Language of document :

Προσφυγή της 9ης Αυγούστου 2017 – Τσεχική Δημοκρατία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-482/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η τσεχική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Τσεχική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: M. Smolek, O. Serdula και J. Vláčil,)

Καθών: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει την οδηγία (ΕΕ) 2017/853 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2017 για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων 1

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 6, της προσβαλλομένης οδηγίας, κατά το μέρος που εισάγει το άρθρο 5, παράγραφος 3, και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6, παράγραφος 6, στην οδηγία 91/477/ΕΟΚ· 2

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 7, της προσβαλλομένης οδηγίας κατά το μέρος που εισάγει το άρθρο 7, παράγραφος 4α, στην οδηγία 91/477/ΕΟΚ·

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 19, της προσβαλλομένης οδηγίας κατά το μέρος που:

εισάγει τα σημεία 6, 7 και 8 στην κατηγορία A του μέρους II του παραρτήματος I της οδηγίας 91/477/ ΕΟΚ·

τροποποιεί την κατηγορία B του μέρους II του παραρτήματος I της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ·

εισάγει το σημείο 6 στην κατηγορία Γ του μέρους II του παραρτήματος I της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ·

τροποποιεί το μέρος III του παραρτήματος I της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ·

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Ο πρώτος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της δοτής αρμοδιότητας. Η προσβαλλόμενη οδηγία εκδόθηκε βάσει του άρθρου 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μολονότι ο σκοπός που επιδιώκει δεν είναι η άρση των εμποδίων της εσωτερικής αγοράς, αλλά η πρόληψη της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας. Ωστόσο, ο νομοθέτης της Ένωσης δεν εξουσία να θεσπίζει μέτρα εναρμονίσεως στον τομέα αυτό.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Ο νομοθέτης της Ένωσης δεν εξέτασε αν τα ληφθέντα μέτρα συνάδουν με την αρχή της αναλογικότητας και σκοπίμως δεν συγκέντρωσε επαρκή στοιχεία (για παράδειγμα, αξιολογώντας τις συνέπειες) προκειμένου να προβεί σε εμπεριστατωμένη εκτίμηση της τηρήσεως της αρχής αυτής. Ελλείψει της εκτιμήσεως αυτής, ο νομοθέτης της Ένωσης θέσπισε προδήλως δυσανάλογα μέτρα συνιστάμενα στην απαγόρευση ορισμένων ειδών ημιαυτόματων όπλων, τα οποία εντούτοις δεν χρησιμοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τη διάπραξη τρομοκρατικών ενεργειών, καθιστώντας αυστηρότερη τη ρύθμιση ορισμένων όπλων που ενέχουν ελάχιστους κινδύνους (ιστορικά αντίγραφα όπλων ή όπλα ως προς τα οποία έχει αποδειχθεί ότι δεν λειτουργούν επί μονίμου βάσεως), και κυρίως θίγοντας το δικαίωμα κατοχής ορισμένων φυσιγγιοθηκών.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Οι νεοκαθορισθείσες κατηγορίες απαγορευμένων όπλων (A7 και A8), καθώς και η διάταξη που προβλέπει κύρωση για την κατοχή περισσότερων από το ανώτατο όριο φυσιγγιοθηκών, είναι εντελώς ασαφείς υπό το πρίσμα της επιταγής της ασφάλειας δικαίου, και επομένως δεν παρέχουν σαφώς τη δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να αντιληφθούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Επιπλέον, το άρθρο 7, παράγραφος 4α, της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την προσβαλλόμενη οδηγία, (η λεγόμενη «ρήτρα προστασίας κεκτημένων δικαιωμάτων») επιβάλλει στα κράτη μέλη να θεσπίσουν σε εθνικό επίπεδο ρυθμίσεις με αναδρομική ισχύ.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Η εξαίρεση που εισάγει το άρθρο 6, παραγράφος 6, δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την προσβαλλόμενη οδηγία, αφήνει βεβαίως να νοηθεί ότι πρόκειται για ένα μάλλον ουδέτερο μέτρο, αλλά στην πραγματικότητα οι προϋποθέσεις εφαρμογής του καθορίζονται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να πληρούνται μόνο από το ελβετικό σύστημα διατηρήσεως των όπλων μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής θητείας, ενώ στερούνται αντικειμενικής δικαιολογίας όσον αφορά τους σκοπούς της προσβαλλομένης οδηγίας.

____________

1 ΕΕ 2017 L 137, σ. 22.

2 ΕΕ 1991 L 256, σ. 51.