Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour administrative (Λουξεμβούργο) στις 30 Νοεμβρίου 2018 – B, C, D κατά Administration des contributions directes

(Υπόθεση C-749/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour administrative

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλούσες: Β, Γ και Δ

Εφεσίβλητη: Administration des contributions directes

Προδικαστικά ερωτήματα

Έχουν τα άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ την έννοια ότι αποκλείουν νομοθεσία κράτους μέλους που προβλέπει καθεστώς από κοινού φορολογήσεως και, από τη μία πλευρά, επιτρέπει την ενοποίηση των φορολογικών αποτελεσμάτων εταιριών του ιδίου ομίλου, ο οποίος μπορεί να έχει δημιουργηθεί μόνο με κάθετη φορολογική ενοποίηση μεταξύ, αφενός, της εδρεύουσας στην ημεδαπή μητρικής εταιρίας ή της εγχώριας μόνιμης εγκαταστάσεως που έχει η μη εδρεύουσα στην ημεδαπή μητρική εταιρία και, αφετέρου, των ημεδαπών θυγατρικών της, ενώ, από την άλλη πλευρά, δεν επιτρέπει μια αμιγώς οριζόντια φορολογική ενοποίηση αποκλειστικώς θυγατρικών εταιριών, τόσο στην περίπτωση που η μητρική εταιρία δεν εδρεύει στην ημεδαπή ούτε έχει εγχώρια μόνιμη εγκατάσταση όσο και στην περίπτωση που η μητρική εταιρία, εδρεύουσα στην ημεδαπή ή μη, δεν διαθέτει εγχώρια μόνιμη εγκατάσταση;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, έχουν τα άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ την έννοια ότι δεν επιτρέπουν την ίδια αυτή νομοθεσία κράτους μέλους σχετικά με καθεστώς από κοινού φορολογήσεως, και, πιο συγκεκριμένα, ότι απαγορεύουν τόσο τον αυστηρό διαχωρισμό μεταξύ των καθεστώτων κάθετης ενοποιήσεως (μεταξύ ηγετικής εταιρίας και των άμεσων ή έμμεσων θυγατρικών της) και οριζόντιας ενοποιήσεως (μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ημεδαπών θυγατρικών μιας ηγετικής εταιρίας που παραμένει εκτός της περιμέτρου της από κοινού φορολογήσεως), ο οποίος απορρέει από τη νομοθεσία αυτή, όσο και τη συνακόλουθη υποχρέωση να τερματιστεί τυχόν προϋφιστάμενη κάθετη ενοποίηση προκειμένου να είναι δυνατή η δημιουργία οριζοντίως ενοποιημένος όμιλος, σε περίπτωση που

είχε προηγηθεί κάθετη φορολογική ενοποίηση με εδρεύουσα στο οικείο κράτος μέλος ηγετική εταιρία ενοποιημένου ομίλου σε εθνικό επίπεδο (η οποία εκπροσωπεί ταυτόχρονα την ενδιάμεση θυγατρική σε σχέση με την τελική μητρική εταιρία που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος) και με εδρεύουσες στην ημεδαπή θυγατρικές της ηγετικής εταιρίας, λόγω της αναγνωρίσεως, από τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, μόνον της δυνατότητας κάθετης ενοποιήσεως, προκειμένου να είναι δυνατός ο προσπορισμός οφέλους από το καθεστώς αυτό, παρά το ότι η τελική μητρική εταιρία εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος,

δεν αναγνωρίζεται σε αδελφές εταιρίες της ηγετικής εταιρίας ενοποιημένου ομίλου του οικείου κράτους μέλους (και επομένως επίσης θυγατρικές της τελικής μητρικής εταιρίας που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος) δικαίωμα προσβάσεως στον προϋφιστάμενο ενοποιημένο όμιλο ακριβώς λόγω της ασυμβατότητας μεταξύ των δύο καθεστώτων κάθετης και οριζόντιας από κοινού φορολογήσεως και

