Language of document : ECLI:EU:C:2019:351

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 2ας Μαΐου 2019 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Ενεργειακή απόδοση – Οδηγία 2012/27/ΕΕ – Άρθρο 11, παράγραφος 1 – Κόστος πρόσβασης στα στοιχεία που αφορούν τη μέτρηση και στα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση – Δικαίωμα των τελικών καταναλωτών να λαμβάνουν δωρεάν όλους τους λογαριασμούς τους και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση για την ενέργεια που καταναλώνουν – Έξοδα πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας – Έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας χορηγούμενη από επιχείρηση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στους πελάτες που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση»

Στην υπόθεση C‑294/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) με απόφαση της 19ης Απριλίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Απριλίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης που κίνησε η

Oulun Sähkönmyynti Oy,


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους Κ. Λυκούργο, πρόεδρο τμήματος, E. Juhász και I. Jarukaitis (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Wahl

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Energiavirasto, εκπροσωπούμενη από τον P. Malén, lakimies,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την H. Leppo,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. G. Marrone, avvocato dello Stato,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Huttunen και την K. Talabér-Ritz,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ 2012, L 315, σ. 1).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο δίκης κινηθείσας από την Oulun Sähkönmyynti Oy, εταιρία λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, με αντικείμενο απόφαση της Energiavirasto (υπηρεσίας ενέργειας, Φινλανδία), αφορώσα τη μηνιαία έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας η οποία χορηγείται στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 32 και 33 της οδηγίας 2012/27 έχουν ως εξής:

«32)      Ο αντίκτυπος των διατάξεων σχετικά με τις μετρήσεις και την τιμολόγηση στις οδηγίες 2006/32/ΕΚ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, για την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση και τις ενεργειακές υπηρεσίες και για την κατάργηση της οδηγίας 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2006, L 114, σ. 64)], 2009/72/ΕΚ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 55),] και 2009/73/ΕΚ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 94),] για την εξοικονόμηση ενέργειας έχει περιορισθεί. Σε πολλά μέρη της Ένωσης, οι διατάξεις αυτές δεν βοήθησαν ώστε οι πελάτες να λαμβάνουν επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με την ενεργειακή τους κατανάλωση, ούτε τιμολόγηση βάσει της πραγματικής κατανάλωσης με τη συχνότητα που οι μελέτες αναφέρουν ότι απαιτείται προκειμένου οι πελάτες να μπορούν να ρυθμίζουν τη χρήση τους της ενέργειας. Στους τομείς της θέρμανσης χώρων και του ζεστού νερού σε πολυκατοικίες, οι ασάφειες αυτών των διατάξεων οδήγησαν επίσης τους πολίτες συχνά σε διαμαρτυρίες.

33)      Προκειμένου να αυξηθεί η δυνατότητα των τελικών καταναλωτών να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες από τις μετρήσεις και την τιμολόγηση της ατομικής τους κατανάλωσης ενέργειας, λαμβάνοντας υπόψη τις ευκαιρίες που συνδέονται με τη διαδικασία της εφαρμογής ευφυών συστημάτων μέτρησης και της ανάπτυξης έξυπνων μετρητών στα κράτη μέλη, είναι σημαντικό να βελτιωθεί η σαφήνεια των απαιτήσεων της νομοθεσίας της Ένωσης σε αυτόν τον τομέα. Αυτό αναμένεται να συμβάλλει στη μείωση του κόστους της εφαρμογής ευφυών συστημάτων μέτρησης που θα διαθέτουν λειτουργίες οι οποίες θα ενισχύουν την εξοικονόμηση ενέργειας και θα υποστηρίζουν την ανάπτυξη αγορών για ενεργειακές υπηρεσίες και διαχείριση της ζήτησης. Η εφαρμογή ευφυών συστημάτων μέτρησης καθιστά δυνατή τη συχνή τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση. Υπάρχει ωστόσο επίσης η ανάγκη να διασαφηνιστούν οι απαιτήσεις για την πρόσβαση στις πληροφορίες και τη δίκαιη και επακριβή τιμολόγηση βάσει της πραγματικής κατανάλωσης σε περίπτωση που οι έξυπνοι μετρητές δεν θα είναι διαθέσιμοι το 2020, καθώς και σε ό,τι αφορά τη μέτρηση και την τιμολόγηση της ατομικής κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό που παρέχεται σε πολυκατοικίες μέσω τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης ή μέσω κοινόχρηστων συστημάτων θέρμανσης, εγκατεστημένων σε αυτά τα κτίρια.»

4        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2012/27, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», προβλέπει τα εξής:

«1.      Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινό πλαίσιο μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης εντός της Ένωσης προκειμένου να διασφαλίσει την επίτευξη του πρωταρχικού στόχου 2020 της Ένωσης για 20 % [αύξηση] στην ενεργειακή απόδοση και να προετοιμάσει το έδαφος για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης πέραν της προαναφερόμενης χρονολογίας.

[…]

2.      Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία συνιστούν ελάχιστες απαιτήσεις και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα. Τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι συμβατά με το δίκαιο της Ένωσης. Εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει αυστηρότερα μέτρα, το κράτος μέλος γνωστοποιεί το εν λόγω νομοθέτημα στην Επιτροπή.»

5        Το άρθρο 10 της οδηγίας αυτής, με τίτλο «Στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση», ορίζει στην παράγραφο 3 τα εξής:

«Ανεξάρτητα του εάν έχουν εγκατασταθεί έξυπνοι μετρητές ή όχι, τα κράτη μέλη:

[…]

β)      διασφαλίζουν ότι στους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται η επιλογή ηλεκτρονικών τιμολογιακών πληροφοριών και τιμολόγησης και ότι, εάν οι πελάτες το ζητήσουν, λαμβάνουν σαφείς και κατανοητές εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο προέκυψε ο λογαριασμός τους, ιδίως στην περίπτωση που οι λογαριασμοί δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση,

[…]».

6        Το άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κόστος πρόσβασης στα στοιχεία που αφορούν τη μέτρηση και την τιμολόγηση», ορίζει στην παράγραφό του 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές λαμβάνουν ατελώς όλους τους […] λογαριασμούς και τα στοιχεία για την κατανάλωση ενέργειας και ότι η πρόσβαση των τελικών καταναλωτών στα στοιχεία για την κατανάλωσή τους είναι επίσης δωρεάν.»

7        Το παράρτημα VII της οδηγίας 2012/27, με τίτλο «Ελάχιστες απαιτήσεις τιμολόγησης και πληροφοριών τιμολόγησης με βάση την πραγματική κατανάλωση», διευκρινίζει στο σημείο του 1.1, το οποίο αφορά την «[τ]ιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση», τα εξής:

«Προκειμένου οι τελικοί καταναλωτές να μπορούν να ρυθμίζουν την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση θα πρέπει να γίνεται με βάση την πραγματική κατανάλωση τουλάχιστον άπαξ ετησίως, οι δε πληροφορίες για την τιμολόγηση θα πρέπει να διατίθενται τουλάχιστον ανά τρίμηνο εφόσον έχουν ζητηθεί ή οι καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, διαφορετικά δύο φορές ανά έτος. Το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται μόνο για μαγειρική δύναται να εξαιρείται από την απαίτηση αυτή.»

 Το φινλανδικό δίκαιο

8        Το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 μεταφέρθηκε στη φινλανδική έννομη τάξη με το άρθρο 69 του sähkömarkkinalaki (588/2013) [νόμου (588/2013) για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας]. Το άρθρο αυτό, το οποίο επιγράφεται «Τιμολόγηση από την επιχείρηση λιανικής πώλησης», ορίζει στο πέμπτο εδάφιό του ότι «[ο]ι λογαριασμοί και τα σχετικά με τις τιμές και την κατανάλωση στοιχεία που μνημονεύονται στο [εν λόγω] άρθρο […] πρέπει να παρέχονται στον τελικό καταναλωτή προσηκόντως και δωρεάν» και ότι «[ο] τελικός καταναλωτής μπορεί, εάν το επιθυμεί, να λαμβάνει τους λογαριασμούς και τα στοιχεία που αφορούν την κατανάλωση σε ηλεκτρονική μορφή».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

9        Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που πωλείται από την Oulun Sähkönmyynti αποτελείται από ένα μηνιαίο πάγιο ποσό για τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο και από την τιμή της ενέργειας με βάση την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο ανέρχονται συνήθως σε 2,50 ευρώ μηνιαίως. Από 1ης Ιανουαρίου 2016, η Oulun Sähkönmyynti χορήγησε έκπτωση 1 ευρώ επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο στους πελάτες που είχαν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση και όχι σε εκείνους που είχαν επιλέξει άλλους τρόπους τιμολόγησης, όπως ο έντυπος λογαριασμός, η άμεση χρέωση του τραπεζικού λογαριασμού και, ειδικά για τους καταναλωτές που είναι επιχειρήσεις, η πρόσβαση στον λογαριασμό μέσω διαδικτύου.

10      Με απόφαση της 20ής Ιουνίου 2017, η υπηρεσία ενέργειας έκρινε ότι η έκπτωση αυτή ισοδυναμούσε με χρέωση στους πελάτες που δεν είχαν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση του ποσού του 1 ευρώ για τους δικούς τους λογαριασμούς. Ως εκ τούτου, διέταξε την Oulun Sähkönmyynti να τροποποιήσει την πρακτική χρέωσης που εφάρμοζε και να διασφαλίσει το δικαίωμα των πελατών της να λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς τους. Επιπλέον, με την ίδια απόφαση, ζήτησε από την Oulun Sähkönmyynti να επιστρέψει το τμήμα των τελών που είχε εισπράξει αχρεωστήτως από 1ης Ιανουαρίου 2016 από τους πελάτες που δεν είχαν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

11      Η Oulun Sähkönmyynti άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του markkinaoikeus (δικαστηρίου οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία).

12      Προς στήριξη της προσφυγής αυτής, η Oulun Sähkönmyynti υποστηρίζει ότι όλοι οι πελάτες λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς τους ηλεκτρικής ενέργειας, ανεξαρτήτως του είδους τιμολόγησης που έχουν επιλέξει. Ωστόσο, κατά την άποψή της, η απαίτηση για δωρεάν έκδοση λογαριασμών δεν σημαίνει ότι η εταιρία δεν μπορεί να χορηγεί έκπτωση επί του παγίου τέλους πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση. Επιπλέον, η έκπτωση που χορηγείται στους εν λόγω πελάτες δεν στηρίζεται στην πραγματική μείωση του κόστους, αλλά στην εκτίμηση των συνεπειών αυτής της έκπτωσης. Κατά την εταιρία αυτή, η συχνότητα έκδοσης των λογαριασμών δεν επηρεάζει το ύψος των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ούτε το ποσό της έκπτωσης, καθώς οι πελάτες μπορούν να επιλέξουν να εκδίδεται ο λογαριασμός τέσσερις, έξι ή δώδεκα φορές ετησίως. Εξάλλου, η ηλεκτρονική τιμολόγηση επιτρέπει τη μείωση των διοικητικών εξόδων.

13      Η υπηρεσία ενέργειας υποστηρίζει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης έκπτωση οδηγεί σε καταστρατήγηση του κανόνα ότι όλοι οι πελάτες λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς τους ηλεκτρικού ρεύματος. Από την άποψη του τελικού καταναλωτή, δεν έχει σημασία αν ζητείται η καταβολή συγκεκριμένου ποσού για τον λογαριασμό ή αν τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο είναι υψηλότερα επειδή ο καταναλωτής επέλεξε άλλου είδους τιμολόγηση και όχι την ηλεκτρονική. Κατά την υπηρεσία ενέργειας, το κρίσιμο στοιχείο είναι η διαφορά τιμής μεταξύ των διαφόρων τρόπων τιμολόγησης. Η υπηρεσία ενέργειας προσθέτει ότι μόνον η ερμηνεία την οποία υποστηρίζει η ίδια μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι τελικοί καταναλωτές που δεν έχουν πρόσβαση στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες και που συχνά είναι και ευάλωτοι λαμβάνουν δωρεάν τον λογαριασμό ηλεκτρικής ενέργειας.

14      Το αιτούν δικαστήριο εξηγεί ότι τόσο το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 όσο και το άρθρο 69, πέμπτο εδάφιο, του νόμου (588/2013) για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπουν ότι οι λογαριασμοί και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση πρέπει να παρέχονται στον τελικό καταναλωτή προσηκόντως και δωρεάν. Ωστόσο, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες σημειώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τα άρθρα 9 έως 11 της οδηγίας 2012/27 [SWD/2013/0448 τελικό], η απαίτηση δωρεάν παροχής των λογαριασμών και των στοιχείων που αφορούν την τιμολόγηση δεν εμποδίζει μια εταιρία πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας να χορηγεί στους τελικούς καταναλωτές έκπτωση ή άλλου είδους επιβράβευση εφόσον αυτοί επιλέξουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

15      Το ίδιο δικαστήριο επισημαίνει, αφενός, ότι, παρόλο που το εν λόγω έγγραφο εργασίας της Επιτροπής δεν συνιστά δεσμευτική πηγή δικαίου κατά την έννοια του άρθρο 288 ΣΛΕΕ και δεν μεταβάλλει τα έννομα αποτελέσματα της οδηγίας 2012/27, καταδεικνύει ότι το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής είναι δυνατόν να ερμηνευθεί υπό την έννοια που υποστηρίζει η Oulun Sähkönmyynti, ότι, δηλαδή, το μόνο κρίσιμο στοιχείο είναι η δωρεάν έκδοση του λογαριασμού. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, όπως ισχυρίζεται η υπηρεσία ενέργειας, η περίπτωση στην οποία ο τελικός καταναλωτής που δεν έχει επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση χρεώνεται με υψηλότερα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο θα μπορούσε να εξομοιωθεί με την περίπτωση στην οποία του ζητείται να πληρώσει ειδικά για την έκδοση έντυπου λογαριασμού.

16      Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία της υπόθεσης της κύριας δίκης ότι η Δημοκρατία της Φινλανδίας έχει θεσπίσει εθνικά μέτρα αυστηρότερα από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27.

17      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2012/27] την έννοια ότι η χορήγηση έκπτωσης επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας στον τελικό καταναλωτή αναλόγως του συγκεκριμένου τρόπου τιμολόγησης που επιλέγει ο τελευταίος συνεπάγεται ότι οι τελικοί καταναλωτές στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί η έκπτωση δεν λαμβάνουν δωρεάν τον λογαριασμό και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση;

2)      Σε περίπτωση που στο πρώτο ερώτημα δοθεί αρνητική απάντηση και κριθεί ότι η χορήγηση της ως άνω έκπτωσης επιτρέπεται, απορρέουν από την [οδηγία 2012/27], στο πλαίσιο της εκτίμησης του νόμιμου χαρακτήρα της έκπτωσης, ειδικές πρόσθετες προϋποθέσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, όπως, παραδείγματος χάριν, το κατά πόσον η έκπτωση αντιστοιχεί σε εξοικονόμηση εξόδων που επετεύχθη με τον επιλεγμένο τρόπο τιμολόγησης, το εάν η έκπτωση εφαρμόζεται σε κάθε έκδοση λογαριασμού ή το εάν η έκπτωση μπορεί να χορηγείται σε ομάδα τελικών καταναλωτών η οποία συμβάλλει στην εξοικονόμηση εξόδων λόγω του τρόπου τιμολόγησης που έχει επιλέξει;

3)      Σε περίπτωση που κριθεί ότι η αναφερόμενη στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα έκπτωση έχει την έννοια ότι από τους τελικούς καταναλωτές που δεν είχαν επιλέξει τον συγκεκριμένο τρόπο τιμολόγησης εισπράχθηκαν τέλη κατά παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2012/27], απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης ειδικές απαιτήσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην απόφαση για την επιστροφή των τελών αυτών;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου και του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

18      Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν εάν το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, αντιτίθεται σε έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας χορηγούμενη από επιχείρηση λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας μόνον στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

19      Όπως προκύπτει από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το αιτούν δικαστήριο διατυπώνει τα ερωτήματα αυτά επειδή, κατά την άποψή του, η χορήγηση έκπτωσης επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι λοιποί καταναλωτές δεν λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς τους.

20      Το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 προβλέπει ότι «[τ]α κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές λαμβάνουν ατελώς όλους τους τούς λογαριασμούς και τα στοιχεία για την κατανάλωση ενέργειας και ότι η πρόσβαση των τελικών καταναλωτών στα στοιχεία για την κατανάλωσή τους είναι επίσης δωρεάν».

21      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία ορισμένης διάταξης του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αυτή αποτελεί μέρος [αποφάσεις της 2ας Σεπτεμβρίου 2015, Surmačs, C‑127/14, EU:C:2015:522, σκέψη 28, και της 16ης Νοεμβρίου 2016, DHL Express (Austria), C‑2/15, EU:C:2016:880, σκέψη 19].

22      Όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27, η διάταξη αυτή προβλέπει απλώς την υποχρέωση των κρατών μελών να μεριμνούν προκειμένου οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας να εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς τους και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση της ενέργειας που καταναλώνουν, χωρίς να επιβάλλει καμία πρόσθετη απαίτηση σε σχέση με την υποχρέωση αυτή. Ως εκ τούτου, εφόσον οι λογαριασμοί και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση παρέχονται δωρεάν στους τελικούς καταναλωτές, η εν λόγω διάταξη δεν εμποδίζει τη χορήγηση στον ενδιαφερόμενο πελάτη έκπτωσης επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο.

23      Η ως άνω γραμματική ερμηνεία του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 ενισχύεται από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή και από τους σκοπούς που επιδιώκει η εν λόγω οδηγία.

24      Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο της 1, η οδηγία 2012/27 έχει ως αποκλειστικό σκοπό να θεσπίσει κοινό πλαίσιο μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης εντός της Ένωσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη του στόχου που έχει θέσει η Ένωση για αύξηση κατά 20 % της ενεργειακής απόδοσης έως το έτος 2020, και να προετοιμάσει το έδαφος για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης πέραν της προαναφερόμενης χρονολογίας (απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Saras Energía, C-561/16, EU:C:2018:633, σκέψη 24).

25      Συγκεκριμένα, από τις αιτιολογικές της σκέψεις 32 και 33 προκύπτει ότι η οδηγία αυτή κατ’ ουσίαν εστιάζει ειδικότερα στην ανάγκη να ενισχυθεί η δυνατότητα του τελικού καταναλωτή να έχει πρόσβαση στα στοιχεία που προκύπτουν από τη μέτρηση και την τιμολόγηση της ατομικής κατανάλωσης ενέργειας, στην εφαρμογή ευφυών συστημάτων μέτρησης, στη συχνή τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση, στην πρόσβαση σε στοιχεία ή ακόμη σε δίκαιη και επακριβή τιμολόγηση.

26      Επιπλέον, από το άρθρο 10, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας, κατά το οποίο τα κράτη μέλη «διασφαλίζουν ότι στους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται η επιλογή ηλεκτρονικών τιμολογιακών πληροφοριών και τιμολόγησης», προκύπτει η βούληση προώθησης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης.

27      Κατά συνέπεια, επισημαίνεται ότι, χάρη στην ηλεκτρονική τιμολόγηση, είναι δυνατή η πρόσβαση στα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση και την ατομική κατανάλωση ενέργειας ευχερέστερα και συχνότερα και ότι, ως εκ τούτου, η ηλεκτρονική τιμολόγηση μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της οδηγίας 2012/27 όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση.

28      Συνεπώς, η έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, εφόσον τηρείται συγχρόνως η απαίτηση του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27, σύμφωνα με την οποία οι λογαριασμοί και τα στοιχεία που αφορούν την τιμολόγηση παρέχονται στους τελικούς καταναλωτές δωρεάν, δεν αντιτίθεται στους σκοπούς που επιδιώκει η οδηγία.

29      Τέλος, η έκπτωση που χορηγείται στους πελάτες οι οποίοι επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη μείωση των διοικητικών εξόδων της επιχείρησης λιανικής πώλησης ηλεκτρικού ρεύματος. Προκειμένου να επιτύχει τον εξορθολογισμό των διοικητικών εξόδων, η επιχείρηση αυτή πρέπει να διαθέτει κατάλληλα μέσα ώστε να ενθαρρύνει τους τελικούς καταναλωτές να δέχονται ευκολότερα τις αλλαγές στις συνήθειές τους σε σχέση με την τιμολόγηση τις οποίες θα προκαλούσε, ενδεχομένως, η υιοθέτηση της ηλεκτρονικής τιμολόγηση. Αν το άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 ερμηνευόταν υπό την έννοια ότι απαγορεύει σε επιχείρηση λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας να χορηγεί έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο στους τελικούς καταναλωτές που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση, θα στερούσε από μια τέτοια επιχείρηση τη δυνατότητα αυτή.

30      Εξάλλου, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η Φινλανδική Κυβέρνηση, η χορήγηση έκπτωσης επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά, υπό συνθήκες όπως αυτές της κύριας δίκης, καταστρατήγηση του κανόνα της δωρεάν παροχής των λογαριασμών και των στοιχείων που αφορούν την τιμολόγηση, η οποία επιβάλλεται με το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27.

31      Πράγματι, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η Oulun Sähkönmyynti χορήγησε στους τελικούς καταναλωτές που είχαν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο που ίσχυαν ήδη και ότι, πριν από την καθιέρωση της έκπτωσης αυτής, δεν είχε προσαφθεί ποτέ στην Oulun Sähkönmyynti ότι δεν τηρούσε την εν λόγω υποχρέωση δωρεάν παροχής των λογαριασμών και των στοιχείων που αφορούν την τιμολόγηση. Επιπλέον, μετά την καθιέρωση της εν λόγω έκπτωσης, οι τελικοί καταναλωτές που είχαν επιλέξει τρόπο τιμολόγησης διαφορετικό από την ηλεκτρονική τιμολόγηση εξακολούθησαν να λαμβάνουν δωρεάν όλους τους λογαριασμούς τους και τα στοιχεία που αφορούσαν την τιμολόγηση της ενέργειας που κατανάλωσαν, καθώς και να καταβάλλουν το ίδιο ποσό για τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, όπως προκύπτει, οι πελάτες καταβάλλουν τέλη πρόσβασης στο δίκτυο ανεξαρτήτως της επιθυμίας τους να λαμβάνουν τον λογαριασμό τέσσερις, έξι ή δώδεκα φορές ετησίως. Επομένως, υπό συνθήκες όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, η έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας που χορηγήθηκε στους τελικούς καταναλωτές που επέλεξαν την ηλεκτρονική λογαριασμό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εν τοις πράγμασι χρέωση των λοιπών τελικών καταναλωτών και, κατά συνέπεια, ως καταστρατήγηση της υποχρέωσης του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27.

32      Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, δεν αντιτίθεται σε έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας χορηγούμενη από επιχείρηση λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας μόνον στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

 Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

33      Το τρίτο προδικαστικό ερώτημα υποβλήθηκε για την περίπτωση καταφατικής απάντησης του Δικαστηρίου στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα. Δεδομένου ότι η απάντηση αυτή ήταν αρνητική, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 18 έως 32 της παρούσας απόφασης, παρέλκει η απάντηση στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

34      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, δεν αντιτίθεται σε έκπτωση επί των τελών πρόσβασης στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας χορηγούμενη από επιχείρηση λιανικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας μόνον στους τελικούς καταναλωτές που έχουν επιλέξει την ηλεκτρονική τιμολόγηση.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική.