαιούται να χορηγεί πτυχία. Το Nottingham Trent χορηγεί πτυχία «Bachelor of Arts (Honours)», μεταξύ άλλων, στις πολιτικές και οικονομικές επιστήμες.

4.
    Η European School of Economics (στο εξής: ESE) είναι μια εταιρία περιορισμένης ευθύνης που έχει καταχωρισθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και είναι εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος μέλος. Η ESE έχει εγκαταστάσεις και σε ορισμένες άλλες χώρες, ειδικότερα δε στην Ιταλία, όπου διοργανώνει προγράμματα σπουδών σε δώδεκα σημεία. Η ESE συμπεριλαμβάνεται στους πίνακες που καταρτίζει ο Υπουργός Παιδείας σύμφωνα με το άρθρο 216, παράγραφος 2, του Education Reform Act, και μπορεί, ως εκ τούτου, να παρέχει προπαρασκευαστικά μαθήματα για την απόκτηση πτυχίου που εκδίδεται από αναγνωρισμένο οργανισμό, τα οποία εγκρίνονται από ή για λογαριασμό του εν λόγω οργανισμού.

5.
    Το 1998 το Nottingham Trent και η ESE συνήψαν συμφωνία για την έγκριση ορισμένων προγραμμάτων σπουδών που παρέχονται από την ESE. Το Nottingham Trent εγκρίνει τα σχετικά προγράμματα σπουδών και ασκεί εποπτεία επ' αυτών, διασφαλίζει τον ποιοτικό έλεγχο και χορηγεί τους τίτλους σπουδών. .να από τα ως άνω προγράμματα σπουδών οδηγεί στην απόκτηση πτυχίου «Bachelor of Arts (Honours)» στην πολιτική επιστήμη και τις διεθνείς σπουδές, το οποίο χορηγείται μετά από τετραετή φοίτηση στην ESE, κυρίως στις εγκαταστάσεις της στην Ιταλία. Οι φοιτητές που παρακολουθούν τα ως άνω προγράμματα σπουδών εγγράφονται όχι μόνον στην ESE, αλλά και στο Nottingham Trent. Οι εξετάσεις διοργανώνονται σύμφωνα με τους κανονισμούς και τις διαδικασίες που εφαρμόζει το Nottingham Trent στο Ηνωμένο Βασίλειο και οι εξωτερικοί εξεταστές, οι οποίοι διορίζονται από την ESE, πρέπει να εγκριθούν από το Nottingham Trent.

6.
    Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, ο εκπρόσωπος της Ιταλικής Κυβερνήσεως ισχυρίστηκε ότι ο σύνδεσμος μεταξύ της ESE και του Nottingham Trent έπαυσε να υφίσταται τον Δεκέμβριο του 2002.

Σχετικοί κοινοτικοί κανόνες

7.
    Τα άρθρα 39 ΕΚ και 40 ΕΚ αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Το άρθρο 39 ΕΚ απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγενείας όσον αφορά την απασχόληση και το άρθρο 40 ΕΚ προβλέπει τη λήψη ειδικών κοινοτικών μέτρων για να πραγματοποιηθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

8.
    Το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει τους περιορισμούς της ελευθερίας εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους. Ειδικότερα: «η ελευθερία εγκαταστάσεως περιλαμβάνει την ανάληψη και την άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων, καθώς και τη σύσταση και τη διαχείριση επιχειρήσεων, και ιδίως εταιριών [...] σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τη νομοθεσία της χώρας εγκαταστάσεως για τους δικούς της υπηκόους [...]». Σύμφωνα με το άρθρο 48 ΕΚ, οι εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους και οι οποίες έχουν την καταστατική τους έδρα, την κεντρική τους διοίκηση ή την κύρια εγκατάστασή τους εντός της Κοινότητας εξομοιώνονται προς τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπήκοοι των κρατών μελών.

9.
    Για τη διευκόλυνση της αναλήψεως και της ασκήσεως μη μισθωτών δραστηριοτήτων, το άρθρο 47, παράγραφος 1, ΕΚ προβλέπει την έκδοση από το Συμβούλιο οδηγιών για την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση μεταξύ των κρατών μελών.

10.
    Το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει τους περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όταν ο παρέχων υπηρεσίες είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής.

11.
    Η απόφαση 63/266 του Συμβουλίου, η οποία εκδόθηκε βάσει του νυν άρθρου 151 ΕΚ και η οποία αφορά την προαγωγή του πολιτισμού εντός της Κοινότητας, θεσπίζει δέκα γενικές αρχές για την εφαρμογή κοινοτικής πολιτικής επαγγελματικής καταρτίσεως, που αποσκοπούν στο να παράσχουν στους πολίτες της Κοινότητας τη δυνατότητα να λάβουν επαρκή επαγγελματική εκπαίδευση και στο να συμβάλουν στην πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Τα κράτη μέλη και τα κοινοτικά όργανα είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή των ως άνω αρχών εντός του πλαισίου της Συνθήκης. .νας από τους θεμελιώδεις στόχους που θέτει η δεύτερη αρχή είναι «η αποφυγή κάθε επιζήμιας διακοπής [...] μεταξύ της γενικής εκπαιδεύσεως και της ενάρξεως της επαγγελματικής καταρτίσεως».

12.
    Η οδηγία του Συμβουλίου 89/48, η οποία εκδόθηκε βάσει των νυν άρθρων 40 ΕΚ και 47, παράγραφος 1, ΕΚ, θεσπίζει ένα γενικό κοινοτικό σύστημα αμοιβαίας αναγνωρίσεως των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στους κοινοτικούς υπηκόους που είναι κάτοχοι διπλώματος το οποίο χορηγήθηκε εντός κράτους μέλους να ασκήσουν ένα νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα εντός άλλου κράτους μέλους. Η εν λόγω οδηγία ορίζει τους τύπους των διπλωμάτων που καλύπτονται (4) από την ως άνω διάταξη και θεσπίζει μηχανισμούς για την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων αυτών.

Σχετικοί ιταλικοί κανόνες

13.
    Κατά τη διάταξη περί παραπομπής, σύμφωνα με το βασιλικό διάταγμα αριθ. 1592, της 31ης Αυγούστου 1933 (5), το οποίο παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια στη δημόσια διοίκηση και στα πανεπιστήμια, τα διπλώματα που χορηγούνται από αλλοδαπά ιδρύματα μπορούν να αναγνωρίζονται βάσει ειδικών νόμων που θέτουν σε εφαρμογή ειδικές διμερείς συμφωνίες συναφθείσες με άλλες χώρες. Το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 115, της 27ης Ιανουαρίου 1992 (6), μεταφέρει την οδηγία 89/48 του Συμβουλίου στο εσωτερικό δίκαιο.

