Language of document : ECLI:EU:C:2015:299

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 5ης Μαΐου 2015 (*)

«Προσφυγή ακυρώσεως — Θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας — Ενιαίο καθεστώς προστασίας ευρεσιτεχνιών — Κανονισμός (ΕΕ) 1260/2012 — Διατάξεις σχετικά με τη μετάφραση — Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων — Άρθρο 291 ΣΛΕΕ — Ανάθεση εξουσιών σε όργανα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Νομική βάση — Αρχή της αυτοτέλειας του δικαίου της Ένωσης»

Στην υπόθεση C‑147/13,

με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, η οποία ασκήθηκε στις 22 Μαρτίου 2013,

Βασίλειο της Ισπανίας, εκπροσωπούμενο από τις E. Chamizo Llatas και S. Centeno Huerta,

προσφεύγον,

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενου από τους T. Middleton και F. Florindo Gijón, καθώς και από τις Μ. Μπαλτά και L. Grønfeldt,

καθού,

υποστηριζόμενου από:

το Βασίλειο του Βελγίου, εκπροσωπούμενο από τη C. Pochet και τους J.‑C. Halleux και T. Materne,

την Τσεχική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil,

το Βασίλειο της Δανίας, εκπροσωπούμενο από τον C. Thorning και τη M. Wolff,

την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και M. Möller, καθώς και από τη J. Kemper,

τη Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues, F.‑X. Bréchot και D. Colas, καθώς και από τη N. Rouam,

το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου,

την Ουγγαρία, εκπροσωπούμενη από τον M. Fehér και την K. Szíjjártó,

το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενο από τη M. Bulterman και τον J. Langer,

το Βασίλειο της Σουηδίας, εκπροσωπούμενο από τις A. Falk και C. Meyer‑Seitz,

το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εκπροσωπούμενο από τον M. Holt, επικουρούμενο από την J. Stratford, QC, και τον T. Mitcheson, barrister,

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τη M. Gómez‑Leal, τον U. Rösslein και τη M. Dean,

την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την I. Martínez del Peral και τους T. van Rijn, B. Smulders και F. Bulst,

παρεμβαίνοντες,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, K. Lenaerts, αντιπρόεδρο, R. Silva de Lapuerta, M. Ilešič (εισηγητή), A. Ó Caoimh, C. Vajda και S. Rodin, προέδρους τμήματος, A. Borg Barthet, J. Malenovský, E. Levits, E. Jarašiūnas, C. G. Fernlund, και J. L. da Cruz Vilaça, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 1ης Ιουλίου 2014,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 18ης Νοεμβρίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή του, το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί την ακύρωση του κανονισμού (ΕΕ) 1260/2012 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2012, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών σε σχέση με τις εφαρμοστέες μεταφραστικές ρυθμίσεις (ΕΕ L 361, σ. 89, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός).

2        Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε τον ως άνω κανονισμό κατόπιν της αποφάσεως 2011/167/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, για την έγκριση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών (ΕΕ L 76, σ. 53, στο εξής: απόφαση ενισχυμένης συνεργασίας).

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

 Η Σύμβαση για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας

3        Το τιτλοφορούμενο «Γλώσσες του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, αιτήσεις ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας και άλλα έγγραφα» άρθρο 14 της Συμβάσεως για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, η οποία υπογράφηκε στο Μόναχο στις 5 Οκτωβρίου 1973 και τέθηκε σε ισχύ στις 7 Οκτωβρίου 1977, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο (στο εξής: ΣΕΔΕ), ορίζει τα εξής:

«(1)      Οι επίσημες γλώσσες του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας [(στο εξής: ΕΓΔΕ)] είναι η αγγλική, η γαλλική και η γερμανική.

(2)      Η αίτηση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατατίθεται σε μία από τις επίσημες γλώσσες ή, αν κατατέθηκε σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, μεταφράζεται σε μία από τις επίσημες γλώσσες σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό. Όσο διαρκεί η διαδικασία ενώπιον του [ΕΓΔΕ], η μετάφραση αυτή μπορεί να διορθώνεται ώστε να είναι σύμφωνη με το κείμενο της αίτησης, όπως κατατέθηκε. Εάν μία απαιτούμενη μετάφραση δεν κατατέθηκε εμπρόθεσμα, η αίτηση θεωρείται ότι έχει αποσυρθεί.

(3)      Η επίσημη γλώσσα του [ΕΓΔΕ] στην οποία κατατέθηκε η αίτηση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή στην οποία μεταφράστηκε, πρέπει να χρησιμοποιείται ως γλώσσα της διαδικασίας σε όλες τις διαδικασίες ενώπιον του [ΕΓΔΕ], εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τον εκτελεστικό κανονισμό.

(4)      Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία ή την έδρα τους σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος που έχει ως επίσημη γλώσσα άλλη από την αγγλική, γαλλική ή γερμανική και οι υπήκοοι του κράτους αυτού που κατοικούν στο εξωτερικό μπορούν να καταθέσουν έγγραφα, τα οποία πρέπει να κατατεθούν μέσα σε ορισμένη προθεσμία στην επίσημη γλώσσα του κράτους αυτού. Παρόλα αυτά πρέπει να καταθέσουν μετάφραση σε μία επίσημη γλώσσα του [ΕΓΔΕ] σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό. Εάν κάποιο έγγραφο, εκτός από εκείνα που συμπεριλαμβάνονται στην αίτηση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, δεν κατατέθηκε στην προαναφερόμενη γλώσσα ή εάν μία απαιτούμενη μετάφραση δεν κατατέθηκε εμπρόθεσμα, το εν λόγω έγγραφο θεωρείται ότι δεν έχει κατατεθεί.

(5)      Οι αιτήσεις ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας δημοσιεύονται στη γλώσσα της διαδικασίας.

(6)      Τα έντυπα προδιαγραφών των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δημοσιεύονται στη γλώσσα της διαδικασίας και περιλαμβάνουν μετάφραση των αξιώσεων στις δύο άλλες επίσημες γλώσσες του [ΕΓΔΕ].

[...]

(8)      Οι καταχωρήσεις στο Ευρωπαϊκό Μητρώο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πραγματοποιούνται στις τρεις επίσημες γλώσσες του [ΕΓΔΕ]. Σε περίπτωση αμφιβολιών υπερισχύει η καταχώρηση στη γλώσσα της διαδικασίας.»

4        Το άρθρο 142 της ΣΕΔΕ, το οποίο τιτλοφορείται «Ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας», ορίζει τα εξής:

«(1)      Ομάδα συμβαλλομένων Κρατών που αποφάσισε, με ειδική συμφωνία, ότι τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που χορηγούνται για τα Κράτη αυτά θα έχουν ενιαίο χαρακτήρα στο σύνολο του εδάφους τους, μπορεί να προβλέψει ότι τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας μπορεί να χορηγούνται μόνο από κοινού για όλα αυτά τα Κράτη.

(2)      Οι διατάξεις του μέρους αυτού εφαρμόζονται όταν η ομάδα των συμβαλλόμενων Κρατών χρησιμοποίησε το δικαίωμα που προβλέπεται στην παράγραφο 1.»

5        Το άρθρο 143 της ΣΕΔΕ, το οποίο τιτλοφορείται «Ειδικά τμήματα του [ΕΓΔΕ]», ορίζει τα εξής:

«(1)      Η ομάδα των συμβαλλόμενων Κρατών μπορεί να αναθέσει στο [ΕΓΔΕ] συμπληρωματικά καθήκοντα.

(2)      Για την εκτέλεση αυτών των συμπληρωματικών καθηκόντων, μπορούν να δημιουργηθούν στο [ΕΓΔΕ] ειδικά τμήματα, κοινά για όλα τα συμβαλλόμενα Κράτη που ανήκουν στην ομάδα αυτή. Ο Πρόεδρος του [ΕΓΔΕ] διευθύνει τα ειδικά αυτά τμήματα. Οι διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφοι 2 και 3 εφαρμόζονται ανάλογα.»

6        Το άρθρο 145 της ΣΕΔΕ, το οποίο τιτλοφορείται «Ειδική Επιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου», ορίζει τα εξής:

«(1)      Η ομάδα των συμβαλλόμενων Κρατών μπορεί να συστήσει μία Ειδική Επιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου για να ελέγχει τη δραστηριότητα των ειδικών τμημάτων που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 143, παράγραφος 2. Το [ΕΓΔΕ] θέτει στη διάθεση της επιτροπής αυτής το προσωπικό, τα γραφεία και τα αναγκαία υλικά μέσα για την εκτέλεση της αποστολής της. Ο Πρόεδρος του [ΕΓΔΕ] είναι υπεύθυνος για τις δραστηριότητες των ειδικών τμημάτων απέναντι στην Ειδική Επιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου.

(2)      Η σύνθεση, οι αρμοδιότητες και οι δραστηριότητες της Ειδικής Επιτροπής καθορίζονται από την ομάδα των συμβαλλόμενων Κρατών.»

 Η Συμφωνία για την ίδρυση Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας

7        Το άρθρο 32, παράγραφος 1, στοιχείο θ΄, της Συμφωνίας για την ίδρυση Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, η οποία υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 19 Φεβρουαρίου 2013 (ΕΕ C 175, σ. 1, στο εξής: Συμφωνία για το ΕΔΔΕ), ορίζει τα εξής:

«Το Δικαστήριο έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όσον αφορά:

[...]

θ)      αγωγές όσον αφορά αποφάσεις του [ΕΓΔΕ] στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2012, για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών (ΕΕ L 361, σ. 1)].»

