Language of document : ECLI:EU:F:2008:43

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 21ης Απριλίου 2008

Υπόθεση F-78/07

Stanislava Boudova κ.λπ.

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Διορισμός – Κατάταξη σε βαθμό – Επικουρικοί υπάλληλοι που μονιμοποιούνται – Διαγωνισμοί δημοσιευθέντες πριν την έναρξη ισχύος του νέου ΚΥΚ – Βλαπτική πράξη –Παραδεκτό της προσφυγής»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία η S. Boudova και άλλοι επτά υπάλληλοι της Επιτροπής ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως περί απορρίψεως της αιτήσεώς τους με την οποία ζητούσαν, μεταξύ άλλων, τη βαθμολογική τους ανακατάταξη.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Διαδικασία – Παραδεκτό των προσφυγών – Εκτίμηση βάσει των κανόνων που ισχύουν κατά τον χρόνο καταθέσεως του δικογράφου της προσφυγής

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 76)

2.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Προσδιορισμός σε σχέση με αίτηση ανακατατάξεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

3.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Προηγούμενη διοικητική ένσταση – Προθεσμίες – Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως – Αποκλειστική προθεσμία – Επανέναρξη – Προϋπόθεση – Νέο πραγματικό περιστατικό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

1.      Μολονότι ο κανόνας του άρθρου 76 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, κατά τον οποίο το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (στο εξής: Δικαστήριο ΔΔ) μπορεί να απορρίψει με διάταξη μια προδήλως απορριπτέα προσφυγή, είναι δικονομικός κανόνας ο οποίος εφαρμόζεται, αυτός καθαυτός, από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του σε όλες τις διαφορές που εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου ΔΔ, τούτο δεν ισχύει για τους κανόνες δικαίου βάσει των οποίων το Δικαστήριο ΔΔ δύναται, κατ’ εφαρμογήν του ως άνω άρθρου, να κρίνει την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη, οι οποίοι μπορούν να είναι μόνον εκείνοι που είχαν εφαρμογή κατά την ημερομηνία ασκήσεως της προσφυγής.

(βλ. σκέψη 17)

Παραπομπή:

ΔΔΔ: 11 Δεκεμβρίου 2007, F‑60/07, Martin Bermejo κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 25

2.      Συνιστούν βλαπτικές πράξεις μόνο τα μέτρα εκείνα που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντα του ενδιαφερομένου, μεταβάλλοντας σαφώς την έννομη κατάστασή του, και τα οποία καθορίζουν οριστικώς τη θέση του θεσμικού οργάνου. Στην περίπτωση της αιτήσεως ανακατατάξεως, η βλαπτική πράξη είναι η απόφαση περί διορισμού του υπαλλήλου με την οποία αρχίζει η περίοδος δοκιμασίας του. Πράγματι, ακριβώς η απόφαση αυτή προσδιορίζει τα καθήκοντα για την άσκηση των οποίων διορίζεται ο υπάλληλος και καθορίζει οριστικά την αντίστοιχη κατάταξη.

(βλ. σκέψη 31)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 7 Μαΐου 1986, 191/84, Barcella κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 1541, σκέψη 11

ΠΕΚ: 7 Φεβρουαρίου 1991, T‑18/89 και T‑24/89, Ταγαράς κατά Δικαστηρίου, Συλλογή 1991, σ. II‑53, σκέψη 38· 25 Οκτωβρίου 2005, T‑43/04, Fardoom και Reinard κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑329 και II‑1465, σκέψη 26· 15 Μαρτίου 2006, T‑44/04, Kimman κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑71 και II‑A‑2‑299, σκέψη 40

3.      Οι προθεσμίες για την υποβολή διοικητικής ενστάσεως και την άσκηση προσφυγής που τάσσονται από τα άρθρα 90 και 91 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: KYK) είναι δημοσίας τάξεως και δεν εξαρτώνται από τη βούληση των διαδίκων ή του δικαστή, δεδομένου ότι έχουν θεσπιστεί για να εξασφαλίζουν τη σαφήνεια και τη βεβαιότητα των εννόμων καταστάσεων. Τυχόν εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από τις προθεσμίες αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά.

Μολονότι η ύπαρξη νέου και ουσιώδους πραγματικού περιστατικού μπορεί να δικαιολογήσει την υποβολή αιτήσεως επανεξετάσεως μιας προγενέστερης αποφάσεως που δεν αμφισβητήθηκε εμπροθέσμως, εντούτοις, μέτρα που ελήφθησαν από κοινοτικό όργανο υπέρ συγκεκριμένης ομάδας προσώπων, χωρίς να υφίσταται οποιαδήποτε νομική υποχρέωση απορρέουσα από τον ΚΥΚ, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επικλήσεως έναντι άλλου κοινοτικού οργάνου προς στήριξη λόγου ακυρώσεως που αντλείται από προσβολή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 32, 35 και 37)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 15 Μαΐου 1985, 127/84, Esly κατά Επιτροπής, Συλλογή 1985, σ. 1437, σκέψη 10· 18 Ιανουαρίου 1990, C‑193/87 και C‑194/87, Maurissen και Union syndicale κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 1990, σ. I‑95, σκέψεις 26 και 27· 23 Ιανουαρίου 1997, C‑246/95, Coen, Συλλογή 1997, σ. I‑403, σκέψη 21

ΠΕΚ: 15 Δεκεμβρίου 1995, T‑131/95, Προγούλης κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1995, σ. I‑A‑297 και II‑907, σκέψη 36· 23 Απριλίου 1996, T‑113/95, Mancini κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I‑A‑185 και II‑543, σκέψη 20· 28 Οκτωβρίου 2004, T‑219/02 και T‑337/02, Lutz Herrera κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑319 και II‑1407, σκέψη 110· 25 Οκτωβρίου 2005, T‑368/03, De Bustamante Tello κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑321 και II‑1439, σκέψη 70· 27 Σεπτεμβρίου 2006, T‑156/05, Λαντζώνη κατά Δικαστηρίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑189 και II‑A‑2‑969, σκέψη 104