14.
    Στο πλαίσιο του ως άνω νομοθετικού διατάγματος, οι ιταλικές αρχές θέσπισαν ορισμένους διοικητικούς κανόνες και ορισμένες διοικητικές πρακτικές.

15.
    Σε έγγραφο του Υπουργείου Πανεπιστημιακής Εκπαιδεύσεως και Επιστημονικής .ρευνας της 3ης Οκτωβρίου 2000, τονίζεται ότι «η αναγνώριση κατ' εφαρμογήν του νομοθετικού διατάγματος 115/92 επιτρέπει μόνον την άσκηση επαγγέλματος το οποίο ήδη ασκείται στη χώρα καταγωγής».

16.
    Σε άλλο έγγραφο του ιδίου υπουργείου της 8ης Ιανουαρίου 2001, τονίζεται ότι «οι τίτλοι που χορηγούνται από αναγνωρισμένα πανεπιστήμια στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να αναγνωρισθούν στην Ιταλία μόνον εάν έχουν αποκτηθεί κατόπιν τακτικής φοιτήσεως, καθ' όλη τη διάρκεια του προγράμματος σπουδών, στα πανεπιστήμια αυτά ή σε έτερο αλλοδαπό ίδρυμα του ιδίου εκπαιδευτικού επιπέδου, αποκλειομένων, ως εκ τούτου, των τίτλων που χορηγούνται σε Ιταλούς υπηκόους βάσει εκπαιδευτικών περιόδων που συμπληρώθηκαν σε παραρτήματα ή σε ιδιωτικά ινστιτούτα τα οποία λειτουργούν στην Ιταλία και με τα οποία τα ως άνω πανεπιστήμια έχουν συνάψει συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου».

17.
    Αμφότερα τα έγγραφα αυτά, τα οποία κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, αφορούν ρητώς τα διπλώματα που αποκτήθηκαν κατόπιν φοιτήσεως στην ESE.

18.
    Μια εγκύκλιος του Υπουργείου Εξωτερικών, η οποία επίσης κατατέθηκε στο Δικαστήριο, επιβεβαιώνει τα ως άνω στοιχεία επισημαίνοντας ότι οι Ιταλοί υπήκοοι που υποβάλλουν αίτηση για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών που χορηγήθηκαν στην αλλοδαπή πρέπει να έχουν «βεβαίωση της ιταλικής διπλωματικής ή προξενικής αντιπροσωπείας στη χώρα όπου εκδόθηκε ο τίτλος, που να αποδεικνύει την πραγματική διαμονή του ενδιαφερομένου στη χώρα αυτή καθ' όλη τη διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών». Επισημαίνεται ρητώς ότι η προϋπόθεση αυτή ισχύει μόνο για τους Ιταλούς υπηκόους.

19.
    Στη διάταξη περί παραπομπής τονίζεται ότι, σύμφωνα με την ιταλική νομοθεσία, δεν απαιτείται ειδική έγκριση ή άδεια για την παροχή εκπαιδευτικών προγραμμάτων. .σον αφορά το είδος της επίμαχης στην παρούσα υπόθεση συμφωνίας, δεν υφίσταται ειδική διάταξη που να διέπει την περίπτωση κατά την οποία το πανεπιστήμιο ευρίσκεται εκτός Ιταλίας· ωστόσο, τα πανεπιστήμια στην Ιταλία μπορούν να προσφεύγουν στη συνεργασία με ιδιωτικούς οργανισμούς για τη διοργάνωση προγραμμάτων σπουδών σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται από τα εν λόγω πανεπιστήμια (7).

20.
    Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, ο εκπρόσωπος της Ιταλικής Κυβερνήσεως ισχυρίστηκε ότι η νομική κατάσταση έχει μεταβληθεί, ιδίως με τον νόμο 148/2002, του Ιουλίου 2002 -ήτοι μετά την ημερομηνία εκδόσεως της διατάξεως περί παραπομπής- πράγμα που έχει ως συνέπεια, κατ' ουσίαν, ότι η αναγνώριση αλλοδαπών τίτλων σπουδών δεν υπόκειται πλέον σε υπουργικές οδηγίες ή διοικητικές πρακτικές, αλλά εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα κάθε πανεπιστημίου. Πάντως, δεν είναι σαφές ποια αποτελέσματα μπορούν να έχουν οι τροποποιήσεις αυτές επί ζητημάτων όπως αυτό που ανέκυψε στην παρούσα υπόθεση.

Η διαφορά της κύριας δίκης

21.
    Το καλοκαίρι του 2001, η Valentina Neri, αφού έλαβε απολυτήριο λυκείου στην Ιταλία, εγγράφηκε στο Nottingham Trent για ένα τετραετές πρόγραμμα σπουδών που οδηγεί στην απόκτηση πτυχίου Bachelor of Arts with honours στην πολιτική επιστήμη και τις διεθνείς σπουδές. Τότε, η V. Neri πληροφορήθηκε ότι μπορούσε να παρακολουθήσει το πρόγραμμα σπουδών για την απόκτηση του ως άνω πτυχίου σε εκπαιδευτικό οργανισμό ο οποίος ευρίσκεται εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και ο οποίος παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα που εγκρίνονται από το Nottingham Trent. .νας τέτοιος οργανισμός ήταν η ESE, η οποία παρείχε το πρόγραμμα σπουδών του Nottingham Trent σε διάφορα παραρτήματα στην Ιταλία.

22.
    .τσι, η V. Neri, προκειμένου να αποφύγει τις πρόσθετες δαπάνες που θα συνεπάγονταν οι σπουδές στο Ηνωμένο Βασίλειο, εγγράφηκε στο παρεχόμενο μέσω της ESE, στην «πανεπιστημιούπολη» της ESE στη Γένοβα, πρόγραμμα σπουδών του Nottingham Trent. Η V. Neri κατέβαλε στην ESE τέλη εγγραφής που ανέρχονται σε 4 εκατομμύρια ιταλικές λίρες (ITL) (2 065,83 ευρώ) για το ακαδημα.κό έτος 2001/2002.

23.
    Αργότερα, η V. Neri έλαβε γνώση των προαναφερθέντων ιταλικών κανόνων. Γι' αυτόν τον λόγο, η V. Neri ζήτησε να της επιστραφούν τα τέλη εγγραφής που είχε ήδη καταβάλει, αλλά η ESE αρνήθηκε να ικανοποιήσει το αίτημά της, με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι είχε την εξουσία να παρέχει πανεπιστημιακά μαθήματα που οδηγούν στη χορήγηση πτυχίου από το Nottingham Trent και ότι το χορηγούμενο πτυχίο θα είχε πλήρη νομική ισχύ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τότε, η V. Neri άσκησε την αγωγή που είναι επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης.

