Language of document : ECLI:EU:C:2017:846

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 9ης Νοεμβρίου 2017 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 98 – Δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή σε ορισμένες παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών – Παράρτημα III, σημείο 1 – Τρόφιμα – Είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα – Ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας ή τελική ημερομηνία ανάλωσης – Αρχή της φορολογικής ουδετερότητας»

Στην υπόθεση C-499/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Πολωνία) με απόφαση της 16ης Ιουνίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

AZ

κατά

Minister Finansów,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους C. G. Fernlund (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, S. Rodin και E. Regan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η AZ, εκπροσωπούμενη από τον M. Machciński, adwokat,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον E. De Bonis, avvocato dello Stato,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις M. Owsiany-Hornung και K. Herrmann,

κατόπιν της απόφασης που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορά την ερμηνεία του άρθρου 98 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία ΦΠΑ), υπό το πρίσμα της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας.

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της AZ και του Minister Finansów (Υπουργού Οικονομικών, Πολωνία) σχετικά με δύο ατομικές ερμηνευτικές πράξεις του τελευταίου όσον αφορά τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) ο οποίος είχε εφαρμογή στις παραδόσεις αγαθών της εταιρίας αυτής.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η αιτιολογική σκέψη 4 της οδηγίας ΦΠΑ έχει ως εξής:

«Η υλοποίηση του σκοπού της εγκαθίδρυσης μιας εσωτερικής αγοράς προϋποθέτει την εφαρμογή εντός των κρατών μελών νομοθεσιών σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών, οι οποίες δεν νοθεύουν τους όρους του ανταγωνισμού και δεν εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών και υπηρεσιών. Επομένως είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί εναρμόνιση των νομοθεσιών περί των φόρων κύκλου εργασιών, μέσω ενός συστήματος [ΦΠΑ], με αντικειμενικό σκοπό την εξάλειψη κατά το δυνατόν των παραγόντων οι οποίοι δύνανται να νοθεύσουν τους όρους του ανταγωνισμού, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο.»

4        Στην αιτιολογική σκέψη 7 της οδηγίας αυτής αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Το κοινό σύστημα ΦΠΑ θα πρέπει να καταλήξει σε ουδετερότητα ως προς τον ανταγωνισμό ακόμη και αν οι συντελεστές και οι απαλλαγές δεν εναρμονίζονται πλήρως, υπό την έννοια ότι στο έδαφος κάθε κράτους μέλους παρόμοια αγαθά και υπηρεσίες υπόκεινται στην ίδια φορολογική επιβάρυνση, οποιαδήποτε και αν είναι η έκταση του δικτύου παραγωγής και διανομής.»

5        Το άρθρο 96 της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κανονικό συντελεστή ΦΠΑ που καθορίζεται από κάθε κράτος μέλος ως ποσοστό της βάσης επιβολής του φόρου που είναι το ίδιο για τις παραδόσεις αγαθών και για τις παροχές υπηρεσιών.»

6        Το άρθρο 98 της ίδιας οδηγίας προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν έναν ή δύο μειωμένους συντελεστές.

2.      Οι μειωμένοι συντελεστές εφαρμόζονται μόνο στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών των κατηγοριών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ.

[…]

3.      Κατά την εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στις κατηγορίες που αφορούν αγαθά, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τη συνδυασμένη ονοματολογία για να οριοθετούν επακριβώς την οικεία κατηγορία.»

7        Στο σημείο 1 του παρατήματος III της οδηγίας ΦΠΑ περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα «τρόφιμα […] που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους».

 Το πολωνικό δίκαιο

8        Όπως προκύπτει από το άρθρο 41παράγραφος 1, και από το άρθρο 146a, σημείο 1, του νόμου της 11ης Μαρτίου 2004 περί του φόρου αγαθών και υπηρεσιών, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης της κύριας δίκης (Dz. U. 2011, αριθ. 177, θέση 1054, στο εξής: νόμος ΦΠΑ), για την περίοδο μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2011 και 31ης Δεκεμβρίου 2016 ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ ανερχόταν στο 23 %.

9        Για την ίδια περίοδο, ο συντελεστής που είχε εφαρμογή στα αγαθά και τις υπηρεσίες που απαριθμούνταν στο παράρτημα 3 του ίδιου νόμου ανερχόταν στο 8 %, σύμφωνα με το άρθρο 41, παράγραφος 2, και το άρθρο 146a, σημείο 2, του εν λόγω νόμου.

10      Στην κλάση 32 του εν λόγω παραρτήματος κατατάσσονται τα ακόλουθα προϊόντα: «Νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα, των οποίων η οριζόμενη δυνάμει ειδικών διατάξεων ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας δεν υπερβαίνει τις 45 ημέρες, και σε περίπτωση που τα εν λόγω αγαθά αναγράφουν αποκλειστικώς και μόνο τελική ημερομηνία ανάλωσής τους δυνάμει ειδικών διατάξεων, η ημερομηνία αυτή επίσης δεν υπερβαίνει τις 45 ημέρες».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

11      Η AZ είναι πολωνική εταιρία που παρασκευάζει είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα, μεταξύ άλλων κρουασάν με γέμιση καθώς και γλυκά ψωμάκια με διάφορες επικαλύψεις, τα οποία έχουν ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας που υπερβαίνει τις 45 ημέρες.

12      Κατά τη διάρκεια του 2010, τα προϊόντα της AZ κατετάγησαν στην κατηγορία «Παξιμάδια και μπισκότα, διατηρημένα είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα», υπό την έννοια της εθνικής κανονιστικής ρύθμισης του 2008 περί στατιστικής ταξινόμησης των προϊόντων. Εντούτοις, κατά το 2013, τα προϊόντα αυτά ταξινομήθηκαν, από τον διευθυντή του τελωνείου της Βαρσοβίας (Πολωνία), στην κλάση 1905 90 60 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας του παρατήματος Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ 1987, L 256, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 927/2012 της Επιτροπής, της 9ης Οκτωβρίου 2012 (ΕΕ 2012, L 304, σ. 1, στο εξής: ΣΟ), η οποία αντιστοιχεί σε διαφορετική ταξινόμηση από αυτήν της εν λόγω εθνικής νομοθεσίας, ήτοι σε ταξινόμηση στην κλάση «Νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα».

13      Στις 14 Νοεμβρίου 2013, η AZ ζήτησε από τον Υπουργό Οικονομικών να εκδώσει ατομική ερμηνευτική πράξη, προκειμένου να καθοριστεί αν η εταιρία αυτή μπορεί να εφαρμόσει τον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ του 8 % στις παραδόσεις των επίμαχων προϊόντων τα οποία, αν και εμπίπτουν στην κλάση της ΣΟ που αντιστοιχεί στην ταξινόμηση «Νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα», εντούτοις έχουν ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας ή τελική ημερομηνία ανάλωσης που υπερβαίνει τις 45 ημέρες. Με την αίτησή της, η εταιρία αυτή υποστήριξε ότι η κλάση 32 του παρατήματος 3 του νόμου ΦΠΑ εισάγει, αντιθέτως προς το δίκαιο της Ένωσης, κριτήριο εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ το οποίο δεν προκύπτει ούτε από την οδηγία ΦΠΑ ούτε από τη ΣΟ. Συγκεκριμένα, η κλάση 1905 90 60 της ΣΟ δεν περιέχει καμία διάκριση σχετικά με το αν τα προϊόντα είναι νωπά ή όχι, με την ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητάς τους ή με την τελική ημερομηνία ανάλωσής τους.

14      Με τις ερμηνευτικές πράξεις της 3ης Δεκεμβρίου 2013 και της 14ης Ιανουαρίου 2014, ο Υπουργός Οικονομικών δεν δέχθηκε την άποψη της AZ, εκτιμώντας ότι ο Πολωνός νομοθέτης μπορούσε νομίμως να θεσπίσει το επίμαχο εν προκειμένω κριτήριο εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ.

15      Η AZ άσκησε προσφυγή κατά των ανωτέρω ερμηνευτικών πράξεων ενώπιον του Wojewódzki Sąd Administracyjny w Warszawie (διοικητικό πρωτοδικείο βοεβοδάτου της Βαρσοβίας, Πολωνία). Το δικαστήριο αυτό απέρριψε την εν λόγω προσφυγή υπογραμμίζοντας ότι τα πρόσθετα συστατικά των προϊόντων ζαχαροπλαστικής και των γλυκισμάτων, όπως τα συντηρητικά, τα οποία παρατείνουν τη διάρκεια συντήρησης, επηρεάζουν την απόφαση του μέσου καταναλωτή.

16      Στο μέτρο που, κατά το δικαστήριο αυτό, ο νομοθέτης της Ένωσης και ο εθνικός νομοθέτης εκτίμησαν ότι η τελική ημερομηνία ανάλωσης συνιστά ουσιώδες στοιχείο για την προστασία του καταναλωτή, μπορεί εγκύρως να θεωρηθεί ότι τα προϊόντα με διαφορετικές τελικές ημερομηνίες ανάλωσης δεν είναι παρόμοια.

17      Το εν λόγω δικαστήριο τόνισε επίσης ότι η AZ δεν απέδειξε την ύπαρξη στην αγορά άλλων συγκεκριμένων προϊόντων τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν παρόμοια με τα δικά της. Μολονότι αναγνώρισε ότι το κριτήριο της διάρκειας συντήρησης των 45 ημερών έχει υποκειμενικό χαρακτήρα, το δικαστήριο αυτό εκτίμησε, με την απόφασή του, ότι η οδηγία ΦΠΑ δεν αντιτίθεται στην εφαρμογή του κριτηρίου αυτού, στο μέτρο που δεν παραβιάζεται η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας.

18      Η ΑΖ άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

19      Το δικαστήριο αυτό διαπιστώνει ότι το μόνο αποφασιστικό κριτήριο, σύμφωνα με την πολωνική νομοθεσία, για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε ορισμένα από τα νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και τα γλυκίσματα είναι η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητάς τους ή η τελική ημερομηνία ανάλωσής τους, δηλαδή το κριτήριο που συναρτάται με τη διάρκεια συντήρησης των 45 ημερών. Αφού διαπίστωσε επίσης ότι το κριτήριο αυτό δεν απορρέει από το δίκαιο της Ένωσης, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν το κριτήριο αυτό είναι ικανό να διακρίνει αρκούντως διαφορετικά προϊόντα, ώστε να δικαιολογείται η εφαρμογή διαφορετικών συντελεστών ΦΠΑ, καθόσον μάλιστα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, κατά τον νομοθέτη της Ένωσης, η τελική ημερομηνία ανάλωσης ενός προϊόντος συνιστά ουσιώδες στοιχείο της προστασίας των καταναλωτών, το οποίο επομένως αρκεί για τη διαφοροποίηση των προϊόντων από πλευράς συντελεστών ΦΠΑ.

20      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Πολωνία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Παραβιάζει το κριτήριο το οποίο προβλέπεται για την περίπτωση ειδών ζαχαροπλαστικής και γλυκισμάτων στο άρθρο 41, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με την κλάση 32 του παραρτήματος 3 του νόμου [ΦΠΑ], και βάσει του οποίου ο φορολογικός συντελεστής των εν λόγω προϊόντων εξαρτάται αποκλειστικά από την “ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητάς” τους ή από την “τελική ημερομηνία ανάλωσής” τους, τις αρχές της ουδετερότητας του ΦΠΑ και της απαγόρευσης της διακριτικής μεταχείρισης των εμπορευμάτων κατά την έννοια του άρθρου 98, παράγραφοι 1 και 2, της [οδηγίας ΦΠΑ];»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

21      Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 98 της οδηγίας ΦΠΑ, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία εξαρτά την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και στα γλυκίσματα αποκλειστικά και μόνον από το κριτήριο της «ημερομηνίας ελάχιστης διατηρησιμότητάς» τους ή της «τελικής ημερομηνίας ανάλωσής» τους.

22      Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 96 της οδηγίας ΦΠΑ, στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών εφαρμόζεται ο ίδιος συντελεστής ΦΠΑ, ήτοι ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ που καθορίζεται από κάθε κράτος μέλος. Επομένως, η δυνατότητα εφαρμογής μειωμένων συντελεστών προβλέπεται μόνον κατ’ εξαίρεση από την αρχή αυτή, δυνάμει του άρθρου 98 της ίδιας οδηγίας. Το παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας απαριθμεί τις κατηγορίες παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο των μειωμένων συντελεστών στους οποίους αναφέρεται το εν λόγω άρθρο 98 (απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Oxycure Belgium, C-573/15, EU:C:2017:189, σκέψεις 20 και 21).

23      Όσον αφορά την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, με την επιφύλαξη του σεβασμού της αρχής της εγγενούς προς το κοινό σύστημα του ΦΠΑ φορολογικής ουδετερότητας, εναπόκειται στα κράτη μέλη να προσδιορίζουν ειδικότερα μεταξύ των παραδόσεων αγαθών και των παροχών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στις κατηγορίες του παραρτήματος III της οδηγίας ΦΠΑ εκείνες στις οποίες εφαρμόζεται μειωμένος συντελεστής (απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, K, C-219/13, EU:C:2014:2207, σκέψη 23).

24      Η δυνατότητα επιλεκτικής εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ δικαιολογείται ιδίως για τον λόγο ότι, δεδομένου ότι ο συντελεστής αυτός αποτελεί εξαίρεση, ο περιορισμός της εφαρμογής του σε συγκεκριμένες και ειδικές περιπτώσεις της επίμαχης κατηγορίας παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών είναι σύμφωνος προς την αρχή ότι οι εξαιρέσεις πρέπει να ερμηνεύονται στενά (απόφαση της 6ης Μαΐου 2010, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑94/09, EU:C:2010:253, σκέψη 29).

25      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, κατά το άρθρο 98, παράγραφος 3, της οδηγίας ΦΠΑ, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τη ΣΟ όταν εφαρμόζουν τους μειωμένους συντελεστές στις κατηγορίες που αφορούν αγαθά, προκειμένου να οριοθετήσουν επακριβώς την οικεία κατηγορία. Ωστόσο, διαπιστώνεται ότι η χρήση της ΣΟ είναι απλώς ένας από τους διάφορους δυνατούς τρόπους επακριβούς οριοθέτησης της οικείας κατηγορίας.

26      Εν προκειμένω, ο Πολωνός νομοθέτης επέλεξε να εφαρμόσει μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στα νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και στα γλυκίσματα με ημερομηνία λήξης καθοριζόμενη κατά τρόπον ώστε η διάρκεια συντήρησης να μην υπερβαίνει τις 45 ημέρες.

27      Δεν αμφισβητείται ότι τα εν λόγω είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα αποτελούν μια περιορισμένη κατηγορία των τροφίμων που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους και προβλέπονται στο σημείο 1 του παρατήματος ΙΙΙ της οδηγίας ΦΠΑ.

28      Επομένως, στο μέτρο που το κριτήριο που συναρτάται με ορισμένο αριθμό ημερών συντήρησης οριοθετεί επακριβώς την οικεία κατηγορία, διαπιστώνεται ότι η επιλεκτική αυτή εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε συγκεκριμένη και ειδική μορφή των αγαθών που περιλαμβάνονται σε μία εκ των κατηγοριών του εν λόγω παρατήματος ΙΙΙ είναι, καταρχήν, συμβατή με το άρθρο 98 της οδηγίας ΦΠΑ.

29      Εντούτοις, για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο, πρέπει να εξακριβωθεί αν εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη θίγει την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας.

30      Από πάγια νομολογία προκύπτει ότι η αρχή αυτή δεν επιτρέπει να επιφυλάσσεται διαφορετική μεταχείριση από πλευράς ΦΠΑ σε παρόμοια αγαθά ή υπηρεσίες που βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους (απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, K, C-219/13, EU:C:2014:2207, σκέψη 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

31      Όσον αφορά την εκτίμηση της ομοιότητας των αγαθών ή των υπηρεσιών, που εναπόκειται εν τέλει στον εθνικό δικαστή, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κυρίως η άποψη του μέσου καταναλωτή. Δύο αγαθά είναι παρόμοια και δύο υπηρεσίες είναι παρόμοιες όταν έχουν ανάλογες ιδιότητες και ικανοποιούν τις ίδιες ανάγκες του καταναλωτή, με γνώμονα ένα κριτήριο συγκρισιμότητας των χρήσεων, και όταν οι υπάρχουσες διαφορές δεν επηρεάζουν σημαντικά την απόφαση του μέσου καταναλωτή να αναζητήσει ένα συγκεκριμένο αγαθό ή μια συγκεκριμένη υπηρεσία (απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, K, C-219/13, EU:C:2014:2207, σκέψη 25).

32      Επομένως, στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να διεξαγάγει συγκεκριμένη έρευνα προκειμένου να αποδειχθεί αν το γεγονός ότι η ημερομηνία λήξης καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η διάρκεια συντήρησης να μην υπερβαίνει τις 45 ημέρες είναι αποφασιστικό από πλευράς του μέσου Πολωνού καταναλωτή όταν αυτός επιλέγει να αγοράσει είδη ζαχαροπλαστικής και γλυκίσματα (βλ., συναφώς, απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, K, C-219/13, EU:C:2014:2207, σκέψη 33).

33      Επομένως, το δικαστήριο αυτό θα πρέπει να εξετάσει αν υπάρχουν στην πολωνική αγορά είδη ζαχαροπλαστικής ή γλυκίσματα των οποίων η ημερομηνία λήξης δεν υπερβαίνει μεν τις 45 ημέρες, είναι όμως παρόμοια, στα μάτια του οικείου καταναλωτή, με τα είδη ζαχαροπλαστικής και τα γλυκίσματα τα οποία έχουν ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας που υπερβαίνει τις 45 ημέρες, όπως τα παρασκευαζόμενα από την AZ, και τελούν σε σχέση υποκατάστασης με τα δεύτερα.

34      Αν μπορεί να διαπιστωθεί η ύπαρξη τέτοιων προϊόντων, η μικρότερη των 45 ημερών διάρκεια συντήρησης δεν είναι καθοριστική για τον μέσο Πολωνό καταναλωτή και η επιλογή του καταναλωτή αυτού ενδέχεται να επηρεαστεί από την εφαρμογή διαφορετικών συντελεστών ΦΠΑ. Σε μια τέτοια περίπτωση, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας αντιτίθεται προς τις επίμαχες στην κύρια δίκη εθνικές διατάξεις.

35      Αντιθέτως, αν το αιτούν δικαστήριο, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εξέτασης που οφείλει να πραγματοποιήσει, καταλήξει στη διαπίστωση ότι ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ για τα είδη ζαχαροπλαστικής και τα γλυκίσματα των οποίων η ημερομηνία λήξης καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η διάρκεια συντήρησης να μην υπερβαίνει τις 45 ημέρες δεν έχει ως αποτέλεσμα την ευνοϊκή μεταχείριση των πωλήσεων των προϊόντων αυτών σε σχέση με τα είδη ζαχαροπλαστικής και τα γλυκίσματα των οποίων η ημερομηνία λήξης καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η διάρκεια συντήρησης να υπερβαίνει τις 45 ημέρες, από τη διαπίστωση αυτή μπορεί να συναχθεί ότι οι δύο αυτές κατηγορίες ειδών ζαχαροπλαστικής και γλυκισμάτων δεν αποτελούν παρόμοια αγαθά ευρισκόμενα σε ανταγωνισμό μεταξύ τους (βλ., συναφώς απόφαση της 3ης Μαΐου 2001, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-481/98, EU:C:2001:237, σκέψη 27). Σε μια τέτοια περίπτωση, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας δεν αντιτίθεται προς τις επίμαχες στην κύρια δίκη εθνικές διατάξεις.

36      Κατόπιν του συνόλου των ανωτέρω εκτιμήσεων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 98 της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται –υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει– σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία εξαρτά την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και στα γλυκίσματα αποκλειστικά και μόνον από το κριτήριο της «ημερομηνίας ελάχιστης διατηρησιμότητάς» τους ή της «τελικής ημερομηνίας ανάλωσής» τους.

 Επί των δικαστικών εξόδων

37      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 98 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται –υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει– σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία εξαρτά την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νωπά είδη ζαχαροπλαστικής και στα γλυκίσματα αποκλειστικά και μόνον από το κριτήριο της «ημερομηνίας ελάχιστης διατηρησιμότητάς» τους ή της «τελικής ημερομηνίας ανάλωσής» τους.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική.