Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Juzgado de Primera Instancia de Albacete (Ισπανία) στις 2 Οκτωβρίου 2018 – Δανειολήπτες κατά Globalcaja S.A.

(Υπόθεση C-617/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Juzgado de Primera Instancia de Albacete

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: Οι δανειολήπτες

Εναγόμενη: Globalcaja S.A.

Προδικαστικά ερωτήματα

Αποκλείει το αποτέλεσμα της «μη δεσμεύσεως» κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/131 τη δυνατότητα του επιχειρηματία και του καταναλωτή να αναπροσαρμόσουν, με ιδιωτικό συμφωνητικό, ρήτρα η οποία δεν πληροί την απαίτηση του άρθρου 4, παράγραφος 2, για σαφή και κατανοητή διατύπωση, είτε μειώνοντας το ύψος της εν λόγω ρήτρας είτε αντικαθιστώντας τη με άλλη λιγότερο επιβαρυντική για τον καταναλωτή;

Αλλάζει η απάντηση στο ερώτημα αυτό αν η ως άνω αναπροσαρμογή περιλαμβάνεται σε συμφωνία μεταξύ καταναλωτή και επιχειρηματία σκοπός της οποίας είναι ακριβώς η χωρίς προσφυγή στα δικαστήρια διευθέτηση της διαφοράς σχετικά με την πιθανή έλλειψη διαφάνειας μιας ρήτρας η οποία δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως και η οποία περιλαμβάνεται σε προηγούμενη μεταξύ τους σύμβαση;

Πρέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι στους όρους «κύριο αντικείμενο της σύμβασης» και «το ανάλογο ή μη μεταξύ της τιμής και της αμοιβής, αφενός, και των υπηρεσιών ή αγαθών που θα παρασχεθούν ως αντάλλαγμα, αφετέρου» εμπίπτουν δύο ρήτρες συμφωνίας που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως μεταξύ επιχειρηματία και καταναλωτή, με τις οποίες αφενός αναπροσαρμόζεται μια ρήτρα που περιλαμβάνεται σε προηγούμενη μεταξύ τους σύμβαση ―μέσω αντικαταστάσεώς της από άλλη λιγότερο επιβαρυντική για τον καταναλωτή― και αφετέρου, ο καταναλωτής παραιτείται από το δικαίωμά του να επικαλεστεί δικαστικώς ή εξωδίκως την πιθανή έλλειψη διαφάνειας της ρήτρας αυτής και τα εγγενή αποτελέσματα της εν λόγω ελλείψεως διαφάνειας;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει το άρθρο 4 της οδηγίας 93/13 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι «η φύση των αγαθών ή των υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση» και «όλες οι κατά τον χρόνο της σύναψης της σύμβασης περιστάσεις που περιέβαλαν την εν λόγω σύναψη» μπορούν να ληφθούν υπόψη μόνο για την εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα ρητρών που δεν αφορούν τον καθορισμό του κυρίου αντικειμένου της συμβάσεως; Ή, αντιθέτως, τα ως άνω κριτήρια μπορούν να ληφθούν υπόψη για την εκτίμηση της διαφάνειας ρητρών που αφορούν το [κατά] το άρθρο 4, παράγραφος 2, κύριο αντικείμενο [της συμβάσεως];

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, συμβιβάζεται με το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας ―συγκεκριμένα, με τις απαιτήσεις σαφούς και κατανοητής διατυπώσεως και διαφάνειας που απορρέουν από τη διάταξη αυτή―, εθνική νομολογία η οποία, όσον αφορά συμφωνία που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως μεταξύ επιχειρηματία και καταναλωτή και με την οποία καθίσταται λιγότερο επαχθής η εφαρμογή ρήτρας προηγούμενης μεταξύ τους συμβάσεως, δεν κρίνει απαραίτητο να ενημερώσει ο επιχειρηματίας τον καταναλωτή για την πιθανή έλλειψη διαφάνειας της ρήτρας αυτής, με το σκεπτικό ότι τα κριτήρια από τα οποία προκύπτει η ως άνω έλλειψη διαφάνειας είναι πασίγνωστα;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, πρέπει το άρθρο 4 παράγραφος 2, της οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η παραίτηση του καταναλωτή από τη δικαστική ή εξώδικη επίκληση της πιθανής ελλείψεως διαφάνειας μιας ρήτρας που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως πληροί την απαίτηση περί «σαφούς και κατανοητής διατυπώσεως» μόνον αν ο επιχειρηματίας ενημέρωσε προηγουμένως τον καταναλωτή για τα συγκεκριμένα δικαιώματα, ιδίως δε για το συγκεκριμένο ποσό, από τα οποία παραιτείται;

____________

1     Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ 1993, L 95, σ. 29).