Language of document : ECLI:EU:F:2008:92

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

της 3ης Ιουλίου 2008

Υπόθεση F-52/08 R

Wolfgang Plasa

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπάλληλοι – Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων – Αίτηση αναστολής της εκτελέσεως αποφάσεως περί νέας τοποθετήσεως – Επείγον – Δεν υφίσταται»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 242 ΕΚ, 243 ΕΚ, 157 ΕΑ και 158 ΕΑ, με την οποία ο W. Plasa ζητεί την αναστολή της αποφάσεως της Επιτροπής, της 8ης Μαΐου 2008, περί νέας τοποθετήσεώς του στις Βρυξέλλες (Βέλγιο), προς το συμφέρον της υπηρεσίας, από 1ης Αυγούστου 2008.

Απόφαση: Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων – Αναστολή εκτελέσεως – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία

(Άρθρο 242 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 102 § 2)

Σκοπός της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων δεν είναι να εξασφαλιστεί η αποκατάσταση μιας ζημίας, αλλά να κατοχυρωθεί η πλήρης αποτελεσματικότητα της αποφάσεως επί της ουσίας. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, πρέπει τα ζητούμενα μέτρα να είναι επείγοντα, υπό την έννοια ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία των συμφερόντων του αιτούντος, να διαταχθούν και να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους πριν από την έκδοση της αποφάσεως επί της κύριας δίκης. Στον διάδικο ο οποίος ζητεί το προσωρινό μέτρο εναπόκειται να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αναμείνει την έκβαση της κύριας δίκης, χωρίς να υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία.

Συναφώς, το γεγονός ότι ένας υπάλληλος δεν έτυχε ενδεχομένως της τοποθετήσεως που αντιστοιχεί στις επαγγελματικές του προσδοκίες δεν μπορεί να του προκαλέσει βλάβη. Συγκεκριμένα, οι τοποθετήσεις αποφασίζονται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή προς το συμφέρον της υπηρεσίας και δεν υφίσταται δικαίωμα του υπαλλήλου επί τοποθετήσεως σε συγκεκριμένη θέση. Ο υπάλληλος έχει αποκλειστικά δικαίωμα επί θέσεως που αντιστοιχεί στον βαθμό του.

(βλ. σκέψεις 34 και 35)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 25 Μαρτίου 1999, C‑65/99 P(R), Willeme κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. I‑1857, σκέψη 62

ΠΕΚ: 10 Σεπτεμβρίου 1999, T‑173/99 R, Elkaïm και Mazuel κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑155 και II‑811, σκέψη 25· 19 Δεκεμβρίου 2002, T‑320/02 R, Esch-Leonhardt κ.λπ. κατά ΕΚΤ, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑325 και II‑1555, σκέψη 27