Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 5 Ιουνίου 2017 η Δημοκρατία της Εσθονίας κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πρώτο πενταμελές τμήμα) στις 24 Μαρτίου 2017 στην υπόθεση T-117/15, Δημοκρατία της Εσθονίας κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-334/17 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η εσθονική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Δημοκρατία της Εσθονίας (εκπρόσωπος: N. Grünberg)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Δημοκρατία της Λεττονίας

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2017 στην υπόθεση T-117/15, καθόσον με αυτή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η ασκηθείσα από τη Δημοκρατία της Εσθονίας στις 4 Μαρτίου 2015 προσφυγή·

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί των αιτημάτων που παρατίθενται στην ασκηθείσα από την Εσθονία στις 4 Μαρτίου 2015 προσφυγή·

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.    Το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το δίκαιο της Ένωσης καθότι εκτίμησε ότι οι αποφάσεις επί των υποθέσεων Pimix1 , Τσεχική Δημοκρατία κατά Επιτροπής2 και Δημοκρατία της Λιθουανίας κατά Επιτροπής3 δεν μπορούν να θεωρηθούν ως νέα και ουσιώδη στοιχεία κατά την έννοια της νομολογίας και ότι, ως εκ τούτου, έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη η ασκηθείσα από τη Δημοκρατία της Εσθονίας στις 4 Μαρτίου 2015 προσφυγή που είχε ως αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 2014 (Ares[2014]4324235).

2.    Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως παρέθεσε, στις σκέψεις 13 και 84 της αποφάσεώς του της 24ης Μαρτίου 2017, ως ημερομηνία δημοσιεύσεως του κανονισμού 60/20044 στην εσθονική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 4η Ιουλίου 2004, αντί της ορθής ημερομηνίας, δηλαδή της 4ης Ιουλίου 2005. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο, στηριζόμενο σε εσφαλμένα πραγματικά στοιχεία, κατέληξε στο συμπέρασμα σχετικώς με την ύπαρξη της δυνατότητας να απαιτηθεί, αποκλειστικώς επί τη βάσει του εθνικού δικαίου, η καταβολή από τους επιχειρηματίες μιας επιβαρύνσεως για τη μη απομάκρυνση από την αγορά των πλεοναζόντων αποθεμάτων ζάχαρης.

3.    Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε το ζήτημα της υποχρεώσεως να δηλωθούν τα πλεονάζοντα αποθέματα ζάχαρης που υφίσταντο κατά την 1η Μαΐου 2004. Ως εκ του λόγου αυτού, δεν ευσταθεί το συμπέρασμα του Γενικού Δικαστηρίου ότι η έλλειψη εμπρόθεσμης δημοσιεύσεως του κανονισμού 60/2004 στην εσθονική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εμπόδιζε τη Δημοκρατία της Εσθονίας να στηριχθεί επί της εθνικής νομοθεσίας προκειμένου να απαιτήσει την καταβολή από τους επιχειρηματίες μιας επιβαρύνσεως για τη μη απομάκρυνση από την αγορά των πλεοναζόντων αποθεμάτων ζάχαρης.

____________

1  Απόφαση Pimix, C-146/11, EU:C:2012:450.

2  Απόφαση Τσεχική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, T-248/07, EU:T:2012:170.

3  Απόφαση Δημοκρατία της Λιθουανίας κατά Επιτροπής, T-262/07, EU:T:2012:171.

4  Κανονισμός (ΕΚ) 60/2004 της Επιτροπής, της 14ης Ιανουαρίου 2004, για τη θέσπιση μεταβατικών μέτρων στον τομέα της ζάχαρης λόγω της προσχώρησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας (ΕΕ 2004, L 9, σ. 8).