Language of document : ECLI:EU:C:2013:270

Υπόθεση C‑212/11

Jyske Bank Gibraltar Ltd

κατά

Administración del Estado

(αίτηση του Tribunal Supremo
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας — Οδηγία 2005/60/ΕΚ — Άρθρο 22, παράγραφος 2 — Απόφαση 2000/642/ΔΕΥ — Υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναφέρουν τις ύποπτες χρηματοοικονομικές συναλλαγές — Ίδρυμα που δραστηριοποιείται υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών — Προσδιορισμός της υπεύθυνης για τη συλλογή των πληροφοριακών στοιχείων εθνικής μονάδας χρηματοοικονομικών πληροφοριών — Άρθρο 56 ΣΛΕΕ — Εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος — Αναλογικότητα»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 25ης Απριλίου 2013

1.        Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου — Εκτίμηση της αναγκαιότητας και του λυσιτελούς των υποβαλλομένων ερωτημάτων

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

2.        Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Όρια — Ερωτήματα προδήλως άσχετα με την υπόθεση και υποθετικά ερωτήματα υποβαλλόμενα σε πλαίσιο που αποκλείει τη δυνατότητα να δοθεί χρήσιμη απάντηση

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

3.        Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Εντοπισμός των κρίσιμων στοιχείων του δικαίου της Ένωσης

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

4.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας — Οδηγία 2005/60 — Υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναφέρουν τις ύποπτες χρηματοοικονομικές συναλλαγές — Ιδρύματα που δραστηριοποιούνται υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών — Διαβίβαση των πληροφοριών στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους μέλους καταγωγής

(Οδηγία 2005/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 2)

5.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας — Οδηγία 2005/60 — Υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναφέρουν τις ύποπτες χρηματοοικονομικές συναλλαγές — Ρύθμιση κράτους μέλους η οποία επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα που ασκούν τις δραστηριότητές τους στο εθνικό του έδαφος υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών να διαβιβάζουν απευθείας τις απαιτούμενες πληροφορίες στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους αυτού — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις — Υποχρέωση διασφαλίσεως της πρακτικής αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2005/60 και της αποφάσεως 2000/642

(Οδηγία 2005/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 22 § 2· απόφαση 2000/642 του Συμβουλίου)

6.        Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Περιορισμοί — Απαγόρευση — Περιεχόμενο

(Άρθρο 56 ΣΛΕΕ)

7.        Προσέγγιση των νομοθεσιών — Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας — Οδηγία 2005/60 — Ελάχιστη εναρμόνιση

(Οδηγία 2005/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

8.        Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Περιορισμοί — Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας — Οδηγία 2005/60 — Υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να αναφέρουν τις ύποπτες χρηματοοικονομικές συναλλαγές — Ρύθμιση κράτους μέλους η οποία επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα που ασκούν τις δραστηριότητές τους στο εθνικό του έδαφος υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών να διαβιβάζουν απευθείας τις απαιτούμενες πληροφορίες στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους αυτού — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις — Επιδίωξη του σκοπού της προλήψεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας — Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας — Εκτίμηση από το εθνικό δικαστήριο

(Άρθρο56 ΣΛΕΕ· οδηγία 2005/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

1.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 33)

2.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 34)

3.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 38)

4.        Το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 2005/60, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, έχει την έννοια ότι επιβάλλει στις οντότητες τις οποίες αφορά την υποχρέωση να διαβιβάζουν τις απαιτούμενες πληροφορίες στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκονται, ήτοι, στην περίπτωση πράξεων που διενεργούνται υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους μέλους καταγωγής.

(βλ. σκέψη 43)

5.        Το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 2005/60, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σ’ αυτό ρύθμιση κράτους μέλους η οποία επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα να γνωστοποιούν τις πληροφορίες που ζητούνται στο πλαίσιο της καταπολεμήσεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας απευθείας στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους αυτού όταν τα ιδρύματα αυτά ασκούν τις δραστηριότητές τους επί του εθνικού εδάφους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι με τη ρύθμιση αυτή δεν διακυβεύεται η πρακτική αποτελεσματικότητα της εν λόγω οδηγίας καθώς και της αποφάσεως 2000/642, σχετικά με τη θέσπιση ρυθμίσεων για τη συνεργασία μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών των κρατών μελών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών.

Πράγματι, μια τέτοια εθνική ρύθμιση πρέπει να αποσκοπεί στην ενίσχυση, τηρουμένου του δικαίου της Ένωσης, της αποτελεσματικότητας της καταπολεμήσεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας. Δεν μπορεί να διακυβεύσει τις αρχές τις οποίες θεσπίζει η οδηγία 2005/60 όσον αφορά τις υποχρεώσεις αναφοράς που υπέχουν οι οντότητες που υπόκεινται στη ρύθμιση αυτή ούτε να βλάψει την αποτελεσματικότητα των υφισταμένων μορφών συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών, όπως προβλέπονται από την απόφαση 2000/642, ούτε μπορεί να απαλλάσσει τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία αναφέρεται η οδηγία 2005/60 από την υποχρέωση παροχής των απαιτουμένων πληροφοριών στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκονται, σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας αυτής. Ομοίως, μια τέτοια εθνική ρύθμιση ουδεμία διάταξη της αποφάσεως 2000/642 παραβιάζει αν η μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους μέλους που θεσπίζει τη ρύθμιση αυτή δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωσή της να συνεργάζεται με τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών των λοιπών κρατών μελών και, αμοιβαίως, διατηρεί αμετάβλητο το δικαίωμα να τους ζητεί τη διαβίβαση εγγράφων ή πληροφοριών προς τον σκοπό της καταπολεμήσεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Πράγματι, μια τέτοια εθνική ρύθμιση δεν θίγει τον μηχανισμό συνεργασίας μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών που προβλέπεται από την απόφαση 2000/642, αλλά, στο περιθώριο του μηχανισμού αυτού, προβλέπει ένα μέσο που επιτρέπει στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του ενδιαφερομένου κράτους μέλους να λαμβάνει απευθείας πληροφορίες στην ειδική περίπτωση δραστηριότητας ασκουμένης στο έδαφός του υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

(βλ. σκέψεις 49-51, 54-56, 85 και διατακτ.)

6.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 58, 59)

7.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 60, 61)

8.        Το άρθρο 56 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σ’ αυτό ρύθμιση κράτους μέλους η οποία επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα να γνωστοποιούν τις πληροφορίες που ζητούνται στο πλαίσιο της καταπολεμήσεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας απευθείας στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών του κράτους αυτού, όταν τα ιδρύματα αυτά ασκούν τις δραστηριότητές τους επί του εθνικού εδάφους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, αν μια τέτοια ρύθμιση δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, αν είναι πρόσφορη προς διασφάλιση της επιτεύξεως του σκοπού τον οποίο επιδιώκει, αν δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρου και αν εφαρμόζεται κατά τρόπο μη εισάγοντα διακρίσεις, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα:

— μια τέτοια ρύθμιση είναι πρόσφορη προς επίτευξη του σκοπού της προλήψεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας αν επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εποπτεύει και να αναστέλλει πράγματι τις ύποπτες χρηματοοικονομικές συναλλαγές οι οποίες πραγματοποιούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν τις υπηρεσίες τους επί του εθνικού εδάφους και, εν ανάγκη, να διώκει και να τιμωρεί τους υπευθύνους·

— η υποχρέωση που επιβάλλει η ρύθμιση αυτή στα πιστωτικά ιδρύματα που ασκούν τις δραστηριότητές τους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών μπορεί να αποτελεί μέτρο μη δυσανάλογο σε σχέση προς την επίτευξη του σκοπού αυτού, εφόσον, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, δεν υφίστατο αποτελεσματικός μηχανισμός που να διασφαλίζει πλήρη και ολοκληρωμένη συνεργασία των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

(βλ. σκέψη 85 και διατακτ.)