η ένταξη των εν λόγω αδελφών εταιριών στο καθεστώς ενοποιήσεως των φορολογικών αποτελεσμάτων μεταξύ εταιριών του ομίλου θα συνεπαγόταν την κατάργηση της προϋφιστάμενης κάθετης από κοινού φορολογικής ενοποίησεως – με τις συναφείς αρνητικές φορολογικές συνέπειες λόγω της μη τηρήσεως της προβλεπόμενης από την εθνική νομοθεσία ελάχιστης διάρκειας η οποία απαιτείται κατά την εθνική νομοθεσία προκειμένου να υπάρχει ενοποίηση – και τη δημιουργία μιας νέας οριζόντιας φορολογικής ενοποιήσεως, ενώ εντούτοις η εδρεύουσα στην ημεδαπή εταιρία επικεφαλής ενοποιημένου ομίλου (στο επίπεδο της οποίας ενοποιούνται τα αποτελέσματα των φορολογικώς ενοποιημένων εταιριών) παραμένει η ίδια;

Σε περίπτωση που δοθεί καταφατική απάντηση και στο δεύτερο ερώτημα, έχουν τα άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με την αρχή της πρακτικής αποτελεσματικότητας του ενωσιακού δικαίου, την έννοια ότι δεν επιτρέπουν την ίδια αυτή νομοθεσία κράτους μέλους σχετικά με καθεστώς από κοινού φορολογήσεως και, ειδικότερα, την εφαρμογή προθεσμίας, δυνάμει της οποίας κάθε αίτηση αποδοχής στο καθεστώς της από κοινού φορολογήσεως πρέπει υποχρεωτικώς να υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή πριν από τη λήξη της πρώτης χρήσεως για την οποία ζητείται η εφαρμογή του, τούτο δε σε περίπτωση που,

σύμφωνα με τις καταφατικές απαντήσεις στα δύο πρώτα ερωτήματα, η νομοθεσία αυτή απέκλειε κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς την ελευθερία εγκαταστάσεως την οριζόντια από κοινού φορολογική ενοποίηση μεταξύ μόνο των θυγατρικών της ίδιας μητρικής εταιρίας και τη μεταβολή ενός υφιστάμενου καθεστώτος καθέτως ενοποιημένου φορολογικώς ομίλου μέσω της προσθήκης αδελφών εταιριών της επικεφαλής ενοποιημένου ομίλου εταιρίας,

η πρακτική των εθνικών διοικητικών αρχών και η νομολογία των εθνικών δικαστηρίων του οικείου κράτους μέλους δέχονταν παγίως, πριν από την έκδοση της αποφάσεως [του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης] της 12ης Ιουνίου 2014 (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-39/13, C-40/13 και C-41/13), ότι δεν ετίθετο ζήτημα κύρους της ως άνω νομοθεσίας,

πλείονες εταιρίες υπέβαλαν, κατόπιν της δημοσιεύσεως της αποφάσεως της 12ης Ιουνίου 2014 και πριν ακόμη από τη λήξη του 2014, αίτηση για να ενταχθούν σε υφιστάμενο φορολογικώς ενοποιημένο όμιλο μέσω της αποδοχής οριζόντιας από κοινού φορολογήσεως με την επικεφαλής μητρική εταιρία του υφιστάμενου ενοποιημένου ομίλου, επικαλούμενες την απόφαση της 12ης Ιουνίου 2014, και

η αίτηση αυτή αφορά όχι μόνο τη χρήση 2014, η οποία έτρεχε ακόμη κατά το χρονικό σημείο της υποβολής της αιτήσεως, αλλά και την προηγούμενη χρήση του έτους 2013, από της οποίας οι εμπλεκόμενες εταιρίες πληρούσαν όλες τις συμβατές με το ενωσιακό δίκαιο ουσιαστικές προϋποθέσεις για υπαγωγή τους στο καθεστώς της από κοινού φορολογήσεως;

____________