8        Το άρθρο 89, παράγραφος 1, της Συμφωνίας για το ΕΔΔΕ ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2014 ή την πρώτη ημέρα του τέταρτου μήνα από την κατάθεση του δέκατου τρίτου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 84, συμπεριλαμβανομένων των τριών κρατών μελών τα οποία είχαν το μεγαλύτερο αριθμό ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας εν ισχύι κατά το έτος πριν από το έτος υπογραφής της Συμφωνίας ή την πρώτη ημέρα του τέταρτου μήνα από την έναρξη ισχύος των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΕ) […] 1215/2012 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351, σ. 1),] όσον αφορά τη σχέση του με την παρούσα Συμφωνία, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.»

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Ο κανονισμός 1257/2012

9        Οι αιτιολογικές σκέψεις 9, 24 και 25 του κανονισμού 1257/2012 έχουν ως εξής:

«(9)      Το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ [(στο εξής: ΕΔΕΕΙ)] θα πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο το δικαίωμα να εμποδίζει οποιονδήποτε τρίτο από την τέλεση πράξεων έναντι των οποίων το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παρέχει προστασία. Αυτό θα διασφαλίζεται με την ίδρυση ενιαίου δικαστηρίου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Για τα θέματα που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό ή τον [προσβαλλόμενο] κανονισμό […], θα πρέπει να ισχύουν οι διατάξεις της ΣΕΔΕ, η [Συμφωνία για το ΕΔΔΕ], συμπεριλαμβανομένων των διατάξεών της περί πεδίου εφαρμογής του εν λόγω δικαιώματος και των περιορισμών του, και το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

[...]

(24)      Η δικαιοδοσία για τα [ΕΔΕΕΙ] θα πρέπει να συσταθεί και να διέπεται από πράξη σχετική με τη σύσταση ενιαίου συστήματος επίλυσης των διαφορών για τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα [ΕΔΕΕΙ].

(25)      Η σύσταση ενός Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας που θα εκδικάζει υποθέσεις που αφορούν το [ΕΔΕΕΙ] έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί η ομαλή λειτουργία του διπλώματος αυτού, η συνοχή της νομολογίας και, ως εκ τούτου, η ασφάλεια δικαίου και η αποτελεσματικότητα κόστους για τους δικαιούχους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Είναι συνεπώς ύψιστης σημασίας να επικυρώσουν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη τη [Συμφωνία για το ΕΔΔΕ] σύμφωνα με τις εθνικές συνταγματικές και κοινοβουλευτικές διαδικασίες τους και να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου το δικαστήριο αυτό να ξεκινήσει τις εργασίες του το ταχύτερο δυνατόν.»

10      Το άρθρο 1 του κανονισμού 1257/2012 ορίζει τα εξής:

«1.      Ο παρών κανονισμός θεσπίζει την ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση [ενισχυμένης συνεργασίας].

2.      Ο παρών κανονισμός αποτελεί ειδική συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 142 της [ΣΕΔΕ].»

11      Το άρθρο 2, στοιχείο ε΄, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[...]

ε)      “μητρώο για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών”: μητρώο στο οποίο καταχωρίζονται η ενιαία ισχύς καθώς και κάθε περιορισμός, άδεια εκμετάλλευσης, μεταβίβαση, ανάκληση ή λήξη ενός [ΕΔΕΕΙ], και το οποίο αποτελεί τμήμα του μητρώου ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας».

12      Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που χορηγείται με το ίδιο σύνολο αξιώσεων σε σχέση με όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη διαθέτει ενιαία ισχύ στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, υπό τον όρο ότι η ενιαία ισχύς του καταχωρίζεται στο μητρώο για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών.»

13      Το άρθρο 9 του κανονισμού 1257/2012, το οποίο τιτλοφορείται «Διοικητικά καθήκοντα που ανατίθενται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη κατά την έννοια του άρθρου 143 της ΣΕΔΕ αναθέτουν στο ΕΓΔΕ τα ακόλουθα καθήκοντα, τα οποία πρέπει να εκτελούνται σε συμφωνία προς τον εσωτερικό κανονισμό του ΕΓΔΕ:

α)      τη διαχείριση αιτημάτων ενιαίας ισχύος από δικαιούχους ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας·

β)      την ένταξη του μητρώου για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών εντός του ευρωπαϊκού μητρώου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και τη διαχείριση του μητρώου για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών·

γ)      την παραλαβή και την καταχώριση δηλώσεων για την παραχώρηση αδειών εκμετάλλευσης οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 8, την απόσυρσή τους και τους όρους παραχώρησης αδειών εκμετάλλευσης που προβλέφθηκαν σε διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης από τον δικαιούχο του [ΕΔΕΕΙ]·

δ)      τη δημοσίευση των μεταφράσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 του [προσβαλλόμενου] κανονισμού […] κατά τη μεταβατική περίοδο που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο·

ε)      την είσπραξη και τη διαχείριση των τελών ανανέωσης για τα [ΕΔΕΕΙ], σε σχέση με τα έτη που έπονται του έτους κατά το οποίο το δελτίο ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας αναφέρει ότι χορηγήθηκε το εν λόγω δίπλωμα· την είσπραξη και τη διαχείριση πρόσθετων τελών για την καθυστερημένη πληρωμή τελών ανανέωσης, όπου η καθυστερημένη πληρωμή γίνεται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία οφειλής καθώς και την κατανομή μέρους των εισπραχθέντων τελών ανανέωσης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη·

στ)      τη διαχείριση ενός καθεστώτος αποζημίωσης για την επιστροφή των μεταφραστικών δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 5 του [προσβαλλόμενου] κανονισμού […]·

ζ)      τη διασφάλιση ότι τα αιτήματα ενιαίας ισχύος από τον δικαιούχο του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας υποβάλλονται στη γλώσσα της διαδικασίας η οποία ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 της ΣΕΔΕ το αργότερο έναν μήνα μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης της χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο δελτίο ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας· και

η)      τη διασφάλιση ότι η ενιαία ισχύς αναφέρεται στο μητρώο για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών, στο οποίο υποβάλλεται αίτημα ενιαίας ισχύος και, ότι κατά τη μεταβατική περίοδο η οποία προβλέπεται στο άρθρο 6 του [προσβαλλόμενου] κανονισμού […], συνυποβάλλονται οι μεταφράσεις που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, καθώς και ότι το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας ενημερώνεται για όλους τους περιορισμούς, τις άδειες εκμετάλλευσης, τις μεταβιβάσεις ή τις ανακλήσεις [ΕΔΕΕΙ].

2.      Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, κατά την εκπλήρωση των διεθνών τους υποχρεώσεων που ανέλαβαν στο πλαίσιο της ΣΕΔΕ, διασφαλίζουν την τήρηση του παρόντος κανονισμού και συνεργάζονται για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Υπό την ιδιότητά τους ως συμβαλλόμενων κρατών της ΣΕΔΕ, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διακυβέρνηση και την εποπτεία των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθώς και τον καθορισμό του ύψους των τελών ανανέωσης σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος κανονισμού και την κατανομή των τελών ανανέωσης σύμφωνα με το άρθρο 13 του παρόντος κανονισμού.

Για τον σκοπό αυτό, συστήνουν μια ειδική επιτροπή στο πλαίσιο του διοικητικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (“ειδική επιτροπή”) κατά την έννοια του άρθρου 145 της ΣΕΔΕ.

Η ειδική επιτροπή απαρτίζεται από τους εκπροσώπους των συμμετεχόντων κρατών μελών και από ένα εκπρόσωπο της Επιτροπής ως παρατηρητή καθώς και τους αναπληρωτές τους που τους εκπροσωπούν σε περίπτωση απουσίας. Τα μέλη της ειδικής επιτροπής μπορούν να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.

Η ειδική επιτροπή αποφασίζει λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη θέση της Επιτροπής και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 35 παράγραφος 2 της ΣΕΔΕ.

3.      Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη διασφαλίζουν αποτελεσματική έννομη προστασία ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους ή περισσότερων συμμετεχόντων κρατών μελών κατά των αποφάσεων του ΕΓΔΕ οι οποίες λαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.»

 Ο προσβαλλόμενος κανονισμός

14      Οι αιτιολογικές σκέψεις 5, 6, 9 και 15 του προσβαλλόμενου κανονισμού έχουν ως εξής:

«(5)      Οι […] μεταφραστικές ρυθμίσεις [για τα ΕΔΕΕΙ] θα πρέπει να διασφαλίζουν τη νομική ασφάλεια και να ενθαρρύνουν την καινοτομία και, ειδικότερα, να αποβούν επωφελείς για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αναμένεται να διευκολύνουν και να καταστήσουν οικονομικότερη και νομικά ασφαλή την πρόσβαση στο [ΕΔΕΕΙ] και στο σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στο σύνολό του.

(6)      Δεδομένου ότι το ΕΓΔΕ είναι αρμόδιο για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, οι μεταφραστικές ρυθμίσεις για το [ΕΔΕΕΙ] θα πρέπει να αξιοποιούν την ισχύουσα διαδικασία στο ΕΓΔΕ. Στόχος των εν λόγω ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι η επίτευξη της αναγκαίας ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων των οικονομικών φορέων και του δημόσιου συμφέροντος όσον αφορά το κόστος της διαδικασίας και τη διαθεσιμότητα τεχνικών πληροφοριών.

[...]

