Language of document : ECLI:EU:F:2008:8

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

της 30ής Ιανουαρίου 2008

Υπόθεση F‑64/07 R

S

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Υπαλληλική υπόθεση – Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων – Αίτηση αναστολής εκτελέσεως μιας πράξεως – Επείγον – Δεν συντρέχει»

Αντικείμενο: Αίτηση, υποβληθείσα δυνάμει των άρθρων 242 ΕΚ, 243 ΕΚ, 157 EA και 158 EA, με την οποία ο S ζητεί την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως του Κοινοβουλίου της 27ης Ιουλίου 2006, περί ανατοποθετήσεώς του στις Βρυξέλλες ως συμβούλου της γενικής διευθύντριας πληροφορήσεως.

Απόφαση: Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων απορρίπτεται. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

1.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προσωρινά μέτρα – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Επείγον – Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία

(Άρθρα 242 ΕΚ και 243 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 102 § 2)

2.      Ασφαλιστικά μέτρα – Προϋποθέσεις παραδεκτού – Δικόγραφο της αιτήσεως – Τυπικά στοιχεία

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 102 § 2)

1.      Το επείγον μιας αιτήσεως για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ανάγκη που υφίσταται για την έκδοση προσωρινής αποφάσεως, προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στον διάδικο ο οποίος ζητεί το προσωρινό μέτρο. Στον διάδικο αυτόν εναπόκειται να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αναμείνει την έκβαση της κύριας δίκης χωρίς να υποστεί τέτοια ζημία. Μολονότι είναι αληθές ότι, για την απόδειξη της υπάρξεως σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας, δεν απαιτείται οπωσδήποτε να αποδεικνύεται η επέλευση της ζημίας με απόλυτη βεβαιότητα και αρκεί να πιθανολογείται επαρκώς, παρ’ όλ’ αυτά ο προσφεύγων υποχρεούται πάντα να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων στηρίζεται η πιθανολόγηση της σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας.

(βλ. σκέψεις 30 και 31)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 1 Ιουλίου 1999, T‑111/99 R, Samper κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑111 και II‑609, σκέψη 38· 7 Δεκεμβρίου 2001, T‑192/01 R, Lior κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. II‑3657, σκέψη 49· 6 Δεκεμβρίου 2002, T‑275/02 R, D κατά ΕΤΕπ, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑259 και II‑1295, σκέψεις 59 και 60

2.      Δυνάμει του άρθρου 102, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, οι αιτήσεις προσωρινών μέτρων πρέπει να προσδιορίζουν, μεταξύ άλλων, τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως (fumus boni juris), τη λήψη των αιτούμενων μέτρων.

(βλ. σκέψη 38)