Language of document : ECLI:EU:F:2013:140

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 2ης Οκτωβρίου 2013

Υπόθεση F‑111/12

Albert Nardone

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Πρώην υπάλληλος – Έκθεση σε αμίαντο και σε άλλες ουσίες – Επαγγελματική ασθένεια – Ατύχημα – Άρθρο 73 του ΚΥΚ – Ιατρική επιτροπή – Αιτιολογία – Αγωγή αποζημιώσεως – Διάρκεια της διαδικασίας»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο Α. Nardone, πρώην υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ζητεί, μεταξύ άλλων, να ακυρωθεί η απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής (στο εξής: ΑΔΑ), της 8ης Νοεμβρίου 2011, περί εγκρίσεως της γνωματεύσεως της ιατρικής επιτροπής της 25ης Αυγούστου 2011, καθώς και να του επιδικαστεί ποσό 100 000 ευρώ προσδιοριζόμενο ex æquo et bono και προσωρινώς προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης την οποία φέρεται ότι υπέστη.

Απόφαση:      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχρεούται να καταβάλει στον Α. Nardone τόκους υπερημερίας, για την περίοδο μεταξύ 1ης Μαρτίου 2006 και 15ης Ιουλίου 2010, επί του ποσού των 8 448,51 ευρώ με το οριζόμενο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιτόκιο για τις κύριες πράξεις χρηματοδοτήσεως που ίσχυε κατά την επίμαχη περίοδο, προσαυξημένο κατά δύο μονάδες, καθώς και ποσό 3 000 ευρώ. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα και το ένα τέταρτο των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε ο Α. Nardone. Ο Α. Nardone φέρει τα τρία τέταρτα των δικαστικών εξόδων του.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Κοινωνική ασφάλιση – Ασφάλιση κατά ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών – Ιατρική πραγματογνωμοσύνη – Περιθώριο εκτιμήσεως της ιατρικής επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Όρια – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 73· Ρύθμιση σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη έναντι των κινδύνων ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, άρθρο 23)

2.      Υπάλληλοι – Κοινωνική ασφάλιση – Ασφάλιση κατά ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών – Εξέταση αιτήσεως αναγνωρίσεως της επαγγελματικής αιτίας ασθένειας – Τήρηση ευλόγου προθεσμίας – Παραβίαση – Επιρροή επί της γνωματεύσεως της ιατρικής επιτροπής – Όρια – Καταλογισμός στη Διοίκηση – Προϋποθέσεις

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 1)

1.      Η προβλεπόμενη στο άρθρο 23 της ρυθμίσεως σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη έναντι των κινδύνων ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών των υπαλλήλων αποστολή της ιατρικής επιτροπής να εκτιμά με πλήρη αντικειμενικότητα και ανεξαρτησία ζητήματα ιατρικής φύσεως απαιτεί, αφενός, να έχει η επιτροπή αυτή στη διάθεσή της το σύνολο των στοιχείων που θα μπορούσαν να της είναι χρήσιμα και, αφετέρου, να έχει πλήρη ελευθερία εκτιμήσεως. Οι καθαυτό ιατρικές εκτιμήσεις της ιατρικής επιτροπής πρέπει να θεωρούνται οριστικές εφόσον έχουν διατυπωθεί υπό κανονικές συνθήκες. Ο δικαστής μπορεί μόνον να εξετάσει, αφενός, αν η εν λόγω επιτροπή συγκροτήθηκε και λειτούργησε νομοτύπως και, αφετέρου, αν η γνωμάτευσή της είναι νομότυπη, ιδίως αν περιέχει αιτιολογία που καθιστά δυνατή την εκτίμηση των λόγων επί των οποίων στηρίζεται και αν συναρτά λογικώς τις ιατρικές διαπιστώσεις που περιλαμβάνει με τα πορίσματα στα οποία καταλήγει. Όταν η ιατρική επιτροπή επιλαμβάνεται περίπλοκων ιατρικών ζητημάτων που αφορούν δυσχερή διάγνωση οφείλει να αναφέρει στη γνωμάτευσή της τα στοιχεία του φακέλου επί των οποίων στηρίζεται και να προσδιορίσει, σε περίπτωση σημαντικής αποκλίσεως, τους λόγους για τους οποίους διαφοροποιείται από ορισμένες, προγενέστερες και συναφείς, ιατρικές εκθέσεις ευνοϊκότερες για τον ενδιαφερόμενο.

Το γεγονός ότι η ιατρική επιτροπή δεν κάνει ρητή αναφορά, με την έκθεσή της, σε ορισμένα έγγραφα, ούτε a fortiori στο περιεχόμενο ορισμένων εγγράφων που έχουν καταρτιστεί κατόπιν αιτήσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος, δεν αρκεί για να επηρεάσει το κύρος των πορισμάτων της. Ωστόσο, όσον αφορά ιατρικά ζητήματα επί των οποίων είναι αρμόδια να αποφανθεί με πλήρη αντικειμενικότητα και ανεξαρτησία, η ιατρική επιτροπή πρέπει να έχει πλήρη ελευθερία εκτιμήσεως. Εναπόκειται, συνεπώς, στην εν λόγω επιτροπή να αποφασίζει σε ποια έκταση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις προηγουμένως καταρτισθείσες ιατρικές εκθέσεις. Επιπλέον, το ζήτημα κατά πόσον είναι αναγκαίο να προβεί σε περαιτέρω ιατρική διερεύνηση αποτελεί ιατρικό το οποίο, ως τέτοιο, εκφεύγει του ελέγχου του δικαστή της Ένωσης, εφόσον η εκτίμηση της ιατρικής επιτροπής διατυπώθηκε υπό κανονικές συνθήκες.

(βλ. σκέψεις 42, 43, 48, 49 και 51)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 29 Νοεμβρίου 1984, 265/83, Suss κατά Επιτροπής, σκέψη 13· 19 Ιανουαρίου 1988, 2/87, Biedermann κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, σκέψη 19· 24 Οκτωβρίου 1996, C‑76/95, Επιτροπή κατά Royale belge, σκέψη 73

ΓΔΕΕ: 15 Δεκεμβρίου 1999, T‑300/97, Latino κατά Επιτροπής, σκέψεις 30, 41, 68, 78 και 87· 26 Φεβρουαρίου 2003, T‑145/01, Latino κατά Επιτροπής, σκέψη 47

ΔΔΔΕΕ: 28 Ιουνίου 2006, F‑39/05, Beau κατά Επιτροπής, σκέψη 35· 14 Σεπτεμβρίου 2010, F‑79/09, AE κατά Επιτροπής, σκέψεις 64 και 65

2.      Η υποχρέωση τηρήσεως εύλογης προθεσμίας κατά τη διεξαγωγή των διοικητικών διαδικασιών συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης της οποίας τον σεβασμό διασφαλίζει ο δικαστής της Ένωσης και η οποία επαναλαμβάνεται ως συστατικό στοιχείο του δικαιώματος χρηστής διοικήσεως, στο άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντούτοις, η παραβίαση της εν λόγω αρχής δεν δικαιολογεί, κατά γενικό κανόνα, την ακύρωση αποφάσεως που λαμβάνεται κατόπιν διοικητικής διαδικασίας. Πράγματι, μόνον όταν η παρέλευση υπερβολικού χρόνου μπορεί να έχει αντίκτυπο σ’ αυτό καθαυτό το περιεχόμενο της αποφάσεως που λαμβάνεται κατά το πέρας της διοικητικής διαδικασίας επηρεάζει η μη τήρηση της αρχής του εύλογου χρόνου το κύρος της διοικητικής διαδικασίας.

Συναφώς, ενδεχόμενη παρέλευση υπερβολικού χρόνου για την εξέταση αιτήσεως αναγνωρίσεως της επαγγελματικής αιτίας της ασθένειας ή της επιδεινώσεως της μόνιμης μερικής αναπηρίας η οποία συνδέεται ιδίως με τις συνέπειες ατυχημάτων δεν μπορεί, καταρχήν, να επηρεάζει ούτε το περιεχόμενο καθαυτό της γνωματεύσεως της ιατρικής επιτροπής ούτε το περιεχόμενο της τελικής αποφάσεως του θεσμικού οργάνου. Συγκεκριμένα, μια τέτοια προθεσμία δεν μπορεί, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να μεταβάλει την εκτίμηση της ιατρικής επιτροπής σχετικά με την επαγγελματική ή μη αιτία της ασθένειας του ενδιαφερόμενου υπαλλήλου ή την επιδείνωση της μόνιμης μερικής αναπηρίας η οποία οφείλεται στις συνέπειες ατυχήματος που αυτός υπέστη. Η ακύρωση, εκ μέρους του δικαστή της Ένωσης, της εν λόγω τελικής αποφάσεως θα είχε ως κύρια πρακτική συνέπεια το παράλογο αποτέλεσμα της περαιτέρω επιμηκύνσεως της διαδικασίας με την αιτιολογία ότι η διαδικασία αυτή έχει ήδη διαρκέσει υπερβολικά πολύ.

Εξάλλου, το θεσμικό όργανο είναι υπεύθυνο για την ταχύτητα των εργασιών των ιατρών που διορίζει και οι οποίοι καλούνται να διατυπώσουν συμπεράσματα σχετικά με το ποσοστό μόνιμης μερικής αναπηρίας. Εντούτοις, στο μέτρο που διαπιστώνεται ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε παρελκυστική συμπεριφορά ή και κωλυσιεργία του υπαλλήλου ή του ιατρού που αυτός έχει διορίσει, το θεσμικό όργανο δεν πρέπει να θεωρείται υπεύθυνο για την καθυστέρηση αυτή. Επιπλέον, η άσκηση μέσων έννομης προστασίας εκ μέρους του υπαλλήλου συνιστά αντικειμενικό γεγονός το οποίο, ως τέτοιο, δεν δύναται να καταλογιστεί στο θεσμικό όργανο, δεδομένου ότι δεν υφίσταται καμία συγκεκριμένη απόδειξη περί παρελκυστικών τακτικών που θα μπορούσαν να του καταλογιστούν.

(βλ. σκέψεις 60 έως 62, 66, 69 και 76)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 13 Δεκεμβρίου 2000, C‑39/00 P, SGA κατά Επιτροπής, σκέψη 44

ΠΕΚ: 20 Απριλίου 1999, T‑305/94 έως T‑307/94, T‑313/94 έως T‑316/94, T‑318/94, T‑325/94, T‑328/94, T‑329/94 και T‑335/94, Limburgse Vinyl Maatschappij κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 123· 13 Ιανουαρίου 2004, T‑67/01, JCB Service κατά Επιτροπής, σκέψη 36 και 40 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 11 Απριλίου 2006, T‑394/03, Angeletti κατά Επιτροπής, σκέψεις 152, 154, 162 και 163

ΓΔΕΕ: 6 Δεκεμβρίου 2012, T‑390/10 P, Füller-Tomlinson κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 115 και 116

ΔΔΔΕΕ: 1 Ιουλίου 2010, F‑97/08, Füller-Tomlinson κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 167· AE κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 101· 14 Σεπτεμβρίου 2011, F‑12/09, A κατά Επιτροπής, σκέψη 226· 13 Μαρτίου 2013, F‑91/10, AK κατά Επιτροπής, σκέψη 78, κατά της οποίας εκκρεμεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑288/13 P