Η διάταξη περί παραπομπής

24.
    Το εθνικό δικαστήριο θεωρεί ότι η ιταλική διοικητική πρακτική είναι κανονιστικής φύσεως, καθόσον εφαρμόζεται σε όλους τους τομείς της δημοσίας διοικήσεως. Η εν λόγω διοικητική πρακτική ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα να αποτρέπει τους φοιτητές από το να εγγράφονται στα προγράμματα σπουδών της ESE ή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της V. Neri, να οδηγεί τους φοιτητές στο να ακυρώσουν την εγγραφή τους (8). .τσι, η ως άνω διοικητική πρακτική ενδέχεται να συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.

25.
    Επιπλέον, το εθνικό δικαστήριο θεωρεί ότι είναι επίσης λυσιτελής εν προκειμένω η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Kraus (9), που αφορούσε το είδος του ελέγχου που επιτρέπεται όταν υπήκοος κράτους μέλους ζητεί από το εν λόγω κράτος μέλος τη χορήγηση διοικητικής εγκρίσεως για τη χρήση ενός ακαδημαϊκού τίτλου που χορηγήθηκε σε άλλο κράτος μέλος. Περαιτέρω, η οδηγία 89/48 θα μπορούσε να καταστρατηγηθεί, εάν ήταν δυνατόν να γίνει επίκληση, κατά τη διάρκεια των σπουδών και πριν από την απόκτηση πτυχίου, των δικαιωμάτων που αυτή απονέμει. Τέλος, η ιταλική διοικητική πρακτική ενδέχεται να αντιβαίνει στις αρχές που θεσπίζει η απόφαση 63/266.

26.
    Κατά συνέπεια, ο Giudice di Pace di Genova ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως επί των ακολούθων ερωτημάτων:

«1)    Συμβιβάζονται προς τις αρχές της Συνθήκης ΕΚ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων (άρθρα 39 ΕΚ επ.), του δικαιώματος εγκαταστάσεως (άρθρα 43 ΕΚ επ.), της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (άρθρα 49 ΕΚ επ.), όπως αυτές ερμηνεύθηκαν από τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι διατάξεις του εθνικού δικαίου ή οι εθνικές διοικητικές πρακτικές που περιγράφονται στα σημεία III και IV της παρούσας διατάξεως, ειδικότερα δε οι διατάξεις του εθνικού δικαίου και/ή οι εθνικές διοικητικές πρακτικές οι οποίες:

    -    εμποδίζουν την ιταλική εγκατάσταση μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας, της οποίας το κέντρο των κυριοτέρων δραστηριοτήτων βρίσκεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, να ασκεί στο κράτος υποδοχής δραστηριότητα που συνίσταται στη διοργάνωση και τη διαχείριση προπαρασκευαστικών μαθημάτων για τις πανεπιστημιακές εξετάσεις, δραστηριότητα για την άσκηση της οποίας η εταιρία εξουσιοδοτήθηκε νομίμως και αναγνωρίσθηκε εκ μέρους των βρετανικών δημοσίων αρχών·

    -    συνεπάγονται δυσμενείς διακρίσεις έναντι των ημεδαπών που ασκούν ανάλογες δραστηριότητες·

    -    απαγορεύουν και/ή εμποδίζουν σοβαρά την απόκτηση, εκ μέρους της ιταλικής εγκαταστάσεως της ίδιας εταιρίας, σε άλλο κράτος μέλος και επ' αμοιβή, των υπηρεσιών που καθιστούν δυνατή την άσκηση της προαναφερθείσας δραστηριότητας·

    -    αποτρέπουν τους φοιτητές από το να εγγράφονται στα μαθήματα αυτά·

    -    εμποδίζουν την επαγγελματική κατάρτιση των εγγεγραμμένων φοιτητών, καθώς και την απόκτηση τίτλου που μπορεί να εξασφαλίσει στον κάτοχό του τόσο τα προσόντα για την πρόσβαση σε επαγγελματική δραστηριότητα όσο και τα προσόντα προς επωφελέστερη άσκηση της δραστηριότητας αυτής και σε άλλο κράτος μέλος;

2)    Παρέχει η οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, κατά την ερμηνεία του άρθρου 2 αυτής, η οποία ζητείται εν προκειμένω από το Δικαστήριο, δικαιώματα των οποίων μπορεί να γίνει επίκληση ακόμη και πριν από την απόκτηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 1 της ίδιας οδηγίας διπλώματος; Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, η ίδια οδηγία, υπό το πρίσμα των κριθέντων από το Δικαστήριο με την απόφαση της 7ης Μαρτίου 2002, C-145/99, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 2002, σ. I-2235), επιτρέπει διατάξεις του εθνικού δικαίου ή εθνικές διοικητικές πρακτικές οι οποίες:

    -    εξαρτούν την αναγνώριση των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως τα οποία πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών από τη διακριτική ευχέρεια της δημοσίας διοικήσεως·

    -    δέχονται την αναγνώριση των τίτλων που χορηγούνται από αναγνωρισμένα πανεπιστήμια στη Μεγάλη Βρετανία μόνον αν οι εν λόγω τίτλοι αποκτήθηκαν κατόπιν τακτικής φοιτήσεως, καθ' όλη τη διάρκεια του προγράμματος σπουδών, σε αλλοδαπό έδαφος, αποκλειομένων επομένως των τίτλων που χορηγούνται βάσει των περιόδων σπουδών που συμπληρώθηκαν σε αλλοδαπά ιδρύματα τα οποία ασκούν δραστηριότητα στην Ιταλία, μολονότι έχουν εγκριθεί και αναγνωρισθεί από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής·

    -    επιβάλλουν την προσκόμιση βεβαιώσεως της ιταλικής προξενικής αντιπροσωπείας στη χώρα στην οποία χορηγήθηκε ο τίτλος σπουδών, με την οποία να πιστοποιείται η πραγματική διαμονή του ενδιαφερομένου στη χώρα αυτή καθ' όλη τη διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών·

    -    περιορίζουν την αναγνώριση των διπλωμάτων “αποκλειστικά” στην άσκηση επαγγέλματος που ο ενδιαφερόμενος ασκούσε ήδη στη χώρα καταγωγής, αποκλείοντας έτσι οποιαδήποτε αναγνώριση για σκοπούς προσβάσεως σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, ακόμη και αν το επάγγελμα αυτό δεν ασκείτο προηγουμένως;

