Language of document :

Προσφυγή της 23ης Μαρτίου 2018 – VQ κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-203/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: VQ (εκπρόσωπος: G. Cahill, Barrister)

Καθής: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει, δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, την απόφαση SNC-2016-0026 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 14ης Μαρτίου 2018·

να κρίνει παράνομο, βάσει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, το άρθρο 18, παράγραφος 6 του κανονισμού 1024/20131 και, κατά συνέπεια, να ακυρώσει την ανωτέρω απόφαση, και

να καταδικάσει την ΕΚΤ στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

Με τον πρώτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει την ύπαρξη παραβάσεως του άρθρου 18, παράγραφος 1 του κανονισμού 1024/2013 και του άρθρου 49, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον επιβλήθηκε διοικητικό χρηματικό πρόστιμο βάσει νομικού πλαισίου το οποίο ερείδεται σε διατάξεις του δικαίου της Ένωσης και του εθνικού δικαίου που δεν έχουν άμεσο αποτέλεσμα.

Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι οι εξαγορές ιδίων μετοχών στις οποίες προέβη μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2014 και 31ης Δεκεμβρίου 2015 δεν έπρεπε να θεωρηθεί ότι αντίκεινται στα άρθρα 77, στοιχείο α΄, και 78 του κανονισμού 575/20132 , δεδομένου ότι το απόθεμα ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου ούτε είχε τεθεί σε ισχύ ούτε είχε καθοριστεί πριν την 1η Ιανουαρίου 2016.

Καθόσον η απόφαση της ΕΚΤ βασίζεται στους κανόνες που διέπουν το απόθεμα ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου στην οδηγία 2013/363 , οι οποίοι δεν ήταν δεσμευτικοί, ούτε σε ισχύ, ούτε καθορισμένοι έως την 1η Ιανουαρίου 2016, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η ΕΚΤ επέβαλε διοικητικό χρηματικό πρόστιμο μολονότι δεν υφίστατο άμεσης ισχύος κανόνας του δικαίου της Ένωσης ή του εθνικού δικαίου.

Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 του κανονισμού 1024/2013 και, ιδίως, στην αρχή της νομιμότητας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 49, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Με τον δεύτερο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η ΕΚΤ παρέβη το άρθρο 132, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 468/20144 , καθόσον διέταξε τη δημοσίευση διοικητικού χρηματικού προστίμου υπό μη ανωνυμοποιημένη μορφή.

Με τον τρίτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το άρθρο 18, παράγραφος 6 του κανονισμού 1024/2013 είναι παράνομο και αντίκειται στο άρθρο 263, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ και στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, καθόσον επιβάλλει υποχρέωση δημοσιεύσεως κάθε διοικητικού χρηματικού προστίμου ανεξαρτήτως του εάν ο καθού η κύρωση προτίθεται να ασκήσει προσφυγή κατ’ αυτής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας του άρθρου 263, εδάφιο 6, ΣΛΕΕ.

Το Συμβούλιο, καθόσον θέσπισε τον κανόνα του άρθρου 18, παράγραφος 6 του κανονισμού 1024/2013, στέρησε από εκείνους που σκοπεύουν να προσφύγουν κατά της αποφάσεως περί μη ανωνυμοποιήσεως διοικητικού χρηματικού προστίμου τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν την προθεσμία των δύο μηνών του άρθρου 263, έκτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

Η προσβαλλόμενη διάταξη παρεκκλίνει από την προθεσμία των δύο μηνών που προβλέπεται για την άσκηση προσφυγής ακυρώσεως, και παρέχει στην ΕΚΤ το δικαίωμα να καθορίσει μονομερώς πότε ένα πιστωτικό ίδρυμα δύναται να ασκήσει προσφυγή.

Δεδομένου ότι η ΕΚΤ έχει την εξουσία να δημοσιεύσει το διοικητικό χρηματικό πρόστιμο, το οικείο πιστωτικό ίδρυμα πρέπει να ασκήσει προσφυγή πριν την απόφαση της ΕΚΤ περί της δημοσιεύσεως του προστίμου. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί αδικαιολόγητη αβεβαιότητα για το πιστωτικό ίδρυμα, η οποία ενδέχεται να περιορίσει τη δυνατότητά του να ασκήσει προσφυγή και, τελικώς, προσβάλλει το θεμελιώδες του δικαίωμα σε πραγματική προσφυγή.

Κατά συνέπεια, το άρθρο 18, εδάφιο 6 του κανονισμού 1024/2013 αντίκειται στο άρθρο 263, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, και στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Καθόσον η ΕΚΤ στέρησε την προσφεύγουσα το δικαίωμά της σε πραγματικής προσφυγής, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.

____________

1 Κανονισμός (ΕΕ) 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ 2013, L 287, σ. 63).

2  Κανονισμός (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 2013, L 176, σ. 1).

3  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ 2013, L 176, σ. 338).

4  Κανονισμός (ΕΕ) 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) (ΕΕ 2014, L 141, σ. 1).