Language of document :

Αναίρεση που άσκησαν στις 30 Απριλίου 2019 ο Fabio De Masi και ο Γιάνης Βαρουφάκης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 12 Μαρτίου 2019 στην υπόθεση T-798/17, Fabio De Masi, Γιάνης Βαρουφάκης κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

(Υπόθεση C-342/19 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείοντες: Fabio De Masi, Γιάνης Βαρουφάκης (εκπρόσωπος: Καθηγητής Dr. A. Fischer-Lescano, Universitätsprofessor)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα

Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

1.    να αναιρέσει στο σύνολό της την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-798/17 και να κάνει δεκτό το πρωτοδίκως προβληθέν αίτημα.

2.    να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα βάσει του άρθρου 184 σε συνδυασμό με τα άρθρα 137 επ. του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι αναιρεσείοντες ζήτησαν πρωτοδίκως την ακύρωση, βάσει του άρθρου 263, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ, της αποφάσεως της ΕΚΤ της 16ης Οκτωβρίου 2017, με την οποία δεν τους επετράπη η πρόσβαση στο έγγραφο της 23ης Απριλίου 2015 με τίτλο «Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ».

Οι αναιρεσείοντες προβάλλουν προς στήριξη του πρώτου αιτήματος της αιτήσεως αναιρέσεως τέσσερις λόγους αναιρέσεως:

1.    Μη συνεκτίμηση του γεγονότος ότι η αρχή της διαφάνειας εδράζεται στο πρωτογενές δίκαιο και δη στο άρθρο 15, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, στο άρθρο 10, παράγραφος 3, ΣΕΕ και στο άρθρο 298, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ καθώς και στο άρθρο 42 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν λαμβάνει υπόψη ότι το εύρος της απαιτήσεως περί διαφάνειας δεν απορρέει μόνον από το παράγωγο δίκαιο, αλλά ότι, σε σχέση με την απαίτηση περί διαφάνειας, το παράγωγο αυτό δίκαιο πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο που να συνάδει με το πρωτογενές δίκαιο. Με τον τρόπο αυτόν το Γενικό Δικαστήριο συρρικνώνει τον δικαστικό έλεγχο σε σχέση με την απαίτηση περί διαφάνειας κατά παράβαση της αρχής του κράτους δικαίου.

2.    Εσφαλμένη εκτίμηση της σημασίας της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και των συναφών απαιτήσεων που έχει αναπτύξει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου παρορά το γεγονός ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΚΤ ουδόλως περιγράφεται η συγκεκριμένη ζημία της ΕΚΤ.

3.    Μη συνεκτίμηση της σχέσεως του άρθρου 4, παράγραφος 3, της αποφάσεως 2004/258/ΕΚ1 (εξαίρεση από την αρχή της διαφάνειας: απόψεις για εσωτερική χρήση) προς το άρθρο 4, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής (εξαίρεση από την αρχή της διαφάνειας: νομικές απόψεις). To Γενικό Δικαστήριο παρορά τον χαρακτήρα του άρθρου 4, παράγραφος 2, της προαναφερθείσας αποφάσεως ως lex specialis σε σχέση με νομικές απόψεις και το γεγονός ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, της αποφάσεως αυτής δεν έχει εφαρμογή επί μιας αφηρημένης νομικής γνωμοδοτήσεως.

4.    Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση σφάλλει απορρίπτοντας συλλήβδην την ύπαρξη υπερισχύοντος δημόσιου συμφέροντος για τη γνωστοποίηση του εγγράφου κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 3, της προαναφερθείσας αποφάσεως.

Το αίτημα περί επιστροφής των εξόδων προβάλλεται βάσει του άρθρου 184 σε συνδυασμό με τα άρθρα 137 επ του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

____________

1     Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 4ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2004/3) (ΕΕ 2004, L 80, σ. 42).