3)    Ποια είναι η σημασία και το ακριβές περιεχόμενο της εκφράσεως “επιζήμια διακοπή της επαγγελματικής καταρτίσεως” κατά την ερμηνεία της αποφάσεως 63/266 του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1963, και καλύπτει η ως άνω σημασία τη δημιουργία, σε εθνικό επίπεδο, εκ μέρους της δημοσίας διοικήσεως, ενός μονίμου συστήματος πληροφορήσεως όπου τονίζεται ότι οι τίτλοι σπουδών που χορηγεί ένα πανεπιστήμιο, έστω και αν το πανεπιστήμιο αυτό είναι νομίμως αναγνωρισμένο στη Μεγάλη Βρετανία, δεν μπορούν να αναγνωρισθούν από το εθνικό δίκαιο εάν αποκτήθηκαν βάσει περιόδων σπουδών οι οποίες συμπληρώθηκαν στο εθνικό έδαφος;»

27.
    Η ESE, η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις και εκπροσωπήθηκαν κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση. Η V. Neri κατέθεσε γραπτές παρατηρήσεις.

Εκτίμηση

Το πρώτο ερώτημα

28.
    Με το πρώτο ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ερωτά, κατ' ουσίαν, αν οι εθνικές διοικητικές πρακτικές που περιγράφηκαν ανωτέρω συνεπάγονται έναν απαγορευόμενο περιορισμό μιας ή περισσοτέρων από τις ελευθερίες που καθιερώνονται στα άρθρα 39 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, ήτοι της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

29.
    Κατά την εξέταση των ως άνω πτυχών, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές συνέπειες της ιταλικής διοικητικής πρακτικής, όπως αυτές εκτέθηκαν στο Δικαστήριο. Συναφώς, κρίσιμη πραγματική κατάσταση πρέπει να είναι η κατάσταση που επικρατούσε κατά το χρονικό σημείο επελεύσεως των περιστατικών που έδωσαν λαβή για την έκδοση της διατάξεως περί παραπομπής και δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές και νομοθετικές εξελίξεις που έλαβαν χώρα μετά την έκδοση της εν λόγω διατάξεως.

30.
    Δεν υποστηρίχθηκε ότι οι ιταλικές αρχές αρνούνται συστηματικώς να αναγνωρίσουν όλα τα πτυχία που χορηγούνται από το Nottingham Trent ή από οποιοδήποτε άλλο πανεπιστήμιο στο Ηνωμένο Βασίλειο ή σε άλλο κράτος μέλος. Ωστόσο, η πρακτική που περιγράφηκε ανωτέρω έχει ως συνέπεια ότι η αναγνώριση αποκλείεται αυτομάτως -ήτοι χωρίς καμία εξέταση της φύσεως ή του περιεχομένου του προγράμματος σπουδών που πιστοποιεί το πτυχίο- όταν συντρέχουν τρία στοιχεία: i) το πανεπιστήμιο που χορήγησε το πτυχίο ευρίσκεται εκτός Ιταλίας, ii) η παρακολούθηση των μαθημάτων πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία, ή τουλάχιστον δεν πραγματοποιήθηκε στη χώρα του πανεπιστημίου που χορηγεί το πτυχίο και iii) ο φοιτητής είναι Ιταλός υπήκοος.

31.
    Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υποθέσεως, τούτο έχει ως αποτέλεσμα να αποθαρρύνονται οι Ιταλοί φοιτητές να σπουδάσουν στην ESE στην Ιταλία για την απόκτηση πτυχίου που χορηγείται από το Nottingham Trent. Η ζήτηση για τα προγράμματα σπουδών αυτού του είδους που παρέχει η ESE ενδέχεται να μειωθεί, θέτοντας ίσως σε κίνδυνο τη συνέχιση της υπάρξεως της ESE, καθόσον τα εν λόγω προγράμματα σπουδών απευθύνονται πρωτίστως σε Ιταλούς φοιτητές, πολλοί από τους οποίους επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν το πτυχίο τους, τουλάχιστον για ορισμένους σκοπούς, στην Ιταλία.

Το άρθρο 39 ΕΚ - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων

32.
    Η ESE ισχυρίζεται ότι οι εκπαιδευτικοί που απασχολεί είναι εργαζόμενοι τους οποίους αφορά το άρθρο αυτό και ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εν λόγω εργαζομένων ενδέχεται να υποστεί περιορισμούς· η Επιτροπή εκτιμά ότι η διαφορά της κύριας δίκης αφορά μόνον τη σχέση μεταξύ της V. Neri και της ESE.

33.
    Είναι αληθές ότι τα ιταλικά μέτρα ενδέχεται να έχουν συνέπειες επί της απασχολήσεως των κοινοτικών εργαζομένων οι οποίοι ασκούν το δικαίωμά τους στην ελευθερία κυκλοφορίας. Εάν μειωθεί η ζήτηση για τα προγράμματα σπουδών της ESE, το εκπαιδευτικό προσωπικό μπορεί να απολυθεί. Ορισμένα μέλη του εν λόγω προσωπικού ενδέχεται να είναι υπήκοοι άλλου κράτους μέλους οι οποίοι απασχολούνται στην Ιταλία. Ωστόσο, η σχέση μεταξύ αυτού του εν δυνάμει αποτελέσματος και, αφενός, της εφαρμογής της ιταλικής διοικητικής πρακτικής όσον αφορά την αναγνώριση των σχετικών πτυχίων ή, αφετέρου, της υπηκοότητας των υπαλλήλων της ESE και της εκ μέρους τους ασκήσεως της ελευθερίας κυκλοφορίας φαίνεται πολύ αμυδρή, πράγμα που έχει ως συνέπεια ότι αποκλείεται οποιαδήποτε σοβαρή πιθανότητα να εξετασθεί η ως άνω πρακτική υπό το πρίσμα του άρθρου 39 ΕΚ.

34.
    .σον αφορά τη V. Neri, τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, όπως αυτά εκτέθηκαν στο Δικαστήριο, ουδόλως καταδεικνύουν ότι ενδέχεται να θιγεί η ελευθερία κυκλοφορίας της V. Neri σε άλλο κράτος μέλος ως εργαζομένης.

35.
    Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι το άρθρο 39 ΕΚ δεν ασκεί επιρροή στην παρούσα υπόθεση.

