Language of document : ECLI:EU:F:2012:180

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(πρώτο τμήμα)

της 11ης Δεκεμβρίου 2012

Υπόθεση F‑122/10

Giorgio Cocchi και Nicola Falcione

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Σύνταξη — Μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο εθνικού συνταξιοδοτικού συστήματος — Ανάκληση προτάσεως μεταφοράς — Πράξη η οποία δεν αναγνωρίζει υποκειμενικά δικαιώματα ή άλλα παρόμοια πλεονεκτήματα»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο G. Cocchi και ο N. Falcione ζητούν, αφενός, να ακυρωθούν οι αποφάσεις με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακάλεσε τις προτάσεις της κατόπιν της αιτήσεώς τους για μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο εθνικού συνταξιοδοτικού συστήματος και, αφετέρου, να υποχρεωθεί η Επιτροπή να τους καταβάλει αποζημίωση.

Απόφαση: Οι αποφάσεις της Επιτροπής ακυρώνονται. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδα της καθώς και το ένα τρίτο των δικαστικών εξόδων των προσφευγόντων-εναγόντων. Οι προσφεύγοντες-ενάγοντες φέρουν τα δύο τρίτα των δικαστικών εξόδων τους.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση — Μεταφορά στο σύστημα της Ένωσης — Υποχρεώσεις των κρατών μελών και του οικείου θεσμικού οργάνου — Περιεχόμενο — Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να καταβάλει στον υπάλληλο το κεφάλαιο που αντιστοιχεί στα δικαιώματα που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο εθνικού συνταξιοδοτικού συστήματος — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

2.      Υπαλληλικές προσφυγές — Βλαπτική πράξη — Έννοια — Πρόταση μεταφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση — Εμπίπτει — Ανάκληση προτάσεως πριν την αποδοχή της από τον υπάλληλο — Απουσία βλαπτικής πράξεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91· παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

3.      Υπάλληλοι — Πράξεις της Διοικήσεως — Ανάκληση — Παράνομες πράξεις — Προϋποθέσεις — Τήρηση εύλογης προθεσμίας και της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Αποκλεισμός της δυνατότητας επικλήσεως της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε σχέση με τη διατήρηση προδήλως παράνομης πράξεως — Εξαίρεση — Συμπεριφορά του θεσμικού οργάνου που δημιουργεί την εντύπωση νομιμότητας της πράξεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

4.      Ένδικη διαδικασία — Εξέταση του βασίμου πριν από την εξέταση του παραδεκτού — Επιτρέπεται

1.      Από τις διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ προκύπτει ότι, όταν o υπάλληλος υποβάλλει αίτηση μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του κατ’ εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων και όταν η αίτηση αυτή πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει το προαναφερθέν άρθρο, ο οργανισμός που διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου ο υπάλληλος έχει αποκτήσει προηγουμένως συνταξιοδοτικά δικαιώματα και, στη συνέχεια, το θεσμικό όργανο στο οποίο υπέβαλε την αίτηση μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του υποχρεούνται διαδοχικά, ο μεν πρώτος να υπολογίσει το κεφάλαιο που αντιστοιχεί στα δικαιώματα που έχει αποκτήσει ο υπάλληλος, το δε δεύτερο να υποβάλει στον υπάλληλο αυτό πρόταση που να προσδιορίζει το εκφραζόμενο σε επιπλέον συντάξιμα έτη αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ενδεχόμενη μεταφορά των δικαιωμάτων.

Εντούτοις, ούτε η διάταξη αυτή ούτε οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα ή δικαιική αρχή παρέχουν στα θεσμικά όργανα τη δυνατότητα να παραλαμβάνουν από τα εθνικά συνταξιοδοτικά συστήματα το κεφάλαιο που αντιστοιχεί στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε ο υπάλληλος πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στα θεσμικά όργανα και να καταβάλλουν στον υπάλληλο το κεφάλαιο αυτό, το οποίο δεν μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για την αναγνώριση συντάξιμων ετών στο πλαίσιο του συνταξιοδοτικού συστήματος που προβλέπει ο ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 36 και 69)

2.      Η πρόταση με την οποία ένα θεσμικό όργανο προσδιορίζει στον υπάλληλο το εκφραζόμενο σε επιπλέον συντάξιμα έτη αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ενδεχόμενη μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του συνιστά βλαπτική γι’ αυτόν πράξη.

Αντιθέτως, κατά το χρονικό διάστημα που ο υπάλληλος δεν έχει αποδεχθεί την πρόταση που του έχει απευθύνει το θεσμικό όργανο, η πρόταση αυτή δεν αναγνωρίζει στον υπάλληλο υποκειμενικό δικαίωμα ή παρόμοιο πλεονέκτημα. Στην περίπτωση αυτή, το θεσμικό όργανο δύναται θεμιτώς να προβεί σε ανάκληση της ως άνω προτάσεως χωρίς να υποχρεούται να τηρήσει ορισμένη προθεσμία, δεδομένου ότι η απόφαση περί ανακλήσεως δεν συνιστά βλαπτική πράξη για τον υπάλληλο. Πράγματι, η ευχέρεια την οποία παρέχει το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ στον υπάλληλο να μεταφέρει το κεφάλαιο που αντιστοιχεί στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχει αποκτήσει πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση έχει ως σκοπό την παροχή δικαιώματος του οποίου η άσκηση εξαρτάται αποκλειστικά από την επιλογή του υπαλλήλου.

Εντούτοις, από την ημερομηνία κατά την οποία ο υπάλληλος αποδέχεται την πρόταση, το οικείο θεσμικό όργανο αναγνωρίζει σε αυτόν υποκειμενικά δικαιώματα, με αποτέλεσμα η ανάκληση της εν λόγω προτάσεως να πρέπει οπωσδήποτε να χαρακτηρίζεται ως βλαπτική πράξη για τον υπάλληλο.

(βλ. σκέψεις 37 και 41 έως 43)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 20 Οκτωβρίου 1981, 137/80, Επιτροπή κατά Βελγίου, σκέψη 13

3.      Όταν οι πράξεις με τις οποίες έχουν αναγνωριστεί υποκειμενικά δικαιώματα ή παρόμοια πλεονεκτήματα είναι παράνομες, το εκδόν θεσμικό όργανο έχει καταρχήν τη δυνατότητα να τις ανακαλεί αναδρομικώς εντός ευλόγου χρόνου. Εντούτοις, η δυνατότητα αυτή μπορεί να περιορίζεται από την υποχρέωση προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ωφελούμενων από τις πράξεις, οι οποίοι πίστεψαν ότι αυτές ήταν νόμιμες. Στην περίπτωση αυτή, οι εν λόγω πράξεις δεν μπορούν, έστω και εντός ευλόγου χρόνου, να ανακαλούνται αναδρομικώς. Εντούτοις, ο υπάλληλος δεν μπορεί να επικαλείται την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προκειμένου να αμφισβητήσει την ανάκληση πράξεως που έχει εκδοθεί χωρίς νόμιμο έρεισμα.

Πάντως, η πραγματοποιηθείσα κατόπιν αιτήσεως μεταφοράς συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων παράνομη πρόταση περί καθορισμού συντάξιμων ετών που έχουν υπολογιστεί κατά προσέγγιση από το θεσμικό όργανο, το οποίο παρέλειψε να διευκρινίσει ότι δεν πρόκειται περί του τελικού υπολογισμού, ανακαλείται κατά παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, όταν ο αποδέκτης της πράξεως δεν είναι νομικός που να έχει εξοικείωση με τους σχετικούς κανόνες του ΚΥΚ και όταν η διαπραχθείσα παρανομία δεν είναι πρόδηλη, με αποτέλεσμα να δημιουργείται στον ενδιαφερόμενο η εντύπωση νομιμότητας της πράξεως.

(βλ. σκέψεις 53, 56 έως 59, 67 και 74)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 27 Σεπτεμβρίου 2006, T‑416/04, Κοντούλη κατά Συμβουλίου, σκέψη 161

ΓΔΕΕ: 12 Μαΐου 2010, T‑491/08 P, Bui Van κατά Επιτροπής, σκέψη 44

4.      Τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης μπορούν, προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, να εκτιμούν αν η προσφυγή πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να απορριφθεί ως αβάσιμη, χωρίς να είναι αναγκαίο να αποφανθούν επί του παραδεκτού της εν λόγω προσφυγής.

(βλ. σκέψη 66)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 26 Φεβρουαρίου 2002, C‑23/00 P, Συμβούλιο κατά Bohringer, σκέψεις 51 και 52