Language of document : ECLI:EU:C:2011:694

ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

JÁN MAZÁK

της 26ης Οκτωβρίου 2011 (1)

Υπόθεση C‑329/11

Alexandre Achughbabian

κατά

Préfet du Val-de-Marne

[αίτηση του cour d’appel de Paris (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Οδηγία 2008/115/ΕΚ – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ποινή φυλακίσεως σε υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο της παράνομης εισόδου ή διαμονής του εντός του εδάφους του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους – Συμβιβάζεται;»





1.        Όπως και στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση El Dridi (2), το προδικαστικό ερώτημα το οποίο υπέβαλε το cour d’appel de Paris (Γαλλία) στην παρούσα υπόθεση εφιστά την προσοχή του Δικαστηρίου στην οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (3), στο πλαίσιο του εθνικού ποινικού δικαίου.

2.        Εν προκειμένω, η απάντηση του Δικαστηρίου στο προδικαστικό ερώτημα θα χρησιμεύσει στο αιτούν δικαστήριο προκειμένου να εκτιμήσει τη νομιμότητα της στερήσεως της ατομικής ελευθερίας του A. Achughbabian, υπηκόου τρίτης χώρας, λόγω της παράνομης διαμονής του στη Γαλλία.

3.        Βάσει των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στην απόφαση περί παραπομπής, καθώς και στη δικογραφία που διαβίβασε στο Δικαστήριο το αιτούν δικαστήριο, η κατάσταση του A Achughbabian μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:

–        στις 9 Απριλίου 2008, εισήλθε στη Γαλλία,

–        στις 28 Νοεμβρίου 2008, ο Γαλλικός Οργανισμός προστασίας προσφύγων και απατρίδων (Office français de protection des réfugiés et apatrides) απέρριψε την αίτησή του περί παροχής ασύλου και χορηγήσεως άδειας διαμονής,

–        στις 27 Ιανουαρίου 2009, ο νομάρχης του Val-d’Oise εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε την αίτηση του A. Achughbabian περί χορηγήσεως άδειας διαμονής και τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει τη γαλλική επικράτεια εντός προθεσμίας ενός μηνός από την κοινοποίηση της οικείας αποφάσεως,

–        στις 24 Ιουνίου 2011, ο A. Achughbabian συνελήφθη και προφυλακίστηκε λόγω ενδείξεων ότι διέπραξε την προβλεπόμενη στο άρθρο L. 621-1 του κώδικα εισόδου και διαμονής αλλοδαπών και του δικαιώματος ασύλου (στο εξής: Ceseda) παράβαση περί παράνομης διαμονής,

–        στις 25 Ιουνίου 2011, ο νομάρχης του Val-d’Oise εξέδωσε σε βάρος του αποφάσεις περί διοικητικής απελάσεως και θέσεως υπό κράτηση και, συνεπώς, ο A. Achughbabian μεταφέρθηκε στο κέντρο κρατήσεως,

–        στις 27 Ιουνίου 2011, ο αρμόδιος για θέματα ατομικών ελευθεριών και προσωρινής κρατήσεως δικαστής του tribunal de grande instance de Créteil επέτρεψε την παράταση της κρατήσεώς του, αφού προηγουμένως απέρριψε τις ενστάσεις περί ακυρότητας της διαδικασίας που προέβαλε, in limine litis, ο συνήγορός του, μία εκ των οποίων αφορούσε την ακυρότητα της προφυλακίσεως βάσει της αποφάσεως El Dridi (4),

–        στις 28 Ιουνίου 2011, ο συνήγορός του άσκησε έφεση κατά της διατάξεως του tribunal de grande instance de Créteil ενώπιον του cour d’appel de Paris, επικαλούμενος πλείονες λόγους εφέσεως, στους οποίους περιλαμβανόταν εκ νέου η ακυρότητα της προφυλακίσεως βάσει της αποφάσεως El Dridi (5).

4.        Υπό τις περιστάσεις αυτές, στις 29 Ιουνίου 2011, το cour d’appel de Paris έκρινε ότι δεν υφίσταται λόγος κρατήσεως του A. Achughbabian, κατόπιν της αποφάσεώς του να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Αντιβαίνει προς την οδηγία 2008/115/[…], έτσι όπως διαμορφώνεται το πεδίο εφαρμογής της, εθνική νομοθετική ρύθμιση και εν προκειμένω το άρθρο L621-1 του [Ceseda], το οποίο προβλέπει ποινή φυλακίσεως σε υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο της παράνομης εισόδου ή διαμονής του εντός του εδάφους του κράτους μέλους;»

5.        Κρίνοντας ότι έχει ουσιώδη σημασία τα γαλλικά δικαστήρια να έχουν στη διάθεσή τους την απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα το συντομότερο δυνατόν, για τον λόγο ότι η απάντηση αυτή δύναται να αποτρέψει ενδεχόμενες αποφάσεις περί παράνομης στερήσεως της ατομικής ελευθερίας ή να μειώσει τη διάρκεια τυχόν παράνομης στερήσεως της ελευθερίας αυτής, το Δικαστήριο δέχθηκε το αίτημα του αιτούντος δικαστηρίου περί εφαρμογής της ταχείας διαδικασίας στην παρούσα υπόθεση, κατά τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 23α του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 104α, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

6.        Γραπτές παρατηρήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου κατέθεσαν ο A. Achughbabian, η Γερμανική, η Εσθονική και η Γαλλική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

7.        Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση που έλαβε χώρα στις 25 Οκτωβρίου 2011 εκπροσωπήθηκε ο A. Achughbabian, η Δανική, η Γερμανική, η Εσθονική και η Γαλλική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

 Νομικό πλαίσιο

 Α −       Οδηγία 2008/115

8.        Όπως προκύπτει τόσο από τη δεύτερη και την εικοστή αιτιολογική της σκέψη όσο και από το άρθρο 1 αυτής, σκοπός της οδηγίας 2008/115 είναι να θεσπίσει κοινούς κανόνες, εφαρμοστέους στην επιστροφή, την απομάκρυνση, τη χρήση αναγκαστικών μέτρων, την κράτηση και τις απαγορεύσεις εισόδου αναφορικά με τους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν παρανόμως εντός του εδάφους κράτους μέλους, κανόνες που θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως βάση για μια αποτελεσματική πολιτική απομακρύνσεως.

9.        Η δέκατη πέμπτη και η δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη έχουν ως εξής:

«(5)      Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεσπίσει ένα οριζόντιο σύνολο κανόνων που θα εφαρμόζονται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής ή διαμονής σε ένα κράτος μέλος.

[…]

(17)      Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που τίθενται υπό κράτηση θα πρέπει να τυγχάνουν ανθρώπινης και αξιοπρεπούς μεταχείρισης, με σεβασμό των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων και σύμφωνα με το διεθνές και εθνικό δίκαιο. Με την επιφύλαξη της αρχικής σύλληψης από τις αρχές επιβολής του νόμου, που ρυθμίζεται από την εθνική νομοθεσία, η κράτηση θα πρέπει κατά κανόνα να γίνεται σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης.»

10.      Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας καθορίζει το πεδίο εφαρμογής αυτής ως εξής:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους παρανόμως διαμένοντες στο έδαφος κράτους μέλους υπηκόους τρίτης χώρας.»

11.      Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας, «[τ]α κράτη μέλη εκδίδουν απόφαση επιστροφής για υπηκόους τρίτης χώρας που διαμένουν παράνομα στο έδαφός τους, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 5».

12.      Σύμφωνα με τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2008/115, κατά την οποία πρέπει να προτιμάται η οικειοθελής παρά η αναγκαστική επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων εντός του εδάφους κράτους μέλους υπηκόων τρίτων χωρών, το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Οικειοθελής αναχώρηση», προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.   Η απόφαση περί επιστροφής προβλέπει κατάλληλο χρονικό διάστημα για την οικειοθελή αναχώρηση που κυμαίνεται μεταξύ επτά και τριάντα ημερών, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4. […]

[…]

4.     Εάν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, ή εάν αίτηση για νόμιμη παραμονή έχει απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη ή δολία, ή εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια, τα κράτη μέλη μπορούν να μη χορηγούν χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης ή μπορούν να χορηγούν χρονικό διάστημα κάτω των επτά ημερών.»

13.      Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115, υπό τον τίτλο «Απομάκρυνση», ορίζει τα εξής: «[τ]α κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εκτελέσουν την απόφαση επιστροφής, εάν δεν έχει χορηγηθεί χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 4 ή εάν ο συγκεκριμένος υπήκοος δεν έχει συμμορφωθεί με την υποχρέωση επιστροφής εντός της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης που έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 7».

14.      Κατά το άρθρο 20 της οδηγίας 2008/115, τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την εν λόγω οδηγία μέχρι τις 24 Δεκεμβρίου 2010, εξαιρουμένου του άρθρου 13, παράγραφος 4, αυτής.

 Β −       Εθνική νομοθεσία

15.      Το άρθρο L. 621-1 του Ceseda ορίζει τα εξής:

«Αλλοδαποί οι οποίοι έχουν εισέλθει ή διαμένουν στη Γαλλία κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων L. 211-1 και L. 311-1 ή παραμένουν στη Γαλλία πέραν του επιτρεπόμενου κατά τη θεώρηση εισόδου τους χρονικού διαστήματος τιμωρούνται με φυλάκιση ενός έτους και με πρόστιμο 3 750 ευρώ.

Το δικαστήριο δύναται, επιπλέον, να απαγορεύσει την είσοδο ή τη διαμονή στη Γαλλία του καταδικασθέντος αλλοδαπού για χρονικό διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η απαγόρευση εισόδου και διαμονής εντός του γαλλικού εδάφους συνεπάγεται αυτοδικαίως την κίνηση της διαδικασίας διοικητικής απελάσεως του καταδικασθέντος, ενδεχομένως μετά την έκτιση της ποινής φυλακίσεως.»

16.      Τα σχετικά με την προφυλάκιση άρθρα του γαλλικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τροποποιήθηκαν με το νόμο 2011-392, της 14ης Απριλίου 2011, ο οποίος άρχισε να ισχύει την 1η Ιουνίου 2011. Το άρθρο 62 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για τα περιστατικά της παρούσας υποθέσεως χρόνο όριζε τα εξής:

«Τα πρόσωπα σε βάρος των οποίων δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι διέπραξαν ή αποπειράθηκαν να διαπράξουν παράβαση δεν επιτρέπεται να κρατούνται πέραν του χρονικού διαστήματος που είναι απολύτως αναγκαίο για την ακρόασή τους, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες.

Το πρόσωπο σε βάρος του οποίου προκύπτουν, κατά την ακρόασή του, σοβαρές ενδείξεις ότι διέπραξε ή αποπειράθηκε να διαπράξει κακούργημα ή πλημμέλημα τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως μπορεί να τεθεί αναγκαστικώς στη διάθεση των ανακριτικών οργάνων μόνον με προφυλάκιση. Η απόφαση περί προφυλακίσεως του κοινοποιείται κατά τους όρους του άρθρου 63.»

17.      Κατά το άρθρο 62-2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για τα περιστατικά της παρούσας υποθέσεως χρόνο, «[η] προφυλάκιση αποτελεί αναγκαστικό μέτρο επιβαλλόμενο από αστυνομικό όργανο, υπό τον έλεγχο της αρμόδιας δικαστικής αρχής, με το οποίο πρόσωπο σε βάρος του οποίου υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι διέπραξε ή αποπειράθηκε να διαπράξει κακούργημα ή πλημμέλημα τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως τίθεται στη διάθεση των ανακριτικών οργάνων […]».

 Εκτίμηση

18.      Το προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο αποτυπώνει την κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Γαλλία μετά την έκδοση της αποφάσεως El Dridi (6), με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η οδηγία 2008/115 έχει την έννοια ότι απαγορεύει νομοθεσία κράτους μέλους η οποία προβλέπει την επιβολή ποινής φυλακίσεως σε παρανόμως διαμένοντα υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο ότι αυτός, κατά παράβαση διαταγής εγκαταλείψεως του εδάφους του κράτους αυτού εντός ορισμένης προθεσμίας, παραμένει εντός του εν λόγω εδάφους χωρίς να συντρέχει δικαιολογητικός λόγος. Τα γαλλικά δικαστήρια έχουν υιοθετήσει αποκλίνουσες ερμηνείες ως προς το ζήτημα εάν η αρχή αυτή ισχύει και όσον αφορά την επιβολή ποινής φυλακίσεως σε αλλοδαπό λόγω παράνομης εισόδου ή διαμονής στη Γαλλία, η οποία προβλέπεται από το άρθρο L. 621-1 του Ceseda. Εάν τούτο γινόταν δεκτό, η λήψη μέτρου προφυλακίσεως κατά το άρθρο 62-2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το οποίο ορίζει ότι προϋπόθεση για την επιβολή του εν λόγω αναγκαστικού μέτρου αποτελεί η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ότι διαπράχθηκε παράβαση τιμωρούμενη με ποινή φυλακίσεως, θα αποκλειόταν σε περίπτωση ενδεχόμενης παραβάσεως του άρθρου L. 621-1 του Ceseda.

19.      Μολονότι το ερώτημα αυτό τίθεται στο πλαίσιο της ασκήσεως ελέγχου νομιμότητας όσον αφορά τη στέρηση της ατομικής ελευθερίας του A. Achughbabian, και ειδικότερα όσον αφορά την προφυλάκιση αυτού (7), πρέπει να διευκρινιστεί ότι η προφυλάκιση αυτή καθεαυτήν, ως μέτρο του ποινικού δικαίου το οποίο συνεπάγεται στέρηση της ατομικής ελευθερίας, και οι προϋποθέσεις επιβολής αυτής δεν αποτελούν αντικείμενο του υπό εξέταση προδικαστικού ερωτήματος. Εντούτοις, έχω επίγνωση του γεγονότος ότι η απάντηση του Δικαστηρίου μπορεί να έχει επιπτώσεις όσον αφορά τη δυνατότητα προφυλακίσεως προσώπων σε βάρος των οποίων υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι διέπραξαν την παράβαση που προβλέπεται στο άρθρο L. 621-1 του Ceseda.

20.      Το άρθρο L. 621-1 του Ceseda και η οδηγία 2008/115 έχουν ένα κοινό σημείο, τουτέστιν αφορούν αμφότερα την παράνομη διαμονή αλλοδαπού εντός του εδάφους κράτους μέλους. Ωστόσο, οι εν λόγω ρυθμίσεις εξαρτούν διαφορετικές συνέπειες από τη συμπεριφορά αυτή. Ενώ το άρθρο L. 621-1 του Ceseda χαρακτηρίζει την εν λόγω συμπεριφορά ως παράβαση τιμωρούμενη με ποινή φυλακίσεως ενός έτους και πρόστιμο 3 750 ευρώ, η οδηγία 2008/115 προβλέπει ότι αυτή συνεπάγεται την κίνηση διοικητικής διαδικασίας επιστροφής, στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο περιορισμός της ατομικής ελευθερίας του ενδιαφερομένου επιτρέπεται μόνον για την προετοιμασία της επιστροφής του ή/και για τη διεκπεραίωση της απομακρύνσεώς του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά άλλα επαρκή, αλλά λιγότερο αναγκαστικά μέτρα.

21.      Ασφαλώς, η γαλλική νομοθεσία προβλέπει, σε περίπτωση παράνομης διαμονής υπηκόου τρίτης χώρας εντός του εθνικού εδάφους, όχι μόνον την επιβολή ποινικών κυρώσεων, αλλά και την κίνηση διοικητικής διαδικασίας απελάσεως. Τούτο αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Α. Achughbabian διανύει επί του παρόντος ένα από τα στάδια της διαδικασίας αυτής, η οποία διέπεται από τον Ceseda.

22.      Εντούτοις, το προδικαστικό ερώτημα δεν αφορά την εν λόγω διοικητική διαδικασία αυτή καθεαυτήν και, συνεπώς, στο πλαίσιο της παρούσας γνώμης, δεν θα εξεταστεί το ζήτημα εάν η διοικητική διαδικασία επιστροφής η οποία κινήθηκε κατ’ εφαρμογήν της γαλλικής νομοθεσίας σε σχέση με τον Α. Achughbabian πληροί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2008/115. Πάντως, επιβάλλεται να επισημανθεί ότι, κατά το χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, η Γαλλία δεν είχε εκπληρώσει την απορρέουσα από το άρθρο 20 της οδηγίας 2008/115 υποχρέωσή της να θέσει σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί με την οδηγία αυτή. Όπως προκύπτει από τις γραπτές παρατηρήσεις της Γαλλικής Κυβερνήσεως η οδηγία 2008/115 μεταφέρθηκε πλήρως στη γαλλική έννομη τάξη το πρώτον με το νόμο 2011-672, της 16ης Ιουνίου 2011, περί μεταναστεύσεως, κοινωνικής ενσωματώσεως και εθνικότητας, που άρχισε να ισχύει στις 18 Ιουλίου 2011. Πάντως, οι τροποποιήσεις που εισήχθησαν με τον εν λόγω νόμο δεν μετέβαλαν το γράμμα του επίμαχου εν προκειμένω άρθρου L. 621-1 του Ceseda.

23.      Λαμβανομένης υπόψη της αρχής που καθιέρωσε το Δικαστήριο στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση El Dridi, κατά την οποία «παρά το γεγονός ότι ούτε το άρθρο 63, πρώτο εδάφιο, σημείο 3, στοιχείο β΄, EΚ, διάταξη που περιλήφθηκε στο άρθρο 79, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, ΣΛΕΕ, ούτε η οδηγία 2008/115, που εκδόθηκε ειδικότερα βάσει της εν λόγω διατάξεως της Συνθήκης ΕΚ, δεν αποκλείουν ποινική αρμοδιότητα των κρατών μελών στον τομέα της παράνομης μεταναστεύσεως και της παράνομης διαμονής, τα εν λόγω κράτη πρέπει να τροποποιήσουν τη νομοθεσία τους στον τομέα αυτό κατά τρόπο ώστε να διασφαλισθεί η τήρηση του δικαίου της Ένωσης και, ειδικότερα, τα εν λόγω κράτη δεν μπορούν να εφαρμόσουν ρύθμιση, έστω και ποινικής φύσεως, ικανή να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει μια οδηγία και, συνεπώς, να της αφαιρέσουν την πρακτική της αποτελεσματικότητα» (8), φρονώ ότι για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα που υποβλήθηκε εν προκειμένω θα πρέπει να εξεταστεί εάν ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι η παράνομη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας εντός του εδάφους κράτους μέλους επισύρει ποινή φυλακίσεως είναι ικανή να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οδηγία 2008/115.

24.      Λαμβανομένου υπόψη του γράμματος της δεύτερης και της εικοστής αιτιολογικής σκέψεως, καθώς και του άρθρου 1 αυτής, ο σκοπός της οδηγίας 2008/115 είναι εύκολο να εντοπιστεί. Συγκεκριμένα, σκοπός αυτής είναι να θεσπίσει κοινούς κανόνες, εφαρμοστέους στην επιστροφή, την απομάκρυνση, τη χρήση αναγκαστικών μέτρων, την κράτηση και τις απαγορεύσεις εισόδου αναφορικά με τους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν παρανόμως εντός του εδάφους κράτους μέλους, κανόνες που θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως βάση για μια αποτελεσματική πολιτική απομακρύνσεως και να διασφαλίζουν το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

25.      Πριν εξετάσω εάν διάταξη όπως αυτή του άρθρου L. 621‑1 του Ceseda είναι ικανή να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού, σπεύδω να επισημάνω ότι το σχετικό επιχείρημα της Εσθονικής και της Γαλλικής Κυβερνήσεως, κατά το οποίο η οδηγία 2008/115 έχει εφαρμογή μόνον από της εκδόσεως αποφάσεως περί επιστροφής, πρέπει εκ προοιμίου να απορριφθεί.

26.      Εάν το επιχείρημα αυτό ευσταθούσε, τούτο θα σήμαινε ότι η οδηγία 2008/115 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αποφασίζουν εάν, και σε ποιο χρονικό σημείο, προτίθενται να εκδώσουν απόφαση περί επιστροφής και, επομένως, να κινήσουν τη διαδικασία επιστροφής σε σχέση με υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει παρανόμως εντός του εδάφους τους.

27.      Ωστόσο, η εν λόγω οδηγία δεν αναγνωρίζει στα κράτη μέλη τέτοια διακριτική ευχέρεια. Αντιθέτως, πλείονες διατάξεις αυτής καταδεικνύουν ότι η οδηγία 2008/115 αποβλέπει να επιβάλει στα κράτη μέλη υποχρέωση κινήσεως διαδικασίας επιστροφής για κάθε υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει παρανόμως εντός του εδάφους τους. Πρόκειται προ πάντων για το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115, κατά το οποίο τα κράτη μέλη εκδίδουν απόφαση επιστροφής για «υπηκόους» (9) τρίτης χώρας που διαμένουν παρανόμως στο έδαφός τους. Οι εξαιρέσεις από την υποχρέωση αυτή προβλέπονται ρητώς στις παραγράφους 2 έως 5 του ιδίου άρθρου της οδηγίας 2008/115.

28.      Στην ανωτέρω υποχρέωση, ήτοι την υποχρέωση εκδόσεως αποφάσεως περί επιστροφής, αντιστοιχεί συνακόλουθο δικαίωμα των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν παρανόμως εντός του εδάφους κράτους μέλους να τυγχάνουν τέτοιας συμπεριφοράς εκ μέρους του κράτους. Εξ αυτού συνάγεται ότι, κατά την οδηγία 2008/115, κάθε υπήκοος τρίτης χώρας που διαμένει παρανόμως εντός εδάφους κράτους μέλους έχει δικαίωμα να εκδοθεί από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απόφαση περί επιστροφής του, η οποία συνεπάγεται την κίνηση διοικητικής διαδικασίας επιστροφής αποσκοπούσας στην παύση της παράνομης διαμονής, στο πλαίσιο της οποίας ο περιορισμός της ατομικής ελευθερίας του ενδιαφερομένου επιτρέπεται μόνον για την προετοιμασία της επιστροφής του ή/και για τη διεκπεραίωση της απομακρύνσεώς του και μόνον εφόσον δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά άλλα επαρκή, αλλά λιγότερο αναγκαστικά μέτρα.

29.      Επιστρέφοντας στο ουσιώδες ζήτημα, που συνίσταται στην εκτίμηση εάν ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι η παράνομη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας εντός του εδάφους κράτους μέλους επισύρει ποινή φυλακίσεως είναι ικανή να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οδηγία 2008/115, εφιστώ την προσοχή στη διαδικασία επιστροφής που προβλέπει η οδηγία 2008/115 (10).

30.      Η οδηγία αυτή προβλέπει τη χρήση αναγκαστικών μέτρων προκειμένου να διασφαλίζεται η επίτευξη του σκοπού της, τουτέστιν η εκτέλεση της αποφάσεως περί επιστροφής. Όπως είχα ήδη την ευκαιρία να εκθέσω με τη γνώμη που ανέπτυξα στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση El Dridi (11), η οδηγία 2008/115 δεν απαριθμεί εξαντλητικά τα εν λόγω μέτρα. Εξάλλου, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικεύσεως (ιδιαιτερότητας) κάθε διαδικασίας επιστροφής, κάτι τέτοιο ουδόλως είναι δυνατόν.

31.      Δεν αμφισβητείται ότι η επιβολή ποινής φυλακίσεως συνιστά αναγκαστικό μέτρο. Ωστόσο, είναι επίσης προφανές ότι το μέτρο αυτό δεν συμβάλλει στην εκτέλεση ενδεχόμενης αποφάσεως περί επιστροφής και, συνεπώς, στην επίτευξη του σκοπού της οδηγίας 2008/115. Αντιθέτως, η επιβολή ποινής φυλακίσεως σε υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει παρανόμως εντός του εθνικού εδάφους (συμπεριφορά η οποία, όπως επισημάνθηκε ήδη στο σημείο 25 της παρούσας γνώμης, συνεπάγεται, κατά την οδηγία 2008/115, υποχρέωση κινήσεως διαδικασίας επιστροφής) εμποδίζει αντικειμενικώς, έστω και μόνον προσωρινώς, την εκτέλεση ενδεχόμενης αποφάσεως περί επιστροφής.

32.      Συναφώς, η Γαλλική Κυβέρνηση εφιστά την προσοχή στις εγκυκλίους του Υπουργού Δικαιοσύνης (garde des Sceaux, ministre de la Justice), της 21ης Φεβρουαρίου 2006 και της 12ης Μαΐου 2011, με τις οποίες συνιστάται στους εισαγγελείς να ασκούν ποινική δίωξη για παράνομη είσοδο και διαμονή εντός του γαλλικού εδάφους μόνον κατά αλλοδαπών που έχουν διαπράξει άλλη παράβαση κακουργηματικής ή πλημμεληματικής μορφής και να θέτουν κάθε άλλη κινηθείσα διαδικασία στο αρχείο, ιδίως προκειμένου να ευοδωθεί, εάν συντρέχει περίπτωση, η διοικητική διαδικασία απομακρύνσεως από το γαλλικό έδαφος η οποία ενδεχομένως τυγχάνει εφαρμογής. Εντούτοις, από τα στατιστικά στοιχεία, τα οποία επίσης παρέσχε η Γαλλική Κυβέρνηση, προκύπτει ότι, παρά τις εν λόγω οδηγίες, υφίστανται σαφέστατα περιπτώσεις στις οποίες η ποινική καταδίκη απαγγέλλεται βάσει και μόνον του άρθρου L. 621-1 του Ceseda.

33.      Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι τούτο ουδόλως σημαίνει ότι, κατά το χρονικό διάστημα που είναι απολύτως αναγκαίο για να εξακριβωθεί εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκδόσεως αποφάσεως περί επιστροφής, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας, αποκλείεται, γενικώς, κάθε περιορισμός της ατομικής ελευθερίας του ενδιαφερομένου. Επί του σημείου αυτού, συμμερίζομαι την άποψη της Γαλλικής Κυβερνήσεως, κατά την οποία ο περιορισμός αυτός ενδέχεται να παρίσταται αναγκαίος σε πλείονες περιπτώσεις (12) και, κατά τη δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2008/115, εμπίπτει στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών. Εντούτοις, ο εν λόγω περιορισμός της ατομικής ελευθερίας δεν μπορεί να στηρίζεται σε διάταξη όπως αυτή του άρθρου L. 621-1 του Ceseda.

34.      Βάσει των ανωτέρω, φρονώ ότι το Δικαστήριο πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα το οποίο υποβλήθηκε από το αιτούν δικαστήριο ότι η οδηγία 2008/115 έχει την έννοια ότι απαγορεύει εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ποινή φυλακίσεως σε υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο της παράνομης εισόδου ή διαμονής του εντός του εδάφους του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

 Πρόταση

35.      Κατόπιν των ανωτέρω , προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το cour d’appel de Paris ως εξής:

«Η οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι απαγορεύει εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ποινή φυλακίσεως σε υπήκοο τρίτου κράτους για τον μοναδικό λόγο της παράνομης εισόδου ή διαμονής του εντός του εδάφους του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.»


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2 –      Απόφαση της 28ης Απριλίου 2011, C-61/11 PPU (μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή).


3 –      ΕΕ L 348, σ. 98.


4 –      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 2.


5 – Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 2.


6 – Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 2.


7 –      Με τη απάντησή του στην αίτηση περί παροχής διευκρινίσεων που του απηύθυνε το Δικαστήριο, το αιτούν δικαστήριο επισήμανε ότι κάθε τακτικό δικαστήριο, επομένως και το ίδιο, αποτελεί θεματοφύλακα της ατομικής ελευθερίας. Για τον λόγο αυτόν, εναπόκειται σε αυτό να ελέγχει, κατόπιν προβολής ενστάσεως, τη χρονική σειρά της λήψεως στερητικών της ελευθερίας μέτρων, καθώς και τη νομιμότητα τυχόν συλλήψεως και μετέπειτα προφυλακίσεως, οσάκις η δεύτερη λαμβάνει χώρα αμέσως πριν από τη θέση υπό κράτηση με διοικητική απόφαση. Αντιθέτως, οι ένδικες διαφορές που αφορούν διοικητικές αποφάσεις (αποφάσεις περί διοικητικής απελάσεως ή περί θέσεως υπό κράτηση) εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων.


8 –      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 2 (σκέψεις 54 και 55). Το Δικαστήριο επανέλαβε την αρχή αυτή ακόμη πιο πρόσφατα με την απόφαση της 21ης Ιουλίου 2011, C-104/10, Kelly (μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 35).


9 –      Η υπογράμμιση δική μου.


10 –      Τα διάφορα στάδια της διαδικασίας επιστροφής, καθώς και η χρονική σειρά διεξαγωγής τους, περιγράφονται λεπτομερέστατα στις σκέψεις 34 έως 40 της αποφάσεως El Dridi (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 2).


11 –      Γνώμη της 1ης Απριλίου 2011 (σημείο 32).


12 –      Διατηρώ ορισμένες αμφιβολίες για το κατά πόσον τούτο είναι αναγκαίο στην περίπτωση του Achughbabian. Συγκεκριμένα, σε σχέση με αυτόν έχει ήδη εκδοθεί νομαρχιακή απόφαση, της 27ης Ιανουαρίου 2009, η οποία, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά απόφαση περί επιστροφής, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115.