Το άρθρο 43 ΕΚ - Ελευθερία εγκαταστάσεως

36.
    Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 43 ΕΚ αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις διατάξεις της Κοινότητας. Η εν λόγω διάταξη αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει, όσον αφορά την εγκατάσταση, το πλεονέκτημα της εθνικής μεταχειρίσεως σε κάθε υπήκοο κράτους μέλους ο οποίος εγκαθίσταται σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να ασκήσει στο κράτος αυτό μη μισθωτή δραστηριότητα (10). Το άρθρο 43 ΕΚ επιβάλλει την κατάργηση των περιορισμών της ελευθερίας εγκαταστάσεως και ως τέτοιος περιορισμός πρέπει να θεωρείται κάθε μέτρο το οποίο απαγορεύει, παρακωλύει ή καθιστά λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ως άνω ελευθερίας (11). Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει «όχι μόνον τις εμφανείς διακρίσεις που βασίζονται στην ιθαγένεια ή στην έδρα, όσον αφορά τις εταιρίες, αλλά και κάθε μορφή συγκεκαλυμμένης διακρίσεως η οποία, με την εφαρμογή άλλων κριτηρίων διακρίσεων, καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα» (12).

37.
    Δεν αμφισβητείται ότι η ESE είναι μια εταιρία η οποία έχει καταχωρισθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και η οποία έχει ασκήσει το δικαίωμά της στην ελευθερία εγκαταστάσεως στην Ιταλία.

38.
    Η ESE ασκεί οικονομική δραστηριότητα στα παραρτήματά της στην Ιταλία υπό προϋποθέσεις που, όπως μνημονεύθηκε ανωτέρω, δίδουν την εντύπωση ότι είναι δυσμενείς. Οι εν λόγω προϋποθέσεις εφαρμόζονται ανεξαρτήτως της εθνικότητας ή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η εν λόγω εταιρία.

39.
    Ωστόσο, οι ως άνω προϋποθέσεις δημιουργούνται από τη σύμπτωση τριών παραγόντων, οι οποίοι εξαρτώνται είτε από την ιθαγένεια (ιταλική, στην περίπτωση των φοιτητών), είτε από τον τόπο εγκαταστάσεως (εκτός Ιταλίας στην περίπτωση του Nottingham Trent· στην Ιταλία στην περίπτωση της ESE). Οποιαδήποτε μεταβολή ενός από τους παράγοντες αυτούς είναι ικανή, όπως τόσο παραστατικά κατέδειξε ο εκπρόσωπος της Επιτροπής κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, να επιφέρει δραστική μεταβολή των προϋποθέσεων υπό τις οποίες παρέχονται τα μαθήματα, παρά το γεγονός ότι δεν τροποποιήθηκε κανένα κριτήριο που να έχει επίπτωση στον τρόπο διδασκαλίας των ως άνω μαθημάτων.

40.
    Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι διαφορετική μεταχείριση, στηριζόμενη στον τόπο εκτελέσεως της παροχής των υπηρεσιών, απαγορεύεται από το άρθρο 49 ΕΚ (13), η δε νομολογία αυτή μπορεί εύκολα να μεταφερθεί σε μια περίπτωση κατά την οποία οι υπηρεσίες παρέχονται μέσω σταθερής εγκαταστάσεως.

41.
    Δεδομένου ότι η επίμαχη διοικητική πρακτική καθιστά τα μαθήματα που παρέχει η ESE στην Ιταλία, τα οποία οδηγούν στην απόκτηση πτυχίου χορηγουμένου από το Nottingham Trent, λιγότερο ελκυστικά για τους Ιταλούς φοιτητές, τούτο καθιστά αναπόφευκτα λιγότερο ελκυστική για την ESE την εγκατάσταση στην Ιταλία για την παροχή των ως άνω μαθημάτων στη χώρα αυτή.

42.
    Επομένως, ευχερώς συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ιταλική διοικητική πρακτική που περιγράφηκε ανωτέρω συνιστά περιορισμό της ελευθερίας μιας εταιρίας όπως η ESE να εγκατασταθεί στην Ιταλία και να ασκήσει στη χώρα αυτή την οικονομική δραστηριότητα της διοργανώσεως προγραμμάτων σπουδών τα οποία οδηγούν στη χορήγηση διπλώματος από ένα πανεπιστήμιο όπως το Nottingham Trent.

Το άρθρο 49 ΕΚ - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών

43.
    Η ESE ισχυρίζεται ότι είναι συγχρόνως αποδέκτης και παροχέας υπηρεσιών. Είναι αποδέκτης των υπηρεσιών του Nottingham Trent, αλλά εμποδίζεται από τις ιταλικές αρχές να αποδεχθεί τέτοιες υπηρεσίες. Επίσης, παρέχει υπηρεσίες στην Ιταλία όχι μόνον σε Ιταλούς φοιτητές, αλλά και σε φοιτητές από άλλα κράτη μέλη. Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι δεν υφίστανται διασυνοριακά στοιχεία ως προς τις υπηρεσίες που παρέχει η ESE.

44.
    .σον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχει η ESE, οι δραστηριότητές της στην Ιταλία ασκούνται επί συνεχούς και σταθερής βάσεως σε διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα στη χώρα αυτή και δεν εμπεριέχουν διασυνοριακά στοιχεία. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι οι φοιτητές οι οποίοι προέρχονται από άλλα κράτη μέλη και οι οποίοι επιθυμούν να παρακολουθήσουν τα προγράμματα σπουδών της ESE στην Ιταλία μπορούν να το πράξουν με άλλο τρόπο από την παρακολούθηση των εν λόγω προγραμμάτων στη χώρα αυτή. .τσι, αν υποτεθεί ότι τίθενται περιορισμοί στην άσκηση των δραστηριοτήτων της ESE, οι εν λόγω περιορισμοί δεν πρέπει να εκτιμώνται υπό το πρίσμα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών προς αποδέκτες που ευρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος.

45.
    Η κατάσταση διαφέρει όσον αφορά τις υπηρεσίες των οποίων η ESE είναι αποδέκτης, αν και το ζήτημα αυτό δεν είναι στην πραγματικότητα επίμαχο στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης. Το Nottingham Trent, πανεπιστήμιο εγκατεστημένο σε ένα κράτος μέλος, παρέχει στην ESE υπηρεσίες ελέγχου και εγκρίσεως σε άλλο κράτος μέλος. Στον βαθμό που η διοργάνωση, από την ESE, μαθημάτων που οδηγούν στην απόκτηση πτυχίου χορηγουμένου από το Nottingham Trent θίγεται από την επίδικη διοικητική πρακτική, θίγεται επίσης, αυτή καθ' εαυτήν, η εκ μέρους του Nottingham Trent παροχή υπηρεσιών.

Πιθανή δικαιολόγηση των περιορισμών

46.
    .χω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή της επίμαχης ιταλικής διοικητικής πρακτικής είναι ικανή να επιβάλει περιορισμούς στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 43 ΕΚ και 49 ΕΚ. Ωστόσο, τέτοιοι περιορισμοί δύνανται να δικαιολογηθούν είτε εάν εμπίπτουν σε μία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται ειδικά από τη Συνθήκη είτε, στον βαθμό που εφαρμόζονται αδιακρίτως, εάν ανταποκρίνονται σε επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, εάν είναι κατάλληλοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και εάν δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού αυτού (14).

47.
    Η Ιταλική Κυβέρνηση προβάλλει δικαιολογητικούς λόγους που στηρίζονται, κατ' ουσίαν, στην ανάγκη να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως καθώς και η αυθεντικότητα των διπλωμάτων που χορηγούνται από αλλοδαπά πανεπιστήμια. Κατά το ιταλικό δίκαιο, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, καθόσον εκφράζει τις πολιτιστικές και ιστορικές αξίες του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία επί των μαθημάτων και των τίτλων σπουδών που χορηγούνται και για τη διασφάλιση του ότι τα ιδρύματα τα οποία χορηγούν τέτοιους τίτλους σπουδών συμμορφώνονται προς τη νομοθεσία. Στο άρθρο 149, παράγραφος 1, ΕΚ επισημαίνεται ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Οι ιταλικές αρχές εκφράζουν ανησυχίες ιδίως για την ύπαρξη ορισμένων πτυχίων που χορηγούνται με εικονικές διαδικασίες στο πλαίσιο ιδιωτικών εμπορικών συμφωνιών, άνευ οιουδήποτε κρατικού ή δημοσίου ελέγχου. Τα «υβριδικού» τύπου πτυχία που χορηγούνται βάσει της συμφωνίας «franchising» μεταξύ του Nottingham Trent και της ESE δεν παρέχουν επαρκή εχέγγυα ποιότητας. Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, ο εκπρόσωπος της Ιταλικής Κυβερνήσεως αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες αμφιβολίες, που είχαν εκφραστεί μέσω του Τύπου, ως προς την επαγγελματική επάρκεια ορισμένων μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού της ESE.

48.
    Οι ανησυχίες της Ιταλικής Κυβερνήσεως μπορούν σαφώς να αποτελέσουν τη βάση μιας επιτακτικής απαιτήσεως δημοσίου συμφέροντος, λαμβανομένου υπόψη ότι είναι σημαντικό να υπόκειται σε δημόσιο έλεγχο η ποιότητα της πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως και των πτυχίων.

49.
    Ωστόσο, έστω και αν υποτεθεί ότι συντρέχει ένας τέτοιος δικαιολογητικός λόγος, οποιοσδήποτε έλεγχος αυτού του είδους πρέπει να ασκείται κατά περίπτωση. Αντιθέτως, η διοικητική πρακτική που περιγράφεται στη διάταξη περί παραπομπής φαίνεται να αποκλείει, κατά γενικό κανόνα, οποιαδήποτε αναγνώριση των πτυχίων που χορηγούνται υπό τις περιστάσεις που εξέθεσα ανωτέρω στο σημείο 30. Προφανώς, η εν λόγω πρακτική δεν αφήνει κανένα περιθώριο για έλεγχο του περιεχομένου ή της ποιότητας της εκπαιδεύσεως που οδηγεί στη χορήγηση των ως άνω πτυχίων.

50.
    Στην απόφαση Επιτροπή κατά Ελλάδας (15), το Δικαστήριο έκρινε ότι οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες «τελούν υπό τον έλεγχο της δημόσιας εξουσίας, η οποία διαθέτει πρόσφορα μέσα για να προστατεύει, εν πάση περιπτώσει, τα συμφέροντα για τα οποία φέρει την ευθύνη, χωρίς να απαιτείται προς τούτο να περιορίζει την ελευθερία εγκαταστάσεως». Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν για τον ποιοτικό έλεγχο που απαιτείται στο πλαίσιο της αναγνωρίσεως των πανεπιστημιακών πτυχίων.

51.
    Από τη φύση της συμφωνίας μεταξύ Nottingham Trent και ESE δεν προκύπτει ότι οι ιταλικές αρχές εμποδίζονται να ασκήσουν έναν τέτοιο ποιοτικό έλεγχο, προκειμένου να μετριασθούν οι ανησυχίες τους ως προς τη φύση και το επίπεδο των πτυχίων που χορηγούνται μέσω της ESE, ή γενικά ως προς την εμπορευματοποίηση της εκπαιδεύσεως. Λαμβανομένου υπόψη ότι η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ιταλία υπόκεινται σε ποιοτικό έλεγχο, δύσκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό για ποιον λόγο ένας οργανισμός όπως η ESE θα έπρεπε να αποκλεισθεί από έναν τέτοιο έλεγχο.

52.
    Καθίσταται φανερό ότι τα πτυχία που χορηγούνται από αλλοδαπό πανεπιστήμιο σε Ιταλό υπήκοο ο οποίος παρακολουθεί πρόγραμμα σπουδών στην Ιταλία δεν μπορούν να αναγνωρισθούν στη χώρα αυτή βάσει πραγματικού ελέγχου του επιπέδου της εκπαιδεύσεως που πιστοποιούν. Αντιθέτως, τα πτυχία που χορηγούνται υπό ελαφρώς διαφορετικές περιστάσεις μπορούν να γίνουν δεκτά στο πλαίσιο διαδικασίας αναγνωρίσεως. Για τους λόγους αυτούς, φρονώ ότι η επίμαχη ιταλική διοικητική πρακτική είναι απρόσφορη και δυσανάλογη για την επίτευξη των σκοπών που εξέθεσε η Ιταλική Κυβέρνηση και ότι, επομένως, οι περιορισμοί που επιφέρει η εν λόγω πρακτική στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δεν μπορούν να δικαιολογηθούν.

Το δεύτερο ερώτημα

53.
    Το δεύτερο ερώτημα αφορά το ζήτημα αν η οδηγία 89/48 απονέμει δικαιώματα των οποίων μπορεί να γίνει επίκληση από ιδιώτες πριν από τη λήψη πανεπιστημιακού πτυχίου ή ισοδύναμου τίτλου σπουδών και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, αν η εν λόγω οδηγία επιτρέπει στις ιταλικές αρχές να επιβάλουν περιορισμούς στην αναγνώριση αλλοδαπών τίτλων σπουδών.

54.
    Σύμφωνα με το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας, αυτή εφαρμόζεται στους υπηκόους κράτους μέλους οι οποίοι επιθυμούν να ασκήσουν, ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε κράτος μέλος υποδοχής. Σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο δ´ (16), της οδηγίας, αυτή εφαρμόζεται επί των νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων για την πρόσβαση στις οποίες ή την εξάσκησή τους «απαιτείται [...] η κατοχή διπλώματος». Το άρθρο 1, στοιχείο α´, ορίζει το ως άνω δίπλωμα ως οποιοδήποτε δίπλωμα που έχει χορηγηθεί έπειτα από επιτυχή παρακολούθηση «κύκλου σπουδών μετά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών ή ισοδύναμης διάρκειας με ελαστική παρακολούθηση, σε πανεπιστήμιο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα [...]». Σύμφωνα με το άρθρο 3, στοιχείο α´, η πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα δεν μπορεί να εμποδίζεται λόγω ελλείψεως προσόντων «αν ο αιτών κατέχει το δίπλωμα που επιβάλλεται από άλλο κράτος μέλος για την πρόσβαση στο εν λόγω επάγγελμα ή την εξάσκησή του στο έδαφός του και το οποίο έχει ληφθεί σε ένα κράτος μέλος».

55.
    Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει σαφώς ότι η οδηγία έχει εφαρμογή μόνον επί διπλωμάτων που έχουν ήδη αποκτηθεί από κοινοτικό υπήκοο ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει ένα νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε άλλο κράτος μέλος. .τσι, η οδηγία δεν απονέμει δικαιώματα των οποίων μπορεί να γίνει επίκληση πριν από την απόκτηση διπλώματος.

56.
    Φρονώ, όπως και η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, ότι η οδηγία δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω, δεδομένου ότι η V. Neri δεν είναι ακόμη κάτοχος διπλώματος του απαιτούμενου επιπέδου -συγκεκριμένα, η V. Neri παραιτήθηκε ρητώς από κάθε προσπάθεια να αποκτήσει ένα τέτοιο δίπλωμα με τη διαδικασία που είναι επίμαχη στην παρούσα υπόθεση. Η οδηγία θα διαδραμάτιζε ρόλο μόνον αν η V. Neri είχε ήδη λάβει πτυχίο από το Nottingham Trent έπειτα από τις σπουδές της στην ESE και επιθυμούσε να κάνει χρήση του εν λόγω πτυχίου προκειμένου να της επιτραπεί η πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα στην Ιταλία. Για παρεμφερείς λόγους, η νομολογία του Δικαστηρίου στην υπόθεση Kraus (17) δεν ασκεί επιρροή συναφώς.

57.
    Ωστόσο, αν ένας φοιτητής, ο οποίος είχε ήδη λάβει πτυχίο υπό τις περιστάσεις αυτές, ζητούσε να αναγνωρισθεί το πτυχίο του προκειμένου να του επιτραπεί η πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα στην Ιταλία, η οδηγία σαφώς θα ετύγχανε εφαρμογής.

Το τρίτο ερώτημα

58.
    Το τρίτο ερώτημα αφορά την ερμηνεία του όρου «επιζήμια διακοπή», ο οποίος περιέχεται στη δεύτερη αρχή, στοιχείο ε´, της αποφάσεως 63/266· ειδικότερα, μπορεί να αντιστοιχεί σε μια τέτοια διακοπή το γεγονός ότι οι ιταλικές αρχές πληροφορούν τους φοιτητές ότι δεν αναγνωρίζονται οι τίτλοι σπουδών που χορηγεί το Nottingham Trent βάσει περιόδων σπουδών οι οποίες συμπληρώθηκαν στην ESE στην Ιταλία;

59.
    Πάντως, συμφωνώ με την Επιτροπή ότι η απόφαση, η οποία θεσπίζει τις αρχές μιας κοινής πολιτικής επαγγελματικής καταρτίσεως για τους υπηκόους κράτους μέλους οι οποίοι επιθυμούν να παρακολουθήσουν προγράμματα επαγγελματικής καταρτίσεως σε άλλο κράτος μέλος, είναι γενικής και προγραμματικής φύσεως. Στην απόφαση Επιτροπή κατά Συμβουλίου (18), το Δικαστήριο περιέγραψε την απόφαση 63/266 ως την αφετηρία μιας διαδικασίας σταδιακής υλοποιήσεως της κοινής πολιτικής επαγγελματικής εκπαιδεύσεως. Επομένως, η εν λόγω απόφαση πρέπει να ερμηνευθεί ως καθορίζουσα κατευθυντήριες γραμμές ή γενικές αρχές για τη θέσπιση άλλων, ειδικότερων, μέτρων με τα οποία θα υλοποιηθεί η πολιτική αυτή.

60.
    Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι η απόφαση 63/266 στερείται οποιουδήποτε δεσμευτικού αποτελέσματος και ότι η V. Neri δεν επιθυμεί να σπουδάσει σε άλλο κράτος μέλος (19), η εν λόγω απόφαση δεν ασκεί επιρροή στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

Τελικές παρατηρήσεις

61.
    .χω επίγνωση του ότι, εάν η ESE δύναται να επικαλεσθεί, στη διαδικασία της κύριας δίκης, την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου την οποία υποστήριξα ανωτέρω, η αγωγή της V. Neri πιθανώς θα απορριφθεί, καίτοι η V. Neri επίσης εθίγη σαφώς από τους παράνομους περιορισμούς για τους οποίους ουδείς διάδικος είναι υπεύθυνος και των οποίων ουδείς διάδικος επιθυμεί τη διατήρηση.

62.
    Εναπόκειται στις ιταλικές αρχές να ευθυγραμμίσουν τους κανόνες τους με το κοινοτικό δίκαιο το συντομότερο δυνατόν -κατά το μέτρο που τούτο δεν έχει ακόμη επιτευχθεί (20)- προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας σε σχολές όπως η ESE ή σε φοιτητές οι οποίοι επιθυμούν να σπουδάσουν σε τέτοιες σχολές. Εάν οι ως άνω σχολές ή οι ως άνω φοιτητές έχουν ήδη υποστεί ή εξακολουθούν να υφίστανται ζημία, είναι δυνατόν να ασκηθεί αγωγή αποζημιώσεως κατά του ιταλικού Δημοσίου.

