Language of document : ECLI:EU:F:2008:99

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιουλίου 2008

Υπόθεση F-141/07

Daniele Maniscalco

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Συμβασιούχοι υπάλληλοι – Κατάταξη σε βαθμό – Σύμβαση συμβασιούχου υπαλλήλου – Παραδεκτό – Βλαπτική πράξη – Τήρηση των προθεσμιών του ΚΥΚ»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο D. Maniscalco ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως της αρμόδιας για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχής, με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική του ένσταση που στρεφόταν κατά της αποφάσεως περί κατατάξεώς του στον βαθμό 13, κλιμάκιο 1, της ομάδας καθηκόντων IV, όπως αυτή προκύπτει από τη σύμβαση που υπέγραψε ως συμβασιούχος υπάλληλος.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη. Κάθε διάδικος φέρει τα δικά του δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Προηγούμενη διοικητική ένσταση – Προθεσμίες – Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως – Έναρξη

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 § 2 και 91· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 117)

2.      Διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Αίτημα για απόφανση επί των δικαστικών εξόδων κατά νόμον

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 87 § 1)

1.      Η σύμβαση που συνάπτει υπάλληλος με θεσμικό όργανο παράγει τα αποτελέσματά της από της υπογραφής της, από τότε δε έχει τη δυνατότητα να βλάψει τον υπάλληλο, εφόσον έχουν καθοριστεί όλα τα στοιχεία της συμβάσεως, ιδίως η κατάταξη του υπαλλήλου. Από την ημερομηνία αυτή συνεπώς πρέπει να υπολογίζεται η προθεσμία υποβολής διοικητικής ενστάσεως κατά της αποφάσεως περί κατατάξεως συμβασιούχου υπαλλήλου, όπως αυτή προκύπτει από τη σύμβασή του, σύμφωνα με το άρθρο 90, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: ΚΥΚ), που εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στους συμβασιούχους υπαλλήλους δυνάμει του άρθρου 117 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού. Το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να αναιρεθεί από το επιχείρημα ότι η υποβολή της ενστάσεως πριν από το πέρας της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας μπορεί να συνεπάγεται την καταγγελία της συμβάσεως μετά το πέρας της περιόδου αυτής Συγκεκριμένα, η συνεκτίμηση αυτής της περιστάσεως θα είχε ως αποτέλεσμα να μην ληφθεί υπόψη ο σκοπός των προθεσμιών υποβολή της ενστάσεως και ασκήσεως της προσφυγής που καθορίζουν τα άρθρα 90 και 91 του ΚΥΚ και οι οποίες αποσκοπούν στο να εξασφαλίσουν τη σαφήνεια και την ασφάλεια των εννόμων καταστάσεων, καθώς και ο δημοσίας τάξεως χαρακτήρας τους, λόγω του οποίου δεν εξαρτώνται από την ελεύθερη βούληση των διαδίκων ή του δικαστή.

(βλ. σκέψεις 20, 23, 25 και 27)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 11 Ιουλίου 2002, T‑137/99 και T-18/00, Martínez Páramo κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑119 και II‑639, σκέψεις 54 και 56· 14 Φεβρουαρίου 2005, T‑406/03, Ravailhe κατά Επιτροπής των Περιφερειών, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑19 και II‑79, σκέψη 57· 5 Μαρτίου 2007, T‑455/04, Beyatli και Candan κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 37

ΔΔΔ: 6 Μαρτίου 2008, F‑105/07, R bis κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 43

2.      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Το αίτημα για απόφανση επί των δικαστικών εξόδων κατά νόμον δεν μπορεί να θεωρηθεί αίτημα περί καταδίκης στα δικαστικά έξοδα του ηττηθέντος διαδίκου.

(βλ. σκέψεις 31 και 33)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 9 Ιουνίου 1992, C‑30/91 P, Lestelle κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. I‑3755, σκέψη 38· 29 Απριλίου 2004, C‑470/00 P, Κοινοβούλιο κατά Ripa di Meana κ.λπ., Συλλογή 2004, σ. I‑4167, σκέψη 86