(9)      Σε περίπτωση διαφοράς η οποία αφορά αξίωση αποζημίωσης, το δικαστήριο που εξετάζει τη διαφορά θα πρέπει να λάβει υπόψη το γεγονός ότι, προτού του παρασχεθεί μετάφραση στη γλώσσα του, ο φερόμενος ως παραβάτης ενδέχεται να ενήργησε καλόπιστα και ενδέχεται να μη γνώριζε, ή να μην είχε βάσιμους λόγους να γνωρίζει, ότι παραβίαζε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Το αρμόδιο δικαστήριο θα πρέπει να αξιολογεί τις συνθήκες κάθε μεμονωμένης περίπτωσης και, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει υπόψη κατά πόσον ο φερόμενος ως παραβάτης είναι μικρομεσαία επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται μόνο σε τοπικό επίπεδο, τη γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του ΕΓΔΕ και, κατά τη μεταβατική περίοδο, τη μετάφραση που υποβάλλεται μαζί με το αίτημα για ενιαία ισχύ.

[...]

(15)      Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους κανόνες που διέπουν τις γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, οι οποίοι θεσπίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 342 […] ΣΛΕΕ, και τον κανονισμό […] 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος [(ΕΕ ειδ. έκδ. 01/001, σ. 14)]. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στο γλωσσικό καθεστώς του ΕΓΔΕ και δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι δημιουργεί ειδικό γλωσσικό καθεστώς για την Ένωση ούτε ότι δημιουργεί προηγούμενο για περιορισμένο γλωσσικό καθεστώς σε οποιαδήποτε μελλοντική νομική πράξη της Ένωσης.»

15      Το άρθρο 2, στοιχείο β΄, του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζει ότι για τους σκοπούς του ως «γλώσσα της διαδικασίας» νοείται «η γλώσσα που χρησιμοποιείται στη διαδικασία ενώπιον του ΕΓΔΕ, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 της [ΣΕΔΕ]».

16      Τα άρθρα 3 έως 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζουν τα εξής:

«Άρθρο 3

Μεταφραστικές ρυθμίσεις για το [ΕΔΕΕΙ]

1.      Με την επιφύλαξη των άρθρων 4 και 6 του παρόντος κανονισμού, εάν οι προδιαγραφές ενός ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ δημοσιεύθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 6 της ΣΕΔΕ, δεν απαιτούνται περαιτέρω μεταφράσεις.

2.      Το αίτημα για ενιαία ισχύ που αναφέρεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012 υποβάλλεται στη γλώσσα της διαδικασίας.

Άρθρο 4

Μετάφραση σε περίπτωση διαφοράς

1.      Σε περίπτωση διαφοράς η οποία αφορά υποτιθέμενη προσβολή [ΕΔΕΕΙ], ο δικαιούχος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας παρέχει, κατόπιν αιτήματος και κατ’ επιλογή του φερόμενου ως παραβάτη, πλήρη μετάφραση του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ σε επίσημη γλώσσα του συμμετέχοντος κράτους μέλους όπου έλαβε χώρα η εικαζόμενη παραβίαση ή του κράτους μέλους στο οποίο κατοικεί ο φερόμενος ως παραβάτης.

2.      Σε περίπτωση διαφοράς η οποία αφορά [ΕΔΕΕΙ], ο δικαιούχος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας παρέχει κατά τη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου, κατόπιν αιτήματος δικαστηρίου στα συμμετέχοντα κράτη μέλη αρμόδιου να επιλαμβάνεται διαφορών που αφορούν [ΕΔΕΕΙ], πλήρη μετάφραση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στη διαδικασία του εν λόγω δικαστηρίου.

3.      Το κόστος των μεταφράσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 βαρύνει τον δικαιούχο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

4.      Σε περίπτωση διαφοράς η οποία αφορά αξίωση αποζημίωσης, το δικαστήριο που εξετάζει τη διαφορά εκτιμά και λαμβάνει υπόψη, ιδίως όταν ο φερόμενος ως παραβάτης είναι μικρομεσαία επιχείρηση, φυσικό πρόσωπο ή μη κερδοσκοπικός οργανισμός, πανεπιστήμιο ή δημόσιο ίδρυμα ερευνών, κατά πόσον ο φερόμενος ως παραβάτης ενήργησε χωρίς να γνωρίζει, ή χωρίς να έχει βάσιμους λόγους ώστε να γνωρίζει, ότι παραβίαζε το [ΕΔΕΕΙ] προτού του παρασχεθεί η μετάφραση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 5

Διαχείριση καθεστώτος αποζημίωσης

1.      Δεδομένου ότι αιτήσεις για ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας μπορούν να υποβληθούν σε οποιαδήποτε γλώσσα βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 2 της ΣΕΔΕ, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012 αναθέτουν, κατά την έννοια του άρθρου 143 της ΣΕΔΕ, στο ΕΓΔΕ το καθήκον διαχείρισης ενός καθεστώτος αποζημίωσης όλων των μεταφραστικών δαπανών έως ένα ανώτατο ποσό, για τους αιτούντες που υποβάλλουν αιτήσεις διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στο ΕΓΔΕ σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης η οποία δεν είναι επίσημη γλώσσα του ΕΓΔΕ.

2.      Το καθεστώς αποζημίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 χρηματοδοτείται από τα τέλη που αναφέρονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012 και είναι διαθέσιμο μόνο για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, φυσικά πρόσωπα, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, πανεπιστήμια και δημόσια ιδρύματα ερευνών που έχουν την κατοικία ή την έδρα της κύριας επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους εντός κράτους μέλους.

Άρθρο 6

Μεταβατικά μέτρα

1.      Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, με έναρξη την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κάθε αίτημα για ενιαία ισχύ που αναφέρεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012 υποβάλλεται μαζί με τα ακόλουθα:

α)      εάν η γλώσσα της διαδικασίας είναι η γαλλική ή η γερμανική, πλήρη μετάφραση του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας στην αγγλική γλώσσα· ή

β)      εάν η γλώσσα της διαδικασίας είναι η αγγλική, πλήρη μετάφραση του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε οποιαδήποτε άλλη επίσημη γλώσσα της Ένωσης.

2.      Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη αναθέτουν, κατά την έννοια του άρθρου 143 της ΣΕΔΕ, στο ΕΓΔΕ το καθήκον να δημοσιεύει τις μεταφράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου όσο το δυνατόν συντομότερα από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος για ενιαία ισχύ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) […] 1257/2012. Το κείμενο των εν λόγω μεταφράσεων δεν έχει νομική ισχύ και προορίζεται μόνον για σκοπούς ενημέρωσης.

3.      Έξι χρόνια μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και από εκείνο το χρονικό διάστημα ανά διετία, ανεξάρτητη επιτροπή εμπειρογνωμόνων διενεργεί αντικειμενική αξιολόγηση της διαθεσιμότητας υψηλής ποιότητας μηχανικών μεταφράσεων των αιτήσεων και των προδιαγραφών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, οι οποίες αναπτύσσονται από το ΕΓΔΕ. Η εν λόγω επιτροπή εμπειρογνωμόνων συστήνεται από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και απαρτίζεται από εκπροσώπους του ΕΓΔΕ και των μη κυβερνητικών οργανώσεων που εκπροσωπούν τους χρήστες του ευρωπαϊκού συστήματος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που προσκαλούνται από το διοικητικό συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας ως παρατηρητές σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 της ΣΕΔΕ.

4.      Βάσει της πρώτης αξιολόγησης από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και στη συνέχεια ανά διετία βάσει των επόμενων αξιολογήσεων, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, διατυπώνει προτάσεις για την περάτωση της μεταβατικής περιόδου.

5.      Εάν η μεταβατική περίοδος δεν περατωθεί βάσει πρότασης της Επιτροπής, λήγει 12 έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

1.      Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.      Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2014 ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της [Σ]υμφωνίας για [το ΕΔΔΕ], αναλόγως του ποια από τις ημερομηνίες αυτές είναι η τελευταία.»

 Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

17      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 22 Μαρτίου 2013, το Βασίλειο της Ισπανίας άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

18      Με αποφάσεις του Προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, επετράπη στο Βασίλειο του Βελγίου, στην Τσεχική Δημοκρατία, στο Βασίλειο της Δανίας, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στη Γαλλική Δημοκρατία, στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, στην Ουγγαρία, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στο Βασίλειο της Σουηδίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή να παρέμβουν υπέρ των αιτημάτων του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 131, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

19      Το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό·

–        επικουρικώς, να ακυρώσει τα άρθρα 4, 5, 6, παράγραφος 2, και 7, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού και

–        να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

20      Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από όλους τους παρεμβαίνοντες, ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή και

–        να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

 Επί της προσφυγής

21      Προς στήριξη της προσφυγής του, το Βασίλειο της Ισπανίας προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως, τους οποίους αντλεί, αντιστοίχως, από παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω γλώσσας, από παραβίαση των αρχών που διατυπώνονται στην απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7) λόγω της αναθέσεως στο ΕΓΔΕ διοικητικών καθηκόντων σχετικών με το ΕΔEEI, από έλλειψη νομικής βάσεως, από παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου και από παραβίαση της αρχής της αυτοτέλειας του δικαίου της Ένωσης.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω γλώσσας

 Επιχειρήματα των διαδίκων

22      Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο, εκδίδοντας τον προσβαλλόμενο κανονισμό, παραβίασε την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων που προβλέπεται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, επειδή θέσπισε για το ΕΔEEI γλωσσικό καθεστώς που αποβαίνει εις βάρος των προσώπων που δεν έχουν ως γλώσσα μία από τις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ. Το εν λόγω καθεστώς δημιουργεί ανισότητα μεταξύ, αφενός, των πολιτών και των επιχειρήσεων της Ένωσης που έχουν τη δυνατότητα κατανοήσεως, με ορισμένο βαθμό τεχνικής βεβαιότητας, έγγραφα που έχουν συνταχθεί στις γλώσσες αυτές και, αφετέρου, εκείνων που δεν έχουν τέτοια μέσα και πρέπει να μεριμνήσουν για τη μετάφραση με δική τους δαπάνη. Κάθε περιορισμός στη χρήση όλων των επισήμων γλωσσών της Ένωσης πρέπει να είναι δεόντως δικαιολογημένος, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας.

23      Κατά το προσφεύγον, πρώτον, δεν εξασφαλίζεται η πρόσβαση στις μεταφράσεις εγγράφων που απονέμουν δικαιώματα στο κοινωνικό σύνολο. Αυτό συμβαίνει επειδή οι προδιαγραφές των ΕΔEEI θα δημοσιεύονται στη γλώσσα της διαδικασίας και θα περιλαμβάνουν τη μετάφραση των αξιώσεων στις δύο άλλες επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ, χωρίς δυνατότητα άλλης μεταφράσεως, γεγονός που εμπεριέχει διάκριση και παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν προσδιορίζει καν τη γλώσσα στην οποία θα χορηγείται το ΕΔEEI ούτε εάν το στοιχείο αυτό θα δημοσιεύεται. Το ότι το Συμβούλιο στηρίχθηκε στο καθεστώς του ΕΓΔΕ για να καθορίσει το γλωσσικό καθεστώς του ΕΔEEI δεν διασφαλίζει ότι αυτό είναι σύμφωνο προς το δίκαιο της Ένωσης.

24      Δεύτερον, ο προσβαλλόμενος κανονισμός παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και δεν δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος. Κατά πρώτο λόγο, δεν προβλέπεται τουλάχιστον η μετάφραση των αξιώσεων, πράγμα που συνεπάγεται σε μεγάλο βαθμό έλλειψη ασφάλειας δικαίου και μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες στον ανταγωνισμό. Κατά δεύτερο λόγο, το ΕΔEEI είναι ουσιώδης τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας για την εσωτερική αγορά. Κατά τρίτο λόγο, ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν προβλέπει μεταβατικό στάδιο που να διασφαλίζει την κατάλληλη γνώση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Ούτε η ανάπτυξη της μηχανικής μεταφράσεως ούτε η υποχρέωση προσκομίσεως πλήρους μεταφράσεως σε περίπτωση ένδικης διαφοράς αποτελούν επαρκή μέτρα ως προς το θέμα αυτό.

25      Από τα ανωτέρω συνάγεται, κατά το προσφεύγον, ότι η εισαγωγή εξαιρέσεως από την αρχή της ισότητας των επίσημων γλωσσών της Ένωσης θα έπρεπε να έχει δικαιολογηθεί βάσει άλλων κριτήριων και όχι βάσει των καθαρά οικονομικών κριτηρίων που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 5 και 6 του προσβαλλόμενου κανονισμού.

26      Το Συμβούλιο αντιτείνει, πρώτον, ότι δεν μπορεί να συναχθεί από τις Συνθήκες καμία αρχή σύμφωνα με την οποία οι επίσημες γλώσσες της Ένωσης πρέπει να τυγχάνουν, σε κάθε περίπτωση, ίσης μεταχειρίσεως, γεγονός που επιβεβαιώνεται εξάλλου από το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, διάταξη που θα στερούνταν νοήματος εάν γινόταν δεκτό ότι το μόνο δυνατό γλωσσικό καθεστώς είναι εκείνο που περιλαμβάνει όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

27      Δεύτερον, υπό το σημερινό καθεστώς, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να ζητήσει τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας σε οποιαδήποτε γλώσσα, εφόσον βεβαίως προσκομίσει, εντός προθεσμίας δύο μηνών, μετάφραση σε μία από τις τρεις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ, η οποία θα αποτελέσει τη γλώσσα της διαδικασίας, ενώ οι αξιώσεις δημοσιεύονται εν συνεχεία στις δύο άλλες επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ. Κατά τον τρόπο αυτό, μια αίτηση μεταφράζεται και δημοσιεύεται στην ισπανική γλώσσα μόνον εάν η επικύρωση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ζητείται για το Βασίλειο της Ισπανίας.

28      Τρίτον, οι συνέπειες της μη δημοσιεύσεως στην ισπανική γλώσσα είναι περιορισμένες. Κατά πρώτο λόγο, ο προσβαλλόμενος κανονισμός προβλέπει καθεστώς αποζημιώσεως της δαπάνης. Κατά δεύτερο λόγο, την ευθύνη της διαχειρίσεως διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας έχουν κατά κανόνα σύμβουλοι σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας που γνωρίζουν και άλλες γλώσσες της Ένωσης. Κατά τρίτο λόγο, η επίπτωση στην πρόσβαση στις επιστημονικές πληροφορίες στα ισπανικά είναι περιορισμένη. Κατά τέταρτο λόγο, μόνο μικρός αριθμός των αιτήσεων χορηγήσεως ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας μεταφράζεται στην ισπανική γλώσσα επί του παρόντος. Κατά πέμπτο λόγο, ο προσβαλλόμενος κανονισμός προβλέπει τη δημιουργία συστήματος μηχανικής μεταφράσεως υψηλής ποιότητας σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Τέλος, κατά έκτο λόγο, το άρθρο 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού προβλέπει περιορισμό της ευθύνης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των φυσικών προσώπων, των μη κερδοσκοπικών οργανισμών, των πανεπιστημίων και των δημοσίων ιδρυμάτων έρευνας.

29      Τέταρτον, με τον περιορισμό του αριθμού των γλωσσών που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του ΕΔEEI επιδιώκεται θεμιτός σκοπός, που έγκειται στο εύλογο κόστος του ΕΔΕΕΙ.

30      Οι παρεμβαίνοντες συντάσσονται με τα επιχειρήματα του Συμβουλίου. Υπογραμμίζουν ότι η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων οικονομικών φορέων υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς οι διαφορετικές εκτιμήσεις των κρατών μελών σχετικά με το γλωσσικό καθεστώς είχαν ως συνέπεια την αποτυχία όλων των προηγούμενων σχεδίων για ενιαίο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

31      Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι οι αναφορές που γίνονται στις Συνθήκες στη χρήση των γλωσσών στην Ένωση δεν αποτελούν έκφραση γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης δυνάμει της οποίας οτιδήποτε μπορεί να επηρεάσει τα συμφέροντα ενός πολίτη της Ένωσης πρέπει να συντάσσεται, σε όλες τις περιπτώσεις, στη γλώσσα του (αποφάσεις Kik κατά ΓΕΕΑ, C‑361/01 P, EU:C:2003:434, σκέψη 82, και Polska Telefonia Cyfrowa, C‑410/09, EU:C:2011:294, σκέψη 38).

32      Εν προκειμένω, είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός διακρίνει μεταξύ των επίσημων γλωσσών της Ένωσης. Ειδικότερα, το άρθρο 3, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού το οποίο προβλέπει τις μεταφραστικές ρυθμίσεις για το ΕΔΕΕΙ αναφέρεται στη δημοσίευση των προδιαγραφών του ΕΔΕΕΙ σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 6, της ΣΕΔΕ. Κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως αυτής και του άρθρου 14, παράγραφος 1, της ΣΕΔΕ, τα έντυπα προδιαγραφών των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δημοσιεύονται στη γλώσσα της διαδικασίας, που είναι υποχρεωτικά μία από τις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ, δηλαδή η αγγλική, η γαλλική ή η γερμανική, και περιλαμβάνουν μετάφραση των αξιώσεων στις δύο άλλες επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ. Εφόσον έχουν τηρηθεί τα προβλεπόμενα στις διατάξεις αυτές της ΣΕΔΕ, δεν απαιτείται καμία άλλη μετάφραση για την αναγνώριση της ενιαίας ισχύος του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

33      Υπενθυμίζεται ότι, εφόσον μπορεί να γίνει επίκληση θεμιτού σκοπού γενικού συμφέροντος και να αποδειχθεί ότι ο σκοπός αυτός όντως υφίσταται, η τυχόν διαφορετική μεταχείριση λόγω γλώσσας πρέπει, επιπλέον, να μην έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή πρέπει να είναι πρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξή του (βλ. απόφαση Ιταλία κατά Επιτροπής, C‑566/10 P, EU:C:2012:752, σκέψη 93).

34      Πρώτον, ως προς τον σκοπό που επιδιώκει το Συμβούλιο, από την αιτιολογική σκέψη 16 του προσβαλλόμενου κανονισμού προκύπτει ότι σκοπός του είναι η δημιουργία ομοιόμορφου και απλού μεταφραστικού καθεστώτος για τα προβλεπόμενα στο κανονισμό 1257/2012 ΕΔΕΕΙ. Στις αιτιολογικές σκέψεις 4 και 5 του προσβαλλόμενου κανονισμού διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με την απόφαση ενισχυμένης συνεργασίας οι μεταφραστικές ρυθμίσεις για τα ΕΔΕΕΙ θα πρέπει να είναι απλές και οικονομικά συμφέρουσες. Οι ρυθμίσεις αυτές θα πρέπει επίσης να εγγυώνται την ασφάλεια δικαίου και να ενθαρρύνουν την καινοτομία και να αποβαίνουν επωφελείς ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και να διευκολύνουν και να καθιστούν οικονομικότερη και νομικά ασφαλή την πρόσβαση στο ΕΔΕΕΙ και, γενικότερα, στο σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός σκοπό έχει να διευκολύνει την πρόσβαση στην προστασία που παρέχει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

35      Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι ο σκοπός αυτός είναι θεμιτός. Στις δυνατότητες που έχει ο εφευρέτης ο οποίος προτίθεται να ζητήσει την προστασία της εφευρέσεώς του με τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας περιλαμβάνεται και η επιλογή της γεωγραφικής εκτάσεως της επιθυμητής προστασίας, η οποία πραγματοποιείται με βάση συνολική εκτίμηση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων κάθε δυνατότητας, που περιλαμβάνει, ιδίως, σύνθετες οικονομικές εκτιμήσεις σχετικά με το εμπορικό ενδιαφέρον το οποίο παρουσιάζει η προστασία εντός διαφόρων κρατών σε σχέση με το σύνολο των εξόδων που συνδέονται με τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας εντός των κρατών αυτών, περιλαμβανομένων των εξόδων μεταφράσεως (βλ., συναφώς, απόφαση BASF, C‑44/98, EU:C:1999:440, σκέψη 18).

36      Το προβλεπόμενο όμως από τη ΣΕΔΕ σύστημα προστασίας του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα και ιδιαίτερα υψηλό κόστος για τον αιτούντα ο οποίος προτίθεται να ζητήσει την προστασία της εφευρέσεώς του με τη χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας που να καλύπτει το σύνολο των κρατών μελών. Η πολυπλοκότητα και το κόστος αυτό, τα οποία προκύπτουν ιδίως από το ότι ο δικαιούχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας που χορηγείται από το ΕΓΔΕ υποχρεούται, προκειμένου να επικυρωθεί το δίπλωμα αυτό στην επικράτεια ενός κράτους μέλος, να υποβάλει μετάφραση του διπλώματος στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους αυτού, αποτελούν εμπόδιο για την προστασία που παρέχει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εντός της Ένωσης.

37      Εξάλλου, δεν χωρεί αμφιβολία ότι οι ρυθμίσεις του υφιστάμενου συστήματος προστασίας των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας το οποίο προβλέπει η ΣΕΔΕ επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων της Ένωσης, ιδίως δε των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες δεν μπορούν να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες προστατευόμενες από διπλώματα ευρεσιτεχνίας που να καλύπτουν όλη την Ένωση, αν δεν τηρήσουν περίπλοκες και δαπανηρές διαδικασίες, ενώ το γλωσσικό καθεστώς που προβλέπει ο προσβαλλόμενος κανονισμός δύναται να διευκολύνει και καταστήσει οικονομικότερη και νομικά ασφαλέστερη την πρόσβαση στο ΕΔΕΕΙ και, γενικότερα, στο σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

38      Δεύτερον, πρέπει να εξεταστεί εάν το καθεστώς που θεσπίζει ο προσβαλλόμενος κανονισμός είναι πρόσφορο για την επίτευξη του θεμιτού σκοπού της διευκολύνσεως της προσβάσεως στην προστασία που παρέχει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

39      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός σκοπό έχει να καθορίσει τις εφαρμοστέες μεταφραστικές ρυθμίσεις για τα ευρωπαϊκά διπλώματα ευρεσιτεχνίας στα οποία αναγνωρίζεται ενιαία ισχύς δυνάμει του κανονισμού 1257/2012. Δεδομένου ότι την ευθύνη χορηγήσεως των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας έχει το ΕΓΔΕ, ο προσβαλλόμενος κανονισμός στηρίζεται στις ισχύουσες στο ΕΓΔΕ μεταφραστικές ρυθμίσεις, οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της γερμανικής, της αγγλικής και της γαλλικής γλώσσας, ενώ ο εν λόγω κανονισμός δεν επιβάλλει τη μετάφραση των προδιαγραφών του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ή έστω των αξιώσεων, στην επίσημη γλώσσα κάθε κράτους στο οποίο θα ισχύσει το ΕΔΕΕΙ, όπως συμβαίνει με το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Κατά συνέπεια, το γλωσσικό καθεστώς που θεσπίζεται με τον προσβαλλόμενο κανονισμό καθιστά όντως δυνατή τη διευκόλυνση της προσβάσεως στην προστασία που παρέχει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, μειώνοντας τις δαπάνες που συνδέονται με τις μεταφραστικές απαιτήσεις.

40      Τρίτον, πρέπει να εξεταστεί αν το καθεστώς που θεσπίζει ο προσβαλλόμενος κανονισμός υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου θεμιτού σκοπού.

41      Το Δικαστήριο έχει τονίσει ως προς το σημείο αυτό στη σκέψη 92 της αποφάσεως Kik κατά ΓΕΕΑ (C‑361/01 P, EU:C:2003:434) την αναγκαία ισορροπία η οποία πρέπει να τηρείται, αφενός, μεταξύ των συμφερόντων των οικονομικών φορέων και των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου όσον αφορά το κόστος των διαδικασιών και, αφετέρου, μεταξύ των συμφερόντων των αιτούντων τη χορήγηση τίτλων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συμφερόντων των λοιπών οικονομικών φορέων όσον αφορά την πρόσβαση σε μεταφράσεις εγγράφων τα οποία παρέχουν δικαιώματα ή τις διαδικασίες στις οποίες εμπλέκονται περισσότεροι του ενός οικονομικοί φορείς.

42      Όσον αφορά, κατά πρώτο λόγο, την τήρηση της ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων των οικονομικών φορέων και των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου όσον αφορά το κόστος της αναγνωρίσεως της ενιαίας ισχύος του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, επισημαίνεται ότι, μολονότι η Ένωση είναι προσηλωμένη στη διατήρηση της πολυγλωσσίας, της οποίας η σημασία υπενθυμίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΕΕ και στο άρθρο 22 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαπιστώθηκε εντούτοις στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως ότι οι υψηλές δαπάνες που απαιτεί η χορήγηση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που να καλύπτει το σύνολο των κρατών μελών αποτελούν εμπόδιο για την προστασία που παρέχει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εντός της Ένωσης, οπότε ήταν απαραίτητο οι μεταφραστικές ρυθμίσεις για τα ΕΔΕΕΙ να είναι οικονομικώς συμφέρουσες.

43      Δεύτερον, σημειώνεται ότι το Συμβούλιο προέβλεψε ορισμένους μηχανισμούς για τη διασφάλιση της αναγκαίας ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων των αιτούντων τη χορήγηση ΕΔΕΕΙ και των συμφερόντων των λοιπών οικονομικών φορέων όσον αφορά την πρόσβαση σε μεταφράσεις εγγράφων τα οποία παρέχουν δικαιώματα ή τις διαδικασίες στις οποίες εμπλέκονται περισσότεροι του ενός οικονομικοί φορείς.

44      Κατ’ αρχάς, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε ΕΔΕΕΙ και, ιδίως, να καταστεί δυνατή για τους αιτούντες η κατάθεση των αιτήσεών τους στο ΕΓΔΕ σε οποιαδήποτε γλώσσα της Ένωσης, το άρθρο 5 του προσβαλλόμενου κανονισμού προβλέπει σύστημα αποζημιώσεως των μεταφραστικών δαπανών έως ένα ανώτατο όριο για ορισμένους αιτούντες, ιδίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που υποβάλλουν αιτήσεις διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στο ΕΓΔΕ σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης η οποία δεν είναι επίσημη γλώσσα του ΕΓΔΕ.

45      Εν συνεχεία, για να περιοριστούν τα μειονεκτήματα που συνεπάγεται για τους οικονομικούς φορείς η έλλειψη δυνατότητας κατανοήσεως, με ορισμένο βαθμό τεχνικής βεβαιότητας, έγγραφα που έχουν συνταχθεί στη γερμανική, στην αγγλική ή στη γαλλική γλώσσα, το Συμβούλιο προέβλεψε με το άρθρο 6 του προσβαλλόμενου κανονισμού μεταβατική περίοδο, μέγιστης διάρκειας δώδεκα ετών, έως ότου καταστεί διαθέσιμο σύστημα μηχανικής μεταφράσεως υψηλής ποιότητας σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής αυτής περιόδου, με κάθε αίτημα για αναγνώριση ενιαίας ισχύος συνυποβάλλεται είτε πλήρης μετάφραση των προδιαγραφών στην αγγλική, εάν η γλώσσα της διαδικασίας είναι η γερμανική ή η γαλλική, είτε πλήρης μετάφραση των προδιαγραφών σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ένωσης, εάν γλώσσα της διαδικασίας είναι η αγγλική.

46      Τέλος, για να προστατευτούν οι οικονομικοί φορείς που δεν έχουν δυνατότητα κατανοήσεως, με ορισμένο βαθμό τεχνικής βεβαιότητας, μίας από τις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ, το Συμβούλιο προέβλεψε με το άρθρο 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού διατάξεις εφαρμοζόμενες σε περίπτωση ένδικης διαφοράς, οι οποίες σκοπό έχουν, αφενός, να καταστήσουν δυνατή για τους φορείς αυτούς, όταν υπάρχει εις βάρος τους η υπόνοια προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας, τη λήψη, υπό τις προβλεπόμενες στο άρθρο αυτό προϋποθέσεις πλήρους μεταφράσεως του ΕΔΕΕΙ και, αφετέρου, σε περίπτωση ένδικης διαφοράς με αντικείμενο αξίωση αποζημιώσεως, την εκ μέρους του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της διαφοράς αξιολόγηση και συνεκτίμηση της καλής πίστεως του προσώπου που φέρεται ότι προσέβαλε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

47      Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων αυτών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός τηρεί την αναγκαία ισορροπία μεταξύ των διαφόρων εμπλεκόμενων συμφερόντων και, κατά συνέπεια, δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου θεμιτού σκοπού. Ως εκ τούτου, όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 61 έως 74 των προτάσεών του, η επιλογή του Συμβουλίου κατά τη θέσπιση των εφαρμοστέων μεταφραστικών ρυθμίσεων για τα ΕΔΕΕΙ να επιφυλάξει ειδική μεταχείριση, σε σχέση με τις λοιπές επίσημες γλώσσες της Ένωσης, στη γερμανική, την αγγλική και τη γαλλική γλώσσα είναι πρόσφορη για την επίτευξη του θεμιτού σκοπού που επιδιώκει ο κανονισμός αυτός και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας.

48      Συνεπώς, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση των αρχών που διατυπώνονται στην απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7)

 Επιχειρήματα των διαδίκων

49      Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο, αναθέτοντας στο ΕΓΔΕ με τα άρθρα 5 και 6, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού, τη διαχείριση του καθεστώτος αποζημιώσεως των μεταφραστικών δαπανών και τη δημοσίευση των μεταφράσεων στο πλαίσιο του μεταβατικού καθεστώτος, παραβίασε τις αρχές που διατυπώνονται στην απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7), την οποία επιβεβαίωσαν οι αποφάσεις Romano (98/80, EU:C:1981:104) και Tralli κατά ΕΚΤ (C‑301/02 P, EU:C:2005:306).

50      Κατά το προσφεύγον, πρώτον, δεν παρατίθεται αντικειμενική δικαιολόγηση της εξουσιοδοτήσεως αυτής ούτε στις αιτιολογικές σκέψεις του κανονισμού 1257/2012 ούτε στις αιτιολογικές σκέψεις του προσβαλλόμενου κανονισμού.

51      Δεύτερον, από την απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7) προκύπτει ότι η εξουσιοδότηση μπορεί να αφορά μόνο σαφώς οριοθετημένες εκτελεστικές εξουσίες, για τις οποίες δεν υφίσταται διακριτική ευχέρεια και η άσκηση των οποίων επιδέχεται, ως εκ τούτου, αυστηρό έλεγχο υπό το πρίσμα αντικειμενικών κριτηρίων καθοριζόμενων από την εξουσιοδοτούσα αρχή. Το στοιχείο αυτό, όμως, δεν συντρέχει εν προκειμένω.

52      Κατά πρώτο λόγο, το άρθρο 5 του προσβαλλόμενου κανονισμού αναθέτει τη διαχείριση του καθεστώτος αποζημιώσεως στο ΕΓΔΕ, το οποίο μπορεί να αποφασίζει κατά διακριτική ευχέρεια για την εφαρμογή του δικαιώματος επιστροφής των μεταφραστικών δαπανών, που προβλέπει το καθεστώς αυτό. Επιπλέον, μολονότι, κατά το Βασίλειο της Ισπανίας, αφενός, το άρθρο 9, παράγραφος 3, του κανονισμού 1257/2012 επιβάλλει στα κράτη μέλη τη διασφάλιση αποτελεσματικής ένδικης προστασίας έναντι των αποφάσεων του ΕΓΔΕ κατά την άσκηση των καθηκόντων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 της διατάξεως αυτής και, αφετέρου, ανατέθηκε η αποκλειστική αρμοδιότητα αυτή στο Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας με το άρθρο 32, παράγραφος 1, στοιχείο θ΄, της Συμφωνίας για το ΕΔΔΕ, εντούτοις ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας έχει το προνόμιο της ετεροδικίας και της ασυλίας εκτελέσεως και, κατά συνέπεια, οι πράξεις του ΕΓΔΕ δεν υπόκεινται σε κανέναν δικαστικό έλεγχο.

53      Κατά δεύτερο λόγο, το καθήκον δημοσιεύσεως των μεταφράσεων, που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού, είναι όντως δραστηριότητα για την οποία δεν υφίσταται διακριτική ευχέρεια. Δεν υπόκειται όμως σε κανένα δικαστικό έλεγχο.

54      Το Συμβούλιο επισημαίνει, κατ’ αρχάς, ότι το Βασίλειο της Ισπανίας δεν αμφισβητεί ότι εναπόκειται στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, μέσω του ΕΓΔΕ, η διαχείριση του καθεστώτος αποζημιώσεως και το καθήκον της δημοσιεύσεως των μεταφράσεων. Η εφαρμογή όμως του δικαίου της Ένωσης εναπόκειται πρωτίστως στα κράτη μέλη και, για ζητήματα σχετικά με την αποζημίωση των δαπανών και τη δημοσίευση των μεταφράσεων, δεν είναι απαραίτητη η θέσπιση ενιαίων προϋποθέσεων εκτελέσεως κατά την έννοια του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Οι αρχές που διατυπώνονται στις αποφάσεις Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7), Romano (98/80, EU:C:1981:104) και Tralli κατά ΕΚΤ (C‑301/02 P, EU:C:2005:306) δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω. Εν πάση περιπτώσει, οι εν λόγω αρχές δεν παραβιάστηκαν.

55      Οι παρεμβαίνοντες συντάσσονται με τα επιχειρήματα του Συμβουλίου.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

56      Επισημαίνεται κατ’ αρχάς ότι το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει, όπως προκύπτει από τα δικόγραφά του, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη φερόμενη ανάθεση αρμοδιοτήτων στην οποία προέβη το Συμβούλιο με τα άρθρα 5 και 6, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού και ότι αυτό συνιστά παραβίαση των αρχών που διατυπώθηκαν με την απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7).

57      Επισημαίνεται ως προς το σημείο αυτό ότι με τα άρθρα 5 και 6, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού τα συμμετέχοντα κράτη μέλη καλούνται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9 του κανονισμού 1257/2012, να αναθέσουν, κατά την έννοια του άρθρου 143 της ΣΕΔΕ, στο ΕΓΔΕ τα καθήκοντα που αυτά ορίζουν.

58      Όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 1257/2012, ο κανονισμός αυτός αποτελεί ειδική συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 142 της ΣΕΔΕ, οπότε στη συμφωνία αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του ενάτου μέρους της εν λόγω Συμβάσεως το οποίο αφορά τις ειδικές συμφωνίες και περιλαμβάνει τα άρθρα 142 έως 149.

59      Κατά τα άρθρα 143 και 145 της ΣΕΔΕ, ομάδα συμβαλλομένων κρατών η οποία κάνει χρήση των διατάξεων του ενάτου μέρους της ΣΕΔΕ μπορεί να αναθέσει καθήκοντα στο ΕΓΔΕ.

60      Προς τον σκοπό ακριβώς της εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχεία δ΄ και στ΄, του κανονισμού 1257/2012 ορίζει ότι τα συμμετέχοντα κράτη μέλη αναθέτουν στο ΕΓΔΕ, αφενός, το καθήκον δημοσιεύσεως των μεταφράσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 6 του προσβαλλόμενου κανονισμού κατά τη μεταβατική περίοδο που ορίζει το ίδιο άρθρο και, αφετέρου, το καθήκον διαχειρίσεως καθεστώτος αποζημιώσεως για την επιστροφή των μεταφραστικών δαπανών για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 5 του κανονισμού αυτού.

61      Τα καθήκοντα αυτά όμως είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με την εφαρμογή του ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών, το οποίο θεσπίζει ο κανονισμός 1257/2012 και τις μεταφραστικές ρυθμίσεις του οποίου ορίζει ο προσβαλλόμενος κανονισμός.

62      Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτό ότι η ανάθεση στο ΕΓΔΕ συμπληρωματικών καθηκόντων αποτελεί απόρροια της συνάψεως εκ μέρους των συμμετεχόντων κρατών μελών, ως συμβαλλομένων μερών της ΣΕΔΕ, ειδικής συμφωνίας υπό την έννοια του άρθρου 142 της Συμβάσεως αυτής.

63      Εφόσον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Βασίλειο της Ισπανίας, το Συμβούλιο δεν ανέθεσε στα συμμετέχοντα κράτη μέλη ή στο ΕΓΔΕ δικές του βάσει του δικαίου της Ένωσης εκτελεστικές αρμοδιότητες, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι αρχές που διατύπωσε το Δικαστήριο με την απόφαση Meroni κατά Ανωτάτης Αρχής (9/56, EU:C:1958:7).

64      Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη νομικής βάσεως του άρθρου 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού

 Επιχειρήματα των διαδίκων

65      Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένη η νομική βάση που χρησιμοποιήθηκε για να προστεθεί στον προσβαλλόμενο κανονισμό το άρθρο 4, επειδή η διάταξη αυτή δεν αφορά το «γλωσσικό καθεστώς» ευρωπαϊκού τίτλου κατά το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, αλλά προβλέπει ορισμένες δικονομικές εγγυήσεις στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας, οι οποίες δεν μπορούν να στηριχθούν στη διάταξη αυτή της Συνθήκης ΛΕΕ.

66      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός θεσπίζει πράγματι γλωσσικό καθεστώς, δεδομένου ότι καθορίζει τις απαιτούμενες μεταφράσεις μετά από τη χορήγηση του ΕΔΕΕΙ και την καταχώριση της ενιαίας ισχύος του. Έτσι, το άρθρο 3, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού καθορίζει το γλωσσικό καθεστώς του ΕΔΕΕΙ, διευκρινίζοντας, όσον αφορά τη μετά την καταχώριση της ενιαίας ισχύος κατάσταση, ότι, εφόσον οι προδιαγραφές ενός ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας έχουν δημοσιευθεί σύμφωνα με τη ΣΕΔΕ, δεν απαιτούνται περαιτέρω μεταφράσεις. Το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού καλύπτει κενό δικαίου, δεδομένου ότι το γλωσσικό καθεστώς που προβλέπεται από τη ΣΕΔΕ δεν ρυθμίζει τις γλωσσικές απαιτήσεις σε περίπτωση ένδικης διαφοράς. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι δικονομικοί κανόνες των κρατών μελών δεν έχουν εναρμονιστεί από το δίκαιο της Ένωσης, έπρεπε να ληφθεί μέριμνα ώστε ο φερόμενος ως παραβάτης να έχει πάντοτε το δικαίωμα να λάβει πλήρη μετάφραση του επίμαχου ΕΔΕΕΙ.

67      Οι παρεμβαίνοντες συντάσσονται με τα επιχειρήματα του Συμβουλίου.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

68      Κατά πάγια νομολογία, η επιλογή της νομικής βάσεως μιας πράξεως της Ένωσης πρέπει να θεμελιώνεται σε αντικειμενικά στοιχεία δεκτικά δικαστικού ελέγχου, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται, ιδίως, ο σκοπός και το περιεχόμενο της πράξεως αυτής (αποφάσεις Επιτροπή κατά Συμβουλίου, C‑377/12, EU:C:2014:1903, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και Ηνωμένο Βασίλειο κατά Συμβουλίου, C‑81/13, EU:C:2014:2449, σκέψη 35).

69      Στην υπό κρίση υπόθεση, ως προς τον σκοπό του προσβαλλόμενου κανονισμού επισημαίνεται ότι αυτός, όπως προκύπτει από τον τίτλο του και το άρθρο 1, θεσπίζει ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της δημιουργίας ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών σε σχέση με τις εφαρμοστέες μεταφραστικές ρυθμίσεις. Όπως προκύπτει δε από την αιτιολογική σκέψη 16 του προσβαλλόμενου κανονισμού, σκοπός του είναι η δημιουργία ομοιόμορφου και απλού μεταφραστικού καθεστώτος για τα ΕΔΕΕΙ.

70      Ως προς το περιεχόμενο του προσβαλλόμενου κανονισμού, επισημαίνεται ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι, με την επιφύλαξη των διατάξεων για τις μεταφράσεις σε περίπτωση ένδικης διαφοράς και των μεταβατικών διατάξεων, εφόσον οι προδιαγραφές ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας με ενιαία ισχύ έχουν δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 6, της ΣΕΔΕ, δεν απαιτούνται περαιτέρω μεταφράσεις. Κατά τη διάταξη αυτή, τα έντυπα προδιαγραφών των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας δημοσιεύονται στη γλώσσα της διαδικασίας και περιλαμβάνουν μετάφραση των αξιώσεων στις δύο άλλες επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ.

71      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός θεσπίζει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, γλωσσικό καθεστώς για το ΕΔΕΕΙ, το οποίο ορίζει παραπέμποντας στο άρθρο 14, παράγραφος 6, της ΣΕΔΕ.

72      Επισημαίνεται συναφώς ότι το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν αποκλείει τη δυνατότητα, κατά τον καθορισμό του γλωσσικού καθεστώτος ευρωπαϊκού τίτλου, να γίνεται παραπομπή στο γλωσσικό καθεστώς του οργανισμού στον οποίο ανήκει το όργανο που θα έχει την ευθύνη της χορηγήσεως του τίτλου στον οποίο θα προσδοθεί ενιαία ισχύς. Εξάλλου, είναι άνευ σημασίας το ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν ρυθμίζει εξαντλητικά το γλωσσικό καθεστώς που εφαρμόζεται για τα ΕΔΕΕΙ. Συγκεκριμένα, το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν επιβάλλει στο Συμβούλιο να εναρμονίζει όλες τις πλευρές του γλωσσικού καθεστώτος των τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας που θεσπίζονται επί τη βάσει του πρώτου εδαφίου του άρθρου αυτού.

73      Όσον αφορά το άρθρο 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού, διαπιστώνεται ότι αφορά άμεσα το γλωσσικό καθεστώς του ΕΔΕΕΙ, στο μέτρο που ορίζει τους ειδικούς κανόνες που διέπουν τη μετάφραση των ΕΔΕΕΙ στη συγκεκριμένη περίπτωση των ένδικων διαφορών. Ειδικότερα, δεδομένου ότι το γλωσσικό καθεστώς του ΕΔΕΕΙ ορίζεται από όλες τις διατάξεις του προσβαλλόμενου κανονισμού, και πιο συγκεκριμένα από τις διατάξεις των άρθρων 3, 4 και 6, οι οποίες σκοπό έχουν τη ρύθμιση διαφορετικών περιπτώσεων, δεν θα ήταν δυνατός ο διαχωρισμός του άρθρου 4 του εν λόγω κανονισμού από τις λοιπές διατάξεις του όσον αφορά τη νομική βάση.

74      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων πρέπει συνεπώς να απορριφθεί το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας ότι το άρθρο 118, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν μπορούσε να αποτελέσει νομική βάση για το άρθρο 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού.

75      Επομένως, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τετάρτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου

 Επιχειρήματα των διαδίκων

76      Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο παραβίασε την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Κατ’ αρχάς, ο προσβαλλόμενος κανονισμός περιορίζει τις δυνατότητες πληροφορήσεως των οικονομικών φορέων, εφόσον οι προδιαγραφές του ΕΔΕΕΙ δημοσιεύονται μόνο στη γλώσσα της διαδικασίας και όχι στις λοιπές επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ. Εν συνεχεία, ο κανονισμός αυτός δεν ρυθμίζει, ιδίως από γλωσσικής απόψεως, τους όρους χορηγήσεως του ΕΔΕΕΙ. Επιπλέον, δεν αναφέρει στο πλαίσιο της διαχειρίσεως του καθεστώτος αποζημιώσεως ούτε το ανώτατο όριο δαπάνης ούτε τον τρόπο καθορισμού του. Εξάλλου, οι διατάξεις του άρθρου 4 του εν λόγω κανονισμού δεν αρκούν για να καλύψουν την έλλειψη πληροφοριών σχετικά με το ΕΔΕΕΙ. Ειδικότερα, η μετάφραση του ΕΔΕΕΙ που παρέχεται σε περίπτωση ένδικης διαφοράς δεν έχει νομική ισχύ και η ως άνω διάταξη δεν προβλέπει συγκεκριμένες συνέπειες για την περίπτωση που ο παραβάτης ενήργησε καλόπιστα. Τέλος, το σύστημα μηχανικής μεταφράσεως δεν ήταν διαθέσιμο κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού και δεν είναι δυνατόν να διασφαλιστεί ότι θα μπορεί να λειτουργήσει σε τομέα όπου έχει πρωταρχική σημασία οι μεταφράσεις να είναι ακριβείς.

77      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι τα επιχειρήματα του Βασιλείου της Ισπανίας δεν λαμβάνουν υπόψη τις αρχές της έμμεσης διοικήσεως και της επικουρικότητας, στις οποίες βασίζεται το δίκαιο της Ένωσης. Ο προσβαλλόμενος κανονισμός αναθέτει στα κράτη μέλη τη συγκεκριμένη ρύθμιση ζητημάτων όπως το καθεστώς αποζημιώσεως ή οι μηχανικές μεταφράσεις. Η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν επιβάλλει να καθορίζει ο βασικός κανονισμός τους κανόνες μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια, δεδομένου ότι ορισμένοι κανόνες είναι δυνατόν να καθοριστούν από τα κράτη μέλη ή να θεσπιστούν με κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις. Εξάλλου, το άρθρο 4, παράγραφος 4, του κανονισμού αυτού καθορίζει τα βασικά στοιχεία και τα κριτήρια προς εφαρμογή από τα εθνικά δικαστήρια.

78      Οι παρεμβαίνοντες συντάσσονται με τα επιχειρήματα του Συμβουλίου.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

79      Κατά πάγια νομολογία, η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιβάλλει οι κανόνες δικαίου να είναι σαφείς και ακριβείς και τα αποτελέσματά τους προβλέψιμα, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να καθορίζουν αναλόγως τη συμπεριφορά τους στις έννομες καταστάσεις και σχέσεις που διέπονται από την έννομη τάξη της Ένωσης (βλ. αποφάσεις France Télécom κατά Επιτροπής, C‑81/10 P, EU:C:2011:811, σκέψη 100 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και LVK — 56, C‑643/11, EU:C:2013:55, σκέψη 51).

80      Πρώτον, με το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός περιορίζει τις δυνατότητες πληροφορήσεως των οικονομικών φορέων αμφισβητείται κατ’ ουσίαν το γλωσσικό καθεστώς που θεσπίζει ο εν λόγω κανονισμός, καθόσον δεν προβλέπει τη μετάφραση του ΕΔΕΕΙ σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Η επιχειρηματολογία αυτή όμως απορρίφθηκε ήδη στο πλαίσιο του πρώτου λόγου ακυρώσεως.

81      Δεύτερον, όσον αφορά το επιχείρημα ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν ρυθμίζει, ιδίως από γλωσσικής απόψεως, τους όρους αναγνωρίσεως της ενιαίας ισχύος, η συνδυασμένη ερμηνεία των κρίσιμων διατάξεων του κανονισμού αυτού και του κανονισμού 1257/2012 αποκλείει το ενδεχόμενο παραβιάσεως της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

82      Ειδικότερα, το άρθρο 3, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζει ότι το κατά το άρθρο 9 του κανονισμού 1257/2012 αίτημα για ενιαία ισχύ υποβάλλεται στη γλώσσα της διαδικασίας. Ως γλώσσα της διαδικασίας νοείται κατά το άρθρο 2, στοιχείο β΄, του προσβαλλόμενου κανονισμού η γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του ΕΓΔΕ, όπως ορίζεται στο άρθρο 14, παράγραφος 3, της ΣΕΔΕ.

83      Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1257/2012, η ενιαία ισχύς καταχωρίζεται στο μητρώο για το ενιαίο καθεστώς προστασίας των ευρεσιτεχνιών, το οποίο αποτελεί, κατά το άρθρο 2, στοιχείο ε΄, του ίδιου κανονισμού, τμήμα του τηρούμενου από το ΕΓΔΕ μητρώου ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Οι καταχωρίσεις όμως στο ευρωπαϊκό μητρώο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 8, της ΣΕΔΕ, στις τρεις επίσημες γλώσσες του ΕΓΔΕ.

84      Τρίτον, όσον αφορά το προβαλλόμενο επιχείρημα ότι δεν προβλέπεται ανώτατο όριο δαπανών ή τρόπος καθορισμού του εν λόγω ορίου, αρκεί η διαπίστωση ότι, όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 110 και 111 των προτάσεών του, κατά το άρθρο 9, παράγραφος 2, του κανονισμού 1257/2012, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, ως συμβαλλόμενα κράτη στη ΣΕΔΕ, διασφαλίζουν τη διακυβέρνηση και την εποπτεία των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τα καθήκοντα που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού και, προς τον σκοπό αυτό, συστήνουν ειδική επιτροπή στο πλαίσιο του διοικητικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, κατά την έννοια του άρθρου 145 της ΣΕΔΕ, όπερ σημαίνει ότι η απόφαση σχετικά με το ανώτατο όριο δαπανών ή για τον τρόπο καθορισμού του εν λόγω ορίου θα λαμβάνεται από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη στο πλαίσιο αυτής της ειδικής επιτροπής. Επομένως, δεν μπορεί να διαπιστωθεί εν προκειμένω καμία παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

85      Τέταρτον, το γεγονός ότι το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παράγει έννομα αποτελέσματα μόνο στη γλώσσα στην οποία χορηγήθηκε, ενώ η μετάφρασή του η οποία πρέπει να παρέχεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4 του προσβαλλόμενου κανονισμού σε περίπτωση ένδικης διαφοράς δεν παράγει τέτοια αποτελέσματα, ουδόλως προκαλεί ανασφάλεια δικαίου, εφόσον οι εμπλεκόμενοι είναι σε θέση να γνωρίζουν με βεβαιότητα ποια είναι η γλωσσική απόδοση που θεωρείται αυθεντική για την εκτίμηση της εκτάσεως της προστασίας που παρέχει το ΕΔΕΕΙ.

86      Πέμπτον, ούτε η μη πρόβλεψη συγκεκριμένων συνεπειών για την περίπτωση που ο φερόμενος ως παραβάτης ενήργησε καλόπιστα συνιστά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 9 του προσβαλλόμενου κανονισμού, εξ αυτού του λόγου το αρμόδιο δικαστήριο έχει εξουσία να εκτιμά τις συνθήκες κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως και, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει υπόψη κατά πόσον ο φερόμενος ως παραβάτης είναι μικρομεσαία επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται μόνο σε τοπικό επίπεδο, τη γλώσσα της διαδικασίας ενώπιον του ΕΓΔΕ και, κατά τη μεταβατική περίοδο, τη μετάφραση που συνυποβάλλεται με το αίτημα για ενιαία ισχύ.

87      Έκτον, όσον αφορά το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας ότι δεν παρέχονται εγγυήσεις ότι θα λειτουργεί εύρυθμα το σύστημα μηχανικής μεταφράσεως, το οποίο δεν ήταν έτοιμο προς χρήση κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, επισημαίνεται ότι στην πραγματικότητα αμφισβητείται η επιλογή του νομοθέτη της Ένωσης να προβλέψει δωδεκαετή μεταβατική περίοδο για την εφαρμογή του σκέλους του γλωσσικού καθεστώτος που αφορά τη μηχανική μετάφραση των αιτήσεων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και των προδιαγραφών σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Μολονότι, ομολογουμένως, δεν παρέχονται εγγυήσεις ότι θα λειτουργεί εύρυθμα το εν λόγω σύστημα, το οποίο θα είναι έτοιμο προς χρήση στο τέλος της μεταβατικής περιόδου, αυτό δεν αρκεί για την ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού λόγω παραβιάσεως της αρχής της ασφάλειας δικαίου, καθόσον ήταν αδύνατη η παροχή τέτοιων εγγυήσεων. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα του Βασιλείου της Ισπανίας πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές.

88      Επομένως, δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί καμία παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

89      Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως.

 Επί του πέμπτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της αυτοτέλειας του δικαίου της Ένωσης

 Επιχειρήματα των διαδίκων

90      Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι το άρθρο 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού παραβιάζει την αρχή της αυτοτέλειας του δικαίου της Ένωσης, εφόσον διακρίνει μεταξύ, αφενός, της ενάρξεως ισχύος του εν λόγω κανονισμού και, αφετέρου, της εφαρμογής του, ως ημερομηνία της οποίας ορίζει την 1η Ιανουαρίου 2014, διευκρινίζοντας όμως ότι η εφαρμογή θα αναβάλλεται ενόσω δεν έχει αρχίσει να ισχύει η Συμφωνία για το ΕΔΔΕ κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 89, παράγραφος 1, αυτής. Κατά το προσφεύγον, εν προκειμένω, ανατίθεται στα συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για το ΕΔΔΕ η εξουσία καθορισμού της ημερομηνίας ενάρξεως της εφαρμογής κανόνα της Ένωσης και, κατά συνέπεια, η άσκηση αρμοδιότητάς της. Το Βασίλειο της Ισπανίας προσθέτει ότι τα παραδείγματα από τη νομοθετική πρακτική που προβάλλει το Συμβούλιο δεν είναι σχετικά με την υπό κρίση υπόθεση.

91      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι από τη συνδυασμένη ερμηνεία των αιτιολογικών σκέψεων 9, 24 και 25 του κανονισμού 1257/2012 προκύπτει ότι πολιτική επιλογή του νομοθέτη της Ένωσης για διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του ΕΔΕΕΙ, της συνοχής της νομολογίας και, κατά συνέπεια, της ασφάλειας δικαίου, καθώς και οικονομικά συμφέρουσας λύσεως για τους δικαιούχους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ήταν η σύνδεση του ΕΔΕΕΙ με τη λειτουργία χωριστού δικαιοδοτικού οργάνου, το οποίο πρέπει να έχει συσταθεί πριν χορηγηθεί το πρώτο ΕΔΕΕΙ. Δεν υπάρχει επομένως κανένα νομικό εμπόδιο για τη σύνδεση μεταξύ του ΕΔΕΕΙ και του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, η οποία αιτιολογείται επαρκώς στις αιτιολογικές σκέψεις 24 και 25 του κανονισμού 1257/2012. Εξάλλου, στη νομοθετική πρακτική υπάρχουν πολλά παραδείγματα συνδέσεως της εφαρμογής πράξεως της Ένωσης με γεγονός ξένο προς την πράξη αυτή.

92      Οι παρεμβαίνοντες συντάσσονται με τις παρατηρήσεις του Συμβουλίου.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

93      Επισημαίνεται ότι το άρθρο 7, παράγραφος 2, του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζει ότι «[ε]φαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2014 ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της [Συμφωνίας για το ΕΔΔΕ], αναλόγως του ποια από τις ημερομηνίες αυτές είναι η τελευταία».

94      Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η προβλεπόμενη στο άρθρο 288, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ άμεση ισχύς των κανονισμών επιβάλλει η έναρξη της ισχύος τους και η εφαρμογή τους υπέρ ή σε βάρος υποκειμένων δικαίου να μην εξαρτώνται από κανένα μέτρο μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, εκτός αν ο συγκεκριμένος κανονισμός αναθέτει στα κράτη μέλη τη λήψη των νομοθετικών, κανονιστικών, διοικητικών και οικονομικών μέτρων που είναι αναγκαία προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού (βλ. αποφάσεις Bussone, 31/78, EU:C:1978:217, σκέψη 32, και ANAFE, C‑606/10, EU:C:2012:348, σκέψη 72 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

95      Αυτό συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση όπου, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του προσβαλλόμενου κανονισμού, ο ίδιος ο νομοθέτης της Ένωσης ανέθεσε στα κράτη μέλη, αφενός, τη θέσπιση διαφόρων μέτρων στο νομικό πλαίσιο που ορίζει η ΣΕΔΕ και, αφετέρου, την ίδρυση του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, το οποίο, όπως υπενθυμίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 24 και 25 του κανονισμού 1257/2012, έχει καθοριστική σημασία για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του διπλώματος αυτού ευρεσιτεχνίας, της συνοχής της νομολογίας και, κατά συνέπεια, της ασφάλειας δικαίου, καθώς και οικονομικά συμφέρουσας λύσεως για τους δικαιούχους διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

96      Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

97      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να απορριφθεί η προσφυγή στο σύνολό της, καθώς και το αίτημα μερικής ακυρώσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, το οποίο προέβαλε επικουρικώς το Βασίλειο της Ισπανίας.

 Επί των δικαστικών εξόδων

98      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι το Συμβούλιο ζήτησε την καταδίκη του Βασιλείου της Ισπανίας και αυτό ηττήθηκε, πρέπει να φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και να καταδικαστεί στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο.

99      Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 140, παράγραφος 1, του ίδιου Κανονισμού, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα που παρενέβησαν στη διαφορά φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Το Βασίλειο της Ισπανίας φέρει, εκτός από τα δικαστικά του έξοδα, τα δικαστικά έξοδα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3)      Το Βασίλειο του Βελγίου, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Ουγγαρία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.