Language of document : ECLI:EU:C:2011:138

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

YVES BOT

της 10ης Μαρτίου 2011 (1)

Υπόθεση C‑34/10

Oliver Brüstle

κατά

Greenpeace eV

[αίτηση του Bundesgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Οδηγία 98/44/ΕΚ – Νομική προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων – Λήψη προγονικών κυττάρων από ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα – Δυνατότητα κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας – Αποκλεισμός της δυνατότητας κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας “χρήσεων ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς” – Έννοια των όρων “ανθρώπινο έμβρυο” και “χρήση για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς” – Σεβασμός της αρχής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας»






1.        Στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο καλείται, για πρώτη φορά, να εξετάσει την έννοια του όρου «χρήσεις ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς», που αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 1998, για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων (2).

2.        Η οδηγία 98/44 αποσκοπεί στη θέσπιση κοινοτικού νομικού πλαισίου για τις εφευρέσεις που συνδέονται με τη ζώσα ύλη, καθορίζοντας, ιδίως, ποιες μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και ποιες όχι.

3.        Ως εκ τούτου, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας ορίζει ότι δεν χορηγούνται διπλώματα ευρεσιτεχνίας για εφευρέσεις των οποίων η εμπορική εκμετάλλευση αντιβαίνει στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη. Το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της εν λόγω οδηγίας παραθέτει ως παράδειγμα εφευρέσεων για τις οποίες δεν χορηγείται δίπλωμα ευρεσιτεχνίας τη χρήση ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς.

4.        Καλώντας το Δικαστήριο να διευκρινίσει ειδικώς την έννοια και το περιεχόμενο της εν λόγω απαγορεύσεως, το Bundesgerichtshof (Γερμανία) θέτει, στην πραγματικότητα, το θεμελιώδες ζήτημα του ορισμού της έννοιας του ανθρωπίνου εμβρύου, καίτοι ζητεί τον εν λόγω ορισμό μόνο για τους σκοπούς της οδηγίας 98/44, ήτοι για τις ανάγκες της προστασίας των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων.

5.        Οι εφευρέσεις ως προς τις οποίες αμφισβητείται ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου εάν μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορούν τη χρήση ανθρωπίνων πολυδύναμων βλαστοκυττάρων που λαμβάνονται σε καθορισμένο στάδιο της αναπτύξεως του προϊόντος που προκύπτει από τη γονιμοποίηση ωαρίου από σπερματοζωάριο. Επομένως, το ακριβές ερώτημα το οποίο τίθεται, ανεξαρτήτως της διατυπώσεώς του, είναι εάν το εν λόγω προϊόν, το οποίο στην καθομιλουμένη αποκαλείται «έμβρυο», πρέπει να χαρακτηρίζεται νομικώς ως «έμβρυο», με όλες τις συναγόμενες συνέπειες, από τη στιγμή της συλλήψεως ή σε μεταγενέστερο στάδιο, το οποίο θα πρέπει, επομένως, να προσδιοριστεί.

6.        Από τη λύση η οποία θα γίνει δεκτή θα συναχθούν οι απαντήσεις στα διάφορα ζητήματα που τίθενται και, ιδίως, θα διευκρινιστεί εάν τα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα πρέπει να χαρακτηρίζονται, αυτά καθεαυτά , ως έμβρυα.

7.        Με τις παρούσες προτάσεις, θα εκθέσω τους λόγους για τους οποίους φρονώ ότι όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να δεχθούν έναν κοινό ορισμό της έννοιας του ανθρωπίνου εμβρύου. Στη συνέχεια, θα επισημάνω ότι, κατά τη γνώμη μου, το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44 θα πρέπει να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι ο όρος «ανθρώπινο έμβρυο» καλύπτει, από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως, τόσο τα αρχικά ολοδύναμα κύτταρα όσο και το σύνολο της διαδικασίας της αναπτύξεως και του σχηματισμού του ανθρωπίνου σώματος η οποία έπεται της γονιμοποιήσεως, όπως, ιδίως, τη βλαστοκύστη. Επίσης, θα υποστηρίξω ότι τα μη γονιμοποιημένα ωάρια στα οποία μεταμοσχεύεται ο πυρήνας ώριμου ανθρωπίνου κυττάρου (3) ή τα οποία οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως καλύπτονται επίσης από τον εν λόγω όρο, στο μέτρο που η χρήση των εν λόγω τεχνικών συνεπάγεται τη λήψη ολοδύναμων κυττάρων. Αντιθέτως, θα σημειώσω ότι τα μεμονωμένα εμβρυϊκά πολυδύναμα βλαστοκύτταρα δεν καλύπτονται από τον εν λόγω όρο, διότι δεν έχουν, αυτά καθευατά, την ικανότητα να εξελιχθούν σε πλήρες άτομο.

8.        Πάντως, θα προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι πρέπει να αποκλείεται η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ορισμένης εφευρέσεως, εάν η εφαρμογή της τεχνικής διαδικασίας η οποία ζητείται να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει είτε την προηγούμενη καταστροφή ανθρωπίνων εμβρύων είτε τη χρήση τους ως βασικού υλικού, ακόμη και εάν η περιγραφή της εν λόγω διαδικασίας δεν περιέχει καμία αναφορά στη χρήση ανθρωπίνων εμβρύων.

9.        Εν τέλει, θα εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους φρονώ ότι από την απαγόρευση κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας των χρήσεων ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς εξαιρούνται μόνον εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό σκοπό οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες.

I –    Το νομικό πλαίσιο

 Α ?   Το διεθνές δίκαιο

1.      Η Συμφωνία TRIPS

10.      Η Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, η οποία αποτελεί το Παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που υπεγράφη την 15η Απριλίου 1994 στο Μαρακές, υιοθετήθηκε σε κοινοτικό επίπεδο με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (4).

11.      Το άρθρο 27 της Συμφωνίας TRIPS έχει ως εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι δυνατό να απονέμονται για οποιαδήποτε εφεύρεση, είτε αυτή αφορά κάποιο προϊόν είτε αφορά κάποια μέθοδο, σε όλους τους τομείς της τεχνολογίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εφεύρεση είναι νέα, ότι στηρίζεται σε κάποια επινόηση και ότι είναι ικανή να αποτελέσει αντικείμενο βιομηχανικής εφαρμογής. Με την επιφύλαξη του άρθρου 65, παράγραφος 4, του άρθρου 70, παράγραφος 8, και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και η αναγνώριση των δικαιωμάτων που απορρέουν από διπλώματα ευρεσιτεχνίας πραγματοποιούνται χωρίς διακρίσεις όσον αφορά τον τόπο εφευρέσεως, τον τεχνολογικό τομέα ή το κατά πόσον τα οικεία προϊόντα είναι εισαγόμενα ή εγχωρίως παραγόμενα.

2.     Τα μέλη δύνανται να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με μια εφεύρεση, όταν η παρεμπόδιση της εμπορικής εκμεταλλεύσεως της εφευρέσεως αυτής στο έδαφός τους επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας τάξης ή ηθικής, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης προστασίας της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών ή της αποτροπής προκλήσεως σοβαρής ζημίας στο περιβάλλον, υπό την προϋπόθεση ότι η άρνηση αυτή δεν στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι η εκμετάλλευση της εφευρέσεως απαγορεύεται βάσει της νομοθεσίας του οικείου μέλους.

[…]»

2.      Η Σύμβαση του Μονάχου

12.      Το άρθρο 53, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως για το Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας, που υπεγράφη στο Μόναχο στις 5 Οκτωβρίου 1973, όπως ισχύει (5), και της οποίας η Ένωση δεν αποτελεί μεν συμβαλλόμενο μέρος, αλλά τα κράτη μέλη της Ένωσης την έχουν υπογράψει, ορίζει τα εξής:

«Ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν απονέμεται σε:

α)      εφευρέσεις η οικονομική εκμετάλλευση των οποίων αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη. Μια παρόμοια εκμετάλλευση δεν θεωρείται ότι συνεπάγεται, μόνον επειδή είναι απαγορευμένη από νομοθετική ή κανονιστική διάταξη σε κάποια ή σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη».

 Β ?   Το δίκαιο της Ένωσης

1.      Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

13.      Δυνάμει του άρθρου 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6), η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι απαραβίαστη και πρέπει να γίνεται σεβαστή και να προστατεύεται.

14.      Το άρθρο 3 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει τα εξής:

«1.      Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στη σωματική και διανοητική του ακεραιότητα.

2.      Στο πεδίο της ιατρικής και της βιολογίας, πρέπει να τηρούνται ιδίως τα εξής:

[…]

γ)      η απαγόρευση της μετατροπής του ανθρωπίνου σώματος και αυτών των ιδίων των μερών του σε πηγή κέρδους,

[…]».

2.      Η οδηγία 98/44

15.      Η οδηγία 98/44 έχει ως σκοπό όχι μόνον τη θέσπιση νομικού πλαισίου για την προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων, αποβλέποντας, ιδίως, στη διατήρηση και την ενθάρρυνση των επενδύσεων στον τομέα της βιοτεχνολογίας, αλλά και την εξάλειψη των διαφορών που υφίστανται μεταξύ των νομοθεσιών και των πρακτικών των διαφόρων κρατών μελών στον εν λόγω τομέα (7).

16.      Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη προστατεύουν τις βιοτεχνολογικές εφευρέσεις μέσω του εθνικού τους δικαίου ευρεσιτεχνίας και, εφόσον χρειάζεται, το προσαρμόζουν για να λάβουν υπόψη τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας. Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 98/44 ορίζει ότι η εν λόγω οδηγία δεν επηρεάζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις, και ιδίως από τη Συμφωνία TRIPS και τη Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (8).

17.      Η εν λόγω οδηγία, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα του αντικειμένου της ευρεσιτεχνιακής κατοχυρώσεως, ήτοι της ζώσας ύλης, καθορίζει ποιες εφευρέσεις είναι επιδεκτικές κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και ποιες όχι.

18.      Ως εκ τούτου, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας ορίζει ότι μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εφευρέσεις οι οποίες είναι νέες, εμπεριέχουν εφευρετική δραστηριότητα και είναι επιδεκτικές βιομηχανικής εφαρμογής, ακόμη και εάν έχουν ως αντικείμενο προϊόν που αποτελείται από ή περιέχει βιολογικό υλικό, ή μέθοδο για την παραγωγή, επεξεργασία ή χρησιμοποίηση βιολογικού υλικού. Ομοίως, το άρθρο 3, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει ότι βιολογικό υλικό που έχει απομονωθεί από το φυσικό του περιβάλλον ή έχει παραχθεί με τη βοήθεια τεχνικής μεθόδου δύναται να αποτελέσει αντικείμενο εφευρέσεως, ακόμη και όταν προϋπήρχε σε φυσική κατάσταση.

19.      Αντιθέτως, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, «[τ]ο ανθρώπινο σώμα, στα διάφορα στάδια του σχηματισμού και της αναπτύξεώς του, καθώς και η απλή ανακάλυψη ενός από τα επιμέρους στοιχεία του […] δεν μπορούν να αποτελούν εφευρέσεις επιδεκτικές κατοχυρώσεως με διπλώματα ευρεσιτεχνίας». Πάντως, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 98/44, γίνεται δεκτό ότι ένα στοιχείο που έχει απομονωθεί από το ανθρώπινο σώμα ή που έχει παραχθεί με άλλο τρόπο με τεχνική μέθοδο, συμπεριλαμβανομένης της ακολουθίας ή της μερικής ακολουθίας ενός γονιδίου, μπορεί να αποτελεί εφεύρεση επιδεκτική κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ακόμη και εάν η δομή του εν λόγω στοιχείου είναι ίδια με εκείνη ενός φυσικού στοιχείου.

20.      Το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής ορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες απαγορεύεται η απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Η εν λόγω διάταξη ορίζει τα εξής:

«1.   Οι εφευρέσεις των οποίων η εμπορική εκμετάλλευση αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη αποκλείονται της κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, η δε εκμετάλλευση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντικείμενη στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη για μόνο το λόγο ότι απαγορεύεται από νομοθετική ή κανονιστική διάταξη.

2.     Βάσει της παραγράφου 1, δεν κατοχυρώνονται ιδίως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας:

[…]

γ)      οι χρήσεις ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς,

[…]».

21.      Επίσης, η τεσσαρακοστή δεύτερη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας ορίζει ότι «ο αποκλεισμός αυτός δεν αφορά τις εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό στόχο οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες».

 Γ ?   Το εθνικό δίκαιο

22.      Το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, σημείο 3, του νόμου περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (Patentgesetz), όπως ισχύει από τις 28 Φεβρουαρίου 2005 (9), το οποίο επαναλαμβάνει το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44, ορίζει ότι δεν χορηγούνται διπλώματα ευρεσιτεχνίας για εφευρέσεις των οποίων η εμπορική εκμετάλλευση αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη και ότι, ιδίως, δεν χορηγούνται διπλώματα ευρεσιτεχνίας για χρήσεις ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς.

23.      Τα άρθρα 1, παράγραφος 1, σημείο 2, και 2, παράγραφοι 1 και 2, του νόμου περί προστασίας του εμβρύου (Embryonenschutzgesetz) (10), της 13ης Δεκεμβρίου 1990, ποινικοποιούν την τεχνητή γονιμοποίηση ωαρίων η οποία αποβλέπει σε σκοπό άλλον από την επίτευξη της εγκυμοσύνης της γυναίκας από την οποία ελήφθησαν, την πώληση ανθρωπίνων εμβρύων τα οποία έχουν συλληφθεί σε δοκιμαστικό σωλήνα ή έχουν ληφθεί από τη γυναίκα πριν από το πέρας της διαδικασίας της εμφυτεύσεως στο ενδομήτριο ή την παραχώρηση, την απόκτηση ή τη χρήση τους με σκοπό άλλον από τη διατήρησή τους, καθώς και την ανάπτυξη ανθρωπίνων εμβρύων σε δοκιμαστικό σωλήνα με σκοπό άλλον από την επίτευξη εγκυμοσύνης.

24.      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ESchG, ως έμβρυο ορίζεται το γονιμοποιημένο ανθρώπινο ωάριο το οποίο είναι ικανό να αναπτυχθεί, από τη στιγμή της συντήξεως των πυρήνων, καθώς και κάθε κύτταρο που λαμβάνεται από έμβρυο και το οποίο είναι ικανό, εάν συγκεντρώνονται οι λοιπές αναγκαίες προϋποθέσεις, να διαιρεθεί και να εξελιχθεί σε πλήρες άτομο. Κατά τον ESchG, κύτταρα ικανά να εξελιχθούν σε πλήρη άτομα είναι τα ολοδύναμα κύτταρα, ενώ τα βλαστοκύτταρα, τα οποία είναι ικανά να εξελιχθούν σε οποιονδήποτε κυτταρικό τύπο, αλλά δεν μπορούν να εξελιχθούν σε πλήρη άτομα, χαρακτηρίζονται ως πολυδύναμα κύτταρα.

25.      Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, του νόμου περί προστασίας εμβρύων αναφορικά με την εισαγωγή και χρήση ανθρωπίνων εμβρυϊκών βλαστοκυττάρων (Gesetz zur Sicherstellung des Embryonenschutzes im Zusammenhang mit Einfuhr und Verwendung menschlicher embryonaler Stammzellen) (11), της 28ης Ιουνίου 2002, η εισαγωγή και η χρήση ανθρωπίνων εμβρυϊκών πολυδύναμων βλαστοκυτάρων απαγορεύεται. Πάντως, προβλέπονται ορισμένες εξαιρέσεις από την απαγόρευση αυτή. Συγκεκριμένα, κατά τα άρθρα 4, παράγραφος 2, και 5, σημείο 1, του εν λόγω νόμου, εισάγεται παρέκκλιση από την εν λόγω απαγόρευση σε περίπτωση που τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα αποκτήθηκαν σύμφωνα με την ισχύουσα στο κράτος προελεύσεως νομοθεσία, τα έμβρυα από τα οποία προέρχονται τα εν λόγω κύτταρα δημιουργήθηκαν με τη μέθοδο της τεχνητής γονιμοποιήσεως με σκοπό την επίτευξη εγκυμοσύνης, έχει παύσει πλέον οριστικώς η χρήση τους για τον σκοπό αυτό και ουδόλως προκύπτει ότι τούτο οφείλεται σε λόγους που συνδέονται με τα έμβρυα αυτά καθεαυτά, δεν χορηγήθηκε ούτε συμφωνήθηκε αμοιβή ή άλλο αποτιμητέο σε χρήμα όφελος ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση των εμβρύων και, εν τέλει, τα βλαστοκύτταρα χρησιμοποιούνται σε ερευνητικές εργασίες οι οποίες υπηρετούν υψηλού επιπέδου ερευνητικούς σκοπούς για τον εμπλουτισμό των επιστημονικών γνώσεων στο πλαίσιο της βασικής έρευνας ή των φαρμακευτικών γνώσεων με σκοπό την ανάπτυξη διαγνωστικών, προληπτικών ή θεραπευτικών μεθόδων για ανθρώπινη χρήση.

II – Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης

26.      Ο O. Brüstle είναι κάτοχος του αιτηθέντος τη 19η Δεκεμβρίου 1997 γερμανικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, το οποίο αφορά απομονωμένα και καθαρά προγονικά (12) νευρικά (13) κύτταρα, μεθόδους παραγωγής τους από εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, καθώς και τη χρησιμοποίηση των νευρικών προγονικών κυττάρων για τη θεραπεία νευρικών βλαβών.

27.      Στην περιγραφή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας την οποία κατέθεσε ο Brüstle αναφέρεται ότι η μεταμόσχευση εγκεφαλικών κυττάρων στο νευρικό σύστημα καθιστά δυνατή τη θεραπεία πολυάριθμων νευρολογικών παθήσεων και ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί οι πρώτες κλινικές εφαρμογές της εν λόγω μεθόδου, ιδίως σε ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τη νόσο του Parkinson.

28.      Για τη θεραπεία των εν λόγω νευρολογικών παθήσεων είναι αναγκαία η μεταμόσχευση ανώριμων προγονικών κυττάρων. Όπως διευκρινίζεται στην περιγραφή του εν λόγω διπλώματος ευρεσιτεχνίας, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, οι εν λόγω κυτταρικοί τύποι απαντώνται μόνον κατά τη διάρκεια της φάσεως της αναπτύξεως του εγκεφάλου. Η λύση της χρήσεως εγκεφαλικών ιστών ανθρωπίνων εμβρύων θέτει σημαντικά προβλήματα ηθικής φύσεως και δεν επιτρέπει τη λήψη προγονικών κυττάρων σε ποσότητες ικανές να καταστήσουν την κυτταρική θεραπεία προσβάσιμη στο κοινό.

29.      Κατά την εν λόγω περιγραφή, η χρήση εμβρυϊκών βλαστοκυττάρων προσφέρει νέες προοπτικές παραγωγής κυττάρων προοριζομένων για μεταμόσχευση.

30.      Συγκεκριμένα, διευκρινίζεται ότι τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα είναι πολυδύναμα (14) κύτταρα, ήτοι μπορούν να διαφοροποιηθούν σε οποιονδήποτε τύπο κύτταρου και ιστού του σώματος που είναι αναγκαία για την αρμονική ανάπτυξη των οργάνων του εμβρύου (κύτταρα αιμοποιητικά, δερματικά, εγκεφαλικά, ηπατικά κ.λπ.). Τα εν λόγω κύτταρα έχουν το πλεονέκτημα ότι διατηρούν αυτήν την ιδιότητα του πολυδύναμου κύτταρου κατόπιν μεγάλου αριθμού διαιρέσεων και είναι ικανά προς πολλαπλασιασμό.

31.      Η εφεύρεση του O. Brüstle καθιστά δυνατή την υπέρβαση, ιδίως, του τεχνικού προβλήματος της παραγωγής απομονωμένων και καθαρών προγονικών κυττάρων, τα οποία έχουν τις ιδιότητες είτε των νευρικών είτε των νευρογλοιακών κυττάρων (15), σε ποσότητες πρακτικώς απεριόριστες, με τη χρήση εμβρυϊκών βλαστοκυττάρων.

32.      Η Greenpeace eV (16) άσκησε αίτηση ακυρώσεως του διπλώματος ευρεσιτεχνίας του O. Brüstle, στο μέτρο που ορισμένα από τα αιτήματα του εν λόγω διπλώματος έχουν ως αντικείμενο προγονικά κύτταρα που λαμβάνονται από ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, υποστηρίζοντας ότι η εφεύρεση του O. Brüstle δεν είναι δεικτική κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, όπως ισχύει από τις 28 Φεβρουαρίου 2005.

33.      Το Bundespatentgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας) δέχθηκε εν μέρει το αίτημα της Greenpeace και κήρυξε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του O. Brüstle άκυρο, στο μέτρο που το πρώτο αίτημα αφορά προγονικά κύτταρα αποκτώμενα από βλαστοκύτταρα ανθρωπίνων εμβρύων και το δωδέκατο και δέκατο έκτο αίτημα αφορούν την παραγωγή των εν λόγω προγονικών κυττάρων.

34.      Ο O. Brüstle άσκησε έφεση κατά της εν λόγω αποφάσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Το τελευταίο αποφάνθηκε ότι η επίλυση της επίδικης διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 98/44 και αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία.

III – Τα προδικαστικά ερωτήματα

35.      Το Bundesgerichtshof υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:

«1)      Ποια είναι η έννοια του όρου “ανθρώπινα έμβρυα” στο άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44 […];

α)      Καλύπτει ο όρος αυτός όλα τα στάδια αναπτύξεως της ανθρώπινης ζωής από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως του ωαρίου ή απαιτείται η συνδρομή πρόσθετων προϋποθέσεων, όπως για παράδειγμα η ολοκλήρωση ορισμένου σταδίου αναπτύξεως;

β)      Καλύπτονται ακόμη και οι ακόλουθοι οργανισμοί:

         τα μη γονιμοποιημένα ανθρώπινα ωάρια, στα οποία έχει μεταμοσχευθεί ο πυρήνας ώριμου ανθρωπίνου κυττάρου;

         τα μη γονιμοποιημένα ανθρώπινα ωάρια που οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως;

γ)      Καλύπτονται και τα βλαστοκύτταρα που αποκτώνται από ανθρώπινα έμβρυα στο στάδιο της βλαστοκύστης [(17)];

2)      Ποια είναι η έννοια της φράσεως “χρήσεις ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς”; Καλύπτει η φράση αυτή κάθε εμπορική εκμετάλλευση υπό την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας [98/44], και ειδικότερα τις χρήσεις για σκοπούς επιστημονικής έρευνας;

3)      Αποκλείεται κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας η κατοχύρωση μιας τεχνικής μεθόδου με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ακόμη και στην περίπτωση που η χρήση ανθρωπίνων εμβρύων δεν αποτελεί μέρος της καλυπτόμενης από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας τεχνικής μεθόδου, αποτελεί όμως απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της μεθόδου αυτής,

α)      είτε επειδή το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά προϊόν του οποίου η παραγωγή προϋποθέτει την προηγούμενη καταστροφή ανθρωπίνων εμβρύων,

β)      είτε επειδή το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αφορά μέθοδο για την οποία ένα τέτοιο προϊόν αποτελεί απαραίτητο βασικό υλικό;»

I –    Ανάλυση

36.      Με τα τρία ερωτήματα, τα οποία είναι απολύτως σαφή και επιβάλλεται, λόγω της λογικής τους, να εξετασθούν από κοινού, ζητείται από το Δικαστήριο να παράσχει, κατ’ αρχάς, τον ορισμό του ανθρωπίνου εμβρύου και να διευκρινίσει εάν είναι δυνατή η χρήση του εν λόγω όρου σε συγκεκριμένες πραγματικές καταστάσεις. Αποδίδεται ο χαρακτηρισμός αυτός από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως του ωαρίου ή πρέπει να προηγηθεί η ολοκλήρωση ορισμένου σταδίου αναπτύξεως του εμβρύου; Αποτελεί η βλαστοκύστη έμβρυο; Καλύπτει ο εν λόγω όρος τα προϊόντα που προκύπτουν με τη χρήση των τεχνικών της παρθενογενέσεως ή της θεραπευτικής κλωνοποιήσεως;

37.      Στα εν λόγω ερωτήματα προστίθενται δύο ακόμη τα οποία αφορούν τους λόγους αποκλεισμού από τη δυνατότητα κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Το ένα από τα ερωτήματα αυτά αφορά την έννοια της χρήσεως εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς και το άλλο αφορά τις συνέπειες που απορρέουν από το γεγονός ότι η υλοποίηση της εφευρέσεως προϋποθέτει την καταστροφή εμβρύου, ακόμη και στην περίπτωση που η χρήση ανθρωπίνων εμβρύων δεν αποτελεί μέρος της καλυπτόμενης από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας τεχνικής μεθόδου.

 A –         Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

38.      Έχω πλήρη επίγνωση του εξαιρετικά ευαίσθητου χαρακτήρα των υποβληθέντων ερωτημάτων, επί των οποίων μόνο δύο κράτη μέλη έκριναν σκόπιμο να εκφράσουν την άποψή τους κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία.

39.      Το ζήτημα του ορισμού του εμβρύου αποτελεί βασικό στοιχείο διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων και θρησκειών, καθώς και αντικείμενο διαρκούς επιστημονικής αναζητήσεως.

40.      Δεν προτίθεμαι να επιλέξω ούτε να επιβάλλω κάποια από τις εν λόγω πεποιθήσεις.

41.      Η προσέγγισή μου λαμβάνει, επίσης, υπόψη τη σημασία των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών διακυβευμάτων που συνδέονται με τα ερωτήματα που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο. Εξάλλου, κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία έγινε αναφορά στα εν λόγω διακυβεύματα, καθόσον ο εφεσείων στην κύρια δίκη υποστήριξε ότι ο ενδεχόμενος αποκλεισμός της δυνατότητας κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ενέχει τον κίνδυνο να ανακόψει την έρευνα, καθώς και να αποθαρρύνει τους ερευνητές από την παραμονή στην Ευρώπη, προτρέποντάς τους να αναχωρήσουν για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Ιαπωνία. Επιπλέον, η αναφορά στην Ιαπωνία δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να εκληφθεί ως αμελητέα, δεδομένου ότι, στο εν λόγω κράτος, το έργο του καθηγητή Yamanaka, το οποίο σχετίζεται με την απόσπαση πολυδύναμων βλαστοκυττάρων από ώριμα ανθρώπινα κύτταρα που έχουν ληφθεί από ενηλίκους, ήτοι με μέθοδο η οποία, προφανώς, δεν εγείρει ηθικά ζητήματα, έχει κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (18).

42.      Δεν προτίθεμαι να επιλύσω τυχόν επιστημονικές διαφωνίες όσον αφορά την αποτελεσματικότητα ή την ασφάλεια εκάστης μεθόδου. Δεν προτίθεμαι καν να θίξω ένα τέτοιο ζήτημα.

43.      Επιπλέον, δεν αγνοώ τις προσδοκίες των προσώπων που προσβλέπουν στην πρόοδο της επιστήμης προκειμένου να ανακουφιστούν από τα δεινά τους.

44.      Φρονώ ότι η δυνατότητα κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν είναι αδύνατο να διαχωρισθεί από την έρευνα. Τα κράτη μέλη είναι σαφώς ελεύθερα να χορηγούν άδεια για τη διεξαγωγή έρευνας υπό τους όρους που καθορίζουν τα ίδια. Εντούτοις, η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ήτοι, στην πραγματικότητα, η διάθεση στην αγορά προϊόντων που παράγονται σύμφωνα με τους όρους του οικείου διπλώματος ευρεσιτεχνίας, πρέπει να συνάδει με τους όρους που καθορίζει η οδηγία 98/44 προς τον σκοπό της εναρμονίσεως του εν λόγω τομέα, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη και δεοντολογικές εκτιμήσεις οι οποίες διασφαλίζουν ότι ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται στο πλαίσιο της οικονομικής λειτουργίας της αγοράς δεν θίγει τις θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης.

45.      Το ερώτημα που υποβάλλεται στο Δικαστήριο είναι ασφαλώς δυσχερές. Εντούτοις, αποτελεί ερώτημα αποκλειστικά νομικό. Η εγγενής δυσκολία του εν λόγω ερωτήματος επιτείνεται από την σαφώς κυρίαρχη στο δίκαιο, αλλά ιδιαιτέρως έντονη εν προκειμένω, αναφορά στις έννοιες της δημόσιας τάξεως, της δεοντολογίας ή της ηθικής, η οποία προκύπτει από τις διευκρινίσεις που παρέχει ο ίδιος ο νομοθέτης, για παράδειγμα, στη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 98/44 ή στο άρθρο 6 της ίδιας οδηγίας, περαιτέρω δε και από τις αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων από τις οποίες εμφορείται το δίκαιο της Ένωσης ως σύνολο.

46.      Οι εν λόγω αναφορές υποδηλώνουν ορθώς ότι η Ένωση δεν αποτελεί απλώς και μόνον αγορά η οποία χρήζει ρυθμίσεως, αλλά συνιστά επίσης έκφραση κοινών αξιών. Η αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είχε αναγνωρισθεί από το Δικαστήριο ως γενική αρχή του δικαίου πριν ακόμη κατοχυρωθεί ως θεμελιώδης αρχή με το άρθρο 2 της Συνθήκης ΕΕ.

47.      Στο καθορισμένο αυτό πλαίσιο, φρονώ ότι μόνο νομικές αναλύσεις οι οποίες διενεργούνται βάσει αντικειμενικών δεδομένων και θεμελιώνονται στην επιστήμη μπορούν να στηρίξουν λύση ικανή να γίνει δεκτή από όλα τα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο ακριβώς αυτής της προσπάθειας θεμελιώσεως της νομικής αναλύσεως επί αντικειμενικών στοιχείων πρέπει η σιωπή της επιστήμης ή η αδυναμία της προς απόδειξη να εκλαμβάνονται επίσης ως τέτοια αντικειμενικά δεδομένα.

48.      Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, η λύση την οποία προτείνω ή αυτή στην οποία θα καταλήξει το Δικαστήριο θα έχει αξία μόνον επί του παρόντος. Η επιστημονική πρόοδος ενδέχεται να οδηγήσει στη μελλοντική αναθεώρησή της.

49.      Επίσης, θεωρώ σκόπιμη τη διευκρίνιση ότι ο νομικός ορισμός τον οποίο θα προτείνω εντάσσεται στο πλαίσιο της υπό εξέταση οδηγίας, η οποία έχει τεχνικό χαρακτήρα, και ότι, κατά τη γνώμη μου, από τον εν λόγω ορισμό δεν μπορούν να αντληθούν έννομες συνέπειες για άλλους τομείς που αφορούν μεν την ανθρώπινη ζωή, αλλά εντάσσονται σε τελείως διαφορετικό πλαίσιο και, πρωτίστως, δεν διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης. Για τον λόγο αυτό φρονώ ότι η αναφορά που έγινε κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με την άμβλωση, εξ ορισμού, δεν εμπίπτει στο υπό εξέταση ζήτημα. Συγκεκριμένα, αδυνατώ να συγκρίνω το ζήτημα της πιθανής χρήσεως εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς με το περιεχόμενο εθνικών νομοθετικών διατάξεων που αποσκοπούν στην επίλυση οδυνηρών ατομικών καταστάσεων.

 Β −   Επί των ερωτημάτων

50.      Πριν αναζητηθεί ο ορισμός του ανθρωπίνου εμβρύου, επιβάλλεται να προσδιοριστεί εάν η εν λόγω αναζήτηση είναι αναγκαία.

51.      Από τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν οι κυβερνήσεις κρατών μελών προκύπτει ότι τα τελευταία τείνουν προς την εκτίμηση ότι ο εν λόγω ορισμός εναπόκειται αποκλειστικώς στη διακριτική τους ευχέρεια.

52.      Δεν συμφωνώ με την άποψη αυτή.

53.      Συμμερίζομαι την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι στην εν λόγω έννοια επιβάλλεται να δοθεί αυτοτελής ορισμός που θα προσιδιάζει στο δίκαιο της Ένωσης. Τούτο προκύπτει τόσο από το περιεχόμενο και τον σκοπό της οδηγίας 98/44 όσο και από τους κανόνες που έχει ήδη συναγάγει το Δικαστήριο με προηγούμενες αποφάσεις ερμηνευτικές της εν λόγω οδηγίας.

54.      Κατ’ αρχάς, όσον αφορά το περιεχόμενο της οδηγίας, πρέπει να υπομνησθεί ότι αυτή αποτελεί οδηγία εναρμονίσεως. Συγκεκριμένα, στην τρίτη αιτιολογική σκέψη της αναφέρεται ότι «η αποτελεσματική και εναρμονισμένη προστασία σε όλα τα κράτη μέλη είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διατήρηση και την ενθάρρυνση των επενδύσεων στον τομέα της βιοτεχνολογίας».

55.      Η οδηγία θεσπίστηκε ακριβώς επειδή εντός ορισμένων κρατών μελών δεν ήταν δυνατή η κατοχύρωση κάποιων εφευρέσεων με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (19). Ως εκ τούτου, η εν λόγω οδηγία συμβάλλει στην προώθηση της έρευνας και της αναπτύξεως στον τομέα της βιοτεχνολογίας, με την άρση των εμποδίων νομικής φύσεως που αποτελούν, στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, οι νομοθετικές και νομολογιακές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών (20).

56.      Εάν εναπόκειτο στα κράτη μέλη να διατυπώσουν τον ορισμό του ανθρωπίνου εμβρύου, λαμβανομένων υπόψη των αποκλινουσών προσεγγίσεων που υφίστανται σε σχέση με το εν λόγω ζήτημα, τούτο θα είχε ως συνέπεια, για παράδειγμα, ότι μια εφεύρεση όπως αυτή του O. Brüstle θα μπορούσε να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εντός ορισμένων κρατών μελών, ενώ εντός άλλων κρατών μελών θα ήταν ανεπίδεκτη κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Τούτο θα αντέβαινε προς τον κύριο σκοπό της εν λόγω οδηγίας ο οποίος συνίσταται, το υπενθυμίζω, στην καθιέρωση αποτελεσματικής και εναρμονισμένης έννομης προστασίας των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων (21).

57.      Στη νομολογία του Δικαστηρίου εντοπίζονται και άλλα επιχειρήματα τα οποία βαίνουν προς την ίδια κατεύθυνση.

58.      Κατ’ αρχάς, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, από τις απαιτήσεις της ομοιόμορφης εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης και της αρχής της ισότητας απορρέει ότι στο περιεχόμενο διατάξεως της νομοθεσίας της Ένωσης, η οποία δεν παραπέμπει ρητώς στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και της σημασίας της, πρέπει κανονικά να δίδεται σε όλη την Ευρωπαϊκή Κοινότητα αυτοτελής και ομοιόμορφη ερμηνεία (22). Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της επίμαχης οδηγίας το οποίο, το υπενθυμίζω, ορίζει ότι δεν κατοχυρώνονται με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας οι χρήσεις ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς δεν περιέχει καμία ρητή αναφορά στο δίκαιο των κρατών μελών.

59.      Δεύτερον, ειδικά όσον αφορά την εν λόγω οδηγία, το Δικαστήριο, κατόπιν προσφυγής του Βασιλείου των Κάτω Χωρών με αντικείμενο την ακυρώσή της, είχε την ευκαιρία να επισημάνει, με την προπαρατεθείσα απόφαση Κάτω Χώρες κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, ότι, υποχρεώνοντας τα κράτη μέλη να προστατεύουν τις βιοτεχνολογικές εφευρέσεις διά του εθνικού δικαίου τους περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, η οδηγία 98/44 έχει στην πραγματικότητα ως αντικείμενο την πρόληψη των προσβολών κατά της ενότητας της εσωτερικής αγοράς που θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανακύψουν από το γεγονός ότι τα κράτη μέλη αποφασίζουν μονομερώς να παράσχουν ή μη παρόμοια προστασία (23).

60.      Τρίτον, όσον αφορά το περιεχόμενο του άρθρου 6, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, σε σχέση με τα κράτη μέλη, το Δικαστήριο έκρινε ότι η οικεία διάταξη δεν παρέχει στα κράτη μέλη κανένα περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά την απαγόρευση κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας των μεθόδων και χρήσεων στις οποίες αυτό αναφέρεται (24). Φρονώ ότι ο εν λόγω δεσμευτικός χαρακτήρας μιας από τις βασικές διατάξεις της εν λόγω οδηγίας συνηγορεί επίσης υπέρ της ομοιόμορφης ερμηνείας της έννοιας του ανθρωπίνου εμβρύου εντός της Ένωσης. Συγκεκριμένα, δεν αντιλαμβάνομαι πώς μια τόσο κατηγορηματική απαγόρευση, η οποία ισχύει σε όλα κράτη μέλη, μπορεί να στηρίζεται σε όρους οι οποίοι δεν έχουν κοινό περιεχόμενο σε όλα τα κράτη μέλη.

61.      Συνεπώς, φρονώ ότι ο όρος «ανθρώπινο έμβρυο» πρέπει να έχει κοινό περιεχόμενο σε κοινοτικό επίπεδο.

62.      Επομένως, για να απαντηθεί το πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί ο ορισμός του ανθρωπίνου εμβρύου κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44.

63.      Συγκεκριμένα πρέπει να απαντηθούν τα ακόλουθα ερωτήματα: μπορεί να χρησιμοποιείται ο όρος «ανθρώπινο έμβρυο» από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως του ωαρίου ή πρέπει να προηγηθεί η ολοκλήρωση ορισμένου σταδίου αναπτύξεως; Ομοίως, μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν ανθρώπινα έμβρυα κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως τα μη γονιμοποιημένα ανθρώπινα ωάρια, στα οποία έχει μεταμοσχευθεί ο πυρήνας ώριμου ανθρωπίνου κυττάρου ή τα οποία οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως;

64.      Η οδηγία 98/44 δεν περιέχει ορισμό του ανθρωπίνου εμβρύου. Ομοίως, οι προπαρασκευαστικές εργασίες που οδήγησαν στην εκπόνησή της ουδέν αναφέρουν σχετικά με το περιεχόμενο του εν λόγω όρου.

65.      Τα στοιχεία που είναι ικανά να κατευθύνουν την παρούσα ανάλυση μπορούν, κατ’ αρχήν, να αναζητηθούν σε τρεις διαφορετικές πηγές, ήτοι στη νομοθεσία των κρατών μελών, στο περιεχόμενο της οδηγίας και στα σύγχρονα δεδομένα της επιστήμης.

66.      Όσον αφορά τη νομοθεσία των κρατών μελών, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι μάταιο να αναζητηθούν σε αυτή στοιχεία τα οποία να επιτρέπουν τη διαμόρφωση ομόφωνης αντιλήψεως σχετικά με τον εν λόγω όρο.

67.      Εντός των κρατών μελών εντοπίζονται αποκλίνουσες νομοθετικές διατάξεις και νομολογιακές πρακτικές όσον αφορά το εν λόγω ζήτημα. Διακρίνονται δύο μεγάλες ομάδες, εκ των οποίων η πρώτη ισχυρίζεται ότι το ανθρώπινο έμβρυο υπάρχει από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως και η δεύτερη υποστηρίζει ότι υπάρχει από τη στιγμή της εμφυτεύσεως του γονιμοποιημένου ωαρίου στο ενδομήτριο.

68.      Συγκεκριμένα, στην Εσθονία, κατά το άρθρο 3 του νόμου περί τεχνητής γονιμοποιήσεως και προστασίας των εμβρύων (Kunstliku viljastamise ja embrüokaitse seadus) (25), ο όρος «έμβρυο» καλύπτει το κύημα από το πρώιμο στάδιο της αναπτύξεώς του το οποίο αρχίζει από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως. Ομοίως, στη Γερμανία, όπως προαναφέρθηκε, ως «έμβρυο» νοείται το γονιμοποιημένο ανθρώπινο ωάριο, το οποίο είναι ικανό να αναπτυχθεί, από τη στιγμή της συντήξεως των πυρήνων, καθώς και κάθε «ολοδύναμο», όπως αποκαλείται, κύτταρο, ήτοι κύτταρο που λαμβάνεται από έμβρυο και το οποίο είναι ικανό να διαιρεθεί και να εξελιχθεί σε πλήρες άτομο (26). Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο b, του νόμου περί ανθρώπινης αναπαραγωγής και εμβρυολογίας του 1990 (The Human Fertilisation and Embryology Act 1990) (27), όπως έχει τροποποιηθεί από τον νόμο περί ανθρώπινης αναπαραγωγής και εμβρυολογίας του 2008 (The Human Fertilisation and Embryology Act 2008) (28), ορίζει ότι στην έννοια του εμβρύου εμπίπτει κάθε ωάριο που έχει γονιμοποιηθεί ή υποβληθεί σε άλλη μέθοδο ικανή να παραγάγει έμβρυο.

69.      Σε άλλα κράτη μέλη, όπως στο Βασίλειο της Ισπανίας ή στο Βασίλειο της Σουηδίας, ο όρος «ανθρώπινο έμβρυο» χρησιμοποιείται από τη στιγμή της εμφυτεύσεως του ωαρίου στο ενδομήτριο.

70.      Για παράδειγμα, στην Ισπανία χρησιμοποιείται ο όρος «προέμβρυο», στον οποίο, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, του νόμου 14/2006 περί τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ley 14/2006 sobre técnicas de reproducción humana asistida), της 26ης Μαΐου 2006 (29), εμπίπτει το έμβρυο που παράχθηκε σε δοκιμαστικό σωλήνα και αποτελείται από σύνολο κυττάρων τα οποία προκύπτουν από τη διαδοχική διαίρεση του ωοκυττάρου κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της γονιμοποιήσεως και της δέκατης τέταρτης ημέρας από τη γονιμοποίηση. Το προέμβρυο ορίζεται στο άρθρο 3, στοιχείο ια΄, του νόμου 14/2007 περί βιοϊατρικής έρευνας (ley 14/2007 de Investigación Biomédica), της 3ης Ιουλίου 2007 (30), ως το στάδιο της εμβρυϊκής αναπτύξεως το οποίο αρχίζει εντός του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωοκυττάρου στο ενδομήτριο της γυναίκας έως την οργανογενέση και το οποίο περατώνεται 56 ημέρες μετά τη γονιμοποίηση, εξαιρουμένων των ημερών κατά τη διάρκεια των οποίων ενδέχεται να έχει διακοπεί η ανάπτυξη.

71.      Αντιθέτως, το περιεχόμενο της οδηγίας 98/44, καθώς και άλλες συναφείς διεθνείς ρυθμίσεις παρέχουν χρήσιμες ενδείξεις για τη διαμόρφωση κοινώς αποδεκτής αντιλήψεως σχετικά με τον επίμαχο όρο.

72.      Όσον αφορά την οδηγία 98/44, το περιεχόμενό της παρέχει μια ένδειξη μείζονος σημασίας. Ποια είναι η έννοια η οποία χρήζει ορισμού εν προκειμένω; Η εμφάνιση της ζωής; Η καθοριστική στιγμή κατά την οποία, εντός του ενδομητρίου, εκείνο που προηγουμένως αποτελούσε ίσως απλώς και μόνο μάζα κυττάρων αλλάζει φύση και μετατρέπεται, ασφαλώς όχι ακόμη σε ανθρώπινο όν, αλλά σαφώς σε αντικείμενο δικαίου, εάν όχι σε υποκείμενο δικαίου; Σε καμία περίπτωση. Δεν είναι αυτό το ερώτημα που απορρέει από το γράμμα και την προσέγγιση της εν λόγω οδηγίας, η οποία, χάρη στην ευστοχία της ορολογίας που χρησιμοποιεί, οδηγεί στον ορισμό όχι της ζωής, αλλά του ανθρωπίνου σώματος. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το «ανθρώπινο σώμα, στα διαφορετικά στάδια του σχηματισμού και της αναπτύξεώς του» το οποίο η οδηγία ανάγει σε αντικείμενο προστασίας (31), καθόσον ορίζει ρητώς ότι τούτο δεν μπορεί να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

73.      Το σώμα υπάρχει, σχηματίζεται και αναπτύσσεται ανεξάρτητα από εκείνον στον οποίον ανήκει.

74.      Επομένως, το ερώτημα που τίθεται είναι ποια μορφή του ανθρωπίνου σώματος ή ποιο στάδιο της εξελίξεώς του πρέπει να καλύπτει ο νομικός χαρακτηρισμός «έμβρυο».

75.      Το δεύτερο ερμηνευτικό στοιχείο το οποίο ελκύει την προσοχή του αναγνώστη είναι η έντονη αναφορά στη δεοντολογία, η οποία επισημάνθηκε ήδη ανωτέρω. Τούτο οφείλεται, αναμφιβόλως, στο γεγονός ότι η βιοτεχνολογία άπτεται της ζώσας ύλης και εν προκειμένω αφορά ειδικά τον άνθρωπο (32).

76.      Συγκεκριμένα, η οδηγία 98/44 ορίζει, συναφώς, ότι το δίκαιο της ευρεσιτεχνίας πρέπει να εφαρμόζεται τηρουμένων των θεμελιωδών αρχών που εγγυώνται την αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα του ατόμου (33).

77.      Ομοίως, ο νομοθέτης της Ένωσης τονίζει την αρχή κατά την οποία αποκλείονται από την ευρεσιτεχνιακή κατοχύρωση οι εφευρέσεις των οποίων η εμπορική εκμετάλλευση είναι αντίθετη με τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη και ορίζει ότι οι δύο αυτές έννοιες αντιστοιχούν, ιδίως, σε δεοντολογικές ή ηθικές αρχές οι οποίες αναγνωρίζονται σε ένα κράτος μέλος και των οποίων ο σεβασμός επιβάλλεται ιδιαίτερα (34) από άποψη βιοτεχνολογίας (35).

78.      Περαιτέρω, οι συναφείς διεθνείς συμφωνίες καθορίζουν, επίσης, παρόμοιους περιορισμούς. Συγκεκριμένα, το άρθρο 27, παράγραφος 2, της συμφωνίας TRIPS ορίζει ότι τα μέλη δύνανται να αρνούνται την απονομή διπλώματος ευρεσιτεχνίας αναφορικά με μια εφεύρεση, όταν η παρεμπόδιση της εμπορικής εκμεταλλεύσεως της εφευρέσεως αυτής στο έδαφός τους επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας τάξεως ή ηθικής. Ομοίως, το άρθρο 53, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως του Μονάχου ορίζει ότι δεν απονέμεται δίπλωμα ευρεσιτεχνίας σε εφευρέσεις των οποίων η οικονομική εκμετάλλευση αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

79.      Τα σύγχρονα δεδομένα της επιστήμης, σε συνδυασμό με τα προεκτεθέντα, οδηγούν, κατά τη γνώμη μου, στον ζητούμενο ορισμό, καθόσον καθιστούν δυνατή τη θεμελίωσή του τόσο στις ειδικές πληροφορίες που παρέχει η επιστήμη όσο και στις συνέπειες που μπορούν να συναχθούν από τη σιωπή της επιστήμης ως προς ορισμένα σημεία.

80.      Συγκεκριμένα, εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, καίτοι η σύγχρονη επιστήμη μπορεί να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη βιολογική διαδικασία που οδηγεί από τη σύλληψη στη γέννηση, εντούτοις, έως σήμερα, αδυνατεί να προσδιορίσει τη χρονική στιγμή στην οποία τοποθετείται η πραγματική έναρξη της ανθρώπινης υπάρξεως. Μπορεί να γίνει δεκτό με επιστημονική ακρίβεια ανεπίδεκτη αμφισβητήσεως, η οποία και μόνον είναι ικανή να επιλύσει και, ως εκ τούτου, να υπερβεί τα συναφή ζητήματα δεοντολογίας ή ηθικής, ότι τούτο συμβαίνει κατά την προαναφερθείσα διαρκή διαδικασία η οποία αρχίζει με τη σύντηξη των γαμετών;

81.      Θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως της επιστημονικής γνώσεως, μόνον αρνητική απάντηση μπορεί να δοθεί στο εν λόγω ερώτημα, διότι, επί του παρόντος, είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η εμφάνιση της ζωής, ενδεχομένως επειδή είναι αδύνατος ο ορισμός της. Κατά τα λοιπά, ακόμη και εάν ήταν δυνατός ο εν λόγω προσδιορισμός, θα έπρεπε στη συνέχεια να διερωτηθεί κανείς ποιος λόγος επιτάσσει το προστάδιο της ζωής να τυγχάνει μειωμένης προστασίας σε σχέση με τα μεταγενέστερα στάδια που αποτελούν τη φυσική του εξέλιξη.

82.      Στο εν λόγω ερώτημα, ούτως διατυπωθέν, αρμόζει απάντηση εμπνευσμένη άμεσα από εκτιμήσεις φιλοσοφικής ή θρησκευτικής φύσεως, η οποία θα ήταν, επομένως, αδύνατο να διατυπωθεί κατά τρόπο κοινώς αποδεκτό.

83.      Δεν θα ακολουθήσω την εν λόγω προσέγγιση.

84.      Στις μέρες μας, η επιστήμη μάς διδάσκει κατά τρόπο καθολικώς αποδεκτό, τουλάχιστον εντός των κρατών μελών, ότι η εξέλιξη που έχει ως αφετηρία τη σύλληψη αρχίζει από ολιγάριθμα κύτταρα τα οποία παραμένουν στην αρχική τους κατάσταση μόνον κατά τη διάρκεια ορισμένων ημερών. Πρόκειται για τα ολοδύναμα κύτταρα των οποίων βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί ότι καθένα από αυτά είναι ικανό να εξελιχθεί σε πλήρες άτομο. Τα εν λόγω κύτταρα έχουν επίσης ικανότητα μελλοντικής διαιρέσεως και, στη συνέχεια, διαφοροποιήσεως η οποία θα οδηγήσει, μετά την ολοκλήρωση της αναπτύξεως, στη γέννηση ενός ανθρώπου. Η συνολική ικανότητα μελλοντικής εξελίξεως συγκεντρώνεται, επομένως, σε ένα και μόνο κύτταρο.

85.      Ως εκ τούτου, τα ολοδύναμα κύτταρα συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, το πρώτο στάδιο του ανθρωπίνου σώματος το οποίο θα προέλθει από αυτά. Πρέπει, κατά συνέπεια, να χαρακτηρίζονται νομικώς ως «έμβρυα».

86.      Το ερώτημα εάν ο εν λόγω χαρακτηρισμός πρέπει να δίδεται πριν από την εμφύτευση στο ενδομήτριο ή μόνον κατόπιν αυτής ελάχιστη σημασία έχει, κατά τη γνώμη μου, εν προκειμένω, και τούτο ασφαλώς χωρίς να παραγνωρίζεται η χρηστική σημασία της εμφυτεύσεως.

87.      Πώς μπορεί, άλλωστε, να αιτιολογηθεί η διαφοροποίηση του νομικού χαρακτηρισμού με βάση τη συνδρομή ή μη του εν λόγω ειδικού στοιχείου; Με την αιτιολογία ότι πριν από την εμφύτευση το μέλλον του γονιμοποιημένου ωαρίου παραμένει αμφίβολο; Δεν ισχύει το ίδιο και κατόπιν της εμφυτεύσεως; Καταλήγει κάθε εμφύτευση σε γέννηση; Είναι προφανές ότι η απάντηση είναι αρνητική. Αντιθέτως, αδυνατώ να κατανοήσω τον λόγο για τον οποίο ο οικείος χαρακτηρισμός μπορεί μεν να αποκλεισθεί υπό το πρόσχημα της πιθανής επελεύσεως ενός ατυχούς γεγονότος πριν από την εμφύτευση, όχι όμως κατόπιν αυτής, μολονότι στην τελευταία περίπτωση συντρέχει ο ίδιος ακριβώς κίνδυνος, αλλά απλώς υλοποιείται σπανιότερα. Μπορεί ένα απλό ενδεχόμενο να εκληφθεί, εν προκειμένω, ως πηγή δικαίου;

88.      Περαιτέρω, αδυνατώ να αντιληφθώ για ποιο λόγο το προϊόν της εξωσωματικής γονιμοποιήσεως δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται νομικώς ως «έμβρυο», παρά μόνον εάν αποβλέπει στην παροχή σε ορισμένο ζεύγος της δυνατότητας να αποκτήσει δικά του παιδιά.

89.      Εν προκειμένω, το εισάγον διάκριση νομικό κριτήριο είναι ψυχολογικής φύσεως και έγκειται στην πρόθεση που υπαγόρευσε τη σύντηξη των γαμετών. Το κριτήριο αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει ομοφώνως δεκτό εντός των κρατών μελών. Θα οδηγούσε αμέσως στη διατύπωση ενστάσεων συνδεομένων ευθέως με δεοντολογικές εκτιμήσεις, οι οποίες θα επηρέαζαν τις αντιλήψεις περί δημόσιας τάξεως και της ηθικής, κατά τις εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην οδηγία 98/44 και στις προπαρατεθείσες διεθνείς συμβάσεις.

90.      Συγκεκριμένα, η εν λόγω λύση θα καθιστούσε αμέσως δυνατή τη βιομηχανική καλλιέργεια εμβρύων προοριζομένων να παράγουν εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα. Είναι προφανές ότι οι εν λόγω πρακτικές προϋποθέτουν τη λήψη, δωρεάν ή όχι, γαμετών. Εάν γίνει δεκτή η εν λόγω λύση, οι οικείες πρακτικές δεν θα μπορούν πλέον να απαγορεύονται από τις εθνικές νομοθεσίες, όπως ο γερμανικός νόμος, διότι θα στηρίζονται στον ορισμό του Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, θα είναι πλέον αδύνατο να χαρακτηρίζονται ως αντιβαίνουσες στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους που επιθυμεί να τις απαγορεύσει. Η οδηγία 98/44 ορίζει ρητώς ότι μια πρακτική δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντιβαίνουσα στη δημόσια τάξη για τον μόνο λόγο ότι απαγορεύεται από τη νομοθεσία ορισμένου κράτους μέλους. Η συμβατότητα προς τη δημόσια τάξη μπορεί να αξιολογείται μόνο βάσει της συμβατότητας προς τους κανόνες που καθορίζει η εν λόγω οδηγία. Εκείνο που θα θεωρείται επιτρεπτό κατά την οικεία οδηγία δεν θα μπορεί πλέον να απαγορεύεται από το εθνικό δίκαιο.

91.      Εξάλλου, λόγω του ορισμού των ολοδύναμων κυττάρων, όπως διατυπώθηκε ανωτέρω, φρονώ ότι σε κάθε περίπτωση στην οποία υφίσταται παρουσία των κυττάρων αυτών, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν, θα πρέπει να γίνεται δεκτό ότι υφίσταται έμβρυο και ότι, επομένως, αποκλείεται κάθε δυνατότητα κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (36). Ως έμβρυα θα πρέπει να χαρακτηρίζονται και τα μη γονιμοποιημένα ωάρια στα οποία έχει μεταμοσχευθεί ο πυρήνας ώριμου κυττάρου, καθώς και τα μη γονιμοποιημένα ωάρια που οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως, στο μέτρο που οι εν λόγω μέθοδοι καθιστούν δυνατή τη λήψη ολοδύναμων κυττάρων, όπως προκύπτει από τις γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου.

92.      Η παραδοχή ότι το ολοδύναμο κύτταρο πρέπει να χαρακτηρίζεται ως έμβρυο διευθετεί, πάντως, μόνο μέρος του προβλήματος που τίθεται εν προκειμένω.

93.      Συγκεκριμένα, σε ένα από τα πολύ αρχικά ακόμη στάδια της αναπτύξεώς του, η οποία ξεκίνησε από τα ολοδύναμα κύτταρα, το έμβρυο παύει να αποτελείται από ολοδύναμα κύτταρα, και απαρτίζεται πλέον από πολυδύναμα κύτταρα, ήτοι ακριβώς από εκείνα τα κύτταρα τα οποία ευρίσκονται στο επίκεντρο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας του O. Brüstle. Τα εν λόγω κύτταρα είναι ικανά να εξελιχθούν σε κάθε κυτταρικό τύπο για να σχηματίσουν σταδιακά όλα τα όργανα του ανθρωπίνου σώματος. Πάντως, και τούτο συνιστά διαφορά κεφαλαιώδους σημασίας, τα εν λόγω κύτταρα δεν έχουν την ικανότητα να εξελιχθούν από μόνα τους σε πλήρες άτομο. Η εμφάνισή τους σηματοδοτεί ορισμένου βαθμού διαφοροποίηση η οποία, καθόσον συνεχίζει να εξελίσσεται, θα οδηγήσει στην εμφάνιση των οργάνων και όλων των επιμέρους μελών του ανθρωπίνου σώματος που θα γεννηθεί.

94.      Ένα από τα αρχικά στάδια της εν λόγω διαδικασίας, κατά το οποίο τα ολοδύναμα κύτταρα παραχωρούν τη θέση τους στα πολυδύναμα κύτταρα, αποκαλείται βλαστοκύστη. Αποτελεί κατά νόμον επίσης έμβρυο η βλαστοκύστη; Από την προηγηθείσα, έστω απλή και ελλιπή, υπενθύμιση της διαδικασίας της αναπτύξεως του εμβρύου προκύπτει σαφώς ότι εκείνο το οποίο διαδέχεται τα ολοδύναμα κύτταρα αποτελεί προϊόν αυτής καθεαυτής της ιδιαιτερότητάς τους, τον λόγο για τον οποίο υπάρχουν. Λαμβανομένου υπόψη ότι τα ολοδύναμα κύτταρα έχουν την ικανότητα να εξελιχθούν από μόνα τους σε πλήρες ανθρώπινο σώμα, συνάγεται ότι η βλαστοκύστη αποτελεί το προϊόν της εν λόγω ικανότητας, σε καθορισμένη χρονική στιγμή. Επομένως, αποτελεί μία από τις πτυχές της αναπτύξεως του ανθρωπίνου σώματος, ένα από τα στάδια από τα οποία διέρχεται το σώμα αυτό.

95.      Συνεπώς, πρέπει και αυτή, όπως και κάθε στάδιο που προηγείται ή έπεται της εν λόγω αναπτύξεως, να χαρακτηρίζεται ως έμβρυο. Ειδάλλως, θα προέκυπτε το παράδοξο αποτέλεσμα να χαρακτηρίζονται μεν ως έμβρυα τα αρχικά ολοδύναμα κύτταρα αυτά καθεαυτά, αλλά να μη χαρακτηρίζεται νομικώς ως έμβρυο η βλαστοκύστη, η οποία αποτελεί το φυσικό επακόλουθο της αναπτύξεως των αρχικών αυτών κυττάρων. Τούτο θα είχε ως συνέπεια το μεταγενέστερο στάδιο της αναπτύξεώς του ανθρωπίνου σώματος να τυγχάνει μειωμένης προστασίας σε σχέση με τα προγενέστερα στάδια.

96.      Εξάλλου, στο σημείο αυτό επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι η οδηγία 98/44, δυνάμει της αρχής της αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας του ατόμου, ορίζει ότι το ανθρώπινο σώμα στα διάφορα στάδια του σχηματισμού και της ανάπτυξεώς του, συμπεριλαμβανομένων των γενετικών κυττάρων, δεν μπορεί να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (37). Επομένως, καταδεικνύει ότι η αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας πρέπει να ισχύει όχι μόνο για τον υπαρκτό άνθρωπο, το τέκνο που έχει γεννηθεί, αλλά και για το ανθρώπινο σώμα από το πρώτο στάδιο της ανάπτυξεώς του, ήτοι από τη γονιμοποίηση.

97.      Οι ανωτέρω αρχές θα παράσχουν καθοδήγηση για το υπόλοιπο της παρούσας αναλύσεως.

98.      Από τις εν λόγω αρχές συνάγεται, επομένως, ότι ένα μεμονωμένο πολυδύναμο κύτταρο δεν μπορεί αυτό καθεαυτό να θεωρηθεί ότι αποτελεί έμβρυο. Ως προς το εν λόγω σημείο, συμμερίζομαι τη θέση που διατυπώνεται στην εθνική νομοθεσία αρκετών κρατών μελών.

99.      Συγκεκριμένα, στην πλειοψηφία των κρατών μελών γίνεται δεκτό ότι τα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα δεν αποτελούν ανθρώπινα έμβρυα. Στο γερμανικό δίκαιο, για παράδειγμα, τούτο προκύπτει ευθέως από τη διάκριση μεταξύ πολυδύναμων και ολοδύναμων κυττάρων. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ESchG, ως «ανθρώπινο έμβρυο» νοείται και κάθε «ολοδύναμο», όπως αποκαλείται, κύτταρο που λαμβάνεται από έμβρυο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η νομοθεσία ορίζει ότι τα βλαστοκύτταρα που λαμβάνονται από ανθρώπινο έμβρυο στο στάδιο της βλαστοκύστεως δεν εμπίπτουν στην έννοια του ανθρωπίνου εμβρύου, επίσης λόγω της αδυναμίας τους να αναπτυχθούν αυτοτελώς (38). Ομοίως, στην Τσεχική Δημοκρατία, ο νομοθέτης ορίζει το ανθρώπινο έμβρυο ως ένα ολοδύναμο κύτταρο ή το σύνολο των ολοδύναμων κυττάρων που έχουν την ικανότητα να εξελιχθούν σε πλήρες άτομο (39).

100. Δεδομένου ότι τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, εάν απομονωθούν, δεν έχουν την ικανότητα να εξελιχθούν σε πλήρες άτομο, φρονώ ότι δεν μπορούν να χαρακτηρίζονται ως ανθρώπινα έμβρυα. Τα εν λόγω κύτταρα ελήφθησαν σε ορισμένο στάδιο της αναπτύξεως του εμβρύου και δεν έχουν την ικανότητα να συνεχίσουν, από μόνα τους, την εν λόγω ανάπτυξη.

101. Κατά τη γνώμη μου, τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα πρέπει να θεωρείται ότι αποτελούν στοιχεία που έχουν απομονωθεί από το ανθρώπινο σώμα, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 98/44. Συγκεκριμένα, όπως διευκρινίζει ο O. Brüstle στις παρατηρήσεις που κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου, τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα προέρχονται από την εσωτερική κυτταρική μάζα της βλαστοκύστεως, η οποία αφαιρείται για τον σκοπό αυτό (40). Επομένως, κατά τη διάρκεια της αναπτύξεως του ανθρωπίνου σώματος απομονώνεται ένα στοιχείο του με σκοπό να επιτρέψει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω κυτταρική μάζα.

102. Επιπλέον, διαπιστώνεται ότι και ο νομοθέτης της Ένωσης δέχεται προφανώς ότι το εμβρυϊκό βλαστοκύτταρο αποτελεί στοιχείο που έχει απομονωθεί από το ανθρώπινο σώμα, δεδομένου ότι η οδηγία 2004/23/ΕΚ (41), η οποία θεσπίζει πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας για ανθρωπίνους ιστούς και κύτταρα που προορίζονται για εφαρμογή στον άνθρωπο (42), ορίζει στην έβδομη αιτιολογική σκέψη της ότι στο πεδίο εφαρμογής της εμπίπτουν και τα βλαστικά κύτταρα ενηλίκων και εμβρύων.

103. Εντούτοις, επιβάλλεται να ληφθεί υπόψη και η προέλευση του εν λόγω πολυδύναμου κυττάρου. Το γεγονός ότι προέρχεται από ορισμένο στάδιο της αναπτύξεως του ανθρωπίνου σώματος δεν αποτελεί, αυτό καθεαυτό, πρόβλημα μόνον υπό την προϋπόθεση ότι η λήψη του πολυδύναμου κυττάρου δεν συνεπάγεται την καταστροφή του εν λόγω ανθρωπίνου σώματος στο στάδιο αναπτύξεως στο οποίο ευρίσκεται όταν πραγματοποιείται η λήψη.

104. Όμως, στην περίπτωση που υποβάλλεται στην κρίση του Δικαστηρίου εν προκειμένω, το πολυδύναμο βλαστοκύτταρο λαμβάνεται από τη βλαστοκύστη, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί αυτή καθεαυτήν έμβρυο, ήτοι ένα από τα στάδια του σχηματισμού και της αναπτύξεως του ανθρωπίνου σώματος το οποίο εξαιτίας της λήψεως θα καταστραφεί.

105. Φρονώ ότι το επιχείρημα που προβλήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία, ότι εν προκειμένω δεν είναι αναγκαίο να εξετασθεί εάν είναι δυνατή η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας κυττάρου το οποίο έχει αφαιρεθεί από το έμβρυο ούτε ο τρόπος με τον οποίο ελήφθη το εν λόγω κύτταρο και οι συνέπειες της εν λόγω λήψεως, είναι προφανώς αδύνατο να γίνει δεκτό, για λόγους που συνδέονται και εδώ με τη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη. Τούτο καθίσταται σαφές με ένα απλό παράδειγμα.

106. Από πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις που συνδέονται με τις εργασίες του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου όσον αφορά την υπόθεση της πρώην Γιουγκοσλαβίας προκύπτει, ασφαλώς με την επιφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας, ότι κατά τη διάρκεια των εν λόγω γεγονότων ορισμένοι κρατούμενοι δολοφονήθηκαν με σκοπό τη λήψη και τη διακίνηση οργάνων του σώματός τους. Εάν, αντί της διακινήσεως οργάνων, είχαν διενεργηθεί πειράματα με αποτέλεσμα την επινόηση «εφευρέσεων», κατά την έννοια του δικαίου περί ευρεσιτεχνίας, θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι οι εφευρέσεις αυτές μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με την αιτιολογία ότι ο τρόπος με τον οποίο προέκυψαν δεν αναφέρεται στο τεχνικό αίτημα το οποίο καλύπτεται από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας;

107. Η εν λόγω συλλογιστική είναι αδύνατο να οδηγήσει σε λύση αποδεκτή από την πλειοψηφία.

108. Ως εκ τούτου, ακόμη και εάν στα αιτήματα που περιλαμβάνονται στην αίτηση για τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας δεν διευκρινίζεται ότι για την υλοποίηση της εφευρέσεως χρησιμοποιούνται ανθρώπινα έμβρυα, μολονότι τούτο ισχύει πράγματι, η δυνατότητα κατοχυρώσεως της εν λόγω εφευρέσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει να αποκλείεται. Σε αντίθετη περίπτωση, η απαγόρευση του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44 θα μπορούσε ευχερώς να καταστρατηγηθεί, καθόσον το πρόσωπο που ζητεί την κατοχύρωση της εφευρέσεώς του με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας θα αρκούσε απλώς να «παραλείψει» να διευκρινίσει στα αιτήματα του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ότι χρησιμοποιήθηκαν ή καταστράφηκαν ανθρώπινα έμβρυα. Ως εκ τούτου, η εν λόγω διάταξη θα καθίστατο άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας (43).

109. Επομένως, επιβάλλεται να γίνει δεκτό, έστω και για λόγους συνέπειας, ότι οι εφευρέσεις που αφορούν πολυδύναμα βλαστοκύτταρα είναι ανεπίδεκτες κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, εκτός εάν η υλοποίησή τους δεν συνεπάγεται δυσμενείς συνέπειες για το έμβρυο, ανεξαρτήτως εάν αυτές συνίστανται στην καταστροφή ή στην αλλοίωσή του.

110. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω κύτταρα λαμβάνονται από το ανθρώπινο έμβρυο στο στάδιο της βλαστοκύστεως και η οικεία μέθοδος συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την καταστροφή του ανθρωπίνου εμβρύου. Η βιομηχανική εφαρμογή εφευρέσεως που προϋποθέτει τη χρήση εμβρυϊκών βλαστοκύτταρων θα οδηγούσε στη μεταχείριση των ανθρωπίνων εμβρύων ως συνήθους βασικού υλικού. Η εν λόγω εφεύρεση θα μετέτρεπε το ανθρώπινο σώμα στα πρώτα στάδια της αναπτύξεώς του σε όργανο. Φρονώ ότι στο σημείο αυτό είναι προφανώς ανώφελο να γίνει εκ νέου παραπομπή στις προπαρατεθείσες έννοιες της δεοντολογίας και της δημόσιας τάξεως, καθώς η εφαρμογή τους είναι αυτονόητη.

111. Από την απαγόρευση της δυνατότητας κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δικαιολογείται μία εξαίρεση. Η εξαίρεση αυτή προβλέπεται στην ίδια την οδηγία 98/44 και αφορά τις εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό σκοπό οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες (44). Από τις προπαρασκευαστικές εργασίες που οδήγησαν στην εκπόνηση της εν λόγω οδηγίας προκύπτει ότι, με την εισαγωγή του όρου «για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς», το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέλησε ακριβώς να αντιδιαστείλει τη χρήση για τους σκοπούς αυτούς από τις εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό σκοπό οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες (45).

112. Δεδομένου ότι οι εξαιρέσεις έχουν αναγκαστικό χαρακτήρα, πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στη συγκεκριμένη περίπτωση που αναφέρεται στο κείμενο της οδηγίας 98/44. Μολονότι η χορήγηση εγκρίσεως για τη διεξαγωγή έρευνας εναπόκειται πάντοτε στα κράτη μέλη και πραγματοποιείται βάσει των διατυπώσεων που ορίζει η εθνική τους νομοθεσία, η δυνατότητα κατοχυρώσεως ορισμένης εφευρέσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας μπορεί να καθιερωθεί μόνον εφόσον συνάδει με τους κανόνες της εν λόγω οδηγίας.

113. Όσον αφορά τον όρο «χρήση για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς», κατά τη γνώμη μου, είναι σαφές ότι ουδόλως υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως ως προς το περιεχόμενό του. Η χρήση για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς προϋποθέτει παραγωγή μεγάλης κλίμακας η οποία, εν πάση περιπτώσει, υπερβαίνει σαφώς, για παράδειγμα, τον αριθμό των παρεμβάσεων που εφαρμόζονται ή θα μπορούσαν να εφαρμοστούν εντός του ενδομητρίου σε ορισμένο έμβρυο για την επανόρθωση τυχόν δυσμορφίας του και την αύξηση των πιθανοτήτων που έχει να επιβιώσει.

114. Η βιομηχανική και εμπορική εκμετάλλευση προϋποθέτουν, ενδεικτικώς, την ύπαρξη καλλιεργειών κυττάρων που προορίζονται για διάθεση σε φαρμακευτικά εργαστήρια με σκοπό την παραγωγή φαρμάκων. Στο πλαίσιο της εν λόγω εκμεταλλεύσεως, όσο πιο αποτελεσματική αποδεικνύεται η εφαρμοζόμενη θεραπευτική τεχνική, τόσο πιο επιτακτική καθίσταται η αύξηση της παραγωγής κυττάρων, επιβάλλοντας, συνεπώς, τη χρήση ανάλογου αριθμού εμβρύων, τα οποία, επομένως, δημιουργούνται με μοναδικό σκοπό να καταστραφούν λίγες ημέρες αργότερα. Θα συμβιβαζόταν με την έννοια της δημόσιας τάξεως ή με κοινώς αποδεκτές από όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης δεοντολογικές αντιλήψεις ένας ορισμός βάσει του οποίου επιτρέπεται η εν λόγω πρακτική; Κατά τη γνώμη μου, προφανώς όχι (46).

115. Συνεπώς, λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, φρονώ ότι το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44 έχει την έννοια ότι ο όρος «ανθρώπινο έμβρυο» καλύπτει, από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως, τόσο τα αρχικά ολοδύναμα κύτταρα όσο και το σύνολο της διαδικασίας της αναπτύξεως και του σχηματισμού του ανθρωπίνου σώματος που έπεται της γονιμοποιήσεως, όπως, ιδίως, τη βλαστοκύστη. Επιπλέον, τα μη γονιμοποιημένα ωάρια στα οποία έχει μεταμοσχευθεί ο πυρήνας ώριμου ανθρωπίνου κυττάρου ή τα οποία οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως καλύπτονται επίσης από τον εν λόγω όρο, στο μέτρο που η χρήση των εν λόγω τεχνικών συνεπάγεται τη λήψη ολοδύναμων κυττάρων.

116. Αντιθέτως, τα μεμονωμένα εμβρυϊκά πολυδύναμα βλαστοκύτταρα δεν καλύπτονται από τον εν λόγω όρο, διότι δεν έχουν, από μόνα τους, την ικανότητα να εξελιχθούν σε πλήρες άτομο.

117. Επιπλέον, φρονώ ότι, κατά την εν λόγω διάταξη, πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα κατοχυρώσεως ορισμένης εφευρέσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, εάν η εφαρμογή της τεχνικής διαδικασίας η οποία ζητείται να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει είτε την προηγούμενη καταστροφή ανθρωπίνων εμβρύων είτε τη χρήση τους ως βασικού υλικού, ακόμη και εάν η περιγραφή της εν λόγω διαδικασίας δεν περιέχει καμία αναφορά στη χρήση ανθρωπίνων εμβρύων.

118. Εν τέλει, κατά τη γνώμη μου, η εν λόγω διάταξη έχει την έννοια ότι από την απαγόρευση της κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας χρήσεων ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς εξαιρούνται μόνον εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό στόχο οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες.

II – Πρόταση

119. Κατόπιν των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα ερωτήματα που υπέβαλε το Bundesgerichtshof ως εξής:

«Το άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 98/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 1998, σχετικά με την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων, έχει την ακόλουθη έννοια:

–        Ο όρος “ανθρώπινο έμβρυο” καλύπτει, από τη στιγμή της γονιμοποιήσεως, τόσο τα αρχικά ολοδύναμα κύτταρα όσο και το σύνολο της διαδικασίας της αναπτύξεως και του σχηματισμού του ανθρωπίνου σώματος που έπεται της γονιμοποιήσεως, όπως, ιδίως, τη βλαστοκύστη.

–        Τα μη γονιμοποιημένα ωάρια στα οποία έχει μεταμοσχευθεί ο πυρήνας ώριμου ανθρωπίνου κυττάρου ή τα οποία οδηγήθηκαν σε διαίρεση και πολλαπλασιασμό μέσω παρθενογενέσεως καλύπτονται επίσης από τον εν λόγω όρο, στο μέτρο που η χρήση των τεχνικών αυτών συνεπάγεται τη λήψη ολοδύναμων κυττάρων.

–        Τα μεμονωμένα εμβρυϊκά πολυδύναμα βλαστοκύτταρα δεν καλύπτονται από τον εν λόγω όρο, διότι δεν έχουν, από μόνα τους, την ικανότητα να εξελιχθούν σε πλήρες άτομο.

–        Πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ορισμένης εφευρέσεως, εάν η εφαρμογή της τεχνικής διαδικασίας η οποία ζητείται να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει είτε την προηγούμενη καταστροφή ανθρωπίνων εμβρύων είτε τη χρήση τους ως βασικού υλικού, ακόμη και εάν η περιγραφή της εν λόγω διαδικασίας δεν περιέχει καμία αναφορά στη χρήση ανθρωπίνων εμβρύων.

–        Από την απαγόρευση της κατοχυρώσεως με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας χρήσεων ανθρωπίνων εμβρύων για βιομηχανικούς ή εμπορικούς σκοπούς εξαιρούνται μόνον εφευρέσεις με θεραπευτικό ή διαγνωστικό σκοπό οι οποίες εφαρμόζονται στο έμβρυο και του είναι χρήσιμες.»


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2 – ΕΕ L 213, σ. 13.


3 – Η εν λόγω μέθοδος αποκαλείται επίσης «θεραπευτική κλωνοποίηση».


4 – ΕΕ L 336, σ. 1, στο εξής: Συμφωνία TRIPS.


5 – Στο εξής: Σύμβαση του Μονάχου.


6 – Στο εξής: Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.


7 – Βλ. την τρίτη και την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.


8 – Η εν λόγω σύμβαση διατέθηκε προς υπογραφή κατά τη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (ΣΗΕΠΑ), η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο στις 5 Ιουνίου 1992, και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 93/626/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993 (ΕΕ L 309, σ. 1). Άρχισε να ισχύει στις 29 Δεκεμβρίου 1993.


9 – BGBl. 2005 I, σ. 2521.


10 – BGBl. 1990 I, σ. 2746, στο εξής: ESchG.


11 – BGBl. 2002 I, σ. 2277.


12 – Στο σημείο 13 των γραπτών παρατηρήσεων που κατέθεσε ο O. O. Brüstle αναφέρεται ότι ως προγονικά κύτταρα νοούνται τα ανώριμα σωματικά κύτταρα τα οποία έχουν ακόμη την ικανότητα προς πολλαπλασιασμό. Τα εν λόγω προγονικά κύτταρα είναι ικανά να αναπτυχθούν και να διαφοροποιηθούν σε καθορισμένα ώριμα σωματικά κύτταρα.


13 – Στο σημείο 15 των εν λόγω γραπτών παρατηρήσεων αναφέρεται ότι τα προγονικά νευρικά κύτταρα αποτελούν ανώριμα κύτταρα τα οποία είναι ικανά να σχηματίσουν ώριμα κύτταρα του νευρικού συστήματος, όπως, για παράδειγμα, νευρώνες.


14 – Επισημαίνεται ότι, στο σημείο 20 των γραπτών του παρατηρήσεων, ο O. Brüstle διευκρινίζει ότι χαρακτηρίζει τα εν λόγω κύτταρα ως «ολοδύναμα» υπό τη στενή έννοια του όρου, αντιθέτως προς τη γερμανική νομοθεσία η οποία τα χαρακτηρίζει ως «πολυδύναμα». Στις παρούσες προτάσεις, για λόγους σαφήνειας και προς αποφυγή συγχύσεως, τα κύτταρα αυτού του τύπου χαρακτηρίζονται ως «πολυδύναμα», καθόσον ο εν λόγω όρος γίνεται δεκτός και χρησιμοποιείται από το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής κοινότητας.


15 – Τα νευρογλοιακά κύτταρα αποτελούν τα μη νευρικά κύτταρα του νευρικού συστήματος. Δεν μεταδίδουν ηλεκτροχημικές ώσεις, αλλά είναι αναγκαία για τη διατήρηση του βιοχημικού περιβάλλοντος εντός του οποίου λειτουργούν οι νευρώνες. Αντιπροσωπεύουν το 70 έως 80% του συνόλου των κυττάρων του νευρικού συστήματος.


16 – Στο εξής: Greenpeace.


17 –      Το στάδιο της βλαστοκύστης επέρχεται περίπου πέντε ημέρες μετά τη γονιμοποίηση.


18 – Πρόκειται για επαγόμενα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα, τα οποία αποκαλούνται «κύτταρα iPS». Τα εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα τα οποία καλύπτονται από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του O. Brüstle αποκαλούνται «κύτταρα ES».


19 – Βλ., συναφώς, απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2001, C‑377/98, Κάτω Χώρες κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (Συλλογή 2001, σ. Ι‑7079, σκέψη 25).


20 – Βλ. πέμπτη έως έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 98/44. Βλ., επίσης, προπαρατεθείσα απόφαση Κάτω Χώρες κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (σκέψη 27).


21 – Βλ. τρίτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.


22 – Βλ., ιδίως, απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2003, C‑373/00, Adolf Truley (Συλλογή 2003, σ. I‑1931, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


23 – Βλ. σκέψη 18 της αποφάσεως.


24 – Βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Κάτω Χώρες κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (σκέψεις 37 έως 39), καθώς και απόφαση της 16ης Ιουνίου 2005, C‑456/03, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 2005, σ. I‑5335, σκέψη 78).


25 – RT I 1997, 51, 824.


26 – Άρθρο 8, παράγραφος 1, του ESchG.


27 – Το κείμενο του νόμου είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://www.legislation.gov.uk/ukpga/1990/37/contents.


28 – Το κείμενο του νόμου είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://www.legislation.gov.uk/ukpga/2008/22/contents.


29 – BOE αριθ. 126, της 27ης Μαΐου 2006, σ. 19947.


30 – BOE αριθ. 159, της 4ης Ιουλίου 2007, σ. 28826.


31 – Βλ. άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας. Βλ., επίσης, δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της ίδιας οδηγίας.


32 – Βλ. σ. 1 της τροποποιημένης προτάσεως οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων [COM(97) 446 τελικό]. Βλ., επίσης, σημείο 1.4 της γνωμοδοτήσεως αριθ. 878 της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 1996, για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων», η οποία είναι διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο της εν λόγω επιτροπής.


33 – Βλ. δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.


34 – Η υπογράμμιση δική μου.


35 – Βλ. τριακοστή έβδομη και τριακοστή ένατη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.


36 – Σημειώνεται, συναφώς, ότι, στην έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, της 14ης Ιουλίου 2005, υπό τον τίτλο «Εξέλιξη και επιπτώσεις του δικαίου ευρεσιτεχνίας στον τομέα της βιοτεχνολογίας και της γενετικής μηχανικής» [COM(2005) 312 τελικό], η Επιτροπή αναφέρει ότι, για ίδιους ακριβώς λόγους, πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα κατοχυρώσεως ολοδύναμων κυττάρων με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (σκέψη 2.2, πέμπτο εδάφιο).


37 – Βλ. άρθρο 5, παράγραφος 1, και δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.


38 – Βλ. άρθρο 1, παράγραφος 1, του νόμου του 1990 περί γονιμοποιήσεως και ανθρώπινης εμβρυολογίας, όπως ισχύει.


39 – Βλ. άρθρο 2, στοιχείο δ΄, του νόμου περί έρευνας επί ανθρωπίνων βλαστοκυττάρων (zákon o výzkumu na lidských embryonálních kmenových buňkách, 227/2006 Sb.), όπως ισχύει.


40 – Βλ. σημείο 71.


41 – Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων (ΕΕ L 102, σ. 48).


42 – Βλ. άρθρο 1 της οδηγίας αυτής.


43 – Επισημαίνεται, συναφώς, ότι, με την απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2008, G 2/06, WARF, το διευρυμένο τμήμα προσφυγών του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας έκρινε ότι απαγορεύεται η χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας, εάν τα αιτήματα αφορούν προϊόντα τα οποία είναι αδύνατον να προκύψουν χωρίς την εφαρμογή μεθόδου η οποία συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την καταστροφή ανθρωπίνων εμβρύων, ακόμη και αν η εν λόγω μέθοδος δεν περιλαμβάνεται στα οικείες αιτήματα.


44 – Βλ. τεσσαρακοστή δεύτερη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας.


45 – Βλ. σημείο 37 του αιτιολογικού της κοινής θέσεως (ΕΚ) 19/98 που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 26 Φεβρουαρίου 1998 για την έκδοση της οδηγίας 98/44.


46 – Επισημαίνεται, συναφώς, ότι η ευρωπαϊκή ομάδα για τη δεοντολογία της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών έχει δεχθεί ότι η δημιουργία ανθρωπίνων εμβρύων με σκοπό τη λήψη βλαστοκυττάρων είναι δεοντολογικώς απαράδεκτη (βλ. σημείο 2.7 της γνωμοδοτήσεως αριθ. 15, της 14ης Νοεμβρίου 2000, σε σχέση με δεοντολογικά ζητήματα της έρευνας που αφορά τα ανθρώπινα βλαστικά κύτταρα και τη χρήση τους, η οποία είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό τόπο της εν λόγω ομάδας).