Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Varhoven administrativen sad (Βουλγαρία) στις 5 Απριλίου 2018 – «UniCredit Leasing» EAD κατά Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» – Sofia pri Tsentralno upravlenie na NAP

(Υπόθεση C-242/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Αιτούν δικαστήριο

Varhoven administrativen sad

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: «UniCredit Leasing» EAD

Αναιρεσίβλητος: Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» – Sofia pri Tsentralno upravlenie na NAP

Προδικαστικά ερωτήματα

Σε περίπτωση καταγγελίας μιας συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως, επιτρέπει η διάταξη του άρθρου 90, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας1 τη μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου και την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας, ο οποίος καθορίστηκε με τελεσίδικη πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου επί βάσεως επιβολής φόρου αποτελούμενης από το σύνολο των μηνιαίων μισθωμάτων για όλη τη διάρκεια ισχύος της συμβάσεως;

Εφόσον δοθεί καταφατική απάντηση στο πρώτο ερώτημα: Σε περίπτωση καταγγελίας συμβάσεως λόγω μερικής μη καταβολής των μισθωμάτων, ποια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 90, παράγραφος 1, της οδηγίας μπορεί να επικαλεσθεί ο εκμισθωτής κατά κράτους μέλους προκειμένου να επιτύχει τη μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου στο ύψος των οφειλόμενων αλλά, για το διάστημα από τη διακοπή των πληρωμών έως το χρονικό σημείο της καταγγελίας της συμβάσεως, μη καταβληθέντων μισθωμάτων, εφόσον η καταγγελία δεν έχει αναδρομικό αποτέλεσμα και αυτό επιβεβαιώνεται από ρήτρα της ίδιας της συμβάσεως;

Μπορεί, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 90, παράγραφος 2, της οδηγίας περί φόρου προστιθέμενης αξίας, να γίνει δεκτό ότι σε μια περίπτωση όπως η προκείμενη συντρέχει εξαίρεση από το άρθρο 90, παράγραφος 1, της οδηγίας περί φόρου προστιθέμενης αξίας;

Μπορεί, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 90, παράγραφος 1, της οδηγίας περί φόρου προστιθέμενης αξίας, να γίνει δεκτό ότι ο όρος «καταγγελία» κατά την εν λόγω διάταξη καταλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία, στο πλαίσιο συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως με μεταβίβαση της κυριότητας στη λήξη της, ο εκμισθωτής δεν μπορεί πλέον να αξιώσει την καταβολή του μισθώματος από τον μισθωτή εκ του λόγου ότι κατήγγειλε τη σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως λόγω μη εκπληρώσεως από τον μισθωτή των συμβατικών του υποχρεώσεων, αλλά δυνάμει της συμβάσεως έχει δικαίωμα αποζημιώσεως ίσης με το συνολικό ποσό των μη καταβληθέντων μισθωμάτων που θα καθίσταντο ληξιπρόθεσμα έως τη λήξη της διάρκειας μισθώσεως;

____________

1 EE 2006, L 347, σ. 1.