Language of document : ECLI:EU:C:2018:669

Υπόθεση C-527/16

Salzburger Gebietskrankenkasse και Bundesminister für Arbeit, Soziales und Konsumentenschutz

κατά

Alpenrind GmbH κ.λπ.

(αίτηση του Verwaltungsgerichtshof
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική ασφάλιση – Κανονισμός (ΕΚ) 987/2009 – Άρθρα 5 και 19, παράγραφος 2 – Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του – Χορήγηση πιστοποιητικών Α 1 από το κράτος μέλος προελεύσεως μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής των εργαζομένων στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Γνώμη της διοικητικής επιτροπής – Έκδοση των πιστοποιητικών A 1 μολονότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις – Διαπίστωση – Δεσμευτικός χαρακτήρας και αναδρομική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Έννοια του προσώπου που “έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου”»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 6ης Σεπτεμβρίου 2018

1.        Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εργοδότης – Πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους εγκαταστάσεως – Αποδεικτική ισχύς έναντι των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως των άλλων κρατών μελών καθώς και των δικαστηρίων τους

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 883/2004, άρθρο 12 § 1, και 987/2009, άρθρα 5 § 1 και 19 § 2)

2.        Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εργοδότης – Πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους εγκαταστάσεως – Αποδεικτική ισχύς έναντι των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως των άλλων κρατών μελών καθώς και των δικαστηρίων τους – Προϋπόθεση – Πιστοποιητικό που δεν έχει ανακληθεί ούτε κηρυχθεί άκυρο – Διοικητική επιτροπή κοινωνικής ασφαλίσεως που, στο πλαίσιο της διαδικασίας συμβιβασμού, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το πιστοποιητικό κακώς εκδόθηκε και πρέπει να ανακληθεί – Χορήγηση του πιστοποιητικού μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής του ενδιαφερόμενου εργαζομένου στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Απουσία επιπτώσεων επί της αποδεικτικής ισχύος – Αναδρομική ισχύς του πιστοποιητικού – Επιτρέπεται

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 883/2004, άρθρο 12 § 1, και 987/2009, άρθρα 5, 19 § 2 και 89 § 3)

3.        Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εργοδότης – Έννοια του προσώπου που «έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» – Αντικατάσταση αποσπασμένου εργαζομένου από άλλον αποσπασμένο εργαζόμενο – Εμπίπτει – Έδρα των εργοδοτών των δύο ενδιαφερόμενων εργαζομένων ευρισκόμενη στο ίδιο κράτος μέλος – Ύπαρξη τυχόν προσωπικών ή οργανωτικών δεσμών μεταξύ των εργοδοτών αυτών – Δεν ασκεί επιρροή

(Κανονισμός 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 12 § 1)

1.      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 1244/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει όχι μόνο τους φορείς του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα, αλλά και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού.

(βλ. σκέψη 47, διατακτ. 1)

2.      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, για όσο χρόνο το εν λόγω πιστοποιητικό δεν έχει ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρο από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε, ακόμη και στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του τελευταίου αυτού κράτους μέλους και του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα υπέβαλαν το σχετικό ζήτημα στη διοικητική επιτροπή και αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πιστοποιητικό αυτό κακώς εκδόθηκε και πρέπει να ανακληθεί.

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει, κατά περίπτωση με αναδρομική ισχύ, τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, ακόμη και στην περίπτωση που το ως άνω πιστοποιητικό χορηγήθηκε μόνον αφότου το εν λόγω κράτος μέλος διαπίστωσε με πράξη του την υπαγωγή του ενδιαφερόμενου εργαζομένου στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας του.

Επομένως, διαπιστώνεται ότι ο ρόλος της διοικητικής επιτροπής στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται με το άρθρο 5, παράγραφοι 2 έως 4, του κανονισμού 987/2009, περιορίζεται στο να συμβιβάσει τις απόψεις των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που υπέβαλαν στην κρίση της το σχετικό ζήτημα.

Η διαπίστωση αυτή δεν ανατρέπεται από το άρθρο 89, παράγραφος 3, του κανονισμού 987/2009, το οποίο προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι φορείς τους να είναι ενημερωμένοι και να εφαρμόζουν το σύνολο των νομοθετικών ή άλλων διατάξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων της διοικητικής επιτροπής, στους τομείς που διέπονται από τους κανονισμούς 883/2004 και 987/2009 και σύμφωνα με τους όρους που αυτοί προβλέπουν, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή ουδόλως έχει ως σκοπό να τροποποιήσει τον ρόλο της διοικητικής επιτροπής στο πλαίσιο της διαδικασίας περί της οποίας γίνεται λόγος στην προηγούμενη σκέψη ούτε, επομένως, τον γνωμοδοτικό χαρακτήρα που έχουν τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η επιτροπή αυτή στο πλαίσιο της ως άνω διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 62-64, 77, διατακτ. 2)

3.      Το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση που εργαζόμενος ο οποίος έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του με σκοπό την παροχή εργασίας σε άλλο κράτος μέλος αντικατασταθεί από άλλον εργαζόμενο αποσπασμένο από άλλον εργοδότη, ο τελευταίος αυτός εργαζόμενος πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει «αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με συνέπεια να μην μπορεί να τύχει της εφαρμογής της ειδικής ρυθμίσεως που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη προκειμένου να εξακολουθήσει να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης του ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του.

Το γεγονός ότι οι εργοδότες των δύο ενδιαφερόμενων εργαζομένων έχουν την έδρα τους στο ίδιο κράτος μέλος ή το γεγονός ότι διατηρούν μεταξύ τους τυχόν προσωπικούς ή οργανωτικούς δεσμούς δεν ασκεί επιρροή συναφώς.

(βλ. σκέψη 100, διατακτ. 3)