Language of document :

Error! Reference source not found.

Προσφυγή της Ryanair κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 28 Mαρτίου 2009

(Υπόθεση T-123/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ryanair Ltd (Δουβλίνο, Ιρλανδία) (εκπρόσωποι: E. Vahida και I-Γ. Mεταξάς-Μαραγκίδης, lawyers)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει μερικώς, κατ' εφαρμογή των άρθρων 230 και 231 EΚ, την από 12 Noεμβρίου 2008 απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση κρατικής ενισχύσεως C26/2008 (δάνειο 300 εκατομμυρίων ευρώ στην Alitalia S.p.A.) καθόσον δεν επιβάλει στους διαδόχους της Alitalia την επιστροφή της ενισχύσεως και χορηγεί στην Ιταλία πρόσθετο χρόνο για την εκτέλεση της αποφάσεώς της·

να ακυρώσει πλήρως, κατ' εφαρμογή των άρθρων 230 και 231 EΚ, την από 12 Noεμβρίου 2008 απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση κρατικής ενισχύσεως N510/2008 (πώληση του ενεργητικού της Alitalia S.p.A.)·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, καθώς και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας· και

να λάβει κάθε άλλο μέτρο που θα κρίνει πρόσφορο.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα αμφισβητεί τη νομιμότητα δύο αποφάσεων της Επιτροπής της 12ης Noεμβρίου 2008 στις υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων C 26/2008 (πρώην NN 31/08) περί του χορηγηθέντος στην Alitalia δανείου 300 εκατομμυρίων ευρώ που κοινοποιήθηκε με το έγγραφο υπ' αριθ. C(2008) 6743 1, και N510/2008 υπ' αριθ. C(2008) 6745 τελικό, σχετικά με τη διαδικασία πωλήσεως του ενεργητικού της Alitalia, καθόσον η Επιτροπή έκρινε ότι από τη διαδικασία αυτή δεν προκύπτει η χορήγηση κρατικής ενισχύσεως υπό την προϋπόθεση ότι οι ιταλικές αρχές αναλαμβάνουν ορισμένες δεσμεύσεις.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τα ακόλουθα επιχειρήματα:

Όσον αφορά την πρώτη προσβαλλομένη απόφαση, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι είναι εν μέρει άκυρη διότι δεν επιβάλει στους διαδόχους της Alitalia την επιστροφή της ενισχύσεως και χορηγεί στην Ιταλία πρόσθετο χρόνο για την ανάκτηση του δανείου.

Όσον αφορά τη δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή, εφόσον δεν κίνησε την τυπική διαδικασία έρευνας παρά την ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών, εξέδωσε ατελή και ανεπαρκή απόφαση και παραβίασε τα διαδικαστικά δικαιώματα της προσφεύγουσας βάσει του άρθρου 88, παράγραφος 2, EΚ. Επιπλέον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν είχε αρμοδιότητα εκδόσεως αποφάσεως υπό την αίρεση μη υπάρξεως ενισχύσεως κατόπιν απλής εισαγωγικής εξετάσεως. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε το σύνολο των κρίσιμων χαρακτηριστικών των μέτρων και του πλαισίου τους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν εξέτασε αν η ιταλική αναγκαστική διαχείριση, καθεαυτή, οδηγεί στη χορήγηση ενισχύσεως και αν η Ιταλική Κυβέρνηση καταστρατήγησε τη νομοθεσία για να ευνοήσει το σχέδιο της Compagnia Aerea Italiana.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως μη λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατές εναλλακτικές λύσεις πωλήσεως του ενεργητικού της Alitalia, όπως τη δικαστική εκκαθάριση ή την εκχώρηση μετοχών. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή δεν εφάρμοσε στην πώληση του ενεργητικού της Alitalia την αρχή του επενδυτή σε οικονομία αγοράς, ειδικότερα μη εξετάζοντας το αποτέλεσμα της ρητής προϋποθέσεως της συνέχειας της υπηρεσίας στην τιμή και τη σιωπηρή προϋπόθεση ότι ο αγοραστής της δραστηριότητας μεταφοράς επιβατών της Alitalia πρέπει να είναι ιταλικής ιθαγενείας, μη διαπιστώνοντας ότι η διαδικασία πωλήσεως του ενεργητικού της Alitalia ήταν προδήλως ακατάλληλη, μη εξετάζοντας την αληθή τιμή προσφοράς από την CAI και μη καθορίζοντας τα κριτήρια για τον καθορισμό της τιμής αγοράς του ενεργητικού της Alitalia.

Επιπροσθέτως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη κατά τον καθορισμό του μέρους που πρέπει να επιστρέψει το δάνειο, το οποίο έπρεπε να είναι η CAI, λαμβανομένης υπόψη της συνέχειας μεταξύ Alitalia και Compagnia Aerea Italiana. Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν τήρησε την υποχρέωση αιτιολογήσεως.

____________

1 - ΕΕ 2009 L 52, σ.3.