Πρόταση

63.
    Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, είμαι της γνώμης ότι το Δικαστήριο πρέπει να δώσει την ακόλουθη απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε ο Giudice di Pace di Genova:

«1)    Εθνική ρύθμιση ή διοικητική πρακτική, σύμφωνα με την οποία διπλώματα τα οποία χορηγούνται σε υπηκόους ενός κράτους μέλους από πανεπιστήμιο άλλου κράτους μέλους δεν μπορούν να αναγνωρισθούν όταν τα οικεία προγράμματα σπουδών δεν έχουν παρασχεθεί στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το πανεπιστήμιο, και η οποία, ως εκ τούτου, καθιστά λιγότερο ελκυστικές τις συμφωνίες βάσει των οποίων ένα τέτοιο πανεπιστήμιο μπορεί να εγκρίνει, για τη χορήγηση των διπλωμάτων του, προγράμματα σπουδών τα οποία παρέχονται από άλλους εκπαιδευτικούς οργανισμούς και τα οποία παρακολουθούνται από τους φοιτητές στο κράτος μέλος στο οποίο εφαρμόζεται η ως άνω ρύθμιση ή πρακτική, συνιστά περιορισμό της ελευθερίας εγκαταστάσεως που καθιερώνεται στο άρθρο 43 ΕΚ και/ή, ανάλογα με την περίπτωση, της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που καθιερώνεται στο άρθρο 49 ΕΚ. Μια τέτοια πρακτική δεν μπορεί να δικαιολογηθεί εάν αποκλείει κάθε έλεγχο, αποσκοπούντα στην αναγνώριση, του επιπέδου της εκπαιδεύσεως που πιστοποιεί κάθε δίπλωμα.

2)     Η οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαιδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις στις οποίες ένα πρόσωπο δεν είναι ακόμη κάτοχος διπλώματος τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως.

3)     Η απόφαση 63/226/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1963, περί θεσπίσεως των γενικών αρχών για την εφαρμογή κοινής πολιτικής επαγγελματικής καταρτίσεως, δεν επιβάλλει δεσμευτικούς κανόνες στα κράτη μέλη, ούτε εφαρμόζεται σε περιπτώσεις στις οποίες ένα πρόσωπο δεν επιθυμεί να σπουδάσει εκτός του κράτους μέλους καταγωγής του.»


1: -     Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.


2: -    Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών (ΕΕ 1989, L 19, σ. 16).


3: -    Απόφαση 63/266/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1963, περί θεσπίσεως των γενικών αρχών για την εφαρμογή κοινής πολιτικής επαγγελματικής καταρτίσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 12).


4: -    Η οδηγία περιορίζεται στα διπλώματα τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως, ήτοι στα διπλώματα πανεπιστημιακού επιπέδου. Για τα λοιπά διπλώματα τα οποία αποκτώνται μετά την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως και τα οποία απαιτούνται για την πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα, έχει θεσπιστεί ένα συμπληρωματικό σύστημα από την οδηγία 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48/ΕΟΚ (ΕΕ 1992, L 209, σ. 25).


5: -    GURI αριθ. 283, της 7ης Δεκεμβρίου 1933.


6: -    GURI αριθ. 40, της 18ης Φεβρουαρίου 1992.


7: -    .ρθρο 8 του νόμου 341, της 19ης Νοεμβρίου 1990 (GURI αριθ. 274, της 23ης Νοεμβρίου 1990).


8: -    Προκύπτει ότι εκκρεμούν σε ολόκληρη την Ιταλία πολλές υποθέσεις στο πλαίσιο των οποίων φοιτητές ζητούν, κατά παρεμφερή τρόπο, την επιστροφή των τελών εγγραφής που κατέβαλαν στην ESE. Στο Δικαστήριο έχει υποβληθεί άλλη μία αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως στην υπόθεση C-432/02, Trombin, η διαδικασία επί της οποίας έχει ανασταλεί εν αναμονή της εκβάσεως της παρούσας υποθέσεως.


9: -    Απόφαση της 31ης Μαρτίου 1993, C-19/92, Kraus (Συλλογή 1993, σ. I-1663).


10: -    Βλ., παραδείγματος χάρη, απόφαση της 6ης Ιουνίου 1996, C-101/94, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 1996, σ. I-2691, σκέψη 12).


11: -    Απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 2002, C-439/99, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 2002, σ. I-305, σκέψη 22).


12: -    Βλ., παραδείγματος χάρη, απόφαση της 13ης Ιουλίου 1993, C-330/91, Commerzbank (Συλλογή 1993, σ. I-4017, σκέψη 14)· πιο πρόσφατα, απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2000, C-156/98, Γερμανία κατά Επιτροπής (Συλλογή 2000, σ. I-6857, σκέψη 83).


13: -    Βλ. απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 1999, C-55/98, Vestergaard (Συλλογή 1999, σ. I-7641, σκέψη 22), και τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Saggio, σημείο 21.


14: -    Βλ., παραδείγματος χάρη, την απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 11, σκέψη 23.


15: -    Απόφαση της 15ης Μαρτίου 1988, C-147/86, Επιτροπή κατά Ελλάδας (Συλλογή 1988, σ. I-1637, σκέψη 10).


16: -    Αναφέρομαι στη διάταξη του άρθρου 1, στοιχείο δ´, όπως είχε αρχικώς, η οποία φαίνεται ότι εξακολουθεί να ισχύει, παρά το γεγονός ότι, πιθανώς εκ παραδρομής, μια άλλη διάταξη υπό στοιχείο δ´, που ορίζει τη νομοθετικά κατοχυρωμένη εκπαίδευση, «παρενεβλήθη» από το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο β´, της οδηγίας 2001/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μα.ου 2001, που τροποποιεί τις οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων καθώς και τις οδηγίες 77/452/ΕΟΚ, 77/453/ΕΟΚ, 78/686/ΕΟΚ, 78/687/ΕΟΚ, 78/1026/ΕΟΚ, 78/1027/ΕΟΚ, 80/154/ΕΟΚ, 80/155/ΕΟΚ, 85/384/ΕΟΚ, 85/432/ΕΟΚ, 85/433/ΕΟΚ και 93/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν το επάγγελμα του νοσηλευτού υπεύθυνου για γενικές φροντίδες, του οδοντιάτρου, του κτηνιάτρου, της μαίας, του αρχιτέκτονα, του φαρμακοποιού και του ιατρού (ΕΕ 2001, L 206, σ. 1).


17: -    Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 10.


18: -    Απόφαση της 30ής Μα.ου 1989, C-242/87 (Συλλογή 1989, σ. 1425, σκέψη 10).


19: -    Σε αντίθεση, παραδείγματος χάρη, με την κατάσταση που ήταν επίμαχη στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 1985, C-293/83, Gravier (Συλλογή 1985, σ. 593).


20: -    Βλ. ανωτέρω σημείο 20.