Language of document : ECLI:EU:C:2013:400

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

NIILO JÄÄSKINEN

της 13ης Ιουνίου 2013 (1)

Υπόθεση C‑170/12

Peter Pinckney

κατά

KDG Mediatech AG

[αίτηση του Cour de cassation (Γαλλία)

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Απαράδεκτο – Απουσία σχέσεως μεταξύ των προδικαστικών ερωτημάτων και των περιστατικών ή του αντικειμένου της κυρίας δίκης – Δικαστική αρμοδιότητα σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις –Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 – Άρθρο 5, σημείο 3 – Ειδική αρμοδιότητα όσον αφορά ενοχές από αδικοπραξία ή από οιονεί αδικοπραξία – Κριτήρια προσδιορισμού του τόπου επελεύσεως του ζημιογόνου γεγονότος – Προσβολή των περιουσιακών δικαιωμάτων δημιουργού –Οδηγία 2001/29/ΕΚ – Άρθρα 2 έως 4 – Εκτύπωση CD – Προσφορά CD στο διαδίκτυο – Ανάρτηση στο διαδίκτυο περιεχομένου σε άυλη (ηλεκτρονική) μορφή»





I –    Εισαγωγή

1.        Το Cour de cassation (Γαλλία) υπέβαλε στο Δικαστήριο δύο προδικαστικά ερωτήματα στο πλαίσιο της εκδίκασης αγωγής αποζημιώσεως μεταξύ του P. Pinckney, κατοίκου Γαλλίας ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι, μεταξύ άλλων, ο δημιουργός μουσικών έργων, και της KDG Mediatech AG (στο εξής: Mediatech), εταιρίας με έδρα την Αυστρία, αγωγής η οποία θεμελιώνεται στην κατά τον ενάγοντα παράνομη αναπαραγωγή των εν λόγω έργων από την εναγόμενη (και νυν αναιρεσίβλητη).

2.        Η παρούσα υπόθεση θα μπορούσε να είχε επιτρέψει στο Δικαστήριο να αποφανθεί επί των προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα δικαστήρια ενός κράτους μέλους είναι αρμόδια ratione loci να εκδικάσουν διαφορά αφορώσα προσβολή των δικαιωμάτων του δημιουργού που υποστηρίζεται ότι διεπράχθη μέσω του διαδικτύου, δυνάμει του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (2).

3.        Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ποιο είναι το πρόσφορο συνδετικό στοιχείο προκειμένου για διασυνοριακή προσβολή των περιουσιακών δικαιωμάτων δημιουργού, η οποία απορρέει είτε από την ανάρτηση στο διαδίκτυο ορισμένου περιεχομένου σε ηλεκτρονική μορφή είτε από την μέσω του διαδικτύου πώληση ενσώματου μέσου αποθηκεύσεως στο οποίο έχει αναπαραχθεί το εν λόγω περιεχόμενο. Το Cour de cassation θεμελιώνει την ανάγκη υποβολής αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στη διαφοροποίηση που, κατά την άποψή του, υφίσταται μεταξύ της ενώπιόν του εκκρεμούσης διαφοράς και των διαφορών επί των οποίων το Δικαστήριο εξέδωσε τις αποφάσεις L’Oréal κ.λπ. (3) καθώς και eDate Advertising κ.λπ. (4).

4.        Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών από το αιτούν δικαστήριο και συνεπεία του χαρακτηρισμού της νομικής βάσης της αγωγής αποζημιώσεως που άσκησε ο P. Pinckney στον οποίο θεωρώ απαραίτητο να προβώ, τα προδικαστικά ερωτήματα δεν είναι κατά τη γνώμη μου λυσιτελή για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου και, συνεπώς, πρέπει να κηρυχθούν απαράδεκτα. Επομένως, ορισμένες παρατηρήσεις που θα διατυπώσω στη συνέχεια επί της ουσίας της υποθέσεως διατυπώνονται μόνο σε επικουρική βάση.

II – Το νομικό πλαίσιο

 Α –      Ο κανονισμός 44/2001 (5)

5.        Στην αιτιολογική σκέψη 12 του κανονισμού 44/2001 εκτίθεται ότι «[η] δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου πρέπει να συμπληρωθεί από εναλλακτικές δωσιδικίες που θα ισχύουν λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ του δικαστηρίου και της διαφοράς ή για τη διευκόλυνση του έργου της δικαιοσύνης».

6.        Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, που περιλαμβάνεται στο τμήμα 1 του κεφαλαίου II που φέρει τον τίτλο «Γενικές διατάξεις», ορίζει ότι «[μ]ε την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.»

7.        Το άρθρο 5, σημείο 3, του ίδιου κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα 2 του κεφαλαίου II το οποίο φέρει τον τίτλο «Ειδικές δικαιοδοσίες», ορίζει ότι πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος, «ως προς ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός» (6).

 Β –      Η οδηγία 2001/29/ΕΚ

8.        Το άρθρο 2 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (7), που φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα αναπαραγωγής», ορίζει, κατ’ ουσίαν, ότι τα κράτη μέλη παρέχουν μεταξύ άλλων, στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν, την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή των έργων τους, με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει.

9.        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα παρουσίασης έργων στο κοινό και δικαίωμα διάθεσης άλλων προστατευομένων αντικειμένων στο κοινό», ορίζει ότι «[τ]α κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος». Στην παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου διευκρινίζεται ότι «[τ]α δικαιώματα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν αναλώνονται με οιαδήποτε πράξη παρουσίασης ή διάθεσης στο κοινό, με την έννοια του παρόντος άρθρου».

10.      Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα διανομής»: «[τ]α κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς, όσον αφορά το πρωτότυπο ή αντίγραφο των έργων τους, το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τη διανομή τους στο κοινό με οποιαδήποτε μορφή μέσω πώλησης ή άλλως». Εξάλλου, στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι «[τ]ο δικαίωμα διανομής του πρωτοτύπου ή των αντιγράφων ενός έργου εντός της Κοινότητας αναλώνεται μόνο εάν η πρώτη πώληση ή η κατ’ άλλον τρόπο πρώτη μεταβίβαση της κυριότητας του έργου αυτού εντός της Κοινότητας πραγματοποιείται από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του».

III – Η κύρια δίκη, τα προδικαστικά ερωτήματα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

11.      Με βάση την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και τις παρατηρήσεις των διαδίκων, τα πραγματικά περιστατικά της κυρίας δίκης και τα της διεξαγωγής αυτής μπορούν να συνοψιστούν ως εξής.

12.      Ο Ρ. Pinckney, που κατοικεί στην Τουλούζη (Γαλλία), ισχυρίζεται ότι είναι ο δημιουργός, συνθέτης και ερμηνευτής δώδεκα τραγουδιών που ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν σε δίσκο βινυλίου στη δεκαετία του ΄70. Ανακάλυψε ότι τα τραγούδια αυτά αναπαρήχθησαν χωρίς την άδειά του σε οπτικούς δίσκους ψηφιακών ηχητικών δεδομένων (στο εξής: CD) που εκτυπώθηκαν από τη Mediatech στην Αυστρία, όπου έχει την έδρα της η εν λόγω εταιρία. Τα CD αυτά στη συνέχεια διατέθηκαν στο εμπόριο από δύο βρετανικές εταιρίες μέσω διαφόρων ιστοτόπων στους οποίους ο Ρ. Pinckney είχε πρόσβαση από τον υπολογιστή του σπιτιού του στην Τουλούζη.

13.      Ο Ρ. Pinckney άσκησε αγωγή κατά της Mediatech ενώπιον του tribunal de grande instance de Toulouse ζητώντας την αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη συνεπεία της προσβολής των πνευματικών του δικαιωμάτων. Με διάταξη της 14ης Φεβρουαρίου 2008, ο επιληφθείς της προδικασίας της υποθέσεως δικαστής έκρινε ότι το ως άνω δικαστήριο ήταν αρμόδιο να αποφανθεί επί της αγωγής, παρά την ένσταση ελλείψεως κατά τόπον αρμοδιότητας που προέβαλε η Mediatech.

14.      Μετά την άσκηση εφέσεως κατά της αποφάσεως αυτής εκ μέρους της Mediatech, το cour d’appel de Toulouse απεφάνθη ότι τα γαλλικά δικαστήρια δεν ήταν αρμόδια να εκδικάσουν τη διαφορά, επειδή ο τόπος κατοικίας της εναγομένης ήταν η Αυστρία και ο τόπος όπου επήλθε η ζημία δεν μπορούσε να βρίσκεται στη Γαλλία.

15.      Κατόπιν αυτού, ο Ρ. Pinckney άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως αυτής επικαλούμενος παράβαση του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001. Υπό τις συνθήκες αυτές, με απόφασή του της 5ης Απριλίου 2012, το Cour de cassation αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 5, σημείο 3, του κανονισμού [44/2001] την έννοια ότι, σε περίπτωση προβαλλόμενης προσβολής των περιουσιακών δικαιωμάτων του δημιουργού λόγω της αναρτήσεως ορισμένου περιεχομένου στο διαδίκτυο,

–      το πρόσωπο που εκτιμά ότι θίγεται έχει τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως ενώπιον των δικαστηρίων καθενός από τα κράτη μέλη στο έδαφος των οποίων είναι ή ήταν δυνατή η πρόσβαση σε περιεχόμενο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο, προκειμένου να επιτύχει την αποκατάσταση μόνο της ζημίας που προκλήθηκε στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το επιληφθέν δικαστήριο,

ή

–      απαιτείται, επιπλέον, το περιεχόμενο αυτό να έχει ή να είχε ως αποδέκτη το κοινό που βρίσκεται στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους ή να υφίσταται κάποιο άλλο ιδιαίτερο συνδετικό στοιχείο;

2)      Πρέπει στο πρώτο ερώτημα να δοθεί η ίδια απάντηση όταν η προβαλλόμενη προσβολή των περιουσιακών δικαιωμάτων του δημιουργού απορρέει όχι από την ανάρτηση στο διαδίκτυο ορισμένου περιεχομένου σε ηλεκτρονική μορφή αλλά, όπως εν προκειμένω, από τη μέσω του διαδικτύου πρόταση προς πώληση ενσώματου μέσου αποθηκεύσεως στο οποίο έχει αναπαραχθεί το εν λόγω περιεχόμενο;»

16.      Η αίτηση προδικαστικής απόφασης πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 11 Απριλίου 2012. Ο Ρ. Pinckney, η Γαλλική, η Ελληνική, η Αυστριακή και η Πολωνική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις. Δεν διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

IV – Ανάλυση

 Α –      Επί του παραδεκτού

17.      Θα εξετάσω τους δύο λόγους απαραδέκτου που είναι εν προκειμένω λυσιτελείς έχοντας υπόψη, αφενός, ότι οι αποφάσεις που απορρίπτουν ως απαράδεκτες αιτήσεις προδικαστικών αποφάσεων έχουν εξαιρετικό χαρακτήρα, γεγονός που απορρέει από τη θεμελιώδη αρχή της καλής συνεργασίας με τα εθνικά δικαστήρια και, αφετέρου, το ότι τα εν λόγω δικαστήρια είναι αναγκαίο να δίνουν τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να αποφαίνεται επί της αιτουμένης ερμηνείας των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης υπό το φως και για τις ανάγκες της κυρίας δίκης.

