Language of document : ECLI:EU:F:2007:234

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 14ης Δεκεμβρίου 2007

Υπόθεση F-131/06

Robert Steinmetz

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Φιλικός διακανονισμός – Εκτέλεση συμφωνίας – Άρνηση επιστροφής εξόδων στο πλαίσιο αποστολής – Προδήλως απαράδεκτο – Μη ύπαρξη εννόμου συμφέροντος – Κατανομή των εξόδων – Έξοδα που προκλήθηκαν χωρίς εύλογη αιτία ή κακοβούλως»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο R. Steinmetz ζητεί, αφενός, την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής της 21ης Φεβρουαρίου 2006 να μην εκτελέσει στο ακέραιο τη συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των διαδίκων στο πλαίσιο φιλικού διακανονισμού ενώπιον του Πρωτοδικείου στην υπόθεση Τ-155/05 και, αφετέρου, την επιδίκαση ενός συμβολικού ευρώ προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που ισχυρίζεται ότι έχει υποστεί.

Απόφαση: Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη. Ο προσφεύγων-ενάγων φέρει τα δικαστικά του έξοδα, πλην ποσού 500 ευρώ. Η Επιτροπή φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της, τα έξοδα του προσφεύγοντος μέχρι το ποσό των 500 ευρώ.

Περίληψη

1.      Διαδικασία – Παραδεκτό των διαδικαστικών εγγράφων – Εκτίμηση κατά το χρονικό σημείο της καταθέσεως του εγγράφου

(Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 114)

2.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Προσφυγή με την οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το περιεχόμενο φιλικού διακανονισμού που οδήγησε σε παραίτηση από τη δίκη – Μη ύπαρξη εννόμου συμφέροντος

1.      Όπως το παραδεκτό της προσφυγής κρίνεται κατά το χρονικό σημείο της άσκησής της, έτσι και το παραδεκτό των λοιπών διαδικαστικών εγγράφων, όπως είναι το δικόγραφο με το οποίο προβάλλεται ένσταση απαραδέκτου, κρίνεται κατά το χρονικό σημείο της κατάθεσής τους. Η ερμηνεία αυτή διασφαλίζει την τήρηση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(βλ. σκέψη 27)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 27 Νοεμβρίου 1984, 50/84, Bensider κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1984, σ. 3991, σκέψη 8

ΠΕΚ: 8 Οκτωβρίου 2001, T‑236/00 R II, Stauner κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. II‑2943, σκέψη 49· 9 Ιουλίου 2003, T‑219/01, Commerzbank κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. II‑2843, σκέψη 61

2.      Όταν ο προσφεύγων ή ενάγων, κατά την εκδίκαση διαφοράς ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (στο εξής: Δικαστήριο ΔΔ), υποβάλλει στο καθού ή εναγόμενο κοινοτικό όργανο πρόταση φιλικού διακανονισμού της διαφοράς και το κοινοτικό όργανο δέχεται εν μέρει την πρόταση αυτή, οπότε ο προσφεύγων, βασιζόμενος στη μερική αυτή αποδοχή, ζητεί από το Δικαστήριο ΔΔ τη διαγραφή της υπόθεσης και το αίτημά του αυτό γίνεται δεκτό, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι έχει δώσει τη συναίνεσή του για τη συμφωνία υπό τη μορφή που έχει προτείνει τελικά το κοινοτικό όργανο και, επομένως, δεν έχει συμφέρον να αμφισβητήσει το περιεχόμενο της συμφωνίας με το πρόσχημα ότι δεν αντιστοιχεί στο περιεχόμενο που είχε αρχικά προτείνει ο ίδιος.

Όταν το κοινοτικό όργανο έχει συμμορφωθεί πλήρως προς τις υποχρεώσεις που του επέβαλλε η συμφωνία που συνήψε με τον αντίδικο στο πλαίσιο της μεταξύ τους διαφοράς, ο αντίδικος αυτός δεν έχει συμφέρον να καταλογίσει στο εν λόγω κοινοτικό όργανο ότι δεν έχει τηρήσει τους όρους της συμφωνίας αυτής.

(βλ. σκέψεις 44 έως 52)