Language of document : ECLI:EU:C:2013:162

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 14ης Μαρτίου 2013 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 92/12/ΕΟΚ – Ειδικοί φόροι καταναλώσεως – Προϊόντα καπνού κτηθέντα εντός κράτους μέλους και μεταφερθέντα σε άλλο κράτος μέλος – Αποκλειστικώς ποσοτικά κριτήρια εκτιμήσεως – Άρθρο 34 ΣΛΕΕ – Ποσοτικοί περιορισμοί κατά την εισαγωγή»

Στην υπόθεση C‑216/11,

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 10 Μαΐου 2011,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον W. Mölls και την O. Beynet, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον G. de Bergues και την N. Rouam,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Bay Larsen, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, U. Lõhmus, M. Safjan και A. Prechal (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Cruz Villalón

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 19ης Δεκεμβρίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία, χρησιμοποιώντας αμιγώς ποσοτικό κριτήριο για την εκτίμηση του εμπορικού χαρακτήρα της εκ μέρους ιδιωτών κατοχής επεξεργασμένου καπνού προερχόμενου από άλλο κράτος μέλος, εφαρμόζοντας το κριτήριο αυτό για κάθε ιδιωτικό όχημα (και όχι για κάθε άτομο) και συνολικώς για όλα τα προϊόντα καπνού και εμποδίζοντας απλούστατα την εισαγωγή από ιδιώτες προϊόντων καπνού προερχομένων από άλλο κράτος μέλος οσάκις η ποσότητα υπερβαίνει τα δύο χιλιόγραμμα ανά ιδιωτικό όχημα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (EE L 76, σ. 1, στο εξής: η οδηγία) και, ειδικότερα από τα άρθρα 8 και 9 αυτής, καθώς και από το άρθρο 34 ΣΛΕΕ.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης

2        Το άρθρο 8 της οδηγίας όριζε:

«Για τα προϊόντα που αποκτούν ιδιώτες για δική τους ανάγκη και τα οποία μεταφέρουν αυτοπροσώπως, η βασική αρχή που διέπει την εσωτερική αγορά ορίζει ότι οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης εισπράττονται στο κράτος μέλος όπου τα προϊόντα αυτά αποκτώνται.»

3        Κατά το άρθρο 9 της οδηγίας:

«1.      Με την επιφύλαξη των άρθρων 6, 7 και 8, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός όταν τα προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε ένα κράτος μέλος βρίσκονται στην κατοχή κάποιου για εμπορικούς σκοπούς σε άλλο κράτος μέλος.

Σε αυτήν την περίπτωση, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης οφείλεται στο κράτος μέλος όπου βρίσκονται τα προϊόντα και καθίσταται απαιτητός από το πρόσωπο που τα έχει στην κατοχή του.

2.      Για να αποδείξουν ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 8 προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς, τα κράτη μέλη πρέπει, μεταξύ άλλων, να λάβουν υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

–        την εμπορική ιδιότητα του κατόχου και τους λόγους κατοχής των προϊόντων,

–        τον τόπο όπου βρίσκονται τα προϊόντα ή, ανάλογα με την περίπτωση, το χρησιμοποιούμενο τρόπο μεταφοράς,

–        κάθε έγγραφο σχετικό με τα προϊόντα,

–        το είδος αυτών των προϊόντων,

–        την ποσότητα αυτών των προϊόντων.

Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, πέμπτη περίπτωση, τα κράτη μέλη μπορούν, απλώς και μόνο σαν αποδεικτικό στοιχείο, να ορίσουν ενδεικτικά ποσοτικά επίπεδα, τα οποία δεν μπορούν να είναι κατώτερα από:

α)      Προϊόντα καπνού

τσιγάρα                                            800 τεμάχια

πουράκια (πούρα βάρους όχι πάνω από 3 g/τεμάχιο) 400 τεμάχια

πούρα                                            200 τεμάχια

καπνός για κάπνισμα                                      1 kg

[...]»

 Η γαλλική νομοθεσία

4        Το άρθρο 302 D του code général des impôts (γενικού φορολογικού κώδικα, στο εξής: CGI), όπως ίσχυε κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, προέβλεπε τα εξής:

«I.-1. Ο φόρος καθίσταται απαιτητός: […]

4º Υπό την επιφύλαξη […] των άρθρων 575 G και 575 H, όταν διαπιστώνεται η κατοχή στη Γαλλία οινοπνεύματος, αλκοολούχων ποτών και επεξεργασμένου καπνού για εμπορικούς σκοπούς, ως προς τα οποία ο κάτοχος δεν μπορεί να αποδείξει, προσκομίζοντας συνοδευτικό έγγραφο, τιμολόγιο ή ταμειακή απόδειξη, ανάλογα με την περίπτωση, ότι κυκλοφορούν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου ή ότι ο φόρος εισπράχθηκε στη Γαλλία [...].

Για να προσδιορισθεί αν η κατοχή στη Γαλλία των εν λόγω προϊόντων πραγματοποιείται για εμπορικούς σκοπούς, η διοίκηση θα λάβει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

a.      την επαγγελματική δραστηριότητα του κατόχου των προϊόντων·

b.      τον τόπο όπου τα εν λόγω προϊόντα βρίσκονται, το είδος μεταφοράς που χρησιμοποιήθηκε ή τα σχετικά με τα εν λόγω προϊόντα έγγραφα·

c.      τη φύση των εν λόγω προϊόντων·      

d.      τις ποσότητες των προϊόντων, κυρίως όταν αυτές είναι ανώτερες αυτών που καθορίζονται ενδεικτικώς στο άρθρο 9, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/12 […]»

5        Κατά το γράμμα του άρθρου 575 G του CGI:

«Τα επεξεργασμένα καπνά δεν μπορούν να κυκλοφορούν μετά τη λιανική τους πώληση, σε ποσότητα μεγαλύτερη του ενός χιλιογράμμου, χωρίς το προβλεπόμενο στο σημείο ΙΙ του άρθρου 302 M έγγραφο.»

6        Το άρθρο 575 H του CGI όριζε τα εξής:

«Εξαιρέσει των προμηθευτών στις αποθήκες, των λιανοπωλητών στα σημεία πώλησης, των αναφερομένων στο σημείο 3 του άρθρου 565 προσώπων, των αγοραστών-μεταπωλητών που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο του άρθρου 568 ή, σε ποσότητες καθορισμένες με υπουργική απόφαση από τον αρμόδιο για τον προϋπολογισμό υπουργό, των μεταπωλητών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου, ουδείς δύναται να κατέχει εντός των αποθηκών, των επαγγελματικών χώρων ή των μέσων μεταφοράς πλέον των δύο χιλιογράμμων επεξεργασμένου καπνού.»

 Η γαλλική διοικητική πρακτική

7        Κατά τη λήξη της ταχθείσας με την από 23 Νοεμβρίου 2009 αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, η ιστοσελίδα του γαλλικού Υπουργείου Οικονομικών προέβλεπε τα εξής:

«Γενικά θέματα

Κατά τις μετακινήσεις σας σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν πραγματοποιείτε αγορές προϊόντων για προσωπική χρήση, δεν έχετε την υποχρέωση υποβολής δηλώσεως ούτε πληρωμής δασμών ή φόρων κατά τον χρόνο της εξόδου ή εισόδου στη Γαλλία.

[…] Αν αγοράζετε […] καπνό, η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει ενδεικτικά όρια όσον αφορά τις αγορές των ιδιωτών.

Πέραν των ορίων για τον καπνό […], που αναφέρονται κατωτέρω, και βάσει άλλων κριτηρίων, η αγορά σας μπορεί να θεωρηθεί εμπορικού χαρακτήρα από τις γαλλικές τελωνειακές υπηρεσίες. Στην περίπτωση αυτή, οφείλετε να πληρώσετε τους διαφόρους δασμούς και φόρους που εφαρμόζονται στη Γαλλία, για καθένα εξ αυτών των προϊόντων. Τα όρια αυτά εφαρμόζονται επίσης κατά την αναχώρησή σας από τη Γαλλία προς άλλο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Καπνός

Κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 575 G και 575 H του CGI […], οι επόμενες διατάξεις εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2006 για τις αγορές καπνού, που πραγματοποιούνται από τους ιδιώτες, εντός άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξαιρέσει των δέκα νέων κρατών μελών:

–        Μπορείτε να μεταφέρετε 5 κούτες τσιγάρων (ήτοι ένα κιλό καπνού) χωρίς να κατέχετε άδεια μεταφοράς. 

Προσοχή: το εν λόγω όριο ισχύει για κάθε ιδιωτικό μεταφορικό μέσο ή για κάθε άτομο ηλικίας άνω των δεκαεπτά ετών σε περίπτωση συλλογικής μεταφοράς (νοουμένης της τελευταίας ως οιασδήποτε μεταφοράς περισσοτέρων των εννέα προσώπων, περιλαμβανομένου του οδηγού).

–        Για 6 έως 10 κούτες, πρέπει να προσκομίζετε απλοποιημένο συνοδευτικό έγγραφο (ΑΣΕ). Ελλείψει ΑΣΕ, ο ελεγχόμενος ταξιδιώτης αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο κατασχέσεως του καπνού, καθώς και χρηματικής ποινής. Ο ταξιδιώτης μπορεί να εγκαταλείψει το εμπόρευμα. Στην περίπτωση αυτή, δεν επιβάλλεται σ’ αυτόν χρηματική ποινή.      

Το έγγραφο αυτό μπορούν να αναζητούν οι ενδιαφερόμενοι στο πρώτο γαλλικό τελωνείο, μετά τα σύνορα.

–        Απαγορεύεται να εισάγονται περισσότερες από 10 κούτες τσιγάρων (ή 2 κιλών καπνού) σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις. Ο ελεγχόμενος ταξιδιώτης υπόκειται στις προαναφερθείσες κυρώσεις (κατάσχεση του καπνού και χρηματική ποινή).

Στην περίπτωση των συλλογικών μέσων μεταφοράς (αεροπλάνο, πλοίο, λεωφορείο, τρένο), οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ατομικώς ανά επιβάτη.»

 Η πριν από την άσκηση της προσφυγής διαδικασία

8        Εκτιμώντας ότι η γαλλική νομοθεσία καθώς και η γαλλική διοικητική πρακτική στον τομέα εισαγωγής καπνού από τους ιδιώτες ήσαν αντίθετες προς την οδηγία, την αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 28 ΕΚ, η Επιτροπή απηύθυνε στη Γαλλική Δημοκρατία, στις 23 Οκτωβρίου 2007, έγγραφο οχλήσεως στο οποίο το εν λόγω κράτος μέλος απάντησε με έγγραφο της 18ης Ιανουαρίου 2008.

9        Στις 23 Νοεμβρίου 2009 η Επιτροπή εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη και κάλεσε τη Γαλλική Δημοκρατία να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς τη γνώμη αυτή εντός δύο μηνών από την παραλαβή της. Το εν λόγω κράτος μέλος απάντησε σ’ αυτήν με έγγραφο της 22ας Ιανουαρίου 2010.

10      Η Επιτροπή, μη ικανοποιηθείσα από τις εξηγήσεις της Γαλλικής Δημοκρατίας, αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

 Επί της προσφυγής

 Επί της πρώτης αιτιάσεως που αντλείται από παράβαση των άρθρων 8 και 9 της οδηγίας

11      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η γαλλική νομοθεσία και η γαλλική διοικητική πρακτική είναι αντίθετες προς την οδηγία και, ειδικότερα, προς τα άρθρα 8 και 9 αυτής, εφόσον τα κριτήρια για την εκτίμηση της κατοχής των προϊόντων καπνού για σκοπούς εμπορικούς είναι αμιγώς ποσοτικά, τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 575 G και 575 H του CGI όρια ισχύουν συνολικώς για όλα τα κατεχόμενα προϊόντα καπνού, τα εν λόγω όρια, σε περίπτωση μεταφοράς με ιδιωτικό όχημα, εφαρμόζονται ανά όχημα και όχι ανά άτομο, οι δε κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση παραβάσεως των τελευταίων αυτών άρθρων είναι ιδιαίτερα αυστηρές.

12      Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει, προκαταρκτικώς, ότι τα άρθρα 575 G και 575 H του CGI ρυθμίζουν μόνο την κατοχή του καπνού και όχι τις λεπτομέρειες και τις προϋποθέσεις εισπράξεως των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Οι διατάξεις αυτές δεν εμπίπτουν επομένως στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 8 και 9 της οδηγίας. Εν πάση περιπτώσει, η γαλλική νομοθεσία και η γαλλική διοικητική πρακτική δεν είναι αντίθετες προς την οδηγία, οι δε προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αναλογικές.

13      Πρέπει να υπομνηστεί ότι σκοπός της οδηγίας είναι η θέσπιση ορισμένων κανόνων όσον αφορά την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο καταναλώσεως, τούτο δε ιδίως προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η επιβολή των ειδικών φόρων καταναλώσεως είναι ομοιόμορφη σε όλα τα κράτη μέλη (απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2006, C‑5/05, Joustra, Συλλογή 2006, σ. I‑11075, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

14      Η οδηγία διακρίνει συναφώς μεταξύ, αφενός, των προϊόντων που κατέχονται για εμπορικούς σκοπούς και, αφετέρου, των προϊόντων που κατέχονται για προσωπικούς σκοπούς (προπαρατεθείσα απόφαση Joustra, σκέψη 28).

15      Ως προς τα κατεχόμενα για προσωπικούς σκοπούς προϊόντα, το άρθρο 8 της οδηγίας προβλέπει ότι οι ειδικοί φόροι καταναλώσεως εισπράττονται στο κράτος μέλος εντός του οποίου αποκτώνται τα εμπορεύματα αυτά (προπαρατεθείσα απόφαση Joustra, σκέψη 31). Αντιθέτως, όσον αφορά τα κατεχόμενα για εμπορικούς σκοπούς προϊόντα, το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας ορίζει, κατ’ ουσίαν, ότι ο ειδικός φόρος καταναλώσεως καθίσταται απαιτητός στο κράτος μέλος όπου τα εν λόγω προϊόντα βρίσκονται υπό την κατοχή κάποιου.

16      Το άρθρο 9, παράγραφος 2, της οδηγίας ορίζει ορισμένα κριτήρια για την απόδειξη της κατοχής προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το γράμμα του πρώτου εδαφίου της εν λόγω παραγράφου 2, τα κράτη μέλη, για να αποδείξουν ότι τα προϊόντα προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς, οφείλουν μεταξύ άλλων να λάβουν υπόψη πλείονα στοιχεία, η δε ποσότητα των κατεχομένων προϊόντων αποτελεί μόνον ένα στοιχείο μεταξύ πλειόνων άλλων. Επιπλέον, ως προς το στοιχείο αυτό, το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου 2 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ενδεικτικά ποσοτικά επίπεδα, επέχοντα απλώς θέση αποδεικτικού στοιχείου.

17      Συνεπώς, όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 20 και 21 των προτάσεών του, το άρθρο 9, παράγραφος 2, της οδηγίας δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να αποδεικνύουν ότι τα κατεχόμενα προϊόντα προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς βασιζόμενα αποκλειστικώς σε αμιγώς ποσοτικό κατώτατο όριο των κατεχομένων προϊόντων.

18      Όσον αφορά την επίδικη νομοθεσία είναι ασφαλώς αληθές, όπως τονίζει η Γαλλική Δημοκρατία, ότι το άρθρο 302 D του CGI δεν προβλέπει αφεαυτού ένα τέτοιο αμιγώς ποσοτικό κατώτατο όριο για την απόδειξη της κατοχής των προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς.

19      Πάντως, εφόσον το εν λόγω άρθρο ορίζει ότι εφαρμόζεται «υπό την επιφύλαξη […] των άρθρων 575 G και 575 H [του CGI]», τα όρια που προβλέπονται από αυτά τα δύο τελευταία άρθρα καθίστανται, στην πραγματικότητα, τα μόνα λυσιτελή στοιχεία για την απόδειξη της κατοχής των προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς, όπως επιβεβαιώνεται από τη γαλλική διοικητική πρακτική. Η δε Γαλλική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί ότι τα εν λόγω όρια έχουν αμιγώς ποσοτικό χαρακτήρα.

20      Το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει επίσης ότι η νομοθεσία και η διοικητική πρακτική του δεν είναι αντίθετες προς το άρθρο 9, παράγραφος 2, της οδηγίας για τον λόγο ότι τα κατώτατα αυτά όρια εφαρμόζονται συνολικώς σε όλα τα κατεχόμενα προϊόντα καπνού και, σε περίπτωση μεταφοράς από ιδιωτικό όχημα, οι ποσότητες καπνού εκτιμώνται ανά όχημα και όχι ανά άτομο.

21      Συναφώς, παρατηρείται ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας, αν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να καθορίσουν κατώτατα όρια –τα οποία, κατά το γράμμα της εν λόγω διατάξεως, μπορούν να είναι μόνον ενδεικτικά– όσον αφορά την ποσότητα κατεχομένων προϊόντων καπνού που μπορούν να θεωρηθούν ότι προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς, οφείλουν να τηρήσουν ορισμένα ελάχιστα όρια.

22      Εν προκειμένω, αφενός, καθορίζοντας ρητώς ελάχιστα όρια για πλείονες διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων καπνού, η οδηγία επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν κατώτατα όρια βάρους των κατεχομένων προϊόντων καπνού, για όλα τα προϊόντα μαζί, μόνον υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως εκάστου των ελαχίστων αυτών ορίων. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν ισχυρίζεται ότι η προϋπόθεση αυτή πληρούται ως προς τα όρια που προβλέπουν τα άρθρα 575 G και 575 H του CGI.

23      Αφετέρου, δεδομένου ότι το άρθρο 9, παράγραφος 2, της οδηγίας έχει ως αντικείμενο τον επακριβή καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες ο ειδικός φόρος καταναλώσεως καθίσταται απαιτητός από τον κάτοχο των προϊόντων κατά την έννοια της παραγράφου 1, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω άρθρου, τα ελάχιστα ενδεικτικά όρια που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας πρέπει να θεωρούνται ότι αφορούν τον εν λόγω κάτοχο και, επομένως, ότι εφαρμόζονται ανά άτομο.

24      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, προβλέποντας, προς απόδειξη της κατοχής των προϊόντων καπνού για εμπορικούς σκοπούς, αμιγώς ποσοτικά όρια, τα οποία εφαρμόζονται συνολικώς σε όλα αυτά τα προϊόντα και, σε περίπτωση μεταφοράς με ιδιωτικό όχημα, εκτιμώνται ανά όχημα, συνδυάζοντας δε περαιτέρω την υπέρβαση των ορίων αυτών με κυρώσεις, η γαλλική νομοθεσία καθώς και η γαλλική διοικητική πρακτική είναι αντίθετες προς το άρθρο 9 της οδηγίας και, συνεπώς, είναι αντίθετες και προς το άρθρο 8 αυτής.

25      Επομένως, η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής είναι βάσιμη.

 Επί της δεύτερης αιτιάσεως που αντλείται από παράβαση του άρθρου 34 ΣΛΕΕ

26      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το άρθρο 575 H του CGI είναι αντίθετο και προς το άρθρο 34 ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, η εθνική αυτή διάταξη παρεμποδίζει απλώς την από ιδιώτες εισαγωγή στη Γαλλία προϊόντων καπνού προερχομένων από άλλο κράτος μέλος αν η ποσότητα υπερβαίνει τα 2 χιλιόγραμμα ανά ιδιωτικό όχημα, μολονότι οι ποσότητες αυτές κατέχονται για τις προσωπικές ανάγκες του ιδιώτη.

27      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, όταν ένας τομέας έχει αποτελέσει αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως σε επίπεδο Ένωσης, κάθε σχετικό εθνικό μέτρο πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των διατάξεων της πράξεως εναρμονίσεως και όχι υπό το πρίσμα των διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου (απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2004, C‑463/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2004, σ. I‑11705, σκέψη 36 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τη σκέψη 24 της παρούσας αποφάσεως, δεν αμφισβητείται ότι το άρθρο 575 H του CGI θίγει μία πράξη που εναρμονίζει πλήρως τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη την ποσότητα κατεχομένων προϊόντων καπνού με σκοπό τον χαρακτηρισμό της κατοχής αυτών ως κατοχής για εμπορικούς σκοπούς.

29      Επειδή εν προκειμένω η Επιτροπή ζητεί με τη δεύτερη αιτίασή της την εκτίμηση αποκλειστικώς υπό το πρίσμα των διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου εθνικού μέτρου το οποίο πρέπει να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα των διατάξεων της εν λόγω πράξεως εναρμονίσεως, η αιτίαση αυτή πρέπει να απορριφθεί.

30      Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι η Γαλλική Δημοκρατία, χρησιμοποιώντας αμιγώς ποσοτικό κριτήριο για την εκτίμηση του εμπορικού χαρακτήρα της κατοχής από ιδιώτες επεξεργασμένου καπνού προερχόμενου από άλλο κράτος μέλος αλλά και εφαρμόζοντας το κριτήριο αυτό ανά ιδιωτικό όχημα (και όχι ανά άτομο) και συνολικώς για όλα τα προϊόντα καπνού, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία και, ειδικότερα, από τα άρθρα 8 και 9 αυτής.

 Επί των δικαστικών εξόδων

31      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Πάντως, κατά το άρθρο 138, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, του ίδιου κανονισμού, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων, κάθε διάδικος φέρει, κατ’ αρχήν, τα δικαστικά έξοδά του. Επειδή η Επιτροπή και η Γαλλική Δημοκρατία ηττήθηκαν μερικώς, κάθε διάδικος φέρει τα δικά του δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Η Γαλλική Δημοκρατία, χρησιμοποιώντας αμιγώς ποσοτικό κριτήριο για την εκτίμηση του εμπορικού χαρακτήρα της κατοχής από ιδιώτες επεξεργασμένου καπνού προερχόμενου από άλλο κράτος μέλος αλλά και εφαρμόζοντας το κριτήριο αυτό ανά ιδιωτικό όχημα (και όχι ανά άτομο) και συνολικώς για όλα τα προϊόντα καπνού, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και, ειδικότερα, από τα άρθρα 8 και 9 αυτής.

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Γαλλική Δημοκρατία φέρουν εκάστη τα δικαστικά έξοδά της.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.