18.      Πράγματι, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, τα προδικαστικά ερωτήματα που υποβάλλονται από τα εθνικά δικαστήρια τεκμαίρεται ότι είναι λυσιτελή (8) και, στο πλαίσιο αυτό, η απόρριψη της αιτήσεως με την οποία υποβάλλονται «μπορεί να απορριφθεί μόνον αν είναι πρόδηλο ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το δικαστήριο αυτό δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή ακόμη όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσης ή το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί» (9). Τέτοια είναι, κατά τη γνώμη μου, η περίπτωση της υπό κρίση υπόθεσης.

1.      Η ανεπαρκής περιγραφή των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης

19.      Ο πρώτος λόγος απαραδέκτου, ο οποίος δεν προβλήθηκε μεν από κανένα διάδικο αλλά ο οποίος μπορεί να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως (10), αφορά την αδυναμία του Δικαστηρίου να απαντήσει στα υποβληθέντα ερωτήματα λαμβανομένης υπόψη της ανεπαρκούς περιγραφής του πραγματικού πλαισίου της υπόθεσης από το αιτούν δικαστήριο. Η εν προκειμένω εξεταζόμενη αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν περιέχει κανένα στοιχείο όσον αφορά, ιδίως, τη φύση των σχέσεων που υφίστανται μεταξύ της αυστριακής εταιρίας και των βρετανικών εταιριών, τις τυχόν παράλληλες αγωγές του Ρ. Pinckney κατά των εν λόγω εταιριών, τη δραστηριότητα των ιστοτόπων για τους οποίους πρόκειται ή την τεχνική διαδικασία αναρτήσεως στο διαδίκτυο του προστατευομένου περιεχομένου στην οποία αναφέρεται το πρώτο ερώτημα.

20.      Τα κενά που χαρακτηρίζουν τη διάταξη περί παραπομπής καθιστούν δυσχερέστερο το έργο του Δικαστηρίου, που είναι να δώσει μια όσο το δυνατόν χρησιμότερη απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα, όπως αυτή εξειδικεύεται υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς. Ωστόσο, θεωρώ ότι δεν είναι αδύνατο για το Δικαστήριο να προβεί στην ερμηνεία του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 που του ζητείται, καθόσον διαθέτει, όπως απαιτεί η νομολογία, επαρκή στοιχεία για να προσδιορίσει το αντικείμενο των υποβληθέντων ερωτημάτων (11), που εν προκειμένω είναι ο προσδιορισμός του πρόσφορου συνδετικού στοιχείου σε περίπτωση προσβολής δικαιωμάτων του δημιουργού. Συνεπώς, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν είναι απαράδεκτη για τον λόγο αυτό.

2.      Ο αλυσιτελής χαρακτήρας των υποβληθέντων ερωτημάτων για τους σκοπούς επίλυσης της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου

21.      Ο δεύτερος λόγος απαραδέκτου, τον οποίο προέβαλαν η Αυστριακή Κυβέρνηση και η Επιτροπή, αφορά τη χρησιμότητα της αποφάσεως του Δικαστηρίου για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, λαμβανομένης υπόψη της απουσίας προφανούς σχέσεως μεταξύ των υποβληθέντων ερωτημάτων και της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί το αιτούν δικαστήριο.

22.      Το Δικαστήριο έχει κρίνει επανειλημμένως ότι παρέλκει η απάντηση επί των προδικαστικών ερωτημάτων όταν η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης δεν είναι λυσιτελής για την επίλυση της διαφοράς της κυρίας δίκης, ιδίως στον βαθμό που το αντικείμενο της εν λόγω διαφοράς διαφέρει από το αντικείμενο των υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων (12).

23.      Υπό την έννοια αυτή, η ιδιαιτερότητα της παρούσης υποθέσεως έγκειται στο ότι η πτυχή αυτή του παραδεκτού δεν μπορεί να εξεταστεί άμεσα, αλλά προϋποθέτει την προηγούμενη εξέταση του συστήματος προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγματι, οσάκις επιλαμβάνεται αγωγής που θεμελιώνεται σε καταγγελλόμενη προσβολή δικαιωμάτων του δημιουργού βάσει του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001, το εθνικό δικαστήριο πρέπει πρώτα να προβεί στον χαρακτηρισμό των καταγγελλομένων δραστηριοτήτων με γνώμονα τις αυτοτελείς έννοιες που περιέχονται στην οδηγία 2001/29 (13), προκειμένου να διαπιστώσει ότι ένα από τα στοιχεία που στοιχειοθετούν την προβαλλόμενη ευθύνη εντοπίζεται στο έδαφος του κράτους μέλους όπου αυτό έχει την έδρα του ώστε, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να επιβεβαιώσει τη δικαιοδοσία του (14).

24.      Για τον λόγο αυτό θεωρώ, όπως και η Επιτροπή, ότι είναι σκόπιμο να αναφερθώ χωριστά στα διάφορα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού που εμπλέκονται στην παρούσα υπόθεση και τούτο παρά τη γενική διατύπωση των προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία αναφέρονται αδιακρίτως στα «περιουσιακά δικαιώματα του δημιουργού». Μετά τον προσδιορισμό αυτό, θα φανεί καθαρότερα η απουσία σχέσεως μεταξύ των υποβληθέντων ερωτημάτων και της διαφοράς που αποτελεί το αντικείμενο της κυρίας δίκης.

 α)     Ο χαρακτηρισμός των καταγγελλομένων πράξεων προσβολής σε σχέση με τα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού που προβλέπει η οδηγία 2001/29

25.      Κατά πρώτον, δεν υπάρχει κατ’ εμέ καμία αμφιβολία ότι η κατά τον ενάγοντα αντιγραφή υπό μορφή CD των έργων για τα οποία πρόκειται, η οποίο καταγγέλλεται ότι πραγματοποιήθηκε από τη Mediatech, καλύπτεται από το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29. Στο πλαίσιο αυτό, διευκρινίζεται ότι οι προσβολές του δικαιώματος αναπαραγωγής έχουν κατ’ αρχήν μια αυστηρά εδαφική διάσταση. Στην προκειμένη περίπτωση, όσον αφορά την εκτύπωση των CD, η οικεία επικράτεια είναι η Αυστρία. Ακόμη και αν ο αυτουργός της άνευ αδείας αναπαραγωγής παρουσίαζε ή διένεμε το επίμαχο περιεχόμενο και στο εξωτερικό, είτε ο ίδιος είτε με τη μεσολάβηση συνεργού, το εξωεδαφικό στοιχείο που θα προέκυπτε από τις ενέργειες αυτές θα ήταν συνέπεια των πράξεων ανακοίνωσης ή διανομής που εχώρησαν κατόπιν και όχι της πράξεως αναπαραγωγής αυτής καθαυτήν.

26.      Όσον αφορά, κατά δεύτερον, την καταγγελλόμενη διάθεση προς πώληση στο διαδίκτυο των εν λόγω CD από τις βρετανικές εταιρίες, φρονώ ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του αποκλειστικού δικαιώματος διανομής που προβλέπεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2001/29. Πράγματι, η εν λόγω προσφορά στο διαδίκτυο έχει ως στόχο τη μεταβίβαση της κυριότητας του ενσωμάτου μέσου αποθήκευσης περιεχομένου το οποίο καλύπτεται από δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας (15). Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να διαφέρει ανάλογα με το αν η εν λόγω προσφορά προς διάθεση χωρεί εντός καταστήματος ή στο διαδίκτυο.

27.      Επομένως, η δυσκολία έγκειται κυρίως, κατά τρίτον, στο να προσδιοριστεί από ποια αποκλειστικά δικαιώματα καλύπτεται η ανάρτηση στο διαδίκτυο σε άυλη μορφή περιεχομένου που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού, ζήτημα που αποτελεί το αντικείμενο του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος. Στο πλαίσιο αυτό, η τεχνική μέθοδος για την οποία πρόκειται, που δεν προσδιορίζεται από το αιτούν δικαστήριο, θα μπορούσε να συνίσταται σε διαρκή ροή δεδομένων [streaming], σε μεταφόρτωση αρχείων αποθηκευμένων σε κεντρικό υπολογιστή ή σε κοινή χρήση και διανομή αρχείων μεταξύ ομότιμων υπολογιστών του αυτού δικτύου [«peer to peer»].

28.      Πιστεύω ότι η πρόθεση του νομοθέτη, που εκφράζεται στην αιτιολογική σκέψη 23 της οδηγίας 2001/29, ήταν το σύνολο των μεθόδων αυτών να περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής της εννοίας της «παρουσίασης στο κοινό» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, το οποίο αφορά ιδίως «κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και το να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος» (16). Εξάλλου, στην απόφασή του ITV Broadcasting κ.λπ. (17), το Δικαστήριο έκρινε πρόσφατα ότι η αναμετάδοση έργων τα οποία περιλαμβάνονται σε χερσαία ραδιοτηλεοπτική μετάδοση πραγματοποιούμενη από φορέα διαφορετικό του αρχικού ραδιοτηλεοπτικού φορέα μέσω ροής διαδικτύου που τίθεται στη διάθεση των συνδρομητών του συγκεκριμένου φορέα οι οποίοι μπορούν να λαμβάνουν νομίμως την αναμετάδοση διά της συνδέσεως με τον εξυπηρετητή του («live streaming») υπάγεται στην έννοια της «παρουσίασης στο κοινό».

29.      Η ανάρτηση στο διαδίκτυο των τραγουδιών υπό άυλη μορφή μπορεί επίσης, ενδεχομένως, να καλύπτεται από το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 2001/29, το οποίο αφορά την «προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή» (18). Ειδικότερα, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η έννοια αυτή μπορεί να καλύπτει την αναπαραγωγή, έστω και προσωρινή και μερική, η οποία πραγματοποιείται με αποθήκευση σε μνήμη ηλεκτρονικού υπολογιστή αποσπάσματος προστατευόμενου έργου (19). Αν η ανάρτηση στο διαδίκτυο των τραγουδιών στα οποία αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο θεωρηθεί ότι συνιστά πράξη αναπαραγωγής, φρονώ ότι η πράξη αυτή πρέπει να τοποθετηθεί στον τόπο όπου πραγματοποιήθηκε η ανάρτηση («upload») (20).

30.      Συνεπώς, τα τρία παράλληλα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού που κατοχυρώνονται από την οδηγία 2001/29 είναι λυσιτελή για την εξέταση της επίδικης διαφοράς, οπότε η βάση των αγωγών κατά καθενός από τους φερόμενους ως αυτουργούς της προσβολής είναι ξεχωριστή και ο τόπος όπου εντοπίζονται οι πράξεις που ενδέχεται να τους καταλογιστούν ποικίλλει ανάλογα με το δικαίωμα για το οποίο εκάστοτε πρόκειται.

 β)     Οι συνέπειες για τη λυσιτέλεια των προδικαστικών ερωτημάτων

31.      Η Αυστριακή Κυβέρνηση αμφισβητεί το παραδεκτό της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο σύνολό της ισχυριζόμενη ότι δεν υφίσταται σχέση μεταξύ των υποβληθέντων ερωτημάτων και της διαφοράς που αποτελεί το αντικείμενο της κυρίας δίκης, ενώ η Επιτροπή φαίνεται να τοποθετείται υπέρ του εν μέρει παραδεκτού, αφού διακρίνει μεταξύ του ζητήματος της προσβολής του δικαιώματος αναπαραγωγής του Ρ. Pinckney, το οποίο θεωρεί ότι πρέπει να εξεταστεί, και του ζητήματος της προσβολής του δικαιώματός του για διανομή, το οποίο θεωρεί ότι υποβάλλεται απαραδέκτως.

32.      Όσον αφορά την καταγγελλόμενη προσβολή του δικαιώματος αναπαραγωγής την οποία επικαλείται ο Ρ. Pinckney, όπως εξήγησα προηγουμένως, οι πράξεις προσφοράς CD προς πώληση στο διαδίκτυο ή αναρτήσεως στο διαδίκτυο περιεχομένου σε άυλη μορφή, οι οποίες αποτελούν το μόνο αντικείμενο των ερωτημάτων που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο, υπάγονται αντιστοίχως στο πεδίο του δικαιώματος διανομής και του δικαιώματος παρουσίασης (21). Συνεπώς, φρονώ ότι παρέλκει η εξέταση, που δεν ζητήθηκε από το αιτούν δικαστήριο, των κριτηρίων προσδιορισμού του τόπου επελεύσεως του ζημιογόνου γεγονότος στο πλαίσιο της προσβολής του δικαιώματος αναπαραγωγής, αν και το δικαίωμα αυτό φαίνεται να είναι το μόνο αποκλειστικό δικαίωμα που ενδέχεται να προσέβαλε η Mediatech.

33.      Όσον αφορά την καταγγελλόμενη προσβολή των δικαιωμάτων διανομής και παρουσίασης, φρονώ, έχοντας υπόψη τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, ότι πρόκειται για υπόθεση όπου η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

34.      Πράγματι, το πρώτο προδικαστικό ερώτημα εκκινεί από την υπόθεση ότι ορισμένο περιεχόμενο σε άυλη μορφή αναρτήθηκε στο διαδίκτυο, όπως τονίζει η Αυστριακή Κυβέρνηση. Όμως, όπως προκύπτει τόσο από τη συνοπτική περιγραφή του πραγματικού πλαισίου που περιέχεται στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως όσο και από μια a contrario ανάγνωση του κειμένου του δευτέρου ερωτήματος (22), η υπόθεση αυτή δεν αντιστοιχεί στα πραγματικά περιστατικά τα οποία βρίσκονται στη βάση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Επομένως, κατά πάγια θέση της νομολογίας, παρέλκει η απάντηση στο πρώτο αυτό ερώτημα (23).

35.      Ούτε η απάντηση την οποία θα μπορούσε να δώσει το Δικαστήριο στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα θα ήταν χρήσιμη για το αιτούν δικαστήριο, καθόσον αυτό έχει επιληφθεί όχι αγωγής αφορώσης τη διανομή CD στο διαδίκτυο από ορισμένο ιστότοπο αλλά αγωγής που αφορά την αναπαραγωγή έργων που είναι αποτέλεσμα της εκτύπωσης CD στην Αυστρία.

36.      Όντως, δεν αμφισβητείται ότι η προσφορά των CD στο διαδίκτυο την οποία αφορά το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία βρετανικών εταιριών οι οποίες δεν είναι διάδικοι στην κύρια δίκη (24). Στην πραγματικότητα, η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν περιέχει κανένα στοιχείο με βάση το οποίο θα μπορούσε να διαπιστωθεί αν και σε ποιο βαθμό η μόνη εναγόμενη στην κύρια δίκη, που είναι η Mediatech, συμμετέσχε άμεσα ή έμμεσα στις εν λόγω πράξεις διανομής ή παρουσίασης μέσω του διαδικτύου.

37.      Επισημαίνω συναφώς ότι η απάντηση την οποία θα μπορούσε να δώσει το Δικαστήριο στα υποβληθέντα ερωτήματα θα ήταν χρήσιμη για το αιτούν δικαστήριο μόνον αν το άρθρο 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 επέτρεπε να εναχθεί ο τεκμαιρόμενος υπεύθυνος για καταγγελλόμενη πράξη προσβολής ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους στο οποίο αυτός δεν έχει την κατοικία του, με βάση το ότι μια άλλη καταγγελλόμενη πράξη προσβολής πνευματικού δικαιώματος τελεσθείσα από τρίτον μη εναγόμενο στη δίκη παρήγαγε τα ζημιογόνα αποτελέσματά της σε αυτό το κράτος μέλος και η πράξη του εναγομένου αποτελούσε προαπαιτούμενο των μετέπειτα πράξεων του εν λόγω τρίτου.

38.      Όμως, το Δικαστήριο έκρινε πρόσφατα ότι μια τέτοια αρμοδιότητα, που θεμελιώνεται στην τεκμαιρόμενη παράνομη πράξη τρίτου που δεν είναι εναγόμενος, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί στον τόπο όπου εχώρησε το γενεσιουργό γεγονός που διέπραξε ο εν λόγω τρίτος, προκειμένου να κριθεί μια αγωγή στρεφόμενη κατά ενός υποτιθεμένου αυτουργού ο οποίος δεν έδρασε ο ίδιος στον τόπο αυτό (25). Μια τέτοια παρεπόμενη αρμοδιότητα δεν νομίζω ότι υφίσταται ούτε στον τόπο υλοποίησης ζημίας που προκλήθηκε από τις καταγγελλόμενες πράξεις τρίτων που δεν είναι εναγόμενοι σε περίπτωση σαν αυτήν που εξετάζεται από το αιτούν δικαστήριο, αφού ο τόπος επελεύσεως της ζημίας που απορρέει από προσβολή του δικαιώματος αναπαραγωγής του Ρ. Pinckney είναι κατά τη γνώμη μου διαφορετικός από τον τόπο της ζημίας που είναι αποτέλεσμα προσβολής των δικαιωμάτων του διανομής ή παρουσίασης.

39.      Αφού το ζήτημα του προσδιορισμού του τόπου επελεύσεως του ζημιογόνου γεγονότος κατά την έννοια του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 σε περίπτωση διασυνοριακής διάθεσης μέσω του διαδικτύου υλικών υποθεμάτων ή μετάδοσης άυλου περιεχομένου όπου αναπαράγονται τα προστατευόμενα έργα δεν είναι λυσιτελές παρά μόνο στο πλαίσιο αγωγής κατά των τεκμαιρομένων αυτουργών των εν λόγω πράξεων, η απάντηση στα δύο προδικαστικά ερωτήματα δεν είναι κατά τη γνώμη μου αντικειμενικά αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου (26).

40.      Κατά συνέπεια, προτείνω στο Δικαστήριο να απορρίψει ως απαράδεκτη την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που του υπέβαλε το Cour de cassation.

 Β –      Επικουρικώς εκτιθέμενες σκέψεις επί της ουσίας

41.      Δεδομένου ότι προτείνω στο Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ως απαράδεκτη στο σύνολό της, θα εξετάσω, επικουρικά μόνο, το ζήτημα του προσδιορισμού του «τόπου όπου επήλθε το ζημιογόνο γεγονός» για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001.

42.      Στο πλαίσιο αυτό, θα παρατηρήσω ότι, αφότου το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε την αίτησή του, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να αποφανθεί επί ερωτημάτων παρομοίων προς αυτά που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσης διαδικασίας σε άλλους τομείς της πνευματικής ιδιοκτησίας, ήτοι στον τομέα των εμπορικών σημάτων (27) και, παρεμπιπτόντως, του sui generis δικαιώματος επί των βάσεων δεδομένων (28). Καίτοι οι κατευθυντήριες γραμμές της νομολογίας όσον αφορά το ζήτημα αυτό προκύπτουν ίσως σήμερα με μεγαλύτερη σαφήνεια, οι διευκρινίσεις που θα μπορούσε να δώσει το Δικαστήριο σχετικά με τον τόπο επέλευσης προσβολής δικαιωμάτων του δημιουργού μέσω του διαδικτύου εν όψει του προσδιορισμού της δικαστικής δικαιοδοσίας και αρμοδιότητας εξακολουθούν να είναι ιδιαίτερα χρήσιμες (29).

43.      Λαμβανομένων υπόψη ορισμένων αντιφατικών παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο (30), θεωρώ χρήσιμο να υπενθυμίσω το περιεχόμενο και το πεδίο της αρχής της εδαφικότητας που χαρακτηρίζει το αντικείμενο αυτό προτού προχωρήσω στη συγκεκριμένη εφαρμογή της όσον αφορά τη δικαστική αρμοδιότητα σε περίπτωση πολύπλοκης διασυνοριακής προσβολής των δικαιωμάτων του δημιουργού στο διαδίκτυο, όπως στις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο.

1.      Το περιεχόμενο και η έκταση της αρχής της εδαφικότητας του δικαιώματος του δημιουργού

44.      Η αρχή της εδαφικότητας του δικαιώματος του δημιουργού αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του οικοδομήματος όπου συναντώνται τα 27 διαφορετικά εθνικά συστήματα τα οποία σκοπούν να προστατεύουν παράλληλα το αυτό έργο στο εσωτερικό της Ένωσης (31). 

45.      Η αρχή αυτή, η οποία αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά ολόκληρου του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας, συντίθεται από το τρίπτυχο της δικαστικής αρμοδιότητας, του εφαρμοστέου δικαίου και του ουσιαστικού δικαίου. Όπως προκύπτει από την προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ., στον τομέα αυτό υφίσταται στενός δεσμός μεταξύ όλων και εκάστης των πτυχών αυτών (32).

46.      Όσον αφορά τη δικαστική αρμοδιότητα, λαμβάνω ως υπόθεση εκκινήσεως ότι η αρχή της εδαφικότητας σημαίνει ότι τα δικαστήρια ενός κράτους μέλους δεν μπορούν να αποφαίνονται επί των προσβολών των δικαιωμάτων του δημιουργού παρά μόνο εάν και στο μέτρο που αυτές αφορούν την επικράτεια όπου εκτείνεται η δικαιοδοσία τους. Ωστόσο, ο δεσμός αυτός μεταξύ εδάφους και δικαστικής αρμοδιότητας μπορεί να χάσει τη σημασία του όταν το εν λόγω δικαστήριο έχει αρμοδιότητα για το σύνολο της υπόθεσης, ανεξάρτητα από τον γεωγραφικό χώρο όπου εντοπίζονται τα στοιχεία της διαφοράς, όταν, παραδείγματος χάριν, η αρμοδιότητά του θεμελιώνεται στο άρθρο 2 του κανονισμού 44/2001 (33).

47.      Προκειμένου για την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου, το άρθρο 8 του κανονισμού (EK) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007 , για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II) (34), καθιερώνει την αποκλειστική και απαρέγκλιτη εφαρμογή του «δικαίου της χώρας για την οποία ζητείται η προστασία» σε εξωσυμβατικές ενοχές που απορρέουν από προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που δεν έχει «ενιαίο κοινοτικό χαρακτήρα» (35). Ο κανόνας αυτός, που στηρίζεται σε ένα υποκειμενικό συνδετικό στοιχείο το οποίο αφήνει, σε πρώτη φάση, την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου στον ενάγοντα, σημαίνει ότι αυτός που διατείνεται ότι ένα από τα δικαιώματά του του δημιουργού έχει θιγεί πρέπει να θέσει εαυτόν υπό την προστασία μιας εθνικής νομοθεσίας, καθότι δεν υφίσταται δίκαιο προστασίας του δημιουργού εκτός μιας τέτοιας νομοθεσίας (36). Υπό τις συνθήκες αυτές, ο εν λόγω κανόνας ιδιωτικού διεθνούς δικαίου αποτελεί λιγότερο συνέπεια της αρχής της εδαφικότητας και περισσότερο εκδήλωση της υπάρξεως της εν λόγω αρχής.

48.      Επομένως, εκεί όπου η ιδέα της εδαφικότητας αναπτύσσει πλήρως τα αποτελέσματά της είναι στο επίπεδο του ουσιαστικού δικαίου. Θεωρούμενη με τον τρόπο αυτό, η εν λόγω ιδέα σημαίνει ότι η προστασία ενός έργου από το δίκαιο του δημιουργού εξαρτάται από συγκεκριμένη εθνική νομοθεσία, τόσο από την άποψη της αναγνώρισης του δικαιώματος, που υπόκειται στην τήρηση των όρων που προβλέπει η εν λόγω νομοθεσία, όσο και από την άποψη της εκτάσεως της προστασίας, που περιορίζεται στο οικείο έδαφος (37). Με άλλα λόγια, το δικαίωμα του δημιουργού υπόκειται, τόσο για την ύπαρξή του όσο και για τα αποτελέσματά του, στα όρια ορισμένης έννομης τάξης (38). Στο σημείο αυτό της ανάλυσης πρέπει να προσδιορίζεται το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της προστασίας που προβλέπει το δίκαιο του δημιουργού του κράτους μέλους για το οποίο ζητείται η προστασία (39).

49.      Δεν χωρεί κατά τη γνώμη μου αμφιβολία ότι το σύστημα προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, και ειδικότερα του δικαιώματος του δημιουργού, εξακολουθεί, στην παρούσα φάση εξέλιξης του δικαίου της Ένωσης (40), να υπόκειται κατά βάσιν στην εν λόγω αρχή της εδαφικότητας. Ωστόσο, η πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου μετρίασε ορισμένα αρνητικά αποτελέσματα της εδαφικότητας του δικαίου προστασίας του δημιουργού προκειμένου να το προσαρμόσει στην καθημερινή πραγματικότητα της διασυνοριακής μετάδοσης προστατευομένων έργων, και τούτο όσον αφορά τόσο τα κριτήρια της δικαστικής αρμοδιότητας (41) όσο και τις προϋποθέσεις υπάρξεως προσβολής διαφόρων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από ουσιαστικής απόψεως (42).

50.      Συνεπώς, ελλείψει σχετικής νομοθετικής παρέμβασης (43), φρονώ ότι οι προσβολές των δικαιωμάτων του δημιουργού που έχουν την ιδιαιτερότητα ότι τελέστηκαν μέσω του διαδικτύου απαιτούν όχι ανατροπή της κλασικά εδαφικής προσέγγισης της εν λόγω κατηγορίας δικαιωμάτων, αλλά μάλλον επαναπροσδιορισμό του τρόπου με τον οποίο εκδηλώνεται ο δεσμός μεταξύ μιας άυλης συμπεριφοράς και ενός συγκεκριμένου εδάφους (44).

2.      Τα δικαστήρια που είναι αρμόδια να επιληφθούν διαφοράς αφορώσης καταγγελλόμενη προσβολή διαφόρων αποκλειστικών δικαιωμάτων του δημιουργού μέσω του διαδικτύου

 α)     Το πλαίσιο της ανάλυσης

51.      Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 και 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 προκύπτει ότι, προκειμένου για αγωγές στηριζόμενες στην εξωσυμβατική ευθύνη, ο ενάγων έχει δυνατότητα επιλογής που του επιτρέπει να ασκήσει την αγωγή του είτε ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους στην επικράτεια του οποίου βρίσκεται η κατοικία του εναγομένου είτε ενώπιον των δικαστηρίων στην περιφέρεια αρμοδιότητας των οποίων βρίσκεται «ο τόπος όπου συνέβη» ή «ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός».

52.      Κατά πάγια νομολογία, η δεύτερη βάση αρμοδιότητας υποδιαιρείται σε δύο σκέλη, που είναι, αφενός, «ο τόπος επελεύσεως της ζημίας» και, αφετέρου, «ο τόπος όπου συνέβη το γενεσιουργό της ζημίας γεγονός, με αποτέλεσμα να μπορεί να εναχθεί ο εναγόμενος, κατ’ επιλογή του ενάγοντος, ενώπιον του δικαστηρίου του ενός ή του άλλου από τους δύο αυτούς τόπους» (45). Στη συνέχεια θα εξετάσω διαδοχικά τα δύο αυτά συνδετικά στοιχεία τοποθετώντας τα στο πλαίσιο των περιστάσεων της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

 β)     Ο προσδιορισμός του τόπου όπου προσβλήθηκε το δικαίωμα αναπαραγωγής

53.            Όπως προανέφερα, η προσβολή του δικαιώματος ενός δημιουργού για αναπαραγωγή του έργου του δεν έχει, κατ’ αρχήν, διασυνοριακό χαρακτήρα, καθότι ο τόπος του γενεσιουργού γεγονότος και ο τόπος επελεύσεως της ζημίας ταυτίζονται. Πράγματι, η ζημία που προκαλείται από την προσβολή δικαιώματος για αναπαραγωγή του έργου του δημιουργού επέρχεται πλήρως εκ μόνου του γεγονότος της τελέσεως της πράξεως αναπαραγωγής και, συνεπώς, επέρχεται στον αυτό τόπο όπου τελείται η εν λόγω πράξη (46).

54.      Κατά συνέπεια, μόνο τα αυστριακά και τα βρετανικά δικαστήρια είναι κατ’ αρχήν αρμόδια να αποφανθούν επί των νομικών συνεπειών αντιστοίχως της εκτύπωσης των CD στην Αυστρία και της υποθετικής ανάρτησης στο διαδίκτυο των τραγουδιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, μέσω της ηχογράφησης ενός αντιγράφου σε εξυπηρετητή συνδεδεμένο με το διαδίκτυο (47), καθώς και της ζημίας που προκλήθηκε συνεπεία των ενεργειών αυτών.

 γ)     Ο προσδιορισμός του τόπου προσβολής των δικαιωμάτων διανομής ή παρουσίασης

55.      Αντίθετα, η προσβολή των δικαιωμάτων διανομής και παρουσίασης είναι ικανή να εισαγάγει ένα στοιχείο αλλοδαπότητος που καταλήγει σε μετατόπιση των διαφόρων στοιχείων της καταγγελλόμενης ευθύνης και, κατά συνέπεια, σε αποσύνδεση των διαφόρων συνδετικών στοιχείων για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001. Πράγματι, η ζημία που προκαλείται από προσβολές των δικαιωμάτων διανομής ή παρουσίασης προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιου δυνάμει αποδέκτη ή κοινού, που ενδέχεται να βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο τελέσεως των εν λόγω προσβολών.

56.      Όμως, σε περίπτωση διασυνοριακής προσβολής των δικαιωμάτων του δημιουργού μέσω του διαδικτύου, ο προσδιορισμός του «τόπου του ζημιογόνου γεγονότος» δεν νομίζω πως πρέπει να υπακούει σε αρχές θεμελιωδώς διαφορετικές ανάλογα με το αν προσβάλλεται το ένα ή το άλλο από τα δικαιώματα αυτά (48). Επομένως, συντασσόμενος με τους διαδίκους στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτιμώ ότι στα δύο υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα, εφόσον κριθούν παραδεκτά, θα πρέπει να δοθεί η ίδια ακριβώς απάντηση.

i)      Ο τόπος επελεύσεως του γενεσιουργού γεγονότος

57.      Όσον αφορά τον τόπο επελεύσεως του ζημιογόνου γεγονότος, ο οποίος θεμελιώνει αρμοδιότητα του οικείου δικαστηρίου για το σύνολο της προκληθείσης ζημίας (49), θεωρώ ότι αρμόζει να υιοθετείται σε διαφορές δικαιωμάτων του δημιουργού η ίδια προσέγγιση με αυτήν που υιοθέτησε το Δικαστήριο στην προπαρατεθείσα απόφαση Wintersteiger αναφερόμενο στο δίκαιο περί σημάτων (50), σύμφωνα με την οποία απονέμεται αρμοδιότητα στα δικαστήρια του τόπου εγκατάστασης των φερομένων ως αυτουργών της προσβολής ως τόπου όπου αποφασίστηκε να προσφερθούν τα CD στο διαδίκτυο –όσον αφορά την πράξη διανομής– ή η ανάρτηση των τραγουδιών («upload») –όσον αφορά την πράξη παρουσίασης.

58.      Στην πρώτη όπως και στη δεύτερη περίπτωση, το κριτήριο αυτό οδηγεί, στην παρούσα υπόθεση, στον ορισμό ως αρμοδίων των βρετανικών δικαστηρίων του τόπου εγκατάστασης των εν λόγω εταιριών και, συνεπώς, παρουσιάζει περιορισμένο μόνο ενδιαφέρον για τον ενάγοντα σε σχέση με τον γενικό κανόνα αρμοδιότητας που προκύπτει από το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001.

ii)    Ο τόπος επελεύσεως της ζημίας

59.      Λαμβανομένης υπόψη της απανταχού μετάδοσης των παρανόμως αναπαραχθέντων μουσικών έργων μέσω του διαδικτύου, οι δυσκολίες ανακύπτουν κατά κύριο λόγο σε σχέση με τον προσδιορισμό του τόπου υλοποίησης της ζημίας που προκαλείται από πράξεις παρουσίασης ή διανομής στο διαδίκτυο. Συναφώς, η πληθώρα των ερμηνειών που προτάθηκαν στο Δικαστήριο στο πλαίσιο της παρούσης διαδικασίας (51) αντικατοπτρίζει τις αποκλίνουσες μεταξύ τους λύσεις που υιοθετούν τα δικαστήρια των κρατών μελών (52) και τις πολυάριθμες προτάσεις που διατυπώνονται σχετικώς στη θεωρία (53).

60.      Θεωρώ, ωστόσο, ότι οι αρχές επίλυσης των δυσκολιών αυτών προκύπτουν πλέον με αρκετή σαφήνεια από τις πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία του Δικαστηρίου.

61.            Όσον αφορά το ουσιαστικό δίκαιο, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί επανειλημμένως σχετικά με τα κριτήρια προσδιορισμού του τόπου της προσβολής διαφόρων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας μέσω του διαδικτύου, προκειμένου να οριοθετήσει το εδαφικό πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος του οποίου εζητείτο η προστασία με γνώμονα το υποστατό του δεσμού που υφίστατο μεταξύ της προβαλλομένης προσβολής των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και της εδαφικής επικράτειας για την οποία επρόκειτο. Στις αποφάσεις αυτές, το Δικαστήριο προτίμησε στις περισσότερες περιπτώσεις να εφαρμόσει κριτήριο αναγόμενο στο αν η δραστηριότητα του οικείου ιστοτόπου απευθυνόταν στο κοινό της Ένωσης ή ενός κράτους μέλους, αντιστοίχως (54). Πρόσφατα μάλιστα, διευκρίνισε το περιεχόμενο του κριτηρίου αυτού αναφέροντας ότι η δραστηριότητα του ιστοτόπου έπρεπε να αποκαλύπτει την ύπαρξη «βούλησης του αυτουργού της προσβολής να απευθυνθεί σε πρόσωπα ευρισκόμενα στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους» (55). Επισημαίνω ότι η προϋπόθεση αυτή στόχευσης ισχύει ανεξαρτήτως του ενσώματου ή άυλου υποθέματος της καταγγελλομένης προσβολής (56).

62.      Όσον αφορά τη δικαστική δικαιοδοσία, το Δικαστήριο δεν έχει κληθεί μέχρι σήμερα να αποφανθεί άμεσα επί των κριτηρίων προσδιορισμού του τόπου υλοποίησης της ζημίας εν όψει του καθορισμού του αρμοδίου δικαστηρίου σε περίπτωση καταγγελλόμενης προσβολής μέσω του διαδικτύου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας μη υποκειμένου σε καταχώριση (57). Είναι δε αυτονόητο ότι οι λύσεις τις οποίες έχει υιοθετήσει το Δικαστήριο στο επίπεδο του ουσιαστικού δικαίου δεν μπορούν να μεταφερθούν αυτομάτως στην εφαρμογή των κανόνων καθορισμού της δικαστικής δικαιοδοσίας και αρμοδιότητας.

63.      Ωστόσο, οι λύσεις αυτές θα μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμη έμπνευση για την ερμηνεία του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001, εάν και εφόσον αυτό είναι σκόπιμο. Πιστεύω δε ότι προκύπτει από την προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ. η επιδίωξη ορισμένης συνέπειας στη νομολογία του Δικαστηρίου, η οποία εκδηλώνεται με την ευθυγράμμιση των κριτηρίων προσδιορισμού του τόπου εν όψει του καθορισμού του αρμοδίου δικαστηρίου προς τα κριτήρια που εφαρμόζονται για την οριοθέτηση του εδαφικού πεδίου ενός εθνικού καθεστώτος προστασίας του sui generis δικαιώματος επί των βάσεων δεδομένων. Πράγματι, ερωτηθέν σχετικά με τον τόπο τελέσεως πράξεως αποστολής δεδομένων, ανεξάρτητα, κατά τον γενικό εισαγγελέα P. Cruz Villalón, από το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο, αφού υπενθύμισε τις σχετικές διατάξεις του κανονισμού 44/2001, απεφάνθη ότι «το ζήτημα του προσδιορισμού του τόπου τελέσεως των επίμαχων στην υπόθεση της κύριας δίκης πράξεων αποστολής, οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς των Football Dataco κ.λπ., τους προξένησαν ζημία, θίγοντας τη σημαντική τους επένδυση στη δημιουργία και τη λειτουργία της βάσεως δεδομένων Football Live, ασκεί επιρροή και ως προς το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας του αιτούντος δικαστηρίου» (58).

64.      Στην προκειμένη περίπτωση, που αφορά καταγγελλόμενη προσβολή ορισμένων αποκλειστικών δικαιωμάτων του δημιουργού μέσω του διαδικτύου, φρονώ ότι η προσέγγιση για τον προσδιορισμό του τόπου τελέσεως την οποία ανέπτυξε το Δικαστήριο στο πλαίσιο εκδίκασης της ουσίας στις προαναφερθείσες αποφάσεις του θα μπορούσε να υιοθετηθεί επίσης για τον προσδιορισμό του τόπου υλοποίησης της ζημίας για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001. Η θεώρηση αυτή ενισχύεται πράγματι κατά τη γνώμη μου, από την ιδιαίτερη φύση αυτή καθαυτήν της ζημίας που προκαλείται από την προσβολή των δικαιωμάτων διανομής και παρουσίασης κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29. Δεδομένου ότι η ζημία αυτή γίνεται δεκτό ότι αντιστοιχεί στο διαφυγόν κέρδος συνεπεία της άνευ αδείας διανομής των έργων, πιστεύω ότι αρμόζει να προτιμηθεί ένα δικαστήριο που θα προσδιοριστεί μετά από ανάλυση της κατεύθυνσης της δραστηριότητας προς ένα συγκεκριμένο κοινό εκ μέρους του οικείου ιστοτόπου, προσέγγιση που χαρακτηρίζεται από τη θεωρία ως «θεωρία της στόχευσης» (59). Το προσδιοριζόμενο με τον τρόπο αυτό δικαστήριο έχει αρμοδιότητα που περιορίζεται μόνο στη ζημία που προκλήθηκε στην εδαφική περιοχή (60) στην οποία στόχευσε ηθελημένα ο φερόμενος ως αυτουργός της προσβολής (61).

65.      Επίσης, προτείνω στο Δικαστήριο να επικυρώσει την τάση αυτή και να την επεκτείνει στα δικαιώματα του δημιουργού, έχοντας ήδη τονίσει ότι από την αρχή της εδαφικότητας απορρέει ένας ιδιαίτερος δεσμός μεταξύ της εκτάσεως του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας και της εκτάσεως του εδαφικού πεδίου της δικαστικής αρμοδιότητας, μολονότι οι δύο αυτές έννοιες παραμένουν χωριστές και αναλλοίωτες έναντι αλλήλων (62).

66.      Για την εφαρμογή του εν λόγω συνδετικού στοιχείου, το Δικαστήριο θα μπορούσε να αντλήσει έμπνευση από τα μη εξαντλητικά απαριθμούμενα κριτήρια που απαντούν στην απόφαση Pammer και Hotel Alpenhof (63), με τη διευκρίνιση ότι τα εθνικά δικαστήρια πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να εφαρμόζουν τα κριτήρια αυτά με μια κάποια χαλαρότητα, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη φύση της δραστηριότητας για την οποία πρόκειται.

67.      Επιβάλλεται και μια επιπλέον διευκρίνιση όσον αφορά την ανάγκη προσαρμογής του πεδίου της βάσης δικαιοδοσίας που προκύπτει από το άρθρο 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 στη ζημία που υφίσταται κάποιος μέσω του διαδικτύου. Κατ’ αρχήν, οι κανόνες περί δικαιοδοσίας που εξαγγέλλονται στο άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού οδηγούν στον καθορισμό ενός συγκεκριμένου δικαστηρίου, που είναι ειδικώς αρμόδιο, και όχι του συνόλου των δικαστηρίων ενός κράτους μέλους (64). Ωστόσο, εφόσον το λαμβανόμενο υπόψη συνδετικό στοιχείο είναι η κατεύθυνση της δραστηριότητας του ιστοτόπου προς ορισμένο κοινό, θεωρώ ότι η προσήκουσα ερμηνεία του άρθρου 5, σημείο 3, του εν λόγω κανονισμού είναι ότι απονέμει αρμοδιότητα σε καθένα από τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο κοινό του οποίου απευθύνεται η δραστηριότητα (65), υπό τον όρο ότι τα εν λόγω δικαστήρια έχουν, με βάση τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, καθ’ ύλην αρμοδιότητα για την εκδίκαση διαφορών που αφορούν δικαιώματα του δημιουργού. Κατά τα λοιπά, μια τέτοια αρμοδιότητα μπορεί να λειτουργήσει μόνο με την επιφύλαξη ειδικών εθνικών κανόνων που απονέμουν την αρμοδιότητα για την εκδίκαση διαφορών που αφορούν ζημίες εντοπιζόμενες σε πλείονες τόπους σε συγκεκριμένα δικαστήρια, όπως, παραδείγματος χάριν, στα δικαστήριο της πρωτεύουσας του κράτους.

68.      Διευκρινίζεται ότι το κριτήριο της δυνατότητας πρόσβασης, με βάση το οποίο θεωρείται ότι μια ενδεχόμενη ζημία επέρχεται σε όλους τους τόπους απ’ όπου είναι δυνατή η είσοδος στον επίμαχο ιστότοπο, πρέπει να αποκλειστεί. Πράγματι, η καθιέρωση του εν λόγω συνδετικού στοιχείου θα ενθάρρυνε την πρακτική του forum shopping, που βρίσκεται σε αντίθεση με τη νομολογία του Δικαστηρίου, το οποίο επιδιώκει σταθερά να περιορίσει τον κίνδυνο αυτό μέσω της ερμηνείας που επιφυλάσσει στον κανονισμό 44/2001. Επισημαίνω, άλλωστε, ότι το κριτήριο του τόπου όπου ζητείται η προστασία, του οποίου υπεραμύνεται ο Ρ. Pinckney, θα οδηγούσε στην ίδια διασπορά της διαφοράς όπως και το κριτήριο της προσβασιμότητας, λαμβανομένου υπόψη του αυτόματου χαρακτήρα της προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού στην έννομη τάξη του συνόλου των κρατών μελών. Είμαι αντίθετος στον πολλαπλασιασμό αυτό των αρμοδίων δικαστηρίων για λόγους που ανάγονται τόσο στην αρχή της εδαφικότητας όσο και στους στόχους της προβλεψιμότητας και της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης που επιδιώκει ο εν λόγω κανονισμός (66).

69.      Ο Ρ. Pinckney προτείνει μια εναλλακτική λύση που είναι να επεκταθεί το κριτήριο του τόπου του κέντρου των συμφερόντων του παθόντος που προκύπτει από την προπαρατεθείσα απόφαση eDate Advertising και Martinez στις προσβολές των περιουσιακών δικαιωμάτων του δημιουργού που τελούνται στο διαδίκτυο, πράγμα που επιτρέπει τη συγκέντρωση της επίλυσης της διαφοράς απονέμοντας αρμοδιότητα στα δικαστήρια του τόπου αυτού για το σύνολο της ζημίας. Φρονώ ότι η λύση αυτή θα συνέβαλλε στο να γενικευθεί ο κανόνας της δικαιοδοσίας του forum actoris. Μια τέτοια ερμηνεία θα υπήρχε κίνδυνος να στερήσει το άρθρο 2 του κανονισμού 44/2001 της πρακτικής του αποτελεσματικότητας και να υπονομεύσει τη βούληση του νομοθέτη που ενσωματώνεται στην απαίτηση ενός στενού δεσμού μεταξύ της διαφοράς και του ειδικώς αρμοδίου δικαστηρίου που προβλέπει το άρθρο 5, σημείο 3, του εν λόγω κανονισμού.

70.      Πράγματι, η τυχόν μη περιουσιακή ζημία που προκαλείται από προσβολή της υπόληψης ή της ιδιωτικής ζωής ενός ατόμου είναι, κατά κανόνα, μεγαλύτερη στον τόπο όπου βρίσκεται το κέντρο συμφερόντων του ζημιωθέντος, γεγονός που φυσικά αντικατοπτρίζεται στους κανόνες περί αρμοδιότητας και δικαιοδοσίας. Αντίθετα, «η εκτίμηση αυτή […] δεν ισχύει και για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας όσον αφορά τις προσβολές των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας» (67). Πράγματι, η υλική ζημία που προκαλείται από την προσβολή ενός από τα προαναφερθέντα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού δεν συνδέεται απαραίτητα με τον τόπο όπου βρίσκεται το κέντρο των συμφερόντων του δημιουργού αλλά μάλλον με τον τόπο όπου βρίσκεται το κοινό του (68).

71.      Κατά συνέπεια, σε επικουρική βάση, αν το Δικαστήριο αποφασίσει να κρίνει παραδεκτή την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, προτείνω να απαντήσει στο σύνολο των προδικαστικών ερωτημάτων ότι το άρθρο 5, σημείο 3, του κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση διαφοράς αφορώσης καταγγελλόμενη προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος διανομής με την προσφορά στο διαδίκτυο ενσωμάτων υποθεμάτων τα οποία αναπαράγουν περιεχόμενο το οποίο προστατεύεται από το δίκαιο του δημιουργού ή προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος παρουσίασης με την ανάρτηση στο διαδίκτυο άυλου περιεχομένου, το πρόσωπο που θεωρεί ότι βλάπτεται μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως είτε ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου εγκατάστασης των προσώπων τα οποία προέβησαν στην προσφορά στο διαδίκτυο των οπτικών δίσκων ψηφιακών ηχητικών δεδομένων (CD) ή στην ανάρτηση στο διαδίκτυο του (αντιστοίχου) περιεχομένου προκειμένου να ζητήσει την αποκατάσταση ολόκληρης της ζημίας του είτε ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους προς το κοινό του οποίου κατευθύνει τη δραστηριότητά του ο ιστότοπος για τον οποίο πρόκειται προκειμένου να ζητήσει την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη στην επικράτεια του κράτους αυτού.

V –    Συμπέρασμα

72.      Κατά συνέπεια, προτείνω στο Δικαστήριο να κηρύξει απαράδεκτη την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που του υπέβαλε το Cour de cassation.

73.      Επικουρικώς, σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφασίσει να κρίνει παραδεκτή την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, του προτείνω να δώσει στα προδικαστικά ερωτήματα που του υπέβαλε το Cour de cassation την ακόλουθη κοινή απάντηση:

Το άρθρο 5, σημείο 3, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση διαφοράς αφορώσης καταγγελλόμενη προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος διανομής με την προσφορά στο διαδίκτυο ενσώματων υποθεμάτων τα οποία αναπαράγουν περιεχόμενο το οποίο προστατεύεται από το δίκαιο του δημιουργού ή προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος παρουσίασης με την ανάρτηση στο διαδίκτυο άυλου περιεχομένου, το πρόσωπο που θεωρεί ότι βλάπτεται μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως είτε ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου εγκατάστασης των προσώπων τα οποία προέβησαν στην προσφορά στο διαδίκτυο των οπτικών δίσκων ψηφιακών ηχητικών δεδομένων (CD) ή στην ανάρτηση στο διαδίκτυο του (αντιστοίχου) περιεχομένου προκειμένου να ζητήσει την αποκατάσταση ολόκληρης της ζημίας του είτε ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους προς το κοινό του οποίου κατευθύνει τη δραστηριότητά του ο ιστότοπος για τον οποίο πρόκειται προκειμένου να ζητήσει την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη στην επικράτεια του κράτους αυτού.


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2 –       ΕΕ 2001, L 12, σ. 1.


3 –      Απόφαση της 12ης Ιουλίου 2011, C‑324/09 (Συλλογή 2011, σ. Ι-6011).


4 –      Απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2011, C‑509/09 και C‑161/10 (Συλλογή 2011, σ. Ι-10269).


5 –      Επισημαίνω ότι οι κρίσιμες εν προκειμένω διατάξεις δεν υπέστησαν καμία ουσιώδη αλλαγή κατά την αναθεώρηση του κανονισμού 44/2001 με τον κανονισμό (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351, σ. 1).


6 –      Η νομολογία που αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 3, της Σύμβασης για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπεγράφη στις Βρυξέλλες στις 27 Σεπτεμβρίου 1968 (ΕΕ 1982, L 388, σ. 7), όπως τροποποιήθηκε με τις διαδοχικές συμβάσεις περί προσχωρήσεως των νέων κρατών μελών στην εν λόγω σύμβαση, ισχύει και για την ερμηνεία των αντιστοίχων διατάξεων του κανονισμού 44/2001, όπως υπενθύμισε το Δικαστήριο στην απόφασή του της 25ης Οκτωβρίου 2012, C‑133/11, Folien Fischer και Fofitec (σκέψεις 31 και 32).


7 –      ΕΕ L 167, σ. 10. Λαμβανομένης υπόψη της διατυπώσεως των προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία αναφέρονται μόνο στα δικαιώματα του δημιουργού, οι διατάξεις που αφορούν τα συγγενικά δικαιώματα δεν παρατέθηκαν, και τούτο παρά το γεγονός ότι ο Ρ. Pinckney θα μπορούσε να τύχει της προστασίας που προβλέπεται από ορισμένες εξ αυτών υπό την ιδιότητά του ως ερμηνευτή, όπως ισχυρίζεται, των μουσικών έργων.


8 –      Βλ., ιδίως, απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, C‑197/10, Unió de Pagesos de Catalunya (Συλλογή 2011, σ. Ι-8495, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


9 –      Βλ., ιδίως, απόφαση της 24ης Απριλίου 2012, C‑571/10, Kamberaj (σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


10 –      Δεδομένου ότι εναπόκειται στο Δικαστήριο της ΕΕ, όπως και σε κάθε δικαστήριο, να εξακριβώσει αν έχει δικαιοδοσία και αρμοδιότητα, απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2010, C‑241/09, Fluxys (Συλλογή 2010, σ. I‑12773, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


11 –      Βλ., ιδίως, απόφαση της 17ης Ιουλίου 2008, C‑94/07, Raccanelli (Συλλογή 2008, σ. I‑5939, σκέψη 29).


12 –      Βλ., ιδίως, απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2010, C‑92/09 και C‑93/09, Volker und Markus Schecke και Eifert (Συλλογή 2010, σ. I‑11063, σκέψεις 40 έως 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


13 –      Βλ., ιδίως, απόφαση της 21ης Ιουνίου 2012, C‑5/11, Donner (σκέψη 25).


14 – Βλ., στην κατεύθυνση αυτή, Fawcett, J. και Torremans, P., Intellectual Property and Private International Law, Oxford University Press, 2011, σ. 561, αριθ. 10.86, και σ. 564, αριθ. 10.95.


15 –      Ο χαρακτηρισμός αυτός ενισχύεται από την αιτιολογική σκέψη 29 της οδηγίας 2001/29, η οποία αντιπαραβάλλει τις υπηρεσίες στο διαδίκτυο προς τα υλικά υποθέματα, η οποία με τη σειρά της βασίζεται στην «Κοινή Διακήρυξη σχετικά με τα άρθρα 6 και 7» της Συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) για τα δικαιώματα του δημιουργού (WCT [WIPO Copyright Treaty]) που υπεγράφη στη Γενεύη, στις 20 Δεκεμβρίου 1996, και εγκρίθηκε, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με την απόφαση 2000/278/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 2000 (ΕΕ L 89, σ. 6).


16 –      Αντίθετα, η συλλογιστική του Δικαστηρίου στην απόφαση της 3ης Ιουλίου 2012, C‑128/11, UsedSoft δεν μπορεί κατά τη γνώμη μου να τύχει εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση. Στην απόφαση εκείνη, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της φόρτωσης αντιγράφου ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή από ιστότοπο στο διαδίκτυο και της παραδόσεώς του σε CD‑ROM, καθόσον αμφότερες οι μέθοδοι αυτές υπάγονται στην έννοια της «διανομής» κατά την έννοια του άρθρου 4 της οδηγίας 2009/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ L 111, σ. 16). Ωστόσο, το Δικαστήριο είχε τονίσει τον ειδικό χαρακτήρα της λύσεως αυτής στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας, η οποία αποτελεί lex specialis σε σχέση με την οδηγία 2001/29 η οποία είναι εφαρμοστέα στην προκειμένη περίπτωση (σκέψεις 51, 56 και 60 της ως άνω απόφασης).


17 –      Απόφαση της 7ης Μαρτίου 2013, C‑607/11.


18 –      Κατά το άρθρο 9, παράγραφος 3, της Σύμβασης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, που υπεγράφη στη Βέρνη, στις 9 Σεπτεμβρίου 1886, όπως διαμορφώθηκε μετά την τροποποίησή της της 28ης Σεπτεμβρίου 1979 (στο εξής: Σύμβαση της Βέρνης), «κάθε ηχητική ή οπτική καταγραφή θεωρείται ως αναπαραγωγή». Ωστόσο, το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 εξαιρεί τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής «οι οποίες είναι μεταβατικές ή παρεπόμενες και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου» και «οι οποίες δεν έχουν καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία», υπό μια προϋπόθεση που αφορά τον σκοπό τους, ο οποίος πρέπει να είναι «να επιτρέψουν την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή» ή «μία νόμιμη χρήση».


19 –      Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2009, C‑5/08, Infopaq International (Συλλογή 2009, σ. I‑6569, σκέψη 51).


20 –      Βλ., στο πνεύμα αυτό, Magnus, U. και Mankowski, P., EuropeanCommentariesonPrivateInternationalLaw, BrusselsIRegulation, 2η έκδ., Sellier, Μόναχο, 2012, αριθ. 226, σ. 250. Το διαδίκτυο επιτρέπει την κυκλοφορία του περιεχομένου πέραν των συνόρων, αλλά η πράξη διαβίβασης των αρχείων αυτή καθαυτήν μπορεί να συνδεθεί με ορισμένο τόπο. Στην εξεταζόμενη από το αιτούν δικαστήριο περίπτωση, η πράξη αναπαραγωγής έχει «τεχνικό» χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι υφίσταται μόνο για τον σκοπό της εξυπηρέτησης μιας άλλης πράξης, που εν προκειμένω είναι πράξη παρουσίασης που μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.


21 –      Καίτοι η ανάρτηση στο διαδίκτυο περιεχομένου σε άυλη (ηλεκτρονική) μορφή μπορεί θεωρητικά να απαιτεί την παραγωγή ενός ψηφιακού αντιγράφου και να θέτει έτσι και ζήτημα προσβολής του δικαιώματος αναπαραγωγής, επειδή η αναπαραγωγή αυτή δεν καλύπτεται από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29, όπως εξήγησα στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων, δεν θα εξετάσω το ζήτημα αυτό περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη του καθαρά υποθετικού χαρακτήρα του σε σχέση με τα υποβληθέντα ερωτήματα.


22 –      Όπου η ανάρτηση στο διαδίκτυο περιεχομένου σε άυλη μορφή αντιπαρατίθεται προς την περίπτωση, «όπως εν προκειμένω, της προσφοράς στο διαδίκτυο ενός υλικού υποθέματος» (η υπογράμμιση δική μου).


23 –      Βλ., ιδίως, αποφάσεις της 15ης Ιουνίου 2006, C‑466/04, Acereda Herrera (Συλλογή 2006, σ. I‑5341, σκέψη 51), και της 2ας Απριλίου 2009, C‑459/07, Elshani (Συλλογή 2009, σ. I‑2759, σκέψη 44).


24 –      Προσθέτω ότι από την αίτηση αναιρέσεως του Ρ. Pinckney που προσαρτήθηκε στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι ο αναιρεσείων δεν επικαλέστηκε ενώπιον των γαλλικών δικαστηρίων τη συμμετοχή της αυστριακής εταιρίας στις δραστηριότητες των βρετανικών εταιριών.


25 –      Απόφαση της 16ης Μαΐου 2013, C‑228/11, Melzer.


26 –      Σύμφωνα με τη διατύπωση που υιοθέτησε το Δικαστήριο στην απόφαση της 17ης Μαΐου 1994, C‑18/93, Corsica Ferries (Συλλογή 1994, σ. I‑1783, σκέψη 14 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Βλ., ιδίως, κατ’ αναλογία, τις αποφάσεις Volker und Markus Schecke και Eifert (προπαρατεθείσα, σκέψεις 41 και 42), της 16ης Οκτωβρίου 2008, C‑313/07, Kirtruna και Vigano (Συλλογή 2008, σ. I‑7907, σκέψεις 30 και 31), καθώς και της 1ης Οκτωβρίου 2009, C‑567/07, Woningstichting Sint Servatius (Συλλογή 2009, σ. I‑9021, σκέψεις 45 και 46).


27 –      Απόφαση της 19ης Απριλίου 2012, C‑523/10, Wintersteiger.


28 –      Κατά την έννοια του κεφαλαίου III της οδηγίας 96/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων (ΕΕ L 77, σ. 20), στην απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, C‑173/11, Football Dataco κ.λπ.


29 –      Όσον αφορά την ποικιλία των ερμηνειών που ανευρίσκονται στη νομολογία του Δικαστηρίου, βλ., Ancel M.‑E., «Quel juge en matière de contrefaçon?», σε Nourissat, C. και Treppoz, É. (επιμέλεια), Droitinternationalprivé etpropriété intellectuelle, Lamy, 2010, σ. 173, Treppoz, É., «Droit européen de la propriété intellectuelle», RTDE 47 (4), Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2011, σ. 847, Azzi, T., σχολιασμός της αποφάσεως Cass. Civ. 1ère, 12 Ιουλίου 2012, αριθ. 11‑15.165, Journaldudroitinternational (Clunet), αριθ. 1, Ιανουάριος 2013, 2, αριθ. 22 επ.


30 –      Η Πολωνική Κυβέρνηση αναφέρεται στον οικουμενικό χαρακτήρα της προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ο Ρ. Pinckney και η Επιτροπή τονίζουν ότι η αρχή της εδαφικότητας κυριαρχεί στον χώρο αυτό.


31 –      Και τούτο, παρά την εναρμόνιση ορισμένων από τις πτυχές του με τις επτά σχετικές οδηγίες ειδικού ή γενικού περιεχομένου που εκδόθηκαν στην Ένωση από το 1991 και μετά. Βλ., επ’ αυτού, το σημείο 3 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα P. Mengozzi στην υπόθεση C‑521/11, Amazon.com International Sales κ.λπ., που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.


32 –      Στην απόφαση αυτή, το Δικαστήριο, επιληφθέν ερωτήματος σχετικού με τον τόπο τελέσεως πράξεως «επαναχρησιμοποιήσεως» κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας 96/9, έκρινε αναγκαίο να αναπτύξει τη συλλογιστική του παράλληλα στο επίπεδο της ουσίας και του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.


33 –      Κατά τη γνώμη μου, μια τέτοια γενική αρμοδιότητα υφίσταται σαφώς προκειμένου για ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως συνάγεται από τη σκέψη 30 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Wintersteiger, κατά την οποία «ο εδαφικός περιορισμός της προστασίας εθνικού σήματος δεν δύναται να αποκλείει τη διεθνή δικαιοδοσία άλλων δικαστηρίων πλην των δικαστηρίων του κράτους μέλους εντός του οποίου είναι καταχωρισμένο το εν λόγω σήμα».


34 –      ΕΕ L 199, σ. 40.


35 –      Η λύση αυτή, «που αναγνωρίζεται παγκοσμίως» κατά την αιτιολογική σκέψη 26 του εν λόγω κανονισμού, συνάδει με τη λύση που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης.


36 –      Huber, P. και Illmer, M., RomeIIRegulation, Sellier, Μόναχο, 2011, άρθρο 8, παράγραφοι 29 έως 31 και 34, σ. 241.


37 –      Βλ., ιδίως, όσον αφορά τα δικαιώματα του δημιουργού, την απόφαση της 14ης Ιουλίου 2005, C‑192/04, Lagardère Active Broadcast (Συλλογή 2005, σ. I-7199, σκέψη 46). Αξίζει να προστεθεί ότι υφίστανται τοπικά καθεστώτα προστασίας δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως τα κοινοτικά σήματα και τα σήματα της Μπενελούξ.


38 –      Με τη διευκρίνιση ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της Σύμβασης της Βέρνης, τα ξένα έργα και οι αλλοδαποί δημιουργοί χαίρουν της αυτής προστασίας που παρέχεται στους ημεδαπούς.


39 –      Βλ., κατ’ αναλογίαν, την προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ. (σκέψη 28).


40 –      Η Επιτροπή μελετά επί του παρόντος τη σκοπιμότητα αναθεώρησης του δικαίου προστασίας του δημιουργού της Ένωσης όσον αφορά, ιδίως, την εδαφικότητα [COM(2012) 789 τελικό].


41 –      Προπαρατεθείσες αποφάσεις Wintersteiger και Football Dataco κ.λπ.


42 –      Βλ., σχετικά με προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος διανομής στο πλαίσιο διασυνοριακών πωλήσεων εξ αποστάσεως, προπαρατεθείσα απόφαση Donner, καθώς και, σχετικά με την προσβολή εθνικών και κοινοτικών σημάτων στο διαδίκτυο, προπαρατεθείσα απόφαση L’Oréal κ.λπ.


43 –      Βλ., προκειμένου για ραδιοτηλεοπτική μετάδοση μέσω καλωδίου και δορυφόρου η οποία κατ’ αρχήν παρουσιάζει τις ίδιες δυσκολίες εντοπισμού όπως και το διαδίκτυο, το μοναδικό συνδετικό στοιχείο που υιοθέτησε ο κοινοτικός νομοθέτης προκειμένου να επιτύχει συγκέντρωση του εφαρμοστέου δικαίου, του ελέγχου και της άσκησης των σχετικών δικαιωμάτων του δημιουργού σε ένα μόνο κράτος [άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1993, περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση (ΕΕ L 248, σ. 15)].


44 –      Έτσι, προκειμένου για προσβολή των δικαιωμάτων της προσωπικότητας, το Δικαστήριο προσάρμοσε τα κριτήρια που απαριθμούνται στην απόφαση της 7ης Μαρτίου 1995, C‑68/93, Shevill κ.λπ. (Συλλογή 1995, σ. I‑415) στις ιδιαιτερότητες της μετάδοσης μέσω του διαδικτύου στην προπαρατεθείσα απόφασή του eDate Advertising και Martinez.


45 –      Η δυνατότητα αυτή επιλογής κατοχυρώθηκε με την απόφαση της 30ής Νοεμβρίου 1976, 21/76, Bier (Συλλογή τόμος 1976, σ. 613, σκέψη 19) και έκτοτε επιβεβαιώθηκε πολλές φορές, ιδίως στην προπαρατεθείσα απόφαση Folien Fischer και Fofitec (σκέψεις 39 και 40).


46 –      Χωρίς να λησμονείται ότι, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις της 19ης Σεπτεμβρίου 1995, C‑364/93, Marinari (Συλλογή 1995, σ. I‑2719, σκέψη 15), και της 10ης Ιουνίου 2004, C‑168/02, Kronhofer (Συλλογή 2004, σ. I‑6009, σκέψη 20), ο τόπος στον οποίο βρίσκεται το «επίκεντρο της περιουσίας του ζημιωθέντος», όπου εν τέλει γίνονται αισθητές οι επιζήμιες συνέπειες πάσης οικονομικής ζημίας, δεν συνιστά τον τόπο επελεύσεως της ζημίας.


47 –      Εφόσον η χρησιμοποιούμενη τεχνική διαδικασία εμπεριέχει αναπαραγωγή.


48 –      Fawcett, J. και Torremans, P., όπ.π., σ. 575, αριθ. 10.157.


49 –      Αυτό προκύπτει από τη σκέψη 25 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Shevill κ.λπ. και επιβεβαιώθηκε στην προπαρατεθείσα απόφαση Wintersteiger, παρά την αρχή της εδαφικότητας που ισχύει σε περιπτώσεις προσβολής του δικαιώματος επί του εμπορικού σήματος (σκέψη 30).


50 –      Σκέψη 37 της εν λόγω αποφάσεως.


51 –      Σχεδόν όλοι οι λαβόντες μέρος στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου πρότειναν ένα διαφορετικό συνδετικό στοιχείο, ενώ ο Ρ. Pinckney και μόνο πρότεινε τρεις εναλλακτικούς ορισμούς του εν λόγω συνδετικού στοιχείου.


52 –      Βλ., ιδίως, υπέρ της θεμελίωσης αρμοδιότητας μόνο στο γεγονός της προσβασιμότητας του ιστοτόπου μέσω του οποίου προσβάλλεται το δικαίωμα του δημιουργού, στη Σουηδία, την απόφαση του Svea hovrätt της 4ης Φεβρουαρίου 2008 (RH 2008:4) και, υπέρ της αντίθετης άποψης, στη Γερμανία, την απόφαση του Oberlandesgericht Köln (30 Οκτωβρίου 2007, GRUR‑RR 2008, 71), που απαιτεί να στοχεύει η δραστηριότητα του ιστοτόπου εκ προθέσεως ορισμένο κοινό. Για τις λύσεις που γίνονται δεκτές στις Ηνωμένες Πολιτείες, βλ. Hörnle, J., «The jurisdictional challenge of the Internet», σε Edwards, L., Law and the Internet, Hart Publishing, Οξφόρδη, 2009, σ. 143.


53 –      Το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και σε θέματα προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού ειδικότερα προκαλεί κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια μεγάλο ενδιαφέρον στη θεωρία, το οποίο συγκεκριμενοποιήθηκε με την εκπόνηση διαφόρων μεθόδων επίλυσης των ζητημάτων συγκρούσεων αρμοδιότητας. Βλ., ιδίως, σχετικά με τις εναλλακτικές βάσεις δικαιοδοσίας στο κράτος κατοικίας του εναγομένου, τις αρχές CLIP [Conflict of Laws in Intellectual Property] της ευρωπαϊκής ομάδας του Ινστιτούτου Max Planck περί των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας (άρθρα 2:202 και 2:203) καθώς και τις αρχές περί διεθνούς δικαιοδοσίας, εφαρμοστέου δικαίου και αποφάσεων σε διακρατικές πολιτικές διαφορές σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας που υιοθέτησε το American Law Institute (ALI) (άρθρο 204), στις οποίες αναφέρεται, ιδίως, ο Metzger, A., «Jurisdiction in Cases Concerning Intellectual Property Infringements on the Internet», σε Leible, S., και Ohly, A., IntellectualPropertyandPrivateInternationalLaw, Mohr Siebeck, Tübingen, 2009, σ. 251.


54 –      Βλ., σχετικά με τα εθνικά και κοινοτικά σήματα, την προπαρατεθείσα απόφαση L’Oréal κ.λπ. (σκέψη 65), και σχετικά με καταγγελλόμενη προσβολή του αποκλειστικού δικαιώματος διανομής δημιουργού, την προπαρατεθείσα απόφαση Donner (σκέψη 27), καθώς και, όσον αφορά την προσβολή του sui generis δικαιώματος επί βάσεως δεδομένων, την προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ. (σκέψη 39).


55 –      Προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ. (σκέψη 39).


56 –      Καθότι η προπαρατεθείσα απόφαση Donner αφορούσε διασυνοριακές πωλήσεις κινητών αντικειμένων, ενώ οι προπαρατεθείσες αποφάσεις L’Oréal κ.λπ. και Football Dataco κ.λπ. αφορούσαν δραστηριότητες μέσω του διαδικτύου.


57 –      Για προφανείς λόγους αναγόμενους στον αυτόματο χαρακτήρα της προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού, το κριτήριο του τόπου καταχώρισης ως τόπου υλοποίησης της ζημίας το οποίο υιοθέτησε το Δικαστήριο προκειμένου για προσβολές εθνικών εμπορικών σημάτων μέσω του διαδικτύου στην προπαρατεθείσα απόφαση Wintersteiger, δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε περιπτώσεις προσβολών δικαιωμάτων του δημιουργού.


58 –      Σημείο 2 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα P. Cruz Villalón στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση Football Dataco κ.λπ., καθώς και σκέψη 30 της εν λόγω απόφασης.


59 –      Σχετικά με την οποία, βλ., επίσης, τα σημεία 49 έως 55 των προτάσεων που ανέπτυξα στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 16ης Ιουνίου 2011, C‑462/09, Stichting de Thuiskopie (Συλλογή 2011, σ. I‑5331).


60 –      Η έκταση της αρμοδιότητας των δικαστηρίων του τόπου υλοποίησης της ζημίας περιορίζεται στη ζημία που επήλθε στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους (προπαρατεθείσα απόφαση Shevill κ.λπ., σκέψεις 28 και 30).


61 –      Το κριτήριο αυτό προσδιορίζεται στη σκέψη 39 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Football Dataco κ.λπ.


62 –      Σχετικά με τις θεωρητικές αναλύσεις που εξαίρουν τη χρησιμότητα μιας από κοινού προσέγγισης των πτυχών αυτών, βλ. ιδίως, Gaudemet‑Tallon, H., «Droit international privé de la contrefaçon: aspects actuels», RecueilDalloz, 2008, σ. 725, παράγραφος 8, Vivant, M., LamyDroitduNumérique, Lamy, 2012, αριθ. 2383, και Azzi, T., όπ.π., παράγραφος 24.


63 –      Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, C‑585/08 και C‑144/09 (Συλλογή 2010, σ. I‑12527, σκέψεις 78 έως 89). Κριτήρια που εφαρμόζονται, ιδίως, στις σκέψεις 40 έως 43 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Football Dataco κ.λπ.


64 –      Με εξαίρεση το άρθρο 5, σημείο 6, του κανονισμού αυτού. Βλ., συναφώς, σημείο 34 των προτάσεών μου στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση Melzer.


65 –      Θεωρητικά, η δραστηριότητα του ιστοτόπου απευθύνεται συχνότερα στο κοινό ενός κράτους παρά στο κοινό που υπάγεται στη δικαιοδοσία ενός συγκεκριμένου δικαστηρίου.


66 –      Βλ., σχετικά με τα μειονεκτήματα ενός τέτοιου συνδετικού στοιχείου, Lopez‑Tarruella, A., «The International Dimension of Google Activities: Private International Law and the Need of Legal Certainty», GoogleandtheLaw, Springer, Χάγη, 2012, σ. 329.


67 –      Προπαρατεθείσα απόφαση Wintersteiger (σκέψη 24).


68 –      Βλ., επίσης, το σημείο 20 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα P. Cruz Villalón στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα απόφαση Wintersteiger.