Language of document : ECLI:EU:F:2015:62

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 18ης Ιουνίου 2015

Υπόθεση F‑50/14

Dana-Maria Pondichie

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Συμβασιούχος υπάλληλος – Αποδοχές – Αποζημίωση αποδημίας – Προϋποθέσεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ – Συνήθης διαμονή – Σποραδικές και σύντομης διάρκειας απουσίες»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία η D-M. Pondichie ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2013 περί αρνήσεως καταβολής σε αυτήν της αποζημιώσεως αποδημίας δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του παραρτήματος VII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως ίσχυε τότε (στο εξής: ΚΥΚ).

Απόφαση:      Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2013, περί αρνήσεως καταβολής στην D-M. Pondichie της προβλεπόμενης από το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ αποζημιώσεως αποδημίας, ακυρώνεται. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της D-M. Pondichie.

Περίληψη

Υπάλληλοι – Αποδοχές – Αποζημίωση αποδημίας – Αντικείμενο – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Έλλειψη συνήθους διαμονής ή κύριας επαγγελματικής δραστηριότητας στο κράτος μέλος του τόπου υπηρεσίας κατά την περίοδο αναφοράς – Έννοια της συνήθους διαμονής – Σποραδική και σύντομης διάρκειας απουσία από το εν λόγω κράτος – Περίσταση που δεν επηρεάζει τον συνήθη χαρακτήρα της διαμονής – Περίοδος πανεπιστημιακών σπουδών την οποία διαδέχεται περίοδος πρακτικής ασκήσεως ή εργασίας – Μαχητό τεκμήριο περί της βουλήσεως μεταφοράς της συνήθους διαμονής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VII, άρθρο 4 § 1, στοιχείο a΄)

Η κατά το άρθρο 4, παράγραφος Ι, στοιχείο α΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ χορήγηση της αποζημιώσεως αποδημίας αποσκοπεί στην αντιστάθμιση των ιδιαιτέρων βαρών και μειονεκτημάτων που απορρέουν από την ανάληψη υπηρεσίας στα θεσμικά όργανα της Ένωσης για τους μονίμους και λοιπούς υπαλλήλους οι οποίοι, ως εκ του γεγονότος αυτού, υποχρεούνται να αλλάξουν τόπο διαμονής από τη χώρα κατοικίας τους στη χώρα υπηρεσίας τους.

Ο λόγος για τον οποίο το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ βασίζεται, προς καθορισμό των περιπτώσεων αποδημίας, στις έννοιες της συνήθους διαμονής και της κύριας επαγγελματικής δραστηριότητας του ενδιαφερομένου πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του είναι ο σκοπός της θεσπίσεως απλών και αντικειμενικών κριτηρίων. Από τα ανωτέρω συνάγεται, αφενός, ότι η εν λόγω διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται ως υιοθετούσα ως κριτήριο, όσον αφορά τη χορήγηση αποζημιώσεως αποδημίας, τη συνήθη διαμονή του ενδιαφερομένου κατά την περίοδο αναφοράς και, αφετέρου, ότι η έννοια της αποδημίας εξαρτάται από την υποκειμενική κατάσταση του υπαλλήλου, ήτοι από τον βαθμό εντάξεώς του στο νέο περιβάλλον του, που προκύπτει, παραδείγματος χάριν, από τη συνήθη διαμονή του ή την προγενέστερη άσκηση κύριας επαγγελματικής δραστηριότητας.

Η συνήθης διαμονή είναι ο τόπος όπου ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος, μόνιμος ή μη, όρισε, με τη βούληση να του προσδώσει μόνιμο χαρακτήρα, ως το μόνιμο ή σύνηθες κέντρο των συμφερόντων του, εξυπακουομένου ότι, προς τον σκοπό του καθορισμού της συνήθους διαμονής, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη όλα τα πραγματικά στοιχεία που την αποτελούν, και ιδίως η πραγματική διαμονή του ενδιαφερομένου.

Ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος, μόνιμος ή μη, χάνει το δικαίωμα επί αποζημιώσεως αποδημίας μόνον εάν, καθόλη τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, είχε τη συνήθη διαμονή του ή άσκησε την κύρια επαγγελματική του δραστηριότητα στη χώρα του τόπου υπηρεσίας του, εξυπακουομένου ότι σποραδικές και σύντομης διάρκειας απουσίες από τη χώρα του τόπου υπηρεσίας δεν δύνανται να θεωρηθούν αρκετές για να ανατραπεί ο συνήθης χαρακτήρας της διαμονής του προσφεύγοντος.

Εντούτοις, στην περίπτωση περιόδου σπουδών του ενδιαφερομένου την οποία διαδέχθηκε περίοδος πρακτικής ασκήσεως ή εργασίας του στον ίδιο τόπο, η συνεχής παρουσία του ενδιαφερομένου στην εν λόγω χώρα μπορεί να δημιουργήσει τεκμήριο, ασφαλώς μαχητό, υπέρ της ενδεχόμενης βουλήσεώς του να μεταφέρει το μόνιμο ή σύνηθες κέντρο των συμφερόντων του και, κατά συνέπεια, τη συνήθη διαμονή του στη χώρα αυτή.

(βλ. σκέψεις 32 έως 35 και 39)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση Magdalena Fernández κατά Επιτροπής, C‑452/93 P, EU:C:1994:332, σκέψη 21

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Magdalena Fernández κατά Επιτροπής, T‑90/92, EU:T:1993:78, σκέψη 29· Reichert κατά Κοινοβουλίου, T‑18/98, EU:T:2000:113, σκέψη 25· Λιάσκου κατά Συμβουλίου, T‑60/00, EU:T:2001:129, σκέψη 52· E κατά Επιτροπής, T‑251/02, EU:T:2004:357, σκέψη 53· Salazar Brier κατά Επιτροπής, T‑83/03, EU:T:2005:371, σκέψη 65· De Bustamante Tello κατά Συμβουλίου, T‑368/03, EU:T:2005:372, σκέψη 52· F κατά Επιτροπής, T‑324/04, EU:T:2007:140, σκέψη 86, και Asturias Cuerno κατά Επιτροπής, T‑473/04, EU:T:2007:184, σκέψη 73

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις Tzvetanova κατά Επιτροπής, F‑33/09, EU:F:2010:18, σκέψη 57· Mioni κατά Επιτροπής, F‑28/10, EU:F:2011:23, σκέψεις 22 και 32, και Bourtembourg κατά Επιτροπής, F‑6/12, EU:F:2012:175, σκέψεις 28 και 29