Language of document : ECLI:EU:F:2011:20

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 10ης Μαρτίου 2011

Υπόθεση F‑27/10

Christian Begue κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Συμβασιούχοι υπάλληλοι — Αποζημίωση χορηγούμενη σε εργαζομένους που υποχρεώνονται τακτικά να βρίσκονται σε επιφυλακή — Κανονισμός (EOK, Ευρατόμ, EKAX) 495/77»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, που εφαρμόζεται στη Συνθήκη ΕΚAΕ βάσει του άρθρου 106α αυτής, με την οποία ο C. Begue και 17 άλλοι προσφεύγοντες, τα ονόματα των οποίων περιλαμβάνονται στο παράρτημα της παρούσας αποφάσεως, ζητούν να ακυρωθεί η απόφαση της αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων αρχής της Επιτροπής, της 2ας Φεβρουαρίου 2010, με την οποία το θεσμικό αυτό όργανο απέρριψε τις διοικητικές ενστάσεις που υπέβαλαν οι εν λόγω προσφεύγοντες κατά της αποφάσεως της 3ης Σεπτεμβρίου 2009 περί αρνήσεως καταβολής σε αυτούς, με αναδρομική ισχύ, της αποζημίωσης επιφυλακής που προβλέπει το άρθρο 56β του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

.Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Οι προσφεύγοντες φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα καθώς και εκείνα της Επιτροπής.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Όροι εργασίας — Αποζημίωση επιφυλακής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 56β, εδ. 1· κανονισμός 495/77 του Συμβουλίου, άρθρο 1 § 1, εδ. 1)

2.      Υπάλληλοι — Όροι εργασίας — Αποζημίωση επιφυλακής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 55 και 56β· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 31 § 2· οδηγία 2003/88 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

1.      Οι υπάλληλοι μπορούν να αξιώνουν την καταβολή της αποζημίωσης επιφυλακής που προβλέπει το άρθρο 56β του ΚΥΚ μόνον όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Πρώτον, και σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου 56β, ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος πρέπει να υποχρεώνεται τακτικά να βρίσκεται σε επιφυλακή είτε στον τόπο εργασίας του είτε στην οικία του πέρα από την κανονική διάρκεια της εργασίας του. Δεύτερον, ο υπάλληλος πρέπει να απασχολείται σε υπηρεσία που να παρουσιάζει ένα από τα χαρακτηριστικά που απαριθμεί το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 495/77, περί καθορισμού των κατηγοριών των δικαιούχων, των προϋποθέσεων χορηγήσεως και του ύψους των αποζημιώσεων που δύνανται να χορηγηθούν στους υπαλλήλους που υποχρεώνονται τακτικά να βρίσκονται σε επιφυλακή, π.χ. στο πλαίσιο της εκτέλεσης καθηκόντων ασφάλειας και πρόληψης ή της παροχής υποστήριξης για τον συντονισμό σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή κρίσεων.

(βλ. σκέψεις 44 και 76)

2.      Μόνο μια υπηρεσία, ή τμήμα υπηρεσίας, που αποτελείται από περισσότερους μόνιμους ή άλλους υπαλλήλους μπορεί να υποχρεωθεί, συλλογικά, να τελεί πράγματι σε επιφυλακή 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, ώστε να μπορεί να θεμελιωθεί αξίωση των μονίμων ή άλλων υπαλλήλων της υπηρεσίας αυτής για τη χορήγηση της αποζημίωσης επιφυλακής που προβλέπει το άρθρο 56β του ΚΥΚ.

Συγκεκριμένα, για την εξασφάλιση υπηρεσίας υποστήριξης που λειτουργεί 24 ώρες το εικοσιτετράωρο απαιτείται ρύθμιση των όρων εργασίας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να τηρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις στον τομέα προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των υπαλλήλων. Συναφώς, το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα σε ένα όριο μέγιστης διάρκειας εργασίας, σε ημερήσιες και εβδομαδιαίες περιόδους ανάπαυσης καθώς και σε ετήσια περίοδο αμειβόμενων διακοπών. Επιπλέον, καθεστώς εργασίας που δεν παρέχει στους εργαζομένους το δικαίωμα ημερήσιας αναπαύσεως, ακόμη και αν πρόκειται για σύμβαση μέγιστης διάρκειας 80 ημερών ανά έτος, όχι μόνον καθιστά άνευ ουσίας ατομικό δικαίωμα που ρητώς αναγνωρίζει η οδηγία 2003/88 σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, αλλά έρχεται επίσης σε αντίθεση προς τον σκοπό της οδηγίας αυτής.

Συνεπώς, η αποζημίωση επιφυλακής του άρθρου 56β του ΚΥΚ δεν αντισταθμίζει απλώς το γεγονός ότι το θεσμικό όργανο δύναται να επικοινωνήσει ανά πάσα στιγμή με τον υπάλληλο, όπως ορίζει το άρθρο 55, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ, αλλά και το γεγονός ότι ο οικείος υπάλληλος υπόκειται όντως σε συγκεκριμένο περιορισμό, δηλαδή υποχρεούται να βρίσκεται σε επιφυλακή προκειμένου να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία της υπηρεσίας στην οποία ανήκει. Ως εκ τούτου, η έννοια της τακτικής υποχρεώσεως επιφυλακής του άρθρου 56β του ΚΥΚ βαίνει αναγκαστικά πέραν της διαθεσιμότητας περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 55 του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 49, 55 και 57 έως 59)

Παραπομπές:

ΔΕΕ: 9 Σεπτεμβρίου 2003, C‑151/02, Jaeger, σκέψη 94· 14 Οκτωβρίου, C‑428/09, Union syndicale «Solidaires Isère», σκέψεις